0
Your Καλαθι
Βιβλιοθήκες Αγίου Όρους
Παλαιά Ελληνικά έντυπα - Πρώτη προσπάθεια συγκροτήσεως συλλογικού καταλόγου
Περιγραφή
Κριτική
Αναλογίζεται κανείς την ανεκτίμητη ιστορική αξία και την μεγάλη σημασία των παλαιτύπων, που είναι καρπός πνευματικής προσφοράς των ανδρών εκείνων του Γένους μιας μακράς χρονικής περιόδου πνευματικής ανομβρίας και πτώχειας του λαού μας. Έτσι έρχεται στο φως και αναγνωρίζεται και η προσφορά του Αγίου Όρους ως «Κιβωτού» όχι μόνο της Ορθοδοξίας, αλλά και των Ελληνικών Γραμμάτων και της Παιδείας γενικά, όπως γλαφυρά και με περίσσεια λεκτική σαφήνεια εκφράζει στο Μήνυμά Του ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος, για την έκδοση: «Ιερός τόπος όχι μόνο πνευματικής ασκήσεως, αλλά και διανοητικής καλλιεργείας και μελέτης και συντηρήσεως των κειμηλίων της ανθρωπίνης διανοίας».
Το θεώρησα, λοιπόν, ηθικό χρέος και βασικό λόγο να συνηγορήσω και υποστηρίξω την έκδοση-καταλογογράφηση, που θα αποτελέσει, πιστεύω, σταθμό και αφετηρία για περαιτέρω αναζήτηση, ανάλυση και σε βάθος έρευνα της ιστορικής σημασίας των Ελληνικών Γραμμάτων της προαναφερόμενης μακράς χρονικής περιόδου.
Στυλιανός Βαλσαμάς-Ράλλης
Πρέσβυς, Διευθυντής Θρησκευτικών & Εκκλησιαστικών Υποθέσεων του Υπ. Εξ.
Είναι γνωστό ότι οι ερευνητές συχνά-πυκνά προστρέχουν στις μονές του Αγίου Όρους προκειμένου να έχουν αυτοψία ενός δυσεύρετου χειρογράφου ή εντύπου. Και ενώ ο εντοπισμός των χειρογράφων των μοναστηριών είναι αρκετά εύκολος, αφού διαθέτουμε (από ετών μάλιστα) κατάλογό τους, η ανεύρεση των βιβλίων, τα οποία απόκεινται στα ράφια των αγιορείτικων βιβλιοθηκών, δεν είναι τόσο εύκολη επειδή δεν είχαν ίσαμε τώρα καταγραφεί συστηματικά και στο σύνολό τους. Βέβαια από συστηματικές βιβλιογραφικές εργασίες γενικότερης φύσεως γνωρίζαμε αν κάποια σπάνια αντίτυπα παλαιών βιβλίων διασώζονταν στις βιβλιοθήκες αυτές. Δεν υπήρχε ωστόσο μια σύγχρονη βιβλιογραφική καταγραφή τους για να δούμε ποια από αυτά σώζονται σήμερα ή και αν φυλάσσονται εκεί αντίτυπα τα οποία δεν έχουν ακόμη βιβλιογραφηθεί.
Οι δυσκολίες στη συγκρότηση ενός τέτοιου καταλόγου είναι πολλές και ποικίλες. Θα καταγραφεί το υλικό των βιβλιοθηκών στο σύνολό του ή μόνο τα ελληνικά έντυπα; Και όταν λέμε ελληνικά έντυπα τι ακριβώς προσδιορίζουμε; Το έργο αυτό θα αναληφθεί από κάποιον χαλκέντερο βιβλιογράφο ή μια ομάδα ειδικευμένων ερευνητών; Ποιος θα χρηματοδοτήσει την έρευνα; Για πόσο διάστημα του έτους θα είναι δυνατόν να πραγματοποιηθούν τέτοιες έρευνες, με δεδομένο ότι οι μοναχοί που φυλάσσουν ως κόρην οφθαλμού τις βιβλιοθήκες αυτές (και που συνήθως παρίστανται κατά την έρευνα) έχουν και ποικίλες άλλες ασχολίες στο πλαίσιο της σκληρής μοναστικής ζωής; Πόσο και υπό ποιες συνθήκες μπορεί να εργαστεί ο ερευνητής με τα έντυπα των κελιών που αποτελούν ένα είδος πνευματικής τροφής για τους εγκατοίκους αυτών; Με άλλα λόγια, πώς θα συνδυαστούν οι αναζητήσεις ενός ερευνητή με τις απαιτήσεις και το καθημερινό πρόγραμμα του μοναχού; Για να μην αναφερθούμε στις συνεχείς μετακινήσεις που απαιτούνται ή στην έλλειψη ανέσεων που θεωρεί κανείς αυτονόητες στις μεγαλουπόλεις...
Και όμως ένας τέτοιος κατάλογος δεν έλειπε μόνο από τις φιλολογικές και ιστορικές σπουδές, όπου η συμβολή του θα ήταν οφθαλμοφανής από τη διευκόλυνση στον εντοπισμό ενός σπάνιου και παλαιού εντύπου ως τη δυνατότητα να εξαχθούν κάποια πρώτα συμπεράσματα ως προς τη διακίνηση των ιδεών μέσω των βιβλίων στους χώρους της Αθωνικής πολιτείας· έλειπε και για τους υπευθύνους των βιβλιοθηκών ή για τους μοναχούς του Αθω αφού τα παλαιά κατάστιχά τους ή η κατά περίπτωση ταξινόμηση των βιβλίων δεν επέτρεπαν ούτε καν στους ίδιους να γνωρίζουν πόσα, ποια και τι αξίας έντυπα απόκεινται σε αυτές.
Το κενό αυτό έρχεται να καλύψει ο ανά χείρας τόμος, ο οποίος αποτελεί μια πρώτη προσπάθεια συγκρότησης συλλογικού καταλόγου με παλαιά ελληνικά έντυπα αυτών των βιβλιοθηκών. Συντάκτης του ο κ. Θωμάς Παπαδόπουλος, γνωστός και από άλλες, ανάλογης έκτασης και σπουδαιότητας, βιβλιογραφικές εργασίες. Το βιβλίο αυτό (το οποίο προλογίζουν οι κκ. Βαρθολομαίος, Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, Γεώργιος Α. Παπανδρέου, υπουργός Εξωτερικών, Στυλιανός Βαλσαμάς-Ράλλης, πρέσβης και τ. διευθυντής Θρησκευτικών και Εκκλησιαστικών Υποθέσεων του ΥΠΕΞ, που χρηματοδότησαν και την έκδοση) αποτελείται από: α) εισαγωγικές παρατηρήσεις (σσ. ια/-κστ/) όπου ο κ. Παπαδόπουλος εξηγεί τη μέθοδο με την οποία εργάστηκε και εκθέτει τις δυσκολίες που αντιμετώπισε· β) τις απαραίτητες συντομογραφίες (σσ. κζ/-λα/)· γ) τον κατάλογο των βιβλίων (σσ. 3-578) και δ) ένα παράρτημα με 153 προσθήκες στην Ελληνική Βιβλιογραφία (σσ. 579-658) με τα ευρετήριά τους (σσ. 659-668). Ως προς τη συγκρότηση του καταλόγου των βιβλίων ο κ. Παπαδόπουλος βάδισε σύμφωνα με τις γραμμές και τη συλλογιστική που καθόρισαν ο Ε. Legrand (για τα πριν από το 1800 ελληνικά έντυπα) και οι Δ. Γκίνης - Β. Μέξας (για τα βιβλία Ελλήνων σε ελληνική γλώσσα που εκδόθηκαν μεταξύ 1800 και 1863). Το παλαιότερο ελληνικό έντυπο που εντοπίστηκε στο Αγιον Όρος χρονολογείται στα 1481, ενώ η βιβλιογράφηση σταματά με την καταγραφή των βιβλίων του 1863, χρονιά στην οποία περατώνεται και η βιβλιογραφία των Γκίνη-Μέξα. Τα έντυπα παρατίθενται σύμφωνα με το έτος της έκδοσής τους και αλφαβητικά κατ' έτος με βάση τα γράμματα της πρώτης λέξης της σελίδας τίτλου του βιβλίου. Για εξοικονόμηση χώρου (αφού έτσι και αλλιώς ο συγκεκριμένος κατάλογος ξεπερνά τα 6.000 λήμματα) δεν δίδεται πλήρης βιβλιογραφική περιγραφή των εντύπων παρά μόνο όσα στοιχεία επέλεξε ο βιβλιογράφος για να διευκολυνθούν οι ερευνητές στον εντοπισμό τους (βλ. σσ. ιστ/-ιη/). Παρατίθενται δε και ο αριθμός των αντιτύπων, οι βιβλιοθήκες όπου αυτά απαντώνται, ενώ παρέχονται ενδείξεις για τη σπανιότητά τους.
Στο παράρτημα, αντίθετα, η βιβλιογράφηση είναι αναλυτική, με διαφωτιστικά σχόλια και φωτογραφίες των σελίδων τίτλου των περισσότερων βιβλιογραφούμενων εκδόσεων. Και τούτο είναι απόλυτα φυσικό από τη στιγμή που τα συγκεκριμένα έντυπα καταγράφονται σε βιβλιογραφικό κατάλογο για πρώτη φορά.
Από όσα εκτέθηκαν πιο πάνω καθίσταται προφανές ότι ο εν λόγω τόμος αποτελεί μια πολύτιμη συμβολή στα νεοελληνικά γράμματα, μολονότι, όπως ο ίδιος ο συντάκτης του δηλώνει, πρόκειται για μια πρώτη προσπάθεια μιας τέτοιας καταλογογράφησης (πρώτη με την έννοια όχι μόνο της πρωτιάς αλλά και της πρόκλησης για εξαντλητικότερη έρευνα όλων των χώρων του Αγίου Όρους, η οποία πιθανώς θα αποφέρει και άλλους καρπούς). Ίσως μάλιστα η επόμενη καταγραφή να μη σταματήσει στα παλαιά ελληνικά έντυπα μόνο αλλά να προχωρήσει στον εντοπισμό και στην αποδελτίωση όλων των εντύπων που απόκεινται στις αγιορείτικες βιβλιοθήκες, με τα αντίστοιχα συγκεντρωτικά ευρετήρια (τα οποία, λόγω έλλειψης χώρου, ίσως έλειψαν από την παρούσα έκδοση).
Γιώργος Ανδρειωμένος, «ΤΟ ΒΗΜΑ», 11-02-2001
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις