0
Your Καλαθι
Η ιστορία μιας Μικρασιάτισσας
Περιγραφή
Ο Κώστας Πεντεδέκας αφηγείται την προσωπική ιστορία της Μικρασιάτισσας Ευθαλίας από τα Θείρα.
Είναι ένα οδοιπορικό αναμνήσεων, βιωμάτων από τη ζωή της στα Θείρα και αργότερα ως πρόσφυγας στην Ελλάδα.
Να πως περιγράφει η ίδια η Μικρασιάτισσα Ευθαλία την αναγκαστική φυγή τους από τα Θείρα, τον Αύγουστο του 1922: "Το βράδυ στις 15 Αυγούστου κατά τις δέκα, μόλις καθίσαμε να φάμε εμείς, έρχεται κάποια ξαδέρφη μου που είχε σχέση λιγάκι με αξιωματικούς, κι έρχεται και μας λέει: Ευθαλία, τρέξτε να φύγετε αμέσως, έρχονται οι Τούρκοι. Όπως ήμουν δεν πήρα τίποτα. Μόνο τραβώ τα συρτάρια και παίρνω των παιδιών τα ρουχαλάκια και φεύγω. Πάω στη μάνα μου και εκεί είναι ο πατέρας μου αναστατωμένος, έλεγε που θα φύγουμε, που θα φύγουμε που θ' αφήσουμε τα αγαθά μας και τα καλά μας, δεν φεύγω απ' εδώ, δεν θέλω να πάω πουθενά. Έρχεται ο αδελφός μου ο Μανώλης, λέει, πατέρα μην κάνεις έτσι, θα φύγουμε, τον πιάνει ο αδελφός μου, τον παίρνει στην πλάτη του, ήτανε ο πατέρας μου παχύς, δεν ήθελε να φύγει από το σπίτι, τον παίρνει στη πλάτη, τον βγάζει έξω από το σπίτι. Κι έτσι ούτε κλειδώσαμε το σπίτι, αφήσαμε όλα τα καλά, όλα τα αγαθά, τα αφήσαμε και φύγαμε και πήγαμε κάτω για το τραίνο".
Είναι ένα οδοιπορικό αναμνήσεων, βιωμάτων από τη ζωή της στα Θείρα και αργότερα ως πρόσφυγας στην Ελλάδα.
Να πως περιγράφει η ίδια η Μικρασιάτισσα Ευθαλία την αναγκαστική φυγή τους από τα Θείρα, τον Αύγουστο του 1922: "Το βράδυ στις 15 Αυγούστου κατά τις δέκα, μόλις καθίσαμε να φάμε εμείς, έρχεται κάποια ξαδέρφη μου που είχε σχέση λιγάκι με αξιωματικούς, κι έρχεται και μας λέει: Ευθαλία, τρέξτε να φύγετε αμέσως, έρχονται οι Τούρκοι. Όπως ήμουν δεν πήρα τίποτα. Μόνο τραβώ τα συρτάρια και παίρνω των παιδιών τα ρουχαλάκια και φεύγω. Πάω στη μάνα μου και εκεί είναι ο πατέρας μου αναστατωμένος, έλεγε που θα φύγουμε, που θα φύγουμε που θ' αφήσουμε τα αγαθά μας και τα καλά μας, δεν φεύγω απ' εδώ, δεν θέλω να πάω πουθενά. Έρχεται ο αδελφός μου ο Μανώλης, λέει, πατέρα μην κάνεις έτσι, θα φύγουμε, τον πιάνει ο αδελφός μου, τον παίρνει στην πλάτη του, ήτανε ο πατέρας μου παχύς, δεν ήθελε να φύγει από το σπίτι, τον παίρνει στη πλάτη, τον βγάζει έξω από το σπίτι. Κι έτσι ούτε κλειδώσαμε το σπίτι, αφήσαμε όλα τα καλά, όλα τα αγαθά, τα αφήσαμε και φύγαμε και πήγαμε κάτω για το τραίνο".
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις