0
Your Καλαθι
Φονικές μηχανές
Χρυσό βραβείο Smarties - Υποψήφιο για το βραβείο Whitbread
Περιγραφή
Φαντάσου να κινείται ο κόσμος κάτω από τα πόδια σου... Φαντάσου να ζεις σε μια πόλη που διαρκώς ταξιδεύει, που οι μηχανές της δεν σταματούν στιγμή... Φαντάσου να καταβροχθίσει την πόλη σου μια άλλη πόλη... Φαντάσου να πέσεις από την πόλη σου και να βρεθείς μόνος κι έρημος σε έναν κόσμο ξένο...
ΚΡΙΤΙΚΗ
Η μορφή του μέλλοντος απασχόλησε -και συνεχίζει να απασχολεί- την επιστημονική φαντασία από τα πρώτα της κιόλας βήματα, ακόμη και από τα αρχετυπικά δείγματά της. Ο σχεδιασμός της, που επιχειρεί η μυθολογία του είδους με μια ποικιλία συμβόλων, είναι συνήθως μια εντυπωσιακή, άλλοτε θετική κι άλλοτε αρνητική, προβολή των κοινωνικοπολιτικών απόψεων και θέσεων του συγγραφέα, ο οποίος γνωρίζει τις δομές του συστήματος και καταθέτει μέσω της μυθιστορηματικής γραφής τη στάση του απέναντί του. Και είναι φυσικό. Δεν μπορείς να φανταστείς το αύριο αν δεν γνωρίζεις το σήμερα. Ετσι κι αλλιώς, ωστόσο, και ανεξαρτήτως οπτικής γωνίας από την οποία το «βλέπει» ο συγγραφέας, το μέλλον δεν παύει να είναι παρά μια μετεξελικτική προέκταση του παρόντος, η οποία, ακόμη και στις πλέον αισιόδοξες εκδοχές της, εμφανίζεται ως επί το πλείστον γκρίζα έως σκοτεινή· και ο άνθρωπος, από τον υψηλά ιστάμενο της όποιας εξουσίας έως τον καθημερινό απλό πολίτη, ως υπόδουλο θύμα των επιστημονικών - τεχνολογικών επιτευγμάτων του, και ως εκ τούτου δυστυχισμένος, βαθύτερα μάλιστα όταν φαίνεται να μην έχει συναίσθηση της κατάστασής του. Το γεγονός αποκτά τραγικές διαστάσεις όταν σε περιπτώσεις αυτοσυνείδησης διαπιστώνει μοιραία ότι τα όρια έχουν ξεπεραστεί και η «πληγή», όχι μόνο δεν μπορεί πλέον να επουλωθεί, αλλά, αντιθέτως, με το πέρασμά του χρόνου συνεχώς κακοφορμίζει και μεγεθύνεται. Ο συγγραφέας, ακόμη κι όταν χρησιμοποιεί φανταχτερούς μύθους με «αίσιον» τέλος, εκφράζει κατά βάθος την αγωνία του για την «επόμενη μέρα», και όχι για να κινδυνολογήσει.
Το διαπιστώνει κανείς στις «Φονικές Μηχανές», πρώτο μυθιστόρημα του νέου Αγγλου συγγραφέα και ζωγραφού Φίλιπ Ριβ (Μπράιτον, 1966). Το εξωτερικό κέλυφος της ιστορίας του είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακό, περίτεχνο, άμεσο και «ζωγραφικό», γεγονός που αυτομάτως «παγιδεύει» τον αναγνώστη από την εναρκτήρια κιόλας φράση του· «Ηταν ένα σκοτεινό ανοιξιάτικο απόγευμα, ο άνεμος λυσσομανούσε και το Λονδίνο κυνηγούσε μια μικρή πόλη μεταλλωρύχων στον απέραντο αποξηραμένο βυθό της παλιάς Βόρειας Θάλασσας». Στη συνέχεια, αμέσως μετά, «βυθίζεται» στην κυριολεξία μέσα στο «μεταλλικό» εσωτερικό της ιστορίας, εμπλέκεται στα οξειδωμένα γρανάζια της κι έχει τη γοητευτική ψευδαίσθηση ότι συμμετέχει ενεργά μαζί με τους ήρωες στα δρώμενα. Παράλληλα λειτουργεί, ωστόσο, και ως τρίτο μάτι, γεγονός που τον τοποθετεί απ' αυτή τη θέση κι έξω από αυτά, με αποτέλεσμα να έρχεται σε άμεση επαφή κατά κάποιον τρόπο με το ίδιο το μέλλον μέσα στο οποίο και εκτυλίσσεται όλο αυτό το συναρπαστικό θρίλερ επιστημονικής φαντασίας, η θεματική του οποίου αντλείται από την όπερα του Διαστήματος. Ο σχεδιασμός του, όμως, η δόμηση και το όλο στήσιμό του ως προς την εξωτερική (σκηνικά και κοστούμια) και εσωτερική μορφή του (ήρωες και οι μεταξύ τους συγκρούσεις) καθώς και όλη γενικά η οικοδόμησή του ακολουθεί τους νόμους και τις συνταγές κατασκευής του σύγχρονου κόμικς. Το αποτέλεσμα είναι οπωσδήποτε φανταχτερό. Κάτω από τον «πολύχρωμο» μανδύα του, όμως, προβάλλει το εφιαλτικό, αντιουτοπικό στη βάση του μέλλον, σκοτεινό και ανεπανόρθωτα διαβρωμένο, που παρ' όλη τη φουτουριστική έως και γραφική στιγμές στιγμές εικονογράφησή του προκαλεί τη σκέψη και τον προβληματισμό.
Ο συγγραφέας το οραματίζεται χίλια χρόνια από σήμερα, σε μια γη κατεστραμένη ολοκληρωτικά από τον Εξηντάλεπτο Πόλεμο στον οποίο χρησιμοποιήθηκαν πυρηνικά όπλα και βιολογικές βόμβες. Στη συνέχεια, τη χαριστική βολή έδωσαν τρομακτικοί σεισμοί, ηφαιστειακές εκρήξεις και βιβλικές πλημμύρες από το λιώσιμο των πολικών πάγων. Οι διάφορες πόλεις, σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να διασωθούν και να επιβιώσουν, αποφάσισαν να μετακινηθούν. Κι έτσι, στο τέλος δημιουργήθηκαν οι ιπτάμενες Μηχανικές Πόλεις, οι οποίες περιφέρονται πετώντας πάνω από την ερημωμένη γη έχοντας καταλήξει στη σταδιακή αποκτήνωσή τους: να καταβροχθίζουν η μία την άλλη, εφαρμόζοντας εμπράκτως την αμοραλιστική θεωρία του Δημοτικού Δαρβινισμού, σύμφωνα με την οποία επιβιώνει μόνον ο ισχυρότερος. Σ' αυτή την πρωτόγονη αναμέτρηση επικρατέστερο «μηχανικό θαύμα - τέρας» αναδεικνύεται το Λονδίνο, η κοινωνία του οποίου χωρίζεται σε τέσσερις συντεχνίες. Ανώτατος άρχοντάς του, σχεδιασμένος με τις «γραμμές» και τα «χρώματα» του παραδοσιακού δικτάτορα, μια σχεδόν καρτουνίστικη φιγούρα, ο δήμαρχος Μάγκνους Κρομ, που ονειρεύεται το «φάγωμα» - κατάκτηση Γης, ηλιακού συστήματος και ολόκληρου του Διαστήματος. Αντιπολιτευτικό παράστημα απέναντι στο αντιανθρώπινο πολιτικό σύστημα της Πόλης ορθώνει ο Συνασπισμός Αντικίνησης, που ονειρεύεται το τέλος της περιπλάνησής της και την εγκατάστασή της σε σταθερή βάση. Στα έγκατα του Λονδίνου θα βρεθεί ο νεαρός Τομ Νάτσγουορθι, μαθητευόμενος Ιστορικός Τρίτης Κατηγορίας. Θα γνωρίσει το αμοραλιστικό πρόσωπο της εξουσίας, τα εφιαλτικά σπλάχνα της Πόλης όπου ζουν οι σκλάβοι και τους κτηνώδεις εκπροσώπους του νόμου, αλλά και την έρημη γη με τους αλλοτριωμένους κατοίκους της, ζωώδεις πειρατές, αποκτηνωμένους χωρικούς, ακόμη και επιστημονικά ...ζόμπι, όλη γενικά την αποτρόπαιη φρίκη ενός παρακμιακού μέλλοντος. Ακόμη και η φιλία και ο έρωτας, που εκπροσωπούνται από την αθώα Κάθριν Βάλενταϊν και τη σημαδεμένη Εστερ Σο, μοιάζει να μη σηματοδοτούν την έλευση ενός πιθανόν φωτεινότερου αύριο, παρ' όλο που αυτός ο σκοτεινός μελλοντικός πίνακας «κλείνει» με μια συμβολικά αισιόδοξη νότα: «Είμαστε ζωντανοί, έχουμε ο ένας τον άλλον -και θα τα καταφέρουμε».
Ο Φ.Ρ. εκπέμπει το δυσοίωνο μήνυμά του μέσα από μία πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία με συναρπαστικές περιπέτειες, που κύριο χαρακτηριστικό τους είναι η συνεχής δράση. Αναμφισβήτητα γνωρίζει το είδος της επιστημονικής φαντασίας, τη θεματική και τα σύμβολά του. Απ' αυτό εξάλλου αντλεί και τη δική του μυθολογία, όπως και το κεντρικό της σύμβολο των Ιπτάμενων πόλεων, που το πρωτοσυναντάμε στα «Ταξίδια του Γκιούλιβερ» (1726), του Τζόναθαν Σουίφτ, και αργότερα στην «επιστημονική» εκδοχή του στις «Πόλεις σε πτήση» (1970), του Τζέιμς Μπλις, ή στο «Αρμενίζοντας για το Βυζάντιο» (1985), του Ρόμπερτ Σιλβερμπεργκ, ενώ στη γοητευτική σύνθεσή του ακούγονται και «ήχοι» από την αρχαία ελληνική μυθολογία, όπως Πανδώρα, Κλειώ, Μέδουσα.
ΜΑΚΗΣ ΠΑΝΩΡΙΟΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 20/02/2004
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις