0
Your Καλαθι
Σκο(ό)ρπιοι(ί)
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
Σουρεαλιστική λογοτεχνία
Της είπα, θα θελα να ‘μουν μυρμήγκι και να κολυμπούσα
στις μικρούλες λίμνες της κυτταρίτιδας του πισινού σου,
κι αγρίεψε, αλλά μετά άγγιξε απαλά την κοιλιά της και
ονειρεύτηκε γυμνή πως το κάνει μ’ ένα κουνούπι και η
ψυχή αλλάζει ρούχα και αναστενάζει όταν βλέπει εφιάλ-
τες. Η ενέργεια από το κολύμπι στις λίμνες της μπορεί να
γίνει ύλη και είναι ασημί πηλός, δεν μπαίνει και δεν ξε-
ραίνεται στο κενό μεταξύ του νυχιού και της σάρκας αν-
τίχειρα.
Περπάτησε λίγο καλοκαίρι σ’ ένα χωράφι γεμάτο ξερές
μαργαρίτες, στάχια και συκιές. Η μυρωδιά του σύκου
κάνει τις μασχάλες και ιδρώνουν. Ακούγεται κάπου νερό
και τρέχει, κι αυτό επειδή η χορεύτρια τόλμησε κι άλλαξε
παπούτσια, προχωρά και ταξιδεύει με εικοσάποντα πέδιλα
αλλά κάπου κάπου χάνει την ισορροπία της και στηρίζε-
ται σε παρκαρισμένα λεωφορεία. Και όταν της λεν’ έλα,
εκείνη προφασίζεται λόγους αλογίσιας μύγας και μπαίνει
στ’ αυτιά. Όχι, δεν μπορώ, λέει, απ’ την αρχή δεν ήθελα
να ‘ρθω. Λέμε, τι τα θελες και συ τα ψηλά πέδιλα, πώς θα
πας στην παραλία; Δεκαεφτά, δεκαοχτώ. Ανωτέρα βία.
Ζαμντακης Οργανοποιός
Της είπα, θα θελα να ‘μουν μυρμήγκι και να κολυμπούσα
στις μικρούλες λίμνες της κυτταρίτιδας του πισινού σου,
κι αγρίεψε, αλλά μετά άγγιξε απαλά την κοιλιά της και
ονειρεύτηκε γυμνή πως το κάνει μ’ ένα κουνούπι και η
ψυχή αλλάζει ρούχα και αναστενάζει όταν βλέπει εφιάλ-
τες. Η ενέργεια από το κολύμπι στις λίμνες της μπορεί να
γίνει ύλη και είναι ασημί πηλός, δεν μπαίνει και δεν ξε-
ραίνεται στο κενό μεταξύ του νυχιού και της σάρκας αν-
τίχειρα.
Περπάτησε λίγο καλοκαίρι σ’ ένα χωράφι γεμάτο ξερές
μαργαρίτες, στάχια και συκιές. Η μυρωδιά του σύκου
κάνει τις μασχάλες και ιδρώνουν. Ακούγεται κάπου νερό
και τρέχει, κι αυτό επειδή η χορεύτρια τόλμησε κι άλλαξε
παπούτσια, προχωρά και ταξιδεύει με εικοσάποντα πέδιλα
αλλά κάπου κάπου χάνει την ισορροπία της και στηρίζε-
ται σε παρκαρισμένα λεωφορεία. Και όταν της λεν’ έλα,
εκείνη προφασίζεται λόγους αλογίσιας μύγας και μπαίνει
στ’ αυτιά. Όχι, δεν μπορώ, λέει, απ’ την αρχή δεν ήθελα
να ‘ρθω. Λέμε, τι τα θελες και συ τα ψηλά πέδιλα, πώς θα
πας στην παραλία; Δεκαεφτά, δεκαοχτώ. Ανωτέρα βία.
Ζαμντακης Οργανοποιός
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις