0
Your Καλαθι
Το κοράκι - Η φιλοσοφία της σύνθεσης ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΟ
Έκπτωση
27%
27%
Περιγραφή
Το «Κοράκι» δημοσιεύτηκε στις 29 Ιανουαρίου 1845 στην εφημερίδα New York Mirror και πολύ σύντομα έγινε ένα από τα δημοφιλέστερα ποιήματα του κόσμου. Στην παρούσα δίγλωσση έκδοση δημοσιεύεται σε νέα μετάφραση και εισαγωγή της Τζίνας Πολίτη και με εικονογράφηση του Ιάπωνα καλλιτέχνη Χαμίρου Ακί.
Σύμφωνα με το παράδειγμα του Baudelaire, το ποίημα συνοδεύεται με τη μετάφραση του δοκιμίου «Η Φιλοσοφία της Σύνθεσης», όπου ο E.A. Poe περιγράφει τη διαδικασία σύλληψης και γραφής του ποιήματός του, διαδικασία την οποία εντάσσει στο γενικότερο πλαίσιο της ιδεαλιστικής αισθητικής του.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Κλειστός χώρος, χαμηλά φώτα, βαριά και μυστηριώδης ατμόσφαιρα και ο θρήνος για την οριστικά χαμένη αγαπημένη σ' ένα από τα διασημότερα ποιήματα των δύο τελευταίων αιώνων: το Κοράκι του Έντγκαρ Αλαν Πόε, που κυκλοφόρησε πριν από λίγο καιρό από την «Αγρα», σε εισαγωγή και μετάφραση της Τζίνας Πολίτη. Το Κοράκι πρωτοδημοσιεύτηκε το 1845 και από τότε μέχρι και σήμερα, εδώ και εκατόν πενήντα δηλαδή ολόκληρα χρόνια, δεν έπαψε να γοητεύει και να συγκινεί τους πιο διαφορετικούς και άσχετους μεταξύ τους αναγνώστες.
Δυσοίωνη επίσκεψη
Η ιστορία που διηγείται το μακρύ αυτό, έρρυθμο και βασισμένο πρωτίστως στη λειτουργία της επωδού ποίημα είναι φαινομενικά απλή. Ένας νεαρός λόγιος, ο οποίος έχει χάσει πρόσφατα την αγαπημένη του, δέχεται κάποια βραδιά με θύελλα, ενόσω είναι βυθισμένος στο βιβλίο του, την επίσκεψη ενός κόρακα. Το πουλί μπαίνει αιφνιδιαστικά από το παράθυρο και κουρνιάζει στην προτομή της Παλλάδος Αθηνάς, που βρίσκεται πάνω από την πόρτα του δωματίου του. Η αλλόκοτη όψη του κορακιού δημιουργεί αρχικά ευχάριστη διάθεση στο νεαρό, που μεταξύ αστείου και σοβαρού σπεύδει να το ρωτήσει το όνομά του. Ποτέ πια (Never more), είναι η παράξενη απάντηση που παίρνει, για να συνειδητοποιήσει μόνο πολύ αργότερα την έκταση του εφιάλτη ο οποίος του επιφυλάσσεται.
Καταδικασμένο να δίνει πάντα την ίδια απάντηση, σε ό,τι κι αν ερωτηθεί, το πουλί οδηγεί σύντομα στην απόγνωση το συνομιλητή του, φέρνοντάς τον αντιμέτωπο με την αδήριτη πραγματικότητα του θανάτου της ερωμένης του. Ποτέ πια δεν θα την ξαναδεί, Ποτέ πια δεν θα την ξανακούσει, Ποτέ πια δεν θα την ξανανιώσει και δεν θα την ξαναγγίξει. Ο θάνατος είναι η απόλυτη διαγραφή και το κοράκι ο πιστός άγγελός του:
Και τα φτερά του ο Κόρακας ποτέ δεν ξανανοίγει, εκεί ακόμα
Κάθεται χωρίς σκοπό να φύγει, πάνω απ' την πόρτα, στης Παλλάδας την
πάλλευκη την προτομή.
Και τ' απλανή του μάτια ολόιδια μοιάζουν με κάποιου δαίμονα ονειρευτή.
Κι όπως το φως της λάμπας πάνω του χύνεται από ψηλά, στο πάτωμα
απλώνεται η μαύρη του σκιά.
Κι από τα βάθη αυτής της κυματίζουσας σκιάς ν' ανυψωθεί η ψυχή μου
δεν θα μπορέσει - Ποτέ πια!
Το κλίμα που δημιουργεί στο Κοράκι ο Πόε είναι, όπως πολύ ωραία το περιγράφει στην εισαγωγή τής εξαιρετικά καμωμένης μετάφρασής της η Τζίνα Πολίτη, το κλίμα του γοτθικού ρομαντισμού: κλειστός χώρος, χαμηλά φώτα, μεγάλες σκιές, βαριά και σχεδόν μυστηριακή ατμόσφαιρα (την εμφάνιση του πουλιού προαναγγέλλουν σκοτεινά και δυσοίωνα σημάδια), θανατολαγνεία, αλλά και θανατοφοβία, ανεξήγητες σιωπές και, πάνω απ' όλα, η βασανιστική επαναφορά της ποιητικής επωδού - το αδιάκοπο Ποτέ πια του κόρακα, με το οποίο και θα πέσει οριστικά και ανέκκλητα η αυλαία.
Πίσω από την αυλαία
Πίσω, ωστόσο, από την αυλαία μάς περιμένει ένα άλλο κείμενο του Πόε: η Φιλοσοφία της Σύνθεσης, που, γραμμένη λίγο μετά το Κοράκι, έρχεται να διαλύσει τα πάντα - κλίμα, ατμόσφαιρα, απόγνωση και πένθος. Ο Πόε δείχνει εδώ τον τρόπο με τον οποίο δούλεψε το ποίημα και βγάζοντας στο φως όλα τα τεχνικά υλικά του αποδεικνύει πως η λογοτεχνία δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια μείζων κατασκευή:
Οι περισσότεροι συγγραφείς -ιδιαίτερα οι ποιητές- προτιμούν να δίνουν την εντύπωση πως συνθέτουν τα έργα τους μέσω ενός είδους ιερής μανίας -μιας εκστατικής διαίσθησης- και ασφαλώς θα έφριτταν στη σκέψη ότι θα μπορούσε το κοινό να ρίξει μια ματιά στα παρασκήνια, στις περίπλοκες και αμφιταλαντευόμενες τραχύτητες της σκέψης· στους πραγματικούς στόχους που συλλαμβάνονται μόλις την τελευταία στιγμή· στις αναρίθμητες αναλαμπές μιας ιδέας που δεν έφτασε ποτέ στην ωριμότητα της πλήρους θέασης· στις πλήρως ωριμασμένες φανταστικές παραστάσεις που με απελπισία εγκαταλείφθηκαν ως δύσχρηστες και ανοικονόμητες· στις προσεκτικές επιλογές και απορρίψεις· στα επώδυνα σβησίματα και τις προσθήκες - με μια λέξη, στους τροχούς και στα γρανάζια, στα σύνεργα για την αλλαγή του σκηνικού, στις σκαλωσιές και στις καταπακτές, στα κοκορόφτερα, στην κόκκινη μπογιά και στα μαύρα επιρράμματα τα οποία, στις ενενηνταεννιά από τις εκατό περιπτώσεις, συνιστούν τις δυνατότητες του λογοτεχνικού οίστρου. Από την άλλη μεριά, έχω πλήρη επίγνωση πως είναι σπάνια η περίπτωση όπου ένας συγγραφέας είναι πράγματι σε θέση να επαναλάβει τα βήματα μέσω των οποίων εκπληρώθηκαν οι προθέσεις του. Γενικά, καθώς οι ιδέες εμφανίζονται ανάκατες, ακολουθούνται και λησμονούνται με τον ίδιο τρόπο. Προσωπικά, δεν συμμερίζομαι την απέχθεια στην οποία μόλις αναφέρθηκα, ούτε είχα ποτέ την παραμικρή δυσκολία να ξαναφέρω στο νου μου τα διαδοχικά βήματα οποιουδήποτε έργου μου.
Αναρωτιέται κανείς, ιδίως στην περίπτωση που έχει μόλις διαβάσει το Κοράκι, κατά πόσο θα πρέπει να πιστέψει τον Πόε κι αν δεν πρόκειται για ένα ακόμη παιχνίδι του με τη γλώσσα και τις σκηνοθετικές της δυνατότητες. Όπως κι αν έχει, όμως, τελικά, η γοητεία των δύο κειμένων παραμένει αλώβητη και η αναγνωστική εμπειρία που προσφέρουν όντως μοναδική και (ας το πω πιο δυνατά) ανεπανάληπτη.
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 05/01/2001
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις