0
Your Καλαθι
Ο μακαρίτης Ματίας Πασκάλ (Δεμένο)
Περιγραφή
«Πρόλογος»: Ένα από τα λίγα πράγματα που ήξερα θετικά, ίσως και το μοναδικό, ήταν αυτό: ότι λεγόμουν Ματτία Πασκάλ. Και το εκμεταλλευόμουν. Κάθε φορά που κάποιος φίλος μου ή γνωστός, θέλοντας να πάρει κάποια απόφαση, δυσκολευόταν σε τέτοιο βαθμό ώστε να 'ρθει να ζητήσει τη γνώμη μου ή τη συμβουλή μου, ύψωνα τους ώμους, μισόκλεινα τα μάτια και του απαντούσα·
-Λέγομαι Ματτία Πασκάλ.
-Ευχαριστώ, αγαπητέ μου. Αυτό το ξέρω.
-Και σου φαίνεται λίγο;
Για να 'μαι ειλικρινής ούτε σε μένα δε φαινόταν πολύ. Τότε όμως αγνοούσα τι σήμαινε να μην ξέρω ούτε καν αυτό, να μην μπορώ δηλαδή -αν χρειαζόταν- ν' αποκριθώ όπως πρώτα.
-Λέγομαι Ματτία Πασκάλ.
Θα μπορούσε ίσως κάποιος να με λυπηθεί (κοστίζει πολύ λίγο), αν φανταζότανε τη φοβερή θλίψη ενός δυστυχισμένου που έτυχε ξαφνικά ν' ανακαλύψει πως... ναι, κάτι ασήμαντο, εν ολίγοις, πως δεν έχει ούτε πατέρα ούτε μητέρα, πως δεν ξέρει αν υπήρξε ούτε αν δεν υπήρξε· και θα μπορούσε επίσης ν' αγανακτήσει (κοστίζει ακόμα λιγότερο) για τη διαφθορά των ηθών, για τα ελαττώματα και τη θλιβερή κατάσταση της εποχής μας που τέτοιο κακό έκαναν σ' έναν φτωχό αθώο.
Είναι ελεύθερος να κάνει ό,τι θέλει. Είναι όμως καθήκον μου να τον προειδοποιήσω πως δεν πρόκειται τώρα γι' αυτό. Θα μπορούσα πράγματι να παρουσιάσω σ' ένα γενεαλογικό δέντρο την καταγωγή και την προέλευση της οικογένειάς μου και ν' αποδείξω πως, εκτός από τον πατέρα μου και τη μητέρα μου, γνώρισα και τους προγόνους μου και τις πράξεις τους, που δεν ήταν όλες τόσο αξιέπαινες, για πάρα πολύ καιρό.
Τότε λοιπόν;
Να, η δική μου περίπτωση είναι πολύ πιο παράξενη και διαφορετική· τόσο διαφορετική και παράξενη ώστε αναγκάζομαι να διηγηθώ.
Για δυο χρόνια περίπου εργαζόμουν σα φύλακας, ή ίσως κυνηγός ποντικών, στη βιβλιοθήκη που άφησε στο Δήμο μας πεθαίνοντας κάποιος Πανιερότατος Μποκαμάτσα, το 1803. Είναι φανερό πως αυτός ο Πανιερότατος δεν ήξερε καθόλου το χαρακτήρα και τις συνήθειες των συμπολιτών του· πιθανόν όμως να ήλπιζε πως το κληροδότημά του με τον καιρό και με τον κατάλληλο τρόπο θα καλλιεργούσε στην ψυχή τους την αγάπη για τη μελέτη. Μπορώ όμως να βεβαιώσω πως μέχρι τώρα η αγάπη αυτή δεν καλλιεργήθηκε· και το λέω αυτό για να παινέσω τους συμπολίτες μου. [...]
Το ίδιο συνέβη και σε μένα. Από την πρώτη ημέρα σχημάτισα τόσο κακή ιδέα για τα βιβλία, τυπωμένα και χειρόγραφα (όπως μερικά πολύ παλιά βιβλία της βιβλιοθήκης), ώστε ποτέ, ποτέ δε θα καθόμουν τώρα να γράψω αν, όπως είπα δεν θεωρούσα την περίπτωσή μου πραγματικά παράξενη και τέτοια που θα μπορούσε να γίνει μάθημα σε κάποιον περίεργο αναγνώστη [...]
-Λέγομαι Ματτία Πασκάλ.
-Ευχαριστώ, αγαπητέ μου. Αυτό το ξέρω.
-Και σου φαίνεται λίγο;
Για να 'μαι ειλικρινής ούτε σε μένα δε φαινόταν πολύ. Τότε όμως αγνοούσα τι σήμαινε να μην ξέρω ούτε καν αυτό, να μην μπορώ δηλαδή -αν χρειαζόταν- ν' αποκριθώ όπως πρώτα.
-Λέγομαι Ματτία Πασκάλ.
Θα μπορούσε ίσως κάποιος να με λυπηθεί (κοστίζει πολύ λίγο), αν φανταζότανε τη φοβερή θλίψη ενός δυστυχισμένου που έτυχε ξαφνικά ν' ανακαλύψει πως... ναι, κάτι ασήμαντο, εν ολίγοις, πως δεν έχει ούτε πατέρα ούτε μητέρα, πως δεν ξέρει αν υπήρξε ούτε αν δεν υπήρξε· και θα μπορούσε επίσης ν' αγανακτήσει (κοστίζει ακόμα λιγότερο) για τη διαφθορά των ηθών, για τα ελαττώματα και τη θλιβερή κατάσταση της εποχής μας που τέτοιο κακό έκαναν σ' έναν φτωχό αθώο.
Είναι ελεύθερος να κάνει ό,τι θέλει. Είναι όμως καθήκον μου να τον προειδοποιήσω πως δεν πρόκειται τώρα γι' αυτό. Θα μπορούσα πράγματι να παρουσιάσω σ' ένα γενεαλογικό δέντρο την καταγωγή και την προέλευση της οικογένειάς μου και ν' αποδείξω πως, εκτός από τον πατέρα μου και τη μητέρα μου, γνώρισα και τους προγόνους μου και τις πράξεις τους, που δεν ήταν όλες τόσο αξιέπαινες, για πάρα πολύ καιρό.
Τότε λοιπόν;
Να, η δική μου περίπτωση είναι πολύ πιο παράξενη και διαφορετική· τόσο διαφορετική και παράξενη ώστε αναγκάζομαι να διηγηθώ.
Για δυο χρόνια περίπου εργαζόμουν σα φύλακας, ή ίσως κυνηγός ποντικών, στη βιβλιοθήκη που άφησε στο Δήμο μας πεθαίνοντας κάποιος Πανιερότατος Μποκαμάτσα, το 1803. Είναι φανερό πως αυτός ο Πανιερότατος δεν ήξερε καθόλου το χαρακτήρα και τις συνήθειες των συμπολιτών του· πιθανόν όμως να ήλπιζε πως το κληροδότημά του με τον καιρό και με τον κατάλληλο τρόπο θα καλλιεργούσε στην ψυχή τους την αγάπη για τη μελέτη. Μπορώ όμως να βεβαιώσω πως μέχρι τώρα η αγάπη αυτή δεν καλλιεργήθηκε· και το λέω αυτό για να παινέσω τους συμπολίτες μου. [...]
Το ίδιο συνέβη και σε μένα. Από την πρώτη ημέρα σχημάτισα τόσο κακή ιδέα για τα βιβλία, τυπωμένα και χειρόγραφα (όπως μερικά πολύ παλιά βιβλία της βιβλιοθήκης), ώστε ποτέ, ποτέ δε θα καθόμουν τώρα να γράψω αν, όπως είπα δεν θεωρούσα την περίπτωσή μου πραγματικά παράξενη και τέτοια που θα μπορούσε να γίνει μάθημα σε κάποιον περίεργο αναγνώστη [...]
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις