0
Your Καλαθι
Οικόπεδο πανταχόθεν ελεύθερο
Ιστορία της Κρήτης από τον Μίνωα έως την Ένωση με την Ελλάδα
Έκπτωση
40%
40%
Περιγραφή
Το νέο σατιρικό βιβλίο του Γήση Παπαγεωργίου “Οικόπεδο πανταχόθεν ελεύθερο” είναι ένα ευθυμογράφημα στο οποίο αφηγείται την ιστορία της αγαπημένης του Κρήτης, από τον καιρό του Μίνωα έως την Ενωση με την Ελλάδα.
«Όταν ο Θεός έφτιαξε τη γη μετά έφτιαξε και τους αθρώπους να τηνε κάθονται και καλά να περνάνε. Για να περνάνε όμως καλύτερα δεν τους έβαλε όλους μαζί σε μια μεριά, μα άλλους εδώ κι άλλους εκεί κι ανάλογα με τα μούτρα που “χε φτιάξει του καθεμιανού. Εδώ δηλαδή οι Οβριοί, εκεί οι Κινέζοι κι οι Γότθοι πιο κει και πάνω στα δέντρα που να μη πατάνε το χώμα και το μαγαρίσουνε.
Τους Κρητικούς δεν τους έκανε τότε μαζί μ’ όλους τους άλλους. Άλλη μέρα τους έκανε μα αν ήτανε Τρίτη ή Παρασκευή θα σας γελάσω. Σίγουρα όμως όταν τους έφτιαχνε ο ήλιος είχε πέσει και στα σκοτεινά όσο και να πρόσεχε όλο και κάτι θα Του ξέφυγε. Την άλλη μέρα που ‘φέξε είδε κι Αυτός πως Του ‘χανε βγει κομμάτι παράταιροι κι είπε να τους βάνει χώρια κι όχι ανάκατα με τους άλλους.
– Να τους βάνω με τους Κινέζους; Θα τους βάνουνε στο ρύζι τους στακοβούτυρο που θα τους πιάσει τσιρλιακό.
– Βάνε τους με τους Γότθους.
– Θα τους δούνε στα δέντρα και θ’ αρχίσουνε να τους πετροβολάνε.
– Γιατί ρε συντεκνάκια θα κάνετε τέτοιο πράμα;
– Για να ξέρουμε να τους το ξανακάνουμε τον Μάη του ’41.
Πουθενά δεν του καθότανε να τους βάνει τους Κρητικούς αφού έτσι παράταιροι που ‘χανε βγει ούτε με τους Κεφαλονίτες εδένανε που ήταν κι αυτοί παράταιροι και μουρλοί μα με άλλου λογιού μουρλάδα. Είπε τότε να τους μπαρκάρει όλους μαζί και μόνους τους μέσα σ’ ένα παπόρι, να τους ξαμολήσει μεσοπέλαγα που να βουρλίζονται στο νερό και να Τονε παρατήσουν ήσυχο. Με το που μπαρκάρησε όμως κι ο τελευταίος από δαύτους, εσηκώσανε πανιά και πήρανε φόρα. Αρμενίσανε κάμποσο κι όταν εφτάσανε καταμεσής του πέλαγου μαζέψανε τα πανιά.
– Φούντο η πλωριά! Φούντο η πρυμνιά! Αγάντα ο κάβος!
– Που ν’ αγαντάρει ο κάβος;
– Στην υφαλοκρηπίδα.
Μεσοπέλαγα έδεσε το παπόρι και για να μην κουνήσει ούτε την άλλη μέρα μα ούτε και την παράλλη. Ρίζωσε κάβους, άγκυρες, καδένες στην από κάτω γη, την υφαλοκρηπίδα και γίνηκε κι αυτό γη.
– Ανάθεμά το για παπόρι απού μας έδωκες.
– Δεν είναι πια παπόρι!
– Ίντα ‘ναι;
– ΟΙΚΟΠΕΔΟ ΠΑΝΤΑΧΟΘΕΝ ΕΛΕΥΘΕΡΟ… και με γειά σας!».
«Όταν ο Θεός έφτιαξε τη γη μετά έφτιαξε και τους αθρώπους να τηνε κάθονται και καλά να περνάνε. Για να περνάνε όμως καλύτερα δεν τους έβαλε όλους μαζί σε μια μεριά, μα άλλους εδώ κι άλλους εκεί κι ανάλογα με τα μούτρα που “χε φτιάξει του καθεμιανού. Εδώ δηλαδή οι Οβριοί, εκεί οι Κινέζοι κι οι Γότθοι πιο κει και πάνω στα δέντρα που να μη πατάνε το χώμα και το μαγαρίσουνε.
Τους Κρητικούς δεν τους έκανε τότε μαζί μ’ όλους τους άλλους. Άλλη μέρα τους έκανε μα αν ήτανε Τρίτη ή Παρασκευή θα σας γελάσω. Σίγουρα όμως όταν τους έφτιαχνε ο ήλιος είχε πέσει και στα σκοτεινά όσο και να πρόσεχε όλο και κάτι θα Του ξέφυγε. Την άλλη μέρα που ‘φέξε είδε κι Αυτός πως Του ‘χανε βγει κομμάτι παράταιροι κι είπε να τους βάνει χώρια κι όχι ανάκατα με τους άλλους.
– Να τους βάνω με τους Κινέζους; Θα τους βάνουνε στο ρύζι τους στακοβούτυρο που θα τους πιάσει τσιρλιακό.
– Βάνε τους με τους Γότθους.
– Θα τους δούνε στα δέντρα και θ’ αρχίσουνε να τους πετροβολάνε.
– Γιατί ρε συντεκνάκια θα κάνετε τέτοιο πράμα;
– Για να ξέρουμε να τους το ξανακάνουμε τον Μάη του ’41.
Πουθενά δεν του καθότανε να τους βάνει τους Κρητικούς αφού έτσι παράταιροι που ‘χανε βγει ούτε με τους Κεφαλονίτες εδένανε που ήταν κι αυτοί παράταιροι και μουρλοί μα με άλλου λογιού μουρλάδα. Είπε τότε να τους μπαρκάρει όλους μαζί και μόνους τους μέσα σ’ ένα παπόρι, να τους ξαμολήσει μεσοπέλαγα που να βουρλίζονται στο νερό και να Τονε παρατήσουν ήσυχο. Με το που μπαρκάρησε όμως κι ο τελευταίος από δαύτους, εσηκώσανε πανιά και πήρανε φόρα. Αρμενίσανε κάμποσο κι όταν εφτάσανε καταμεσής του πέλαγου μαζέψανε τα πανιά.
– Φούντο η πλωριά! Φούντο η πρυμνιά! Αγάντα ο κάβος!
– Που ν’ αγαντάρει ο κάβος;
– Στην υφαλοκρηπίδα.
Μεσοπέλαγα έδεσε το παπόρι και για να μην κουνήσει ούτε την άλλη μέρα μα ούτε και την παράλλη. Ρίζωσε κάβους, άγκυρες, καδένες στην από κάτω γη, την υφαλοκρηπίδα και γίνηκε κι αυτό γη.
– Ανάθεμά το για παπόρι απού μας έδωκες.
– Δεν είναι πια παπόρι!
– Ίντα ‘ναι;
– ΟΙΚΟΠΕΔΟ ΠΑΝΤΑΧΟΘΕΝ ΕΛΕΥΘΕΡΟ… και με γειά σας!».
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις