Το χαμόγελο του Αχιλλέα

Θέματα αφήγησης και ποιητικής στα Ομηρικά Έπη
Έκπτωση
20%
Τιμή Εκδότη: 15.28
12.22
Τιμή Πρωτοπορίας
Υπάρχει και μεταχειρισμένο με €6.11
+
278970
Συγγραφέας: Ρεγκάκος, Αντώνης
Εκδόσεις: Πατάκης
Σελίδες:232
Ημερομηνία Έκδοσης:01/03/2006
ISBN:9789601618982
Διαθεσιμότητα στα βιβλιοπωλεία μας
Αθήνα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Θεσσαλονίκη:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Πάτρα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες

Περιγραφή


Ιλιάδα και Οδύσσεια: δύο μεγάλες αφηγήσεις που αναγγέλλουν πανηγυρικά τον δομημένο πολιτισμό ως στοίχημα ατομικότητας, δύο ποιήματα γεμάτα με ομφάλιους λώρους που επινοούν τον τραγικό κόσμο -και, πίσω από αυτά, ένας ποιητής-αίνιγμα, κάποιος τάχα τυφλός που ανέλαβε να συνενώσει τις παλαιές αφηγήσεις.
Το παρόν βιβλίο είναι μια ακόμη προσπάθεια να προσδιοριστούν (ή και να επαναπροσδιουρισοτύν) οι όροι και τα όρια της ερμηνείας των δύο επών που, έτσι κι αλλιώς, αντικαθιστούν την προφητεία (επί της ουσίας: τη θρησκεία) με την αφήγηση.[...]

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου







ΚΡΙΤΙΚΗ



Το τελευταίο βιβλίο του Αντώνη Ρεγκάκου εντάσσει την Ιλιάδα και την Οδύσσεια ανάμεσα στα έργα τής κατά τον Γκέτε «παγκόσμιας λογοτεχνίας» (Weltliteratur), κατεβάζει δηλαδή τα ομηρικά έπη από το μουσειακό τους βάθρο και, ξεπερνώντας την αμηχανία που δημιούργησε ο 19ος αιώνας με το ομηρικό ζήτημα, τα αναγιγνώσκει παράλληλα με τα κείμενα της νεωτερικής λογοτεχνίας. Οπως γράφει χαρακτηριστικά ο Gregory Nagy στον πρόλογο του βιβλίου: «Ο Ρεγκάκος αποφεύγει τους σκοπέλους της ομηρολογίας, τη Σκύλλα των "σφαλμάτων" που αποδίδονται σε έναν προφορικό Ομηρο και τη Χάρυβδη της "καλλιτεχνικότητας" ενός Ομήρου που γνωρίζει γραφή» (12). Και αυτό, γιατί προσλαμβάνει το ομηρικό κείμενο σαν μια παρουσία στο λογοτεχνικό παρόν, ενώ παράλληλα, με ένα πυκνό δίκτυο παραπομπών, επιτρέπει σε οποιονδήποτε επιθυμεί, να αναζητήσει στη βιβλιογραφία τη μακρά γενεαλογία των ζητημάτων που πραγματεύεται.


Το βιβλίο αποτελεί έναν συνδυασμό της εκ του σύνεγγυς ανάγνωσης (close reading) των ομηρικών επών και της θεωρητικής και γραμματολογικής τους τεκμηρίωσης. Απαρτίζεται από εφτά κεφάλαια, εκ των οποίων τα έξι επικεντρώνονται στην Ιλιάδα και την Οδύσσεια (και σε αυτά θα σταθώ), ενώ το έβδομο, το επίμετρο του βιβλίου, μελετάει τη σχέση των Αργοναυτικών του Απολλώνιου του Ρόδιου με παλαιότερα και σύγχρονά του επικά ποιήματα ως προς το χειρισμό του χρόνου και συσχετίζει την αριστοτελική με την ελληνιστική θεωρία περί έπους.


Το βιβλίο «Το χαμόγελο του Αχιλλέα: θέματα αφήγησης και ποιητικής στα ομηρικά έπη» αναγιγνώσκει την Ιλιάδα και την Οδύσσεια με τους αφηγηματολογικούς και ποιητολογικούς τρόπους με τους οποίους η κριτική σήμερα προσεγγίζει τη σύγχρονη λογοτεχνία. Μελετώντας την αυτοαναφορική διάσταση των κειμένων, το χειρισμό του χρόνου και τα τεχνάσματα για τη δημιουργία αγωνίας (suspense), φωτίζει την επική αφήγηση από τη σκοπιά της θεωρίας της λογοτεχνίας. Χρησιμεύει ως αφετηρία για να αναλογισθούμε, με αφετηρία την επική ποίηση, τη σχέση της αριστοτελικής Ποιητικής και των σύγχρονων θεωριών για τη λογοτεχνία.


Το πρώτο κεφάλαιο, «Το χαμόγελο του Αχιλλέα: η Ιλιάδα και το είδωλό της», και το έκτο, «Αφηγηματικότητα, διακειμενικότητα, αυτοαναφορικότητα: η νέα ερμηνεία της Οδύσσειας», θεματοποιούν το ζήτημα της αυτοαναφορικότητας στην Ιλιάδα και την Οδύσσεια και κυριολεκτικά περικυκλώνουν τα άλλα τέσσερα, που έχουν ως θέμα το χρόνο και την εμπειρία του. Το πρώτο κεφάλαιο σχολιάζει την αφηγηματική θέση των επιτάφιων αγώνων προς τιμήν του Πάτροκλου (ραψωδία Ψ), οι οποίοι λειτουργούν «κατοπτρικά» τόσο ως προς το κεντρικό γεγονός της σύγκρουσης Αγαμέμνονα και Αχιλλέα και την μήνιν του τελευταίου στη ραψωδία Α, αποτελώντας αυτοσχολιασμό του ποιητή της Ιλιάδας (22), όσο και ως προς τους πέραν των χρονικών του ορίων επιτάφιους αγώνες προς τιμήν του Αχιλλέα, που περιγράφονται σε μεταγενέστερα έπη (27). Ο «κατοπτρισμός», ο οποίος αναδεικνύει την αυτοαναφορική διάσταση του κειμένου και άρα τη λογοτεχνική του αυτοσυνειδησία, επιτρέπει στον Ρεγκάκο να αναδείξει μια σειρά από ιδιαίτερα ενδιαφέροντα ζητήματα λογοτεχνικής θεωρίας: Πρώτον, την εξέλιξη του χαρακτήρα του Αχιλλέα, ο οποίος, ενώ οργίστηκε όταν ο Αγαμέμνονας του στέρησε το γέρας του, είναι σε θέση, μετά τη διαδικασία του πένθους για το θάνατο του Πάτροκλου, να χαμογελάσει (μείδησεν) όταν θυμώνει ο φίλος του Αντίλοχος, επειδή δεν του απένειμε το έπαθλο (άεθλον), το οποίο εδικαιούτο για τη δεύτερη θέση που κατέλαβε στην αρματοδρομία. Δεύτερον, τι σημαίνει το γέλιο (ένα μεταιχμιακό σημείο ανάμεσα στην «ερμηνεία/κατανόηση, την αποστασιοποίηση και την ταύτιση») και πώς αυτό σχετίζεται με το παιχνίδι (30)· επίσης, στον ίδιο άξονα, ποια είναι η διαφορά ανάμεσα στο να αγωνίζεσαι, να είσαι δηλαδή «μέσα στο παιχνίδι», και να είσαι θεατής, έστω και στην προνομιούχο θέση του κριτή, δηλαδή «εκτός παιχνιδιού» (30). Τρίτον, με ποιον τρόπο θεματοποιείται η τέχνη, η οποία παρέχει τη δυνατότητα της αποστασιοποίησης τόσο στους χαρακτήρες του έπους όσο και στους ακροατές (ή και αναγνώστες, σήμερα πια), όταν μάλιστα η αυτοαναφορική έξαρση σημειώνεται στην προτελευταία ραψωδία, όταν δηλαδή πλησιάζει το τέλος της αφήγησης. Οι εκφάνσεις της αυτοαναφορικότητας, οι οποίες ανιχνεύονται από τον Ρεγκάκο στην Ιλιάδα, αναπτύσσονται συστηματικά στο έκτο κεφάλαιο που αφορά την Οδύσσεια, επειδή το έπος αυτό προσφέρεται κατεξοχήν. Οπως γράφει: «το δεύτερο πολύστιχο έπος της αρχαϊκής εποχής πρέπει να ερμηνεύεται σε άμεση συνάρτηση» με το πρώτο, του οποίου αποτελεί «δημιουργική μίμηση» (158). Η θεματοποίηση της διακειμενικής σχέσης με τη διεξοδική ανάλυση τόσο των αφηγηματικών τρόπων όσο και των συναφών χωρίων επιτρέπει την ανάδειξη της «έντονης αυτοαναφορικότητας» της Οδύσσειας: αυτή διαφοροποιείται, με ένα αυτοαναφορικό εγκώμιο στη ραψωδία ω, πρώτον, από άλλες οδυσσειακές εκδοχές, δεύτερον, από το έπος των Νόστων και, τρίτον, από μια ιδεατή Αχιλληίδα, αποδεικνύοντας έτσι «την υπερήφανη καλλιτεχνική αυτοσυνειδησία του ποιητή» (177). Οπως τονίζεται, ο αυτοαναφορικός άξονας ενισχύεται από την ενασχόληση της Οδύσσειας με τους επικούς αοιδούς και την τέχνη τους, έτσι ώστε κεντρικό θέμα του ποιήματος να γίνεται η «παράφορη επιθυμία» των ανθρώπων «να ακούν ιστορίες» (180).


Βασικό στοιχείο της μεν ιστορίας είναι ο χρόνος, της δε ακρόασής της η εμπειρία του. Τα κεφάλαια 4 και 5 («Χρόνος και συγχρονισμός» και «Δράσεις παράλληλες και δράσεις διαδοχικές: η χρονική διάρθρωση της Οδύσσειας») εξετάζουν την επεξεργασία του χρόνου στην επική αφήγηση (την ιστορία) με βασικό άξονα το πώς παριστώνται τα γεγονότα, τα οποία συμβαίνουν ταυτοχρόνως, σε μια προφορική αφήγηση. Πώς είναι δυνατόν, δηλαδή, να θεματοποιείται το πέρασμα του χρόνου ως διαδικασία ανεξάρτητη από το πότε συμβαίνει κάτι στην αφήγηση; Ποιος είναι δηλαδή ο χρόνος του χρόνου, και μάλιστα όταν, όπως αναφέρεται, σε δύο μόνο περιπτώσεις στην Ιλιάδα ο χρόνος καθίσταται υποκείμενο ρήματος (100); Ο Ρεγκάκος παρουσιάζει την τεχνική του «συγχρονισμού» ως οργανικό γνώρισμα και των δύο ομηρικών επών, υποστηρίζει δηλαδή, ακολουθώντας μια βιβλιογραφική παράδοση, ότι «ο ποιητής μάς αναγκάζει παρακολουθώντας τη μια πλοκή να σκεφτόμαστε αδιαλείπτως την άλλη» (129-130) και άρα ότι ο ίδιος ο χρόνος θεματοποιείται ως αυτοτελής διαδικασία. Για να γειώσουμε το ομηρικό κείμενο στη νεωτερικότητα ας θυμηθούμε πώς τελειώνει το ποίημα του Ανδρέα Εμπειρίκου «Ιωβηλαίον», που εντάσσεται στη χρονικά σημαίνουσα συλλογή «Η σήμερον ως αύριον και ως χθες: "Εκατό χρόνια πέρασαν και ένα καράβι/ Για να γιορτάσης"».


Η χρονικότητα λειτουργεί σε ένα ακόμη πεδίο, την ακρόαση (σήμερα ανάγνωση) της ιστορίας. Τα κεφάλαια 2 και 3 («Η στρατηγική της αγωνίας» και «Τροπές της αγωνίας στην Τηλεμάχεια») παρουσιάζουν το τρόπο με τον οποίο τα ομηρικά έπη αποφεύγουν μεν την αγωνία (suspense) για την έκβαση της πλοκής, την υποκαθιστούν, όμως, με την αγωνία για το πώς (31-32). Μετά την παρουσίαση των μέσων πρόκλησης της αγωνίας του ακροατή (επιβράδυνση, σταδιακός προσδιορισμός της πλοκής, δραματική ειρωνεία, παραπλάνηση) και την ανάλυση της λειτουργίας τους στην Ιλιάδα και την Οδύσσεια τα δύο έπη συγκρίνονται ως προς τη «στρατηγική της αγωνίας», για να διαπιστωθεί ότι η αγωνία με τη μορφή της δραματικής ειρωνείας και της παραπλάνησης «συμβάλλει ουσιαστικά στη μεγαλύτερη ενότητα της οδυσσειακής πλοκής» (73).


Το χαμόγελο του Αχιλλέα είναι μια γοητευτική κατασκευή του γραπτού λόγου που επί 25 αιώνες αναζητεί τον υποτιθέμενο τυφλό ποιητή που συνένωσε παλαιές αφηγήσεις και κλείνει το μάτι σε όσους αγαπούν τις ιστορίες.



ΜΙΧΑΛΗΣ ΧΡΥΣΑΝΘΟΠΟΥΛΟΣ

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 12/05/2006

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!