0
Your Καλαθι
Η Εθνική μας παράδοση
και η σημασία της στη διατήρηση της Εθνικής μας ταυτότητας
Έκπτωση
20%
20%
Περιγραφή
Π. Λ. Παπαγαρυφάλλου
«Η εθνική μας παράδοση»
Δεν ξέρω γιατί διάλεξε εμένα, ο κ. Καθηγητής για να κάμω πρόλογο… Ή κάτι σαν πρόλογο. Σε ένα βιβλίο του, μάλιστα, που αφορά την ελληνική εθνική παράδοση. Υπάρχουν άλλοι, αρμοδιότεροι, και με περισσότερα χρόνια τριβής με το θέμα, που ίσως να ήταν καταλληλότεροι. Αλλά, αφού το θέλησε, ας είναι…
Ο Παναγιώτης Παπαγαρυφάλλου, ο «δάσκαλος», όπως τον λέμε, εμείς οι φίλοι του, που μοιραζόμαστε τις αγωνίες του, και ο «πολίτης», όπως θέλει ο ίδιος να αυτοπροσδιορίζεται, είναι μια μορφή της σύγχρονης ελληνικής σκέψεως, παιδείας, διανοήσεως, και κοινωνίας, απ’ αυτές που ποτέ δεν πήραν αίγλη από (κατευθυνόμενα ή πληρωμένα) πρωτοσέλιδα, από βήματα, θώκους, καρέκλες και τα τοιαύτα, από επιλεγμένη προβολή, έπειτα από «γραμμή κόμματος». Ο Παν. Παπαγαρυφάλλου είναι μορφή.
Ταυτίσθηκε και ξέφυγε. Στριμώχθηκε και γλίστρησε. Είδε και μίλησε. Έζησε και έκρινε. Είχε την ευκαιρία να γλείψει την κουτάλα με το μέλι, και δεν το έκανε. Είχε την δυνατότητα να σωπάσει, αλλά δεν σιώπησε. Σιωπώ για τον «δάσκαλο» σημαίνει «είμαι συνένοχος».
Απλός και κατανοητός στα κείμενά του αναζητεί την λέξη ή την φράση, που θα εδραιωθεί σαν σύνθημα μέσα στον εγκέφαλό μας, και θα μας ξεκολλήσει από αγκυλώσεις και μονομανίες. Λιτός κι απέριττος στην ζωή του, δίνει το παράδειγμα συνταιριασμένης ζωής με τα έργα και τα φιλοσοφήματά του… Γιατί μόνον τότε ξεμαρμαρώνεις αγάλματα: Όταν έχεις συνέπεια πράξεων-ζωής και έργων-λόγων…
Και σ’ αυτό το έργο του ο «πολίτης» Παπαγαρυφάλλου είναι ρηξικέλευθος. Αναζητά μια εθνική παράδοση, μέσα από «εθνάρχες»-«εθνοπατέρες», μέσα από την έννοια του έθνους, που πολλοί προσπάθησαν να την προσδιορίσουν και την έκοψαν και την έρραψαν στα μέτρα τους…
«Εθνικό» είναι το αληθινό. (Ορισμός από την εποχή Σολωμού ακόμη). Κι ο δάσκαλος περιλέπει το ωραίο φρούρο, αδιαφορεί για την ετικέττα και το επίκτητο χρώμα του, και εισέρχεται στην σάρκα του, στην ουσία του, στις βιταμίνες του. Και σκάβει ακόμη βαθύτερα, φθάνει στο κουκκούτσι, όπου ο κόκκος, όπου η ζωή, και εν τέλει ο πυρήνας. Διότι ξέρει πως «φύσις κρύπτεσθαι φιλεί» (Ηράκλειτος, αποσπ. 123). Για να βρούμε το αληθινό, πρέπει να πετάξουμε τις προσμείξεις και να καθαρίσουμε το χρυσάφι που κρύβεται στα σπλάχνα της ελληνικής γης και της ελληνίδας ψυχής. να φύγουν τα περιττά, τα ξενόφερτα (που λέει κι ο καθηγητής), τα παραπανίσια, τα στολίδια. Είμαστε έτοιμοι να δεχθούμε ένα δώρο χωρίς περιτύλιγμα και κορδελλάκια; Είμαστε έτοιμοι να δούμε το νόημα, το έσω πυρ και όχι την επιφάνεια, την επιπολή; Είμαστε έτοιμοι να αγαπήσουμε το γυμνό και όχι το ντυμένο; Τα έχουμε καλά με την γύμνια; Γιατί απ’ τα χριστιανικά χρόνια και μετά – που επέφεραν έναν Μεσαίωνα – το καθαρό γυμνό ταυτίσθηκε με την αμαρτία, την ενοχή, την προσβολή, το μίασμα…
Ο καθηγητής Παπαγαρυφάλλου προσπαθεί – χρόνια τώρα – να (από)τινάξει από πάνω μας τα ξένα στοιχεία και να μας πείσει πως μπορούμε να σταθούμε στα ποδάρια μας. Λεύτεροι είναι όποιοι μπορούν να αυτοσυντηρούνται και να στοχάζονται με το ιδικό τους μυαλό. Όχι οι επαίτες, οι ζήτουλες, οι ετερόφωτοι. Λεύτεροι είναι οι αυτόφωτοι. Οι ήλιοι. Όχι τα αστέρια.
Ο αναγνώστης των έργων του Παπαγαρυφάλλου θητεύει στην Σχολή της Ανεξαρτησίας. Το πιο ακριβό κολλέγιο του κόσμου. Που όσα λεφτά κι αν σου δώσει ο πατέρας σου, δεν φθάνουν να πάρεις πτυχίο απ’ αυτό. Ακόμη υπάρχουν πράγματα που δεν αγοράζονται, γιατί ακόμη υπάρχουν πράγματα που δεν (ξε)πουλιούνται. Ο πραγματικός διδάσκαλος – όπως ο Παπαγαρυφάλλου – δείχνει τον δρόμο. Δεν βαδίζει μαζί σου σε αυτόν. Αυτός είναι μοναχικός δρόμος. Και για τον καθέναν άλλος, διαφορετικός. Πολλοί τέτοιοι μοναχικοί δρόμοι προς την Αυτογνωσία και την Ανεξαρτησία, όταν σμίξουν, στο Άπειρο, επέρχεται η αλλαγή. Γιατί εκεί πυκνώνουν και παχαίνουν οι γραμμές των δρόμων και των οριζόντων, και σαν πολιορκητικός κριός μπορούν πια να σπάσουν θύρες θεόκλειστες.
Ο πολίτης Παπαγαρυφάλλου τα έχει με τους γονατισμένους, τους ραγιάδες, τους προσκυνημένους. Μιλά ευθέως και όχι ευπιφόρως. Με κρυστάλλινο λόγο. Ζητάει επανάσταση, που όμως είναι καταδικασμένη σε αποτυχία, εάν δεν προηγηθεί η εσω-επανάσταση της συνείδησης-συνειδητοποίησης. Υιοθετεί τον Δραγούμη, το τέλος του οποίου είναι γνωστό βέβαια… Αλλά και του Κολοκοτρώνη το τέλος είναι γνωστό… Και άλλων πολλών συζυγισμένων Ελλήνων. Αλλά ποιος απ’ αυτούς κιότεψε επειδή η ιστορία διδάσκει πως όσοι πήγαν κόντρα στο ρεύμα είχαν κακό τέλος; Κανείς! Ποιους μνημονεύεις σήμερα; Αυτούς που λάκεψαν ή αυτούς που επαναστάτησαν; Πού ρίχνεις σχοινί να δέσεις; Ποιοι είναι οι μώλοι σου και ποιες οι άγκυρές σου;
Ο καθηγητής και συγγραφέας Παπαγαρυφάλλου αναζητεί τον «αληθινό άνθρωπο» ως άλλος Διογένης. Σ’ αυτήν την χρόνια αναζήτηση των φιλοσόφων δεν βρίσκει άκρη. Δίνει όμως μια κατεύθυνση. Που άμα την ακολουθήσουμε θα βρούμε εμείς την άκρη του νήματος. Από τον σκληρόψυχο χρόνο των θηρίων (Μινώταυρος) η άκρη του νήματος οδηγούσε στην σωτηρία και την απολύτρωση θεών, ηρώων, πόλεων, θνητών και ιδεών.
Είθε αυτό το πόνημα του πολίτη Παπαγαρυφάλλου να ξυπνήσει συνειδήσεις, ν’ αφυπνίσει τον κοιμισμένο ελληνισμό μέσα μας, ν’ αποτάξει ξενόφερτους διαβόλους και να καθαρίσει το χωράφι που έμεινε να λέγεται Ελλάς, από την κόπρο του Αυγείου…
Το ταμείο γίνεται πάντα στο ξάλεσμα. Και έως τότε έχουμε καιρό. Πολύ και λίγο μαζί. Μέγα και μικρό, «σαν τον κόσμο» του ποιητή. Στο ξάλεσμα, που δυστυτχώς κανείς οραματιστής δεν είναι παρών να ιδεί τους καρπούς αυτού που έσπειρε… Αλλά μην ξεχνάτε τον μέγα Σικελιανό:
…ρίξε σπορά και την σοδειά
καιρός θα σου την φέρει…
Δάσκαλε, σε ευχαριστούμε για την σπορά σου. Θα σε μνημονεύουν όταν συλλέγουν τους καρπούς της, όλοι οι όψιμοι εφευρέτες των αγωνιών σου… Έτσι γίνεται πάντα με τους σκαπανείς…
Καταλήγοντας, θα έλεγα ότι το ανά χείρας έργο – το 40ό κατά σειράν – του πολίτη Παπαγαρυφάλλου, αποτελεί μια σημαντική ιστορική και κοινωνιολογική προσφορά στην κατανόηση λαο την σημασία της εθνικής μας παραδόσεως, η οποία όπως τονίζει και ο συγγραφέας της, είναι το αραξοβόλι της εθνικής μας υπόστασης,
Γιώργος Λεκάκης, συγγραφέας, Αύγουστος 2012.
«Η εθνική μας παράδοση»
Δεν ξέρω γιατί διάλεξε εμένα, ο κ. Καθηγητής για να κάμω πρόλογο… Ή κάτι σαν πρόλογο. Σε ένα βιβλίο του, μάλιστα, που αφορά την ελληνική εθνική παράδοση. Υπάρχουν άλλοι, αρμοδιότεροι, και με περισσότερα χρόνια τριβής με το θέμα, που ίσως να ήταν καταλληλότεροι. Αλλά, αφού το θέλησε, ας είναι…
Ο Παναγιώτης Παπαγαρυφάλλου, ο «δάσκαλος», όπως τον λέμε, εμείς οι φίλοι του, που μοιραζόμαστε τις αγωνίες του, και ο «πολίτης», όπως θέλει ο ίδιος να αυτοπροσδιορίζεται, είναι μια μορφή της σύγχρονης ελληνικής σκέψεως, παιδείας, διανοήσεως, και κοινωνίας, απ’ αυτές που ποτέ δεν πήραν αίγλη από (κατευθυνόμενα ή πληρωμένα) πρωτοσέλιδα, από βήματα, θώκους, καρέκλες και τα τοιαύτα, από επιλεγμένη προβολή, έπειτα από «γραμμή κόμματος». Ο Παν. Παπαγαρυφάλλου είναι μορφή.
Ταυτίσθηκε και ξέφυγε. Στριμώχθηκε και γλίστρησε. Είδε και μίλησε. Έζησε και έκρινε. Είχε την ευκαιρία να γλείψει την κουτάλα με το μέλι, και δεν το έκανε. Είχε την δυνατότητα να σωπάσει, αλλά δεν σιώπησε. Σιωπώ για τον «δάσκαλο» σημαίνει «είμαι συνένοχος».
Απλός και κατανοητός στα κείμενά του αναζητεί την λέξη ή την φράση, που θα εδραιωθεί σαν σύνθημα μέσα στον εγκέφαλό μας, και θα μας ξεκολλήσει από αγκυλώσεις και μονομανίες. Λιτός κι απέριττος στην ζωή του, δίνει το παράδειγμα συνταιριασμένης ζωής με τα έργα και τα φιλοσοφήματά του… Γιατί μόνον τότε ξεμαρμαρώνεις αγάλματα: Όταν έχεις συνέπεια πράξεων-ζωής και έργων-λόγων…
Και σ’ αυτό το έργο του ο «πολίτης» Παπαγαρυφάλλου είναι ρηξικέλευθος. Αναζητά μια εθνική παράδοση, μέσα από «εθνάρχες»-«εθνοπατέρες», μέσα από την έννοια του έθνους, που πολλοί προσπάθησαν να την προσδιορίσουν και την έκοψαν και την έρραψαν στα μέτρα τους…
«Εθνικό» είναι το αληθινό. (Ορισμός από την εποχή Σολωμού ακόμη). Κι ο δάσκαλος περιλέπει το ωραίο φρούρο, αδιαφορεί για την ετικέττα και το επίκτητο χρώμα του, και εισέρχεται στην σάρκα του, στην ουσία του, στις βιταμίνες του. Και σκάβει ακόμη βαθύτερα, φθάνει στο κουκκούτσι, όπου ο κόκκος, όπου η ζωή, και εν τέλει ο πυρήνας. Διότι ξέρει πως «φύσις κρύπτεσθαι φιλεί» (Ηράκλειτος, αποσπ. 123). Για να βρούμε το αληθινό, πρέπει να πετάξουμε τις προσμείξεις και να καθαρίσουμε το χρυσάφι που κρύβεται στα σπλάχνα της ελληνικής γης και της ελληνίδας ψυχής. να φύγουν τα περιττά, τα ξενόφερτα (που λέει κι ο καθηγητής), τα παραπανίσια, τα στολίδια. Είμαστε έτοιμοι να δεχθούμε ένα δώρο χωρίς περιτύλιγμα και κορδελλάκια; Είμαστε έτοιμοι να δούμε το νόημα, το έσω πυρ και όχι την επιφάνεια, την επιπολή; Είμαστε έτοιμοι να αγαπήσουμε το γυμνό και όχι το ντυμένο; Τα έχουμε καλά με την γύμνια; Γιατί απ’ τα χριστιανικά χρόνια και μετά – που επέφεραν έναν Μεσαίωνα – το καθαρό γυμνό ταυτίσθηκε με την αμαρτία, την ενοχή, την προσβολή, το μίασμα…
Ο καθηγητής Παπαγαρυφάλλου προσπαθεί – χρόνια τώρα – να (από)τινάξει από πάνω μας τα ξένα στοιχεία και να μας πείσει πως μπορούμε να σταθούμε στα ποδάρια μας. Λεύτεροι είναι όποιοι μπορούν να αυτοσυντηρούνται και να στοχάζονται με το ιδικό τους μυαλό. Όχι οι επαίτες, οι ζήτουλες, οι ετερόφωτοι. Λεύτεροι είναι οι αυτόφωτοι. Οι ήλιοι. Όχι τα αστέρια.
Ο αναγνώστης των έργων του Παπαγαρυφάλλου θητεύει στην Σχολή της Ανεξαρτησίας. Το πιο ακριβό κολλέγιο του κόσμου. Που όσα λεφτά κι αν σου δώσει ο πατέρας σου, δεν φθάνουν να πάρεις πτυχίο απ’ αυτό. Ακόμη υπάρχουν πράγματα που δεν αγοράζονται, γιατί ακόμη υπάρχουν πράγματα που δεν (ξε)πουλιούνται. Ο πραγματικός διδάσκαλος – όπως ο Παπαγαρυφάλλου – δείχνει τον δρόμο. Δεν βαδίζει μαζί σου σε αυτόν. Αυτός είναι μοναχικός δρόμος. Και για τον καθέναν άλλος, διαφορετικός. Πολλοί τέτοιοι μοναχικοί δρόμοι προς την Αυτογνωσία και την Ανεξαρτησία, όταν σμίξουν, στο Άπειρο, επέρχεται η αλλαγή. Γιατί εκεί πυκνώνουν και παχαίνουν οι γραμμές των δρόμων και των οριζόντων, και σαν πολιορκητικός κριός μπορούν πια να σπάσουν θύρες θεόκλειστες.
Ο πολίτης Παπαγαρυφάλλου τα έχει με τους γονατισμένους, τους ραγιάδες, τους προσκυνημένους. Μιλά ευθέως και όχι ευπιφόρως. Με κρυστάλλινο λόγο. Ζητάει επανάσταση, που όμως είναι καταδικασμένη σε αποτυχία, εάν δεν προηγηθεί η εσω-επανάσταση της συνείδησης-συνειδητοποίησης. Υιοθετεί τον Δραγούμη, το τέλος του οποίου είναι γνωστό βέβαια… Αλλά και του Κολοκοτρώνη το τέλος είναι γνωστό… Και άλλων πολλών συζυγισμένων Ελλήνων. Αλλά ποιος απ’ αυτούς κιότεψε επειδή η ιστορία διδάσκει πως όσοι πήγαν κόντρα στο ρεύμα είχαν κακό τέλος; Κανείς! Ποιους μνημονεύεις σήμερα; Αυτούς που λάκεψαν ή αυτούς που επαναστάτησαν; Πού ρίχνεις σχοινί να δέσεις; Ποιοι είναι οι μώλοι σου και ποιες οι άγκυρές σου;
Ο καθηγητής και συγγραφέας Παπαγαρυφάλλου αναζητεί τον «αληθινό άνθρωπο» ως άλλος Διογένης. Σ’ αυτήν την χρόνια αναζήτηση των φιλοσόφων δεν βρίσκει άκρη. Δίνει όμως μια κατεύθυνση. Που άμα την ακολουθήσουμε θα βρούμε εμείς την άκρη του νήματος. Από τον σκληρόψυχο χρόνο των θηρίων (Μινώταυρος) η άκρη του νήματος οδηγούσε στην σωτηρία και την απολύτρωση θεών, ηρώων, πόλεων, θνητών και ιδεών.
Είθε αυτό το πόνημα του πολίτη Παπαγαρυφάλλου να ξυπνήσει συνειδήσεις, ν’ αφυπνίσει τον κοιμισμένο ελληνισμό μέσα μας, ν’ αποτάξει ξενόφερτους διαβόλους και να καθαρίσει το χωράφι που έμεινε να λέγεται Ελλάς, από την κόπρο του Αυγείου…
Το ταμείο γίνεται πάντα στο ξάλεσμα. Και έως τότε έχουμε καιρό. Πολύ και λίγο μαζί. Μέγα και μικρό, «σαν τον κόσμο» του ποιητή. Στο ξάλεσμα, που δυστυτχώς κανείς οραματιστής δεν είναι παρών να ιδεί τους καρπούς αυτού που έσπειρε… Αλλά μην ξεχνάτε τον μέγα Σικελιανό:
…ρίξε σπορά και την σοδειά
καιρός θα σου την φέρει…
Δάσκαλε, σε ευχαριστούμε για την σπορά σου. Θα σε μνημονεύουν όταν συλλέγουν τους καρπούς της, όλοι οι όψιμοι εφευρέτες των αγωνιών σου… Έτσι γίνεται πάντα με τους σκαπανείς…
Καταλήγοντας, θα έλεγα ότι το ανά χείρας έργο – το 40ό κατά σειράν – του πολίτη Παπαγαρυφάλλου, αποτελεί μια σημαντική ιστορική και κοινωνιολογική προσφορά στην κατανόηση λαο την σημασία της εθνικής μας παραδόσεως, η οποία όπως τονίζει και ο συγγραφέας της, είναι το αραξοβόλι της εθνικής μας υπόστασης,
Γιώργος Λεκάκης, συγγραφέας, Αύγουστος 2012.
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις