0
Your Καλαθι
Από το χωράφι στο εργοστάσιο
Η διαμόρφωση του βιομηχανικού προλεταριάτου στο σύγχρονο Λαύριο
Έκπτωση
15%
15%
Περιγραφή
Πώς γίνονται βιομηχανικοί εργάτες οι χωρικοί; Η προλεταριοποίηση των χωρικών στο εργοστάσιο δεν είναι ένας αυτοματισμός, μια απλή προσαρμογή. Είναι σύνθετη κοινωνική διαδικασία. Πώς οι πρώην ανεξάρτητοι παραγωγοί θα καταλήξουν στη θέση του βιομηχανικού εργάτη; Πώς παρεμβαίνει η εργοδοσία στη διαδικασία ένταξης των χωρικών στο εργοστάσιο, στη διαδικασία δαμόρφωσης βιομηχανικών εργατών και εργατριών από κατεστραμμένους αγροτικούς πληθυσμούς; Το παρόν βιβλίο καταπιάνεται μ' αυτά τα ερωτήματα στην περίπτωση του μεταπολεμικού Λαυρίου, του οποίου το εργατικό, βιομηχανικό προσωπικό αντλήθηκε σε μεγάλο βαθμό από εσωτερικούς μετανάστες, κατεστραμμένους μικροπαραγωγούς. Στηρίζεται σε υπερδιετή επιτόπια έρευνα στο Λαύριο, με κύρια μεθοδολογκά εργαλεία τα δημόσια, τα δημοτικά και τα συνδικαλιστικά αρχεία, τα αρχεία και τα μητρώα επιχειρήσεων, τις ατομικές και τις οικογενειακές συνεντεύξεις, την ανασύνθεση επαγγελματικών διαδρομών μέσω οικογενειακών βιογραφιών. Η πρωτοτυπία της εργασίας έγκειται στη συνδυασμένη ανάλυση των οικογενειακών στρατηγικών των προβιομηχανικών πληθυσμών προκειμένου να φωτιστούν οι τρόποι με τους οποίους οι χωρικοί "πλησιάζουν", "γλιστρούν", "χρησιμοποιούν", ή και "ξεμένουν" στο εργοστάσιο, και των εργοδοτικών στρατηγικών προκειμένου να φωτιστεί το κατά πόσον η διαμόρφωση του βιομηχανικού προλεταριάτου αποτελεί όχι μόνο συνέπεια αυστηρών και αμετάκλητων οικονομικών νόμων αλλά και προϊόν ενεργών βιομηχανικών στρατηγικών.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Θα πρέπει νομίζω να χαιρετιστεί ως θετικό εκδοτικό γεγονός το ότι η πολυσέλιδη διατριβή της λέκτορος Κοινωνιολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Γεωργίας Πετράκη, την οποία ολοκλήρωσε στο Πανεπιστήμιο Paris 7 το 1993, κυκλοφορεί σήμερα στα ελληνικά σε δική της μετάφραση με τη συνεργασία της Δώρας Τσιφλίκα. Πρόκειται για έργο με πολλαπλές επιστημονικές αρετές που οι έλληνες κοινωνικοί επιστήμονες - και όχι μόνο - αξίζει να γνωρίσουν.
Πρώτον και κύριο, η μελέτη της Γ. Πετράκη της πολυσύνθετης διαδικασίας μετάβασης των αγροτών από το χωράφι και την ανεξάρτητη παραγωγή στο εργοστάσιο και στην εξαρτημένη βιομηχανική εργασία, με επίκεντρο την ελληνική περίπτωση των θεσσαλών χωρικών που προσελήφθησαν στην Κλωστοϋφαντουργία του Λαυρίου ΑΙΓΑΙΟΝ κατά την περίοδο 1960-1980 (την τελευταία περίοδο εκβιομηχάνισης της χώρας μας), είναι μια θεωρητικο-εμπειρική έρευνα. Πρόκειται για εγχείρημα που σπάνια συναντούμε, τουλάχιστον μέχρι σήμερα, μεταξύ των νεότερων ιδίως κοινωνιολόγων μας.
Η Γεωργία Πετράκη θεωρητικοποίησε την ερευνητική της προβληματική αντλώντας κυρίως από δύο πηγές: (α) από την κατανοούσα κοινωνιολογία του Max Weber και (β) από το εννοιολογικό πλαίσιο των έργων του γνωστού άγγλου κοινωνικού ιστορικού Ε.Ρ. Thompson, που διερεύνησε τη διαμόρφωση (making) της εργατικής τάξης στην Αγγλία (1988), ως «μια ενεργητική διαδικασία που προσδιορίζεται τόσο από τους φορείς δράσης (agents) όσο και από τις συνθήκες» (σελ. 17).
Με επίκεντρο τον ρόλο της οικογένειας, οι αντικειμενικές καταστάσεις αλλά και οι προθέσεις, οι αξίες, τα νοήματα, τα «σχέδια ζωής», οι οικογενειακές εργασιακές και γαμήλιες στρατηγικές, όπως και οι στρατηγικές προσέλκυσης νέων βιομηχανικών εργατών από την πλευρά της επιχείρησης καθώς και οι σχέσεις αλληλεπίδρασης μεταξύ εργατών και εργοδοτών στα πλαίσια της ακολουθούμενης πολιτικής προστασίας και παροχών (πατερναλιστικής διαχείρισης), συνιστούν τα κύρια φαινόμενα που η συγγραφέας έθεσε ως στόχο της να ερευνήσει με εμπειρικές μεθόδους. Η Γ. Πετράκη στην εμπεριστατωμένη εισαγωγή της (σσ. 15-53) βρίσκεται σε συνεχή κριτικό διάλογο με συναφή προς τη θεματολογία της έργα σημαντικών κοινωνικών επιστημόνων και προβαίνει στη διατύπωση εικασιών που αναμένεται να επικυρωθούν ή να διαψευσθούν με βάση το ερευνητικό υλικό που πρόκειται να συλλεγεί. Η βασική εικασία με την οποία ξεκίνησε η έρευνα των θεσσαλών χωρικών - εικασία που δεν φαίνεται να διαψεύστηκε στη συνέχεια - ήταν ότι «η κατάσταση του χωρικού-νέου βιομηχανικού εργάτη είναι μια κατάσταση μετανάστη, η οποία στην αρχή βιώνεται ως προσωρινή, πριν γίνει αποδεκτή ως οριστική... Μέσα από διάφορες απόπειρες επιστροφής (στην προηγούμενη κατάστασή τους)... οι προσωρινοί εργάτες θα διολισθήσουν τελικά προς το εργοστάσιο...» (σελ. 29).
Οικογενειακή βιογραφία
Οι κοινωνιολογικές μέθοδοι που χρησιμοποίησε η συγγραφέας είναι κατά βάση συμπληρωματικές, όπως παρατηρεί και η ίδια: περισσότερο συγκεκριμένα, εκτός από τη συγκριτική και την τυπολογική μέθοδο, εφάρμοσε την άμεση παρατήρηση με τη συμμετοχή, ζώντας στο Λαύριο για δύο χρόνια (1986-1988) και διεξάγοντας συνεντεύξεις με μέλη ενός δείγματος 82 Θεσσαλών (47 γυναίκες και 35 άνδρες) και των οικογενειών τους, όπως και την έμμεση παρατήρηση, μελετώντας υπάρχοντα στατιστικά τεκμήρια, όπως λ.χ. το μητρώο προσωπικού της Κλωστοϋφαντουργίας (1972-1987). Η επεξεργασία του υλικού της ήταν τόσο ποιοτική όσο και ποσοτική. Βασικό εργαλείο ποιοτικής ανάλυσης ήταν η «οικογενειακή βιογραφία». Μέσα δηλαδή από τις συνεντεύξεις επιχειρήθηκε «η ανασύνθεση της κίνησης, ολόκληρης της οικογένειας προς το εργοστάσιο» (σ. 46).
Από την έρευνα της σταδιακής εισόδου των θεσσαλών αγροτών στο εργοστάσιο αναδύθηκε η πολύπλευρη κοινωνιολογική πραγματικότητα που κρύβεται πίσω από την εμφανή, δηλαδή σε πρώτη όψη αναγνωρίσιμη, διαδικασία της ένταξης χωρικών στη βιομηχανική εργασία σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο.
Η λεπτομερής ανάλυση στην οποία προβαίνει η συγγραφέας στα πέντε εκτεταμένα κεφάλαια του έργου της, παραθέτοντας και ερμηνεύοντας τα συγκεκριμένα ερευνητικά δεδομένα, συνιστά ουσιαστική, κατά τη γνώμη μου, συμβολή στην αγροτική και βιομηχανική κοινωνιολογία και γενικότερα στις θεωρίες της κοινωνικής αλλαγής μέσω της εκβιομηχάνισης.
Για παράδειγμα, η παλαιότερη αντίληψη ότι η εκβιομηχάνιση οδηγεί σε ρήξη με τους προβιομηχανικούς θεσμούς διαψεύστηκε ενώ, ταυτόχρονα, ενισχύθηκε με νέα στοιχεία από την ελληνική κοινωνία η επικρατέστερη σήμερα κοινωνιολογική και ιστορική άποψη, ότι η παράδοση των αγροτικών μικροκοινωνιών βρίσκει κάποια συνέχεια στις νέες συνθήκες και εμπειρίες της βιομηχανικής εργασίας. Η Γ. Πετράκη αποκάλυψε τον συνεχιζόμενο λειτουργικό ρόλο της ελληνικής αγροτικής οικογένειας, που με την είσοδό της στην Κλωστοϋφαντουργία «"αγροτοποίησε" (paysanisation) το εργοστάσιο, δημιούργησε οικογενειακούς θυλάκους στη διαδικασία παραγωγής και άσκησε, προς όφελος των μελών της, έλεγχο σε θέματα που αφορούσαν τη μισθωτή σχέση» (σελ. 32). Ας σημειωθεί ότι ανάλογη εικόνα μη πλήρους ρήξης με την παράδοση ως συνέπεια της εκβιομηχάνισης προέκυψε και από την πολύ παλαιότερη έρευνά μου για την κοινωνική αλλαγή στα Μέγαρα όταν, κατά τη δεκαετία του '50, ένας μεγάλος αριθμός νέων γυναικών τους άρχισε να εργάζεται για πρώτη φορά σε εργοστάσιο (στην Πειραϊκή-Πατραϊκή) στη γειτονική τους Ελευσίνα. Κάτω από την καθοδήγηση των μητέρων τους οι νέες εργάτριες αποταμίευαν τους μισθούς τους για να φτιάξουν την προίκα τους, ενισχύοντας έτσι έναν παραδοσιακό θεσμό και όχι τη χειραφέτησή τους από την παράδοση. (βλ. J. Lambiri, Social Change in a Greek Country Town, 1965). Είκοσι πέντε χρόνια αργότερα στην έρευνά της, των θεσσαλών χωρικών, η Γ. Πετράκη κατέδειξε ότι «οι χωρικοί οικειοποιούνται το εργοστάσιο με τις κοσμοεικόνες του παραδοσιακού αγροτικού κόσμου». Δεν ξεκινούν την εργασία τους σε αυτό με βάση ένα νεωτερικό «βιομηχανικό επαγγελματικό σχέδιο» (σσ. 411-412).
Οι κοινωνικές σχέσεις
Τρία στάδια διακρίνει η ερευνήτρια στις εργασιακές διαδρομές των θεσσαλικών οικογενειών. Στο πρώτο στάδιο το εργοστάσιο αντιμετωπίζεται απλά ως «σταθμός εργασίας» και στο δεύτερο, που διέπεται εξίσου από προσωρινότητα, το εργοστάσιο χρησιμοποιείται για να πραγματοποιηθεί «το σχέδιο επιστροφής» στην ανεξάρτητη αγροτική παραγωγή. Μόνο στο τρίτο στάδιο, το «εργοστάσιο ως κατάληξη», η σχέση των χωρικών-νέων εργατών με τη βιομηχανική εργασία μονιμοποιείται και η απασχόληση σε αυτό γίνεται αποκλειστική καθώς οι προγενέστερες μεικτές δραστηριότητες (πολυαπασχόληση) έχουν πλέον εγκαταλειφθεί (βλ. κεφ. 4).
Ενα ακόμη πολύ ενδιαφέρον συμπέρασμα αφορά τον προσωπικό χαρακτήρα των κοινωνικών σχέσεων που αναπτύχθηκαν μέσα στην επιχείρηση. Η ρύθμιση των συνθηκών εργασίας (μισθοί, παροχές κ.ά.) φαίνεται ότι προέκυπτε μέσα από διαπραγματεύσεις και συναλλαγές, με βάση την αμοιβαιότητα και όχι με βάση σταθερά εκλογικευμένα κριτήρια. Η «ρύθμιση της μισθωτής εργασίας βάσει δικτύων προσωπικής επιρροής και εύνοιας», συχνά μάλιστα οικογενειακών δικτύων, ταίριαζε «στις λογικές του αγροτικού κόσμου» από τον οποίο προήλθαν οι θεσσαλοί εργάτες, λογικές με επίκεντρο τις στενές διαπροσωπικές σχέσεις. Η Γ. Πετράκη αποκάλυψε πάντως μία ακόμη κρυμμένη κοινωνιολογική πραγματικότητα: την οργανωτική λειτουργία της βιομηχανικής επιχείρησης περισσότερο ως «κοινότητας» παρά ως απρόσωπης «κοινωνίας». Σύμφωνα με την άποψή της, η κατάσταση αυτή είχε δύο βασικές συνέπειες: από τη μια πλευρά την ενίσχυση του ζήλου και των συναισθημάτων ευγνωμοσύνης των νέων εργατών διευκολύνοντας έτσι την προσαρμογή τους στο εργοστάσιο και, από την άλλη, την περιθωριοποίηση του συνδικαλισμού.
Στο αξιόλογο έργο της η Γ. Πετράκη δίνει μια σειρά από λεπτομερείς, θεωρητικά αξιοποιήσιμες και εμπειρικά θεμελιωμένες απαντήσεις στο γενικό ερώτημα που έθεσε ως αφετηρία της έρευνάς της: «Πώς γίνονται βιομηχανικοί εργάτες οι χωρικοί;». Αποκαλύφθηκε ότι η διαδικασία μετακίνησης των Θεσσαλών από τα χωράφια τους στην Κλωστοϋφαντουργία ΑΙΓΑΙΟ δεν υπήρξε ευθύγραμμη, ξετυλίχθηκε κατά στάδια και με τη ματιά τους στραμμένη στον αγροτικό χώρο της προέλευσής τους. Δεν χαρακτηρίστηκε από απότομες ρήξεις με τον παραδοσιακό αγροτικό πολιτισμό της «κοινότητας» και τον κυρίαρχο σε αυτόν ρόλο της στενά δεμένης οικογένειας, ούτε από συγκρουσιακές καταστάσεις στους χώρους της επιχείρησης.
Τελικά η διαδικασία της κοινωνικής αλλαγής μέσω της εκβιομηχάνισης, που με τόσο επιστημονική ευαισθησία και αξιοσύνη διερεύνησε η Γ. Πετράκη, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένας κοινωνικός συμβιβασμός ανάμεσα στο παλαιό και στο καινούργιο: συμβιβασμός που εκφράστηκε τόσο από τους τρόπους αντιμετώπισης της μισθωτής εργασίας από τους χωρικούς όσο και από τους τρόπους με τους οποίους οι εργοδότες χειρίστηκαν το νέο εργατικό δυναμικό.
Ιωάννα Λαμπίρη-Δημάκη (καθηγήτρια Κοινωνιολογίας)
ΤΟ ΒΗΜΑ , 20-04-2003
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις