0
Your Καλαθι
Δόκτωρ Ζιβάγκο
Περιγραφή
Πριν από πενήντα σχεδόν χρόνια έφτασε λαθραία στα χέρια του Ιταλού εκδότη Φελτρινέλλι το σημαντικότερο ρώσικο μυθιστόρημα του εικοστού αιώνα. Το βιβλίο Δόκτωρ Ζιβάγκο παραμένει μια μοναδική αφήγηση των γεγονότων της ρώσικης ιστορίας των πρώτων δεκαετιών του εικοστού αιώνα, μια μεγάλη ερωτική ιστορία και ένα χρονικό εντάσεων, απογοητεύσεων, αλλά και ελπίδας, που μόνο η οξυδερκής συνείδηση ενός μεγάλου συγγραφέα μπορεί να συλλάβει. Και ταυτόχρονα βρίσκεται στην καρδιά του μεγαλύτερου πολιτικού - εκδοτικού θρίλλερ που συντάραξε την Ευρώπη στα τέλη της δεκαετίας του 50.
Ο Μπορίς Παστερνάκ, το μεγαλύτερο παιδί μιας οικογένειας καλλιτεχνών, γεννήθηκε στη Μόσχα το 1890 και γνώρισε από νωρίς το πνευματικό κλίμα της προ-επαναστατικής Ρωσίας με τους ζωγράφους, συγγραφείς και μουσικούς φίλους των γονιών του να αποτελούν τους οικοδιδασκάλους του. Ολοκληρωμένος μουσικός και προικισμένος ζωγράφος, σπουδάζει Νομικά και Φιλοσοφία, και ενώ φαίνεται πως θα ακολουθήσει ακαδημαϊκή σταδιοδρομία, γίνεται ποιητής. Μέχρι τον θάνατό του το 1960, θα προσπαθεί να παραμείνει πιστός στις καλλιτεχνικές του αρχές και στους διωκόμενους φίλους του, χωρίς να αρνείται την σοβιετοποιημένη πατρίδα του. Το 1958 του απονέμεται το Νόμπελ Λογοτεχνίας το οποίο δεν παραλαμβάνει λόγω της στάσης του καθεστώτος της πατρίδα του.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
ΚΡΙΤΙΚΗ
«Κι όλος ο κόσμος ήταν η κληρονομιά του και μ' όλους τη μοιράστηκε», έγραψε για τον ποιητή Μπορίς Πάστερνακ η Αννα Αχμάτοβα, συνοψίζοντας τις οφειλές των ποιητών της γενιάς του στο πρόσωπό του. Πρόσωπο ενός μείζονος λυρικού, που, καθώς σημείωνε ο συγγραφέας Αντρέι Σινιάβσκι το 1965, κατόρθωσε να δημιουργήσει ένα ποιητικό σύστημα τόσο εύπλαστο, «ώστε η τονικότητά του να υποβάλλει την αίσθηση μιας καθημερινής συνομιλίας και να καθιστά δυνατό έναν ποιητικό λόγο τόσο ανεπιτήδευτο όσο η ομιλία στην αληθινή ζωή». 'Η, όπως παρατηρούσε ο Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι, ενός ερωτευμένου που διελαύνεται από πόθο κατοχής της αγαπημένης, η οποία, εν προκειμένω, είναι η ποίηση:
Αλλος Ρωμαίος κι εγώ, σε ρόλο τραγικό προσκολλημένος
Πλανιέμαι παραπαίοντας στην πόλη, κάνοντάς σε πρόβα
Ολη μέρα σε κράτησα κι έτσι σ' έμαθα απ' έξω
Απ' το χτενάκι στα μαλλιά ώς το πόδι στο γοβάκι σου.
Γιος του διάσημου Ρωσοεβραίου ζωγράφου (που αργότερα προσηλυτίστηκε στην Ορθοδοξία) Λεονίντ Πάστερνακ, και της πιανίστα Ρόζα Κάουφμαν, ο Πάστερνακ σπούδασε πιάνο με τον Σκριάμπιν στο Ωδείο της Μόσχας και Φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο του Μάρμπουργκ, όπου μελέτησε τους νεοκαντιανούς Χέρμαν Κοέν και Νικολάι Χάρτμαν. Η πρώιμη ποίησή του («Ο δίδυμος στα σύννεφα», 1914 και «Πάνω απ' τα φράγματα», 1917), επηρεασμένη από τον Αλεξάντερ Μπλοκ και τους Ρώσους φουτουριστές, απηχεί τις καντιανές καταβολές του, λοξοκοιτάζει προς τους συμβολιστές, συνδυάζει ιδιότυπους ρυθμούς, κοινόχρηστο λεξιλόγιο, εντυπωσιακές μεταφορές, στρυφνή σύνταξη και συνομιλεί με τους αγαπημένους του ποιητές - τον Ρίλκε, τον Λέρμοντοφ και τους Γερμανούς ρομαντικούς. Αργότερα, θα αναθεωρήσει τις φουτουριστικές απαρχές του, και με την εμφάνιση, το 1922, του βιβλίου «Η αδελφή μου η ζωή» θα εκδηλωθεί το «καθ' ολοκληρίαν ποιητικό φαινόμενο Πάστερνακ». Θα ακολουθήσουν η συλλογή «Θέματα και παραλλαγές» (1923), τα ιστορικο-επαναστατικά ποιήματα «Ετος 1905» και «Σημαιοφόρος Σμιτ» και το έμμετρο μυθιστόρημα «Σπεκτόρσκι». Το εύρος και η απτότητα του κόσμου στο έργο του εμφανίζονται σχεδόν στερεοσκοπικά, «λες και από τη σελίδα του προβάλλουν κλαδιά υγρά από την πρωινή δροσιά, για να χαϊδέψουν απαλά τις βλεφαρίδες του αναγνώστη», καθώς έγραψε ο Γεβγκένι Γεφτουσένκο· η ιστορία είναι ηθελημένα απούσα, καθώς ο ποιητής ακολουθεί τις εμμονές του αγνοώντας «τι αιώνας εκεί έξω ξημερώνει»· η μοιραία επάνοδός της στα επικά του ποιήματα, αλλά και η αναπόφευκτη, η ανεξίτηλη εγγραφή του ιστορικού χρόνου στη μορφή του έργου του (για να επιστρατεύσω μια διορατική παρατήρηση του Γιώργου Κοροπούλη), δεν σημαίνει ότι ο Πάστερνακ θα παρασυρθεί στον βηματισμό της - άλλο ζήτημα αν θα συνθλιβεί, κάτω από το πέλμα της, σε προσωπικό επίπεδο. Ο ορισμός του για την ποίηση -«σφύριγμα οξύ που απότομα υψώνεται, πάγος που τρίζοντας ραγίζει, φύλλα που η νύχτα τα μουδιάζει, αηδόνια που κρατούν δίφωνη μελωδία, μπουμπούκι μοσχομπίζελου που σκάει, δάκρυα του κόσμου σ' έναν ώμο»- συναντιέται με τον άλλο του αφορισμό, πυκνή αποτύπωση της σχέσης και του ίδιου με την εποχή του: «Ο συγγραφέας είναι ο Φάουστ της σύγχρονης κοινωνίας, η μόνη ατομικότητα που επιβιώνει στη μαζική κοινωνία. Οι ορθόδοξοι σύγχρονοί του τον βλέπουν σαν τρελό».
Στη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου ο Πάστερνακ εργάστηκε σε ένα χημικό εργοστάσιο στα Ουράλια - μια εμπειρία που αναμφίβολα του προσπόρισε το υλικό για τον «Δόκτωρα Ζιβάγκο», τον οποίο θα έγραφε πολλά χρόνια αργότερα. Αντίθετα από τους συγγενείς του και πολλούς φίλους του, δεν εγκατέλειψε τη Ρωσία μετά την Επανάσταση, γοητευμένος από τις νέες ιδέες και τις δυνατότητες που θεωρούσε ότι έφερε στο φως ο «φλογισμένος Οκτώβρης». Στη δεκαετία του '20 έγινε μέλος του ΛΕΦ (Αριστερό Μέτωπο Τέχνης) και συνδέθηκε στενά με τον Μαγιακόφσκι, χωρίς, όμως, ποτέ να αισθανθεί πραγματικά ταυτισμένος με τις μοντερνιστικές εξάρσεις της ομάδας του· αργότερα, προσπάθησε ανώφελα να ανταποκριθεί στις επιταγές του σοσιαλρεαλιστικού δόγματος και στις αρχές της δεκαετίας του '30 επέστρεψε στον λυρικό στίχο με το βιβλίο του «Δεύτερη γέννηση».
Δανείζομαι από την εισαγωγή του Γιώργου Κοροπούλη στο βιβλίο του με τις μεταφράσεις του Παστερνάκ («Παρουσία», 1996) λίγα σκόρπια βιογραφικά ρινίσματα οφειλόμενα στον Αντρέι Σινιάφσκι· ο συγγραφέας συνοψίζει την τελευταία τριακονταετία της δημιουργίας του Πάστερνακ: «Ο τόνος και ο τρόπος του έχουν αλλάξει εμφανώς, τείνοντας προς μεγαλύτερη καθαρότητα και κλασική απλότητα της γλώσσας. Αυτή η μεταβατική διαδικασία διήρκεσε αρκετά και συνοδεύτηκε από προσωρινή δημιουργική κάμψη, καθώς και από μακρές ανακοπές της εργασίας του. Συνέβαλαν σ' αυτό και αντικειμενικές αιτίες - η κατά κύματα εκδηλούμενη κρατική καταστολή και το εντεινόμενο αίσθημα απομόνωσης και αποξένωσής του από την κοινωνία και τη λογοτεχνία. Η δεκαετία του '30 υπήρξε για τον Πάστερνακ περίοδος ιδιαίτερα κρίσιμη και οδυνηρή. Σ' αυτό το διάστημα παρήγαγε λίγα πρωτότυπα έργα και αφιερώθηκε κατά κύριο λόγο στη μετάφραση· μετέφραζε συστηματικά από το 1934 και εφεξής ώς το τέλος της ζωής του: Γεωργιανούς ποιητές (σ.σ. που άρεσαν στον Στάλιν), Σέξπιρ, Γκέτε, Σίλερ, Κλάιστ, Ρίλκε, Βερλέν και άλλους. Μόνο στις αρχές του 1941, παραμονές του πολέμου, ξεπέρασε την κρίση και εισήλθε σε νέα περίοδο δημιουργικής έμπνευσης. Εμφανίστηκαν αρκετά πρώτης τάξεως ποιήματα, τα οποία συγκεντρώθηκαν στο βιβλίο του «Στα πρωινά τραίνα». Ορισμένα από τα θέματα που ηχούν εδώ αναγγέλλουν τα όψιμα λυρικά του Πάστερνακ, τα ποιήματά του που εντάσσονται στο μυθιστόρημα "Δόκτωρ Ζιβάγκο" και τον κύκλο "Οταν ανοίξει ο καιρός". Αυτή η έσχατη περίοδος της ζωής του (1945-1960) κυριαρχείται από τη συγγραφή του έργου "Δόκτωρ Ζιβάγκο" και κατόπιν, μετά τη δημοσίευση του μυθιστορήματος στη Δύση και τη βράβευση του Πάστερνακ με το βραβείο Νόμπελ, από τις νέες δοκιμασίες που τον βρήκαν στο τέλος πια του ταξιδιού του».
Η νέα μετάφραση του εμβληματικού μυθιστορήματος στα ελληνικά δίνει την αφορμή για μια συνολική επάνοδο στο έργο του Πάστερνακ· η λαμπρή πρόζα του «ιστορικού» «Δόκτορα Ζιβάγκο» οδηγεί κατευθείαν στην «εκτός χρόνου λάμψη» της ποίησής του. Ας παραπέμψουμε, λοιπόν, πέραν της σημαντικής έκδοσης του «Ποταμού» (που συμπληρώνεται με το επίμετρο της Ζακλίν ντε Προυαγιά σχετικά με την περιπέτεια μυθιστορήματος και συγγραφέα μετά το Νόμπελ) και στα ποιήματά του που απέδωσε ο Γιώργος Κοροπούλης («Μάρμπουργκ και άλλα ποιήματα», εκδ. «Παρουσία» και «Ρήξη: Θέμα και παραλλαγές», εκδ. «Υψιλον»). Και, ασφαλώς, στην αλληλογραφία του Πάστερνακ με την Τσβετάγιεβα και τον Ρίλκε, που μετέφρασαν η Σταυρούλα Αργυροπούλου και ο Γιώργος Δεπάστας (εκδ. «Μεταίχμιο»).
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΣΧΙΝΑ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 16/02/2007
Κριτικές
23/01/2023, 10:02
12/08/2022, 18:11
07/11/2013, 20:48