0
Your Καλαθι
Γιατρός επαρχίας
Περιγραφή
Ένα μοναχικός εργένης, η αναπόληση μιας κόρης διάσημου ζωγράφου, ένας τεμπέλης με μεγάλες φιλοδοξίες, ένα ταξίδι που ποτέ δε θα πραγματοποιηθεί, η εικόνα μιας τυριέρας σ' ένα ιλουστρέ περιοδικό, ένας κιθαρίστας που εξάπτει τη φαντασία μιας μικροαστής κυρίας, οι θλιβερές ιστορίες ενός κοσμογυρισμένου ταξιτζή, το φάντασμα ενός έρωτα που γεμίζει τη ζωή της Ηλιάννας, ένας γιατρός που επιστρέφει για να ασκήσει το επάγγελμα, στη γενέθλια γη της μικρής επαρχίας και να ερωτευτεί.
Διαδρομές ανθρώπων μικρές ή μεγάλες. Δικές μας διαδρομές. Συναντήσεις αδιάφορες ή καθοριστικές. Τις προσπερνάμε ή μας αλλάζουν τη ζωή. Και διαψεύσεις. Πάντα διαψεύσεις. Και πάλι απ' την αρχή καινούργιες διαδρομές, γιατί τίποτα ποτέ δε σταματά κι ούτε που θα το θέλαμε. Συνηθισμένα περιστατικά. Καθημερινά. Της διπλανής πόρτας. Του σήμερα και του άλλοτε· κυρίως του άλλοτε. Σαν τις ιστορίες που έχουμε ακούσει ή που μας έχουν συμβεί.
Κι εκεί που νομίζεις πως όλα είναι γνωστά, κάτι συμβαίνει, το τοπίο αλλάζει, το τέλος διαψεύδει ή ανατρέπει καταστάσεις και προσδοκίες. Δυστυχώς η ζωή έχει εκπλήξεις. Ευτυχώς η ζωή έχει εκπλήξεις.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
ΚΡΙΤΙΚΗ
Υπάρχουν άνθρωποι, κυρίως γυναίκες, που περνούν μια ζωή με τον ίσκιο του προσώπου που κάποτε ερωτεύθηκαν. Και αν ο χωρισμός επήλθε λόγω του μοιραίου, αυτή η προσήλωση συνιστά, ως έναν βαθμό, φυσιολογική αντίδραση. Στις περιπτώσεις όμως που η διακοπή της σχέσης συνέβη βιαίως, λόγω εγκατάλειψης από τον σύντροφο ή ένεκα της παρέμβασης τρίτων, όπως σε ένα από τα διηγήματα της E. Ρίτσου, τότε η ματαίωση των ερωτικών προσδοκιών μπορεί να οδηγήσει σε χρονία ιδεοληψία. Οχι αναγκαστικά ψυχοφθόρα, αφού η φαντασίωση κάποιας μελλοντικής συνάντησης ή και τυχόν επανασύνδεσης γίνεται το αποκούμπι μιας στερημένης ή έστω υποσιτιζόμενης συναισθηματικά ζωής.
Ακραίο παράδειγμα
Πιθανώς ακραίο παράδειγμα η ηρωίδα της Ρίτσου, πάντως σπαταλά πλέον των 30 ετών έγγαμου βίου ονειροπολώντας να ξανασμίξει με τον πατρινό αξιωματικό που είχε ερωτευθεί κεραυνοβόλα στα 16 της. Ενα ειδύλλιο που παρέμεινε για δύο χρόνια κρυφό, όταν όμως αποκαλύφθηκε, φρόντισαν θείοι, δικαστές και φίλοι στρατηγοί για την ταχεία μετάθεση του γοητευτικού άντρα μακράν της Σάμου και της αγαπημένης του. Καλός ο σύζυγος που προέκυψε αργότερα, μόνο που ωχριούσε μπροστά στο φάντασμα του εκλεκτού της καρδιάς της. Και όταν μεσήλιξ πλέον η γυναίκα αποφασίζει να δώσει σάρκα και οστά στο όνειρό της μαθαίνει πως ο αξιωματικός είχε πεθάνει και δη κατά διαβολική σύμπτωση προ τριημέρου. Τότε πενθεί την απώλεια αλλά αρχίζει και να προσαρμόζεται, αν όχι πλέον στον ρόλο της συζύγου, τουλάχιστον σε αυτόν της γιαγιάς. Οπως όμως στη ζωή απαντώνται όλες οι ποικιλίες, η ακριβώς αντίστροφη ερωτική κατάσταση αποτυπώνεται σε ένα άλλο διήγημα του βιβλίου. Εδώ η τύχη ευνοεί τον «γιατρουδάκο επαρχίας» και τελικά παντρεύεται την κόρη καλής και εύπορης οικογενείας με την οποία τυγχάνει τρελά ερωτευμένος. Χρόνια αργότερα, συμβάλλουσας και της φθοράς που φέρνει η καθημερινή συμβίωση, ο γιατρός σκέπτεται πως μάλλον έκανε τη λάθος επιλογή συζύγου.
Ωστόσο το πρώτο βιβλίο για ενηλίκους της Ρίτσου δεν θα χαρακτηριζόταν ερωτικό. Ανεξάρτητα αν οι σφοδροί και ατυχείς έρωτες αποτελούν εξέχοντα συμβάντα στις ιστορίες κάποιων ανθρώπων. Ισως μάλιστα στις παλαιότερες δεκαετίες και στους μικρούς τόπους που προτιμά η συγγραφέας, λόγω και των κοινωνικών απαγορεύσεων και περιορισμών, να αποκτούσαν ακόμη μεγαλύτερη σημασία. Στο βιβλίο συστεγάζονται οκτώ σύντομα σχετικά διηγήματα και ένα εκτενέστερο, το ομότιτλο της συλλογής, που θα μπορούσε να θεωρηθεί και νουβέλα. Παρ' όλο που η Ρίτσου έκανε τις πρώτες δοκιμές γραφής στον χώρο του παραμυθιού, οι ιστορίες της δεν είναι συγκινησιακά φορτισμένες ούτε ρόδινες. Υιοθετώντας ως επί το πλείστον αφήγηση εσωτερικής εστίασης, ψυχογραφεί τους ήρωές της, αποδίδοντας χαρακτηριστικούς τύπους και αντιπροσωπευτικές καταστάσεις· αν και το γεγονός πως περιορίζεται σε μάλλον γνώριμα πρόσωπα και αρκούντως οικείες περιστάσεις μειώνει τις ιστορίες της.
Δύο διηγήματα παίρνουν τη μορφή ατέρμονων μονολόγων. Στην «Επίσκεψη» ένας εργένης απευθύνεται στον άνθρωπο που του χτύπησε την πόρτα πιστεύοντας ότι πρόκειται για κάποιον επισκέπτη, τελικά όμως αποδεικνύεται πλασιέ σιγαρέτων. Ο μονόλογος δίνει μια αίσθηση για το πόσο αβάσταχτη γίνεται η μοναξιά, προϊούσης μάλιστα της ηλικίας, όταν ο κόσμος γύρω αλλάζει, δημιουργώντας αισθήματα αποξένωσης και ματαίωσης. Ο δεύτερος μονόλογος συστήνει έναν οδηγό ταξί. Περιαυτολόγος και μυθομανής, φλερτάρει απροκάλυπτα και ενοχλητικά την πελάτισσα, που δείχνει έρμαιο της φλυαρίας του. Ενώ σε ένα τρίτο διήγημα που εξελίσσεται με διαδοχή «εικόνων» εναλλάσσονται οι οπτικές γωνίες δύο προσώπων: ενός νεαρού κιθαρίστα σε νυχτερινό κέντρο και κυρίας μιας κάποιας ηλικίας που μάχεται παντί τρόπω το επερχόμενο γήρας, τουτέστιν με αντιρυτιδικές κρέμες και νεάζοντας.
Ειρωνικές νύξεις
H Ρίτσου θα πρέπει να διαθέτει χιούμορ, μόνο που διστάζει να το φανερώσει. Στις περισσότερες ιστορίες της η ειρωνική διάθεση περιορίζεται σε νύξεις και στην ανατροπή που επιφυλάσσει ως κατάληξη στις ιστορίες της. Μια αιφνιδιαστική αλλαγή στη θέαση των πραγμάτων που έρχεται εκ των υστέρων δίνοντας απρόσμενη έκβαση σε καταστάσεις που έδειχναν κοινότοπες και προβλέψιμες. Συγγραφικό εύρημα που αποβαίνει σωτήριο για τα συντομότερα διηγήματα αλλά δεν αποτρέπει το λίμνασμα στη βασική ιστορία του βιβλίου, τον «Γιατρό επαρχίας». H ερωτική ιστορία του αυτοδημιούργητου νέου από ορεινό χωριό της Σάμου με τη θυγατέρα ντόπιου τραπεζίτη, τα σόγια τους και η χρεοκοπία του τραπεζίτη θυμίζουν ρομάντζο της δεκαετίας του '50. Εντύπωση που επιτείνουν οι διάλογοι και οι ατάκες καθώς κάποτε παραπέμπουν και στον ελληνικό εμπορικό κινηματογράφο. Και όμως οι δυνατότητες για ένα εύρωστο διήγημα διακρίνονται στις περιγραφές του τόπου, που, όπως και σε άλλα διηγήματα του βιβλίου, ανασταίνουν τη Σάμο μιας παλαιότερης καλής εποχής· το Καρλόβασι και τις εξοχές του νησιού, τα νοικοκυριά και τα πανηγύρια αλλά και την ιδιαίτερη ως προς την υπόλοιπη Ελλάδα πορεία της στον χρόνο. Πηγή έμπνευσης της συγγραφέως που σε αυτό τουλάχιστον το βιβλίο μένει διακοσμητική.
Ωστόσο δύο διηγήματα έχουν σαφώς ειρωνικό χαρακτήρα καταλήγοντας και τα πλέον ενδιαφέροντα της συλλογής. Στο «Μέθεξη στους ΗΣΑΠ» ξεδιπλώνονται οι σκέψεις ενός «ατόμου» που επιστρέφει με «τον ηλεκτρικό» σπίτι κάπου στα βόρεια προάστια αφού παρακολούθησε την παρουσίαση των καινούργιων ποιητικών συλλογών της σεζόν. Σε πρώτο πρόσωπο η αφήγηση, αφήνει αδιευκρίνιστο το φύλο. Αν και το πιθανότερο πρόκειται για κυρία που ακολουθώντας τη μόδα της εποχής μας θεωρεί καθήκον της την ενασχόληση με τα πολιτιστικά δρώμενα. Στη διαδρομή και παρά το «γουργουρίζον στομάχι», καθ' όσον «δεν πρόφτασε τίποτα στον μπουφέ», ο οποίος προβλέπεται πλέον σε όλες τις σοβαρές εκδηλώσεις στον χώρο του βιβλίου, διαβάζει μια ποιητική συλλογή. Δηλώνει μάλιστα εις εαυτόν «πανευτυχής» ανακαλύπτοντας «κατιτίς το καβαφίζον», σε συνδυασμό με τη φωτογραφία εσωφύλλου· «ένας ατημέλητος Αραμις» που εξάπτει τη φαντασία της. Ωστόσο αρκεί μια τυριέρα που εικονίζεται στο περιοδικό της διπλανής κυρίας για να της αποσπάσει την προσοχή καταστρέφοντας τη «μέθεξη». Στο δεύτερο διήγημα, «Μια συνέντευξη που δε δόθηκε», υπερισχύει ο αυτοσαρκασμός της ηρωίδας, «της κόρης του διάσημου Ντι», ζωγράφου για τις ανάγκες της ιστορίας. Αυτοσαρκασμός και νοσταλγία για τον διάσημο πατέρα με τη «φευγαλέα παρουσία».
Θα χαρακτηρίζαμε τη συλλογή διηγημάτων της Ρίτσου ένα μεταβατικό βιβλίο από τα παραμύθια στον κυρίως λογοτεχνικό χώρο.
MAPH ΘΕΟΔΟΣΟΠΟΥΛΟΥ
ΤΟ ΒΗΜΑ, 03-10-2004
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις