0
Your Καλαθι
Η ιστορία του φασισμού
1914-1945
Περιγραφή
Κριτική
«Αν πιστέψαμε ότι η δημοκρατία θριάμβευσε [...] ας το σκεφτούμε ξανά.
Ο φασισμός μπορεί να νικήθηκε το 1945, αφού προκάλεσε ανείπωτες καταστροφές στην ανθρωπότητα, αρνείται, όμως, να απομακρυνθεί.
Τι είναι αλήθεια ο φασισμός; Πώς ξεκίνησε, ποιές αιτίες τον εξέθρεψαν, από ποιές χώρες πέρασε και τι μορφές πήρε μέχρι να φτάσει στο Ολοκαύτωμα, σ' αυτή τη σύγχρονη «Αποκάλυψη»;
Ο Στάνλεϋ Πέιν έψαξε βαθιά και περιπλανήθηκε επικίνδυνα. Το βιβλίο του Η Ιστορία του Φασισμού δεν είναι μόνο μία ανεπανάληπτη μελέτη, είναι και οριστική για απροσδιόριστο χρόνο μπροστά μας, είναι το φυλαχτό μας. Τον ευγνωμονούμε όλοι».
THE NEW YORK TIMES BOOK REVIEW
Ο καθηγητής της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Γουισκόνσιν Στάνλεϊ Πέιν, συγγραφέας δύο βιβλίων για την Ισπανία, των The Franco Regime 1936-1975 και Spain's First Democracy: The Second Republic 1931-1936, στη μελέτη του Η ιστορία του φασισμού (πρωτότυπος τίτλος Α History of Fascism 1914-1945) ερευνά το φασιστικό φαινόμενο στη διάρκεια του πρώτου μισού του 20ού αιώνα και αναλύει τις αιτίες που το εξέθρεψαν. Το βιβλίο αποτελείται από μια εισαγωγή (Ένας ορισμός λειτουργίας), δύο μέρη (Ιστορία και Ερμηνεία), έναν επίλογο (Νεοφασισμός: ο φασισμός του μέλλοντός μας;) και μια πλούσια βιβλιογραφία 48 σελίδων, στην οποία υπάρχουν μόνο πέντε εργασίες ελλήνων μελετητών (Χούδρου, Λεονταρίτη, Μακράκη, Μαυρογορδάτου, Μουζέλη και Πουλαντζά).
Έχοντας δημοσιεύσει το 1980 ένα συνοπτικό βιβλίο με τίτλο Fascism: Comparison and Definition για χρήση από προπτυχιακούς φοιτητές, ο Πέιν αποφάσισε να γράψει μια καινούργια μελέτη, σχεδιασμένη έτσι ώστε να αποτελεί μια περιγραφή του ευρωπαϊκού φασισμού ως είδους και επιπλέον να διευρύνει το πλαίσιο ανάλυσης και ερμηνείας του. Κατ' αυτόν, στα τέλη του 20ού αιώνα ο όρος φασισμός παραμένει ίσως ο πιο ασαφής από τους σημαντικούς πολιτικούς όρους. Αυτό πιθανότατα οφείλεται στο γεγονός ότι η λέξη δεν περιέχει μια σαφή πολιτική αναφορά, όπως συμβαίνει με τη δημοκρατία, τον φιλελευθερισμό, τον σοσιαλισμό και τον κομμουνισμό. Η λέξη φασίστας, που υποδηλώνει τον οπαδό του φασισμού, χρησιμοποιείται ακόμη και σήμερα που το φαινόμενο έχει εκλείψει ως πολιτικό σύστημα (ίσως όχι και ως πολιτική πρακτική) περισσότερο από τους αντιπάλους παρά από τους υποστηρικτές του: αυτοί είναι υπεύθυνοι για τη γενίκευση του χαρακτηρισμού σε διεθνές επίπεδο από το 1923 και εφεξής, αυτοί θεωρούν φασίστα τον βίαιο, τον κτηνώδη, τον καταπιεστικό, τον αυταρχικό.
Οι ρίζες του φασισμού, γράφει ο Πέιν, βρίσκονται στους νεωτερισμούς του τέλους του 19ου αιώνα και των αρχών του 20ού και προάγγελός τους ήταν ο Φρίντριχ Νίτσε, ο οποίος ανήγγειλε τον «θάνατο του Θεού», αποκήρυξε τον υλισμό και τον ορθολογισμό, και υιοθέτησε τη «θέληση για δύναμη» ως το πρωταρχικό ένστικτο με στόχο τη δημιουργία του Υπεράνθρωπου. Οι πιο καινοφανείς ιδέες, ριζοσπαστικές και εθνικιστικές, εμφανίστηκαν στις εθνικοσοσιαλιστικές ομάδες ήταν οι πρόδρομοι αυτού που αποκλήθηκε αργότερα φασισμός από το 1880 και μετά στη Γαλλία, στη Γερμανία, στην Αυστρία, μα και στην Ιταλία. Η πολιτιστική κρίση όμως του fin de siecle είχε μεγαλύτερη επίδραση πάνω στην Ιταλία, σε μια χώρα όπου άνθησε το κίνημα του ποιητή Φιλίπο Μαρινέτι, ο οποίος μολονότι δημοσίευσε το Φουτουριστικό Μανιφέστο του στην εφημερίδα «Le Figaro» το 1909, έδρασε κυρίως στην πατρίδα του, δημιουργώντας το κατάλληλο υπόβαθρο για την έλευση του Μπενίτο Μουσολίνι.
Ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος κατέστρεψε τις μοναρχίες και τις αυτοκρατορίες της Κεντρικής Ευρώπης και οδήγησε στη Ρωσική Επανάσταση καθώς και στη δημιουργία από τον Λένιν ενός καινούργιου πολιτικού μοντέλου: του μονοκομματικού κράτους. Η επιτυχία του μπολσεβικικού καθεστώτος έδωσε την ευκαιρία στον πρώην σοσιαλιστή Μουσολίνι να υιοθετήσει πολλές από τις καινοτομίες του Λένιν και μετά την πορεία των μελανοχιτώνων του προς τη Ρώμη να ανέλθει νόμιμα στην εξουσία το 1922. Η διάλυση του Κοινοβουλίου το 1925 και η εν συνεχεία εγκαθίδρυση δικτατορίας από το Φασιστικό Κόμμα ήταν η απαρχή για την κατάληψη της εξουσίας από ομοειδή κόμματα σε πολλές χώρες της Ευρώπης. Ωστόσο, υπογραμμίζει ο συγγραφέας, το καθεστώς του Μουσολίνι ήταν μεν κτηνώδες και καταπιεστικό αλλά όχι δολοφονικό και «αιμοβόρο», και, μολονότι ασκούσε ολοκληρωτικό έλεγχο σε όλους τους τομείς της κοινωνίας, δεν έμοιαζε ούτε μ' εκείνο του Στάλιν στη Σοβιετική Ενωση ούτε, κυρίως, με το άλλο του Χίτλερ στη Γερμανία.
Ο Στάνλεϊ Πέιν αναλύει στη συνέχεια την κρίση στη γερμανική κοινωνία που οδήγησε στην άνοδο του ναζισμού, στην κατάληψη της εξουσίας από τον Αδόλφο Χίτλερ το 1933 και στην προσπάθειά του να δημιουργήσει ένα πολιτικό κίνημα που θα ήταν κάτι περισσότερο από θρησκεία. Εκτός από τον σαφή εθνικισμό και τον θολό σοσιαλισμό που πρέσβευαν, οι ναζιστές έριξαν το βάρος της ιδεολογικής/προπαγανδιστικής τους δουλειάς στον φυλετικό καθαρμό που άρχισε με τον διαχωρισμό των Εβραίων και αργότερα συνεχίστηκε με την προσπάθεια εξάλειψης των φυσικά και πνευματικά ανίκανων. Ο συγγραφέας, αφού εξετάσει τα κοινά σημεία ναζισμού και ιταλικού φασισμού (εθνικισμός, βία, μονοκομματικό κράτος, μιλιταρισμός), επισημαίνει και τις ορατές διαφορές τους, και αποφαίνεται ότι ο φασισμός δεν διακρινόταν για αντισημιτισμό ούτε επιχείρησε τη φυλετική αναδιαμόρφωση της Ευρώπης.
Σ' ένα από τα κεφάλαια του βιβλίου του ο Πέιν περιγράφει τα φασιστικού τύπου κινήματα που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην Αυστρία, στην Ισπανία, στην Ουγγαρία και στη Ρουμανία, ενώ αφιερώνει λίγες σελίδες για τα καθεστώτα που επικράτησαν στην Πολωνία, στη Λιθουανία, στην Πορτογαλία, στην Ελλάδα, στη Γιουγκοσλαβία και στην Τσεχοσλοβακία μετά την κατάρρευση των κοινοβουλευτικών κυβερνήσεων σε αυτές τις χώρες. Στην Ελλάδα αφιερώνει μόνο τέσσερις σελίδες και κάτι, σημειώνοντας ότι ο Ιωάννης Μεταξάς, ο οποίος κήρυξε την αντικατάσταση του κοινοβουλευτικού συστήματος από το λεγόμενο «Νέο Κράτος», δεν κατέβαλε καμία προσπάθεια να δημιουργήσει δικό του κόμμα. Κατ' αυτόν, το αυταρχικό καθεστώς της 4ης Αυγούστου δεν ήταν ούτε τυπικά φασιστικό ούτε δομικά ολοκληρωτικό, ενώ θεωρεί πως η μόνη δύναμη που εμπίπτει στην κατηγορία του φασισμού είναι το μικρής απήχησης Ελληνικό Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα του Γεωργίου Μερκούρη.
Στο βιβλίο υπάρχει επίσης ένα κεφάλαιο με ερμηνευτικές προσεγγίσεις του φασισμού (ο φασισμός ως δικτατορικός φορέας του αστικού καπιταλισμού, ως μορφή βοναπαρτισμού, ως τυπική έκφραση του ολοκληρωτισμού, ως πολιτισμική επανάσταση κτλ.), το οποίο καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ένας γενικός ορισμός του φασισμού είναι μια προβολή της φαντασίας, δεδομένου ότι τα διάφορα υποτιθέμενα φασιστικά κινήματα είναι αρκετά διαφορετικά μεταξύ τους. Στον επίλογο διαβάζουμε ότι ο φασισμός απέτυχε να γίνει μία από τις σημαντικότερες κινητήριες δυνάμεις του 20ού αιώνα και ότι, ενώ απέκτησε θεμελιακή σημασία για την Ευρώπη στη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, δεν κατόρθωσε να αποκτήσει ευρεία λαϊκή υποστήριξη. Ο συγγραφέας, αφού υπογραμμίσει την ανησυχία για την «επιστροφή» του φασισμού μετά την πτώση της σοβιετικής αυτοκρατορίας και την επανένωση της Γερμανίας, εκτιμά ότι για τον δυτικό κόσμο ο κίνδυνος είναι πολύ μικρός, κάτι που οφείλεται στις τεράστιες πολιτισμικές, κοινωνικές και οικονομικές αλλαγές, καθώς και στην εξέλιξη των δημοκρατικών συστημάτων.
Παρά τις όποιες αντιρρήσεις που μπορεί να έχει κανείς για ορισμένες απόψεις του (ισχυρίζεται, επί παραδείγματι, ότι ο Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς είναι την εποχή που ολοκλήρωσε τη μελέτη του επικεφαλής ενός βίαιου μιλιταριστικού και επεκτατικού καθεστώτος) και κάποια ιστορικά λάθη (η Μελίνα Μερκούρη δεν ήταν κόρη του Γεωργίου αλλά του Σταμάτη Μερκούρη σελ. 449) ο Στάνλεϊ Πέιν κατόρθωσε να δώσει μια πλήρη και αντικειμενική εικόνα του φασιστικού φαινομένου στην Ευρώπη και στον κόσμο. Επομένως το βιβλίο του είναι απολύτως χρήσιμο σε όσους ενδιαφέρονται για την ιστορία του αιώνα που μόλις έδυσε.
Φίλιππος Φιλίππου, «ΤΟ ΒΗΜΑ», 22-04-2001
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις