0
Your Καλαθι
Η Ρώμη και ο κόσμος της ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΟ
Έκπτωση
48%
48%
Περιγραφή
Το εγχειρίδιο αυτό αναπληρώνει ένα κενό της σχολικής Αρχαιογνωσίας, η οποία, χρόνια τώρα, επιμένει στην απόλυτη ελληνική κυριότητά της, απωθώντας με αστόχαστη υπεροψία το μερίδιο των Ρωμαίων στη συγκρότηση και στην παράδοση της κλασικής παιδείας, που αναγνωρίστηκε ως θεμέλιος λίθος των ανθρωπιστικών σπουδών και του ανθρωπισμού στο λεγόμενο δυτικό κόσμο, και όχι μόνον.
Η επιστήμη της αρχαιογνωσίας συμπίπτει, ως προς το διπλό αντικείμενό της και τον δίδυμο στόχο της, με την ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα. Αν το ελληνικό στοιχείο χρονικά προηγήθηκε και ποιοτικά λειτούργησε ως πρότυπο, η ρωμαϊκή του διαμεσολάβηση εξασφάλισε την πρακτική του εμπέδωση και τη διάδοσή του, έστω με κάποια δόση αυτοκρατορικής επίδειξης και μεγαλαυχίας. Από την άποψη αυτή ο ρωμαϊκός κόσμος αποτελεί δημιουργική αντανάκλαση του ελληνικού κόσμου, κάτοπτρο που διαθλά ακτίνες που υποδέχεται. Αυτή τη συνάντηση των δύο κόσμων (που δεν αποκλείει πολεμικές, πολιτικές, θρησκευτικές, ηθικές και αισθητικές διαφορές) εξελίχθηκε σε γενικότερη πολιτισμική αμοιβαιότητα.
Το έγκυρο ιστορικό υλικό παρουσιάζεται σε μορφή σφιχτής, ή χαλαρής αφήγησης, αναλόγως. Εμπλουτίζεται με υπολογισμένες δόσεις μυθοπλασίας. Συχνά δραματοποιείται σε ανταγωνιστικούς διαλόγους. Ο σχολικός διδακτισμός ανακουφίζεται με ευτράπελα ανέκδοτα. Η σχολαστική σοβαροφάνεια εξουδετερώνεται με καταλυτικό χιούμορ. Σήματα της ρωμαϊκής κοσμοκρατορίας παραπέμπουν σε σύγχρονες υπεραντλαντικές φιλοδοξίες. Με δύο λόγια: σε τούτο το εγχειρίδιο η αυστηρή φιλολογία συμφιλιώνεται με την απολαυστική λογοτεχνία. Τελικώς η μακρινή Ρώμη προβάλλεται στο παρόν ως παραδειγματική σύνθεση ομοιότητας και διαφοράς: ελληνικές οι ρίζες, δικός της ο κορμός, ανάμεικτο το φύλλωμα.
Δ. Ν. Μαρωνίτης.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Κάποια περίοδο της ζωής μου έτυχε να τη διανύσω σ' ένα αμερικάνικο πανεπιστήμιο. Ημασταν μια ομάδα μεταπτυχιακοί φοιτητές· κάποιοι σπούδαζαν κυρίως αρχαία ελληνικά, γιατί ήθελαν να μπορούν να διαβάζουν την Καινή Διαθήκη από το πρωτότυπο· εγώ, γιατί ήμουν Ελληνας και μου ήταν ευκολότερο· δύο Ιταλίδες κυρίως λατινικά, γιατί τους ήταν ευκολότερο. Υπέθεσα τότε ότι στην Ιταλία θα έπρεπε να συμβαίνει το αντίστροφο, αν και για τους μαθητές τους του Λυκείου είναι υποχρεωτικά και τα λατινικά και τα αρχαία ελληνικά, και θυμήθηκα την απέχθεια που ένιωθα επί χρόνια στο εξατάξιο Γυμνάσιο, αλλά και στο Αθήνησι, απέναντι στα λατινικά. Επρεπε να βρεθώ εκτός Ελλάδος για να εκτιμήσω μια μεγάλη ευρωπαϊκή λογοτεχνία.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως έχουμε μια εχθρική προκατάληψη για τα λατινικά: την ίδια περίοδο που αντιπαθούσα τα λατινικά προσπαθούσα να διαβάζω γαλλική λογοτεχνία, επηρεασμένος από τη θετική «προπαγάνδα» για τα γαλλικά γράμματα και τη ζωγραφική, που με βομβάρδιζε μέσα από τις εφημερίδες και τα λογοτεχνικά περιοδικά. Αργότερα στη ζωή μου πάντα ένιωθα την πολιτισμική αυτή «αδικία» ως καθυστέρηση ή νεκρό σημείο του δικού μας πολιτισμού. Και τώρα να, επιτέλους, ένα βιβλίο που πιθανώς να συμβάλλει σε μια επανατοποθέτηση στο πρόβλημα, ένα βιβλίο, γραμμένο από έναν Ελληνα καθηγητή πανεπιστημίου, που πιθανώς να μην υπάρχει και άλλο παρόμοιό του σήμερα στον κόσμο και που με απαράμιλλα γλαφυρό τρόπο αναπλάθει τη γοητεία του ρωμαϊκού πολιτισμού. Μολονότι θα μπορούσα να μιλήσω και ως κλασικός φιλόλογος, θα ήθελα να αφήσω να μιλήσουν άλλοι, ειδικότεροι από εμένα λατινιστές· εγώ θα παρουσιάσω το βιβλίο αυτό ως νεοελληνιστής. Πώς θα καταφέρει ένας Ελληνας να δώσει την ομορφιά της ρωμαϊκής ποίησης σε ανθρώπους που δεν διαβάζουν λατινικά; Μεταφράζοντας. Λοιπόν, εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με μεταφράσεις ποιημάτων μιας νεκρής γλώσσας αλλά με νεοελληνικά ποιήματα που πάλλονται από ζωντάνια:
Τρεμάμενη απ' τα γηρατειά και ανασκουμπωμένη
τραπέζι έστησε καταμεσής η γραία·
ήταν το ένα το ποδάρι του κοντό, κι ένα σπασμένο κεραμίδι
στα ίσια το 'φερε. Απάνω βάζει λιγοστές ελιές,
τυρόγαλο κι αβγά στη χόβολη ψημένα,
λίγα σταφύλια και δαμάσκηνα -κι αυτό ήταν όλο.
Λιτή η τράπεζα και λιγοστό κρασί,
όμως περίσσευε καλή καρδιά κι όψη καλοσυνάτη.
Οχι, δεν είναι Σικελιανός, αλλά Παπαγγελής που μεταφράζει στίχους από τις «Μεταμορφώσεις» του Οβιδίου. Θα αντιγράψω εδώ ένα άλλο που δεν είναι Βάρναλης, αλλά Μαρτιάλης-Παπαγγελής:
Γυναίκα αυστηρών αρχών και ηθικής αψόγου, η Λεβίνα
εφρόντιζε το σπίτι της, κυρίως την κουζίνα.
Πέρσι το καλοκαίρι ξαφνικά, ως άπλωνε τα ρούχα
«Φεύγω για Βάιες αύριο, θέλω λουτρά θειούχα,»
είπε στον άντρα της και έφυγε ευθύς την επομένη-
πλην πήγε Πηνελόπη εκεί και γύρισε Ελένη.
Τελευταία θα παραθέσω τη μετάφραση ενός ποιητή που χρονολογικά είναι παλαιότερος από τους προηγούμενους και που πρώτος ύμνησε τον έρωτα και έβαλε τις βάσεις για τη σπουδαία ποίηση που ονομάζεται «ερωτική ελεγεία», ένα λογοτεχνικό είδος αποκλειστικά ρωμαϊκό, του Κάτουλλου:
Μια ζωή την έχουμε, έλα να γλεντήσουμε
κι όσα λεν οι γέροντες ας τα αψηφήσουμε!
Δώσε μου χίλια φιλιά, όμορφή μου κοπελιά,
και ο μήνας έχει εννιά, και ο μήνας έχει εννιά!
Η απόδοση του Μαρτιάλη βρίσκεται κοντύτερα στο λατινικό πρωτότυπο από αυτήν του Κάτουλλου, που μεταφράζεται κατά λέξη ως εξής: «Ας ζούμε, Λεσβία μου, και ας αγαπιόμαστε και όλες τις διαδόσεις των πιο αυστηρών γερόντων ας τις θεωρούμε πως δεν αξίζουν ούτ' ένα λεπτό! [...] Δώσε μου χίλια φιλιά, κι ύστερα εκατό· ύστερα άλλα χίλια, ύστερα άλλα εκατό· ύστερα άλλη μια χιλιάδα, ύστερα εκατό. Υστερα, όταν θα έχουμε κάνει πολλές χιλιάδες, θα μπερδέψουμε το λογαριασμό, δε θα ξέρουμε...»
Νομίζω πως από τα παραθέματα έχει γίνει προφανής η πρόθεση του μεταφραστή να «αγκιστρώσει» το λατινικό πρωτότυπο στις παραστάσεις του σύγχρονου Ελληνα αναγνώστη. Το βιβλίο του Παπαγγελή μυεί στην ιστορία, την πολιτική (καλή και κακή), την καθημερινή ζωή, το θέατρο, τον ιππόδρομο, την ποίηση, κ.λπ. της Ρώμης και είναι γραμμένο με τέτοια ευφυΐα, ευρηματικότητα και ταλέντο, γνώση και φαντασία, ώστε είναι κατάλληλο (για να μην πω αναγκαίο) όχι μόνο για τους καθηγητές της Φιλολογίας και τους φοιτητές των Φιλοσοφικών Σχολών, αλλά και για τους μαθητές του Λυκείου και οποιονδήποτε εραστή της λογοτεχνίας. Ο συγγραφέας άλλοτε μεταφράζει, άλλοτε παραφράζει, άλλοτε επινοεί διαλόγους, μονολόγους, απομνημονεύματα, χρησιμοποιεί προκλητικούς τίτλους (του τύπου: «Γάμος αλά ρωμαϊκά», «Στάση Κολοσσαίο: Πόσο πάει μια γκαρσονιέρα στο κέντρο;» ή «Μην ενοχλείτε τον αυτοκράτορα») με στόχο να κάνει περισσότερο ελκυστικό αυτό που κακώς, πολύ κακώς έχουμε πάρει από κακό μάτι! Το υπουργείο Παιδείας θα έπρεπε να διανείμει ένα τέτοιο βιβλίο σε όλους τους καθηγητές και μαθητές που διδάσκουν και διδάσκονται Ρωμαϊκή Ιστορία και Λατινικά, για να αρχίσει κάποτε να ελαττώνεται η προκατάληψη, που δεν οφείλεται παρά σε άγνοια.
Σ.Ν. ΦΙΛΙΠΠΙΔΗΣ (Αναπλ. καθηγητής, Παν/μιο Κρήτης)
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 17/02/2006
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις