0
Your Καλαθι
Οικείωσις
Η ιδέα ενός αισθητικού ανθρωπισμού με αφετηρία τη φιλοσοφία της ζωής του Ανρί Μπερξόν
Έκπτωση
10%
10%
Περιγραφή
Ο Ρωμανός διερευνά μέσα στο «ανοιχτό σύστημα» της μπερξονικής φιλοσοφίας ιδιαίτερα τις έννοιες διαίσθηση, συμπάθεια, ζωή. Προσδιορίζει τη διαίσθηση ως προηγμένη σύνθεση ενστίκτου-διάνοιας, ως το επίκεντρο μιας νέας αισθητικής ανθρωπολογίας. Περαιτέρω, διερευνά με τη βοήθεια της βιοφιλοσοφικής παράδοσης -μιας λεπτομεριακής συζήτησης των θέσεων του Μπερξόν και του Max Scheler όπως και των Στωικών- την έννοια της συμπάθειας ως πηγής της ιδέας του ανθρωπισμού. Τέλος, φέρνει σε αντιπαράθεση -προς όφελος της έννοιας ζωή- δύο φιλοσοφικές παραδόσεις: την ορθολογιστική, απέναντι σε έναν «Αισθητικό Ανθρωπισμό», ο οποίος -από τον Friedrich Schiller ώς τον Herbert Marcuse- διαφυλάσσει κατάλοιπα απωθημένης αισθαντικότητας.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Πρόκειται για ένα βιβλίο που αιχμαλωτίζει σαν μια αράχνη που έχει στημένο ένα πολύπλοκο δίχτυ και οδηγεί σε αμηχανία και μούδιασμα. Αλλά για ένα παρόμοιο μούδιασμα παραπονιόντουσαν όσοι συνδιαλέγονταν με τον Σωκράτη τον Αθηναίο, υποκύπτοντας στην προσπάθειά του να εκμαιεύει τις δοξασίες που μια αλλότρια επίδραση είχε καταστήσει κυρίαρχες του πιο ενδόμυχου εαυτού τους.
Η πρώτη μορφή του βιβλίου, σε γερμανική γλώσσα, ολοκληρώθηκε το 1984 και αποτέλεσε τη διδακτορική διατριβή του Κ. Ρωμανού που εγκρίθηκε από το Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης με τίτλο (σε ελληνική μετάφραση): «Η φιλοσοφική Ανθρωπολογία του Ανρί Μπερξόν ως συνεισφορά σε ένα Αισθητικό Ανθρωπισμό». Τέσσερα χρόνια αργότερα, το 1988, το βιβλίο κυκλοφόρησε, ριζικά ξαναδουλεμένο, από τον γερμανικό εκδοτικό οίκο Athenaum με τίτλο (και πάλι σε ελληνική μετάφραση): «Νόστος. Η φιλοσοφία της ζωής του Ανρί Μπερξόν ως εγχείρημα θεραπείας της απολιθωμένης ζωής». Χρειάστηκαν 13 ακόμη χρόνια για να κυκλοφορήσει το βιβλίο και σε ελληνική γλώσσα. Ο μεταφραστής εξηγεί στον Πρόλογό του τους λόγους που τον ανάγκασαν να αποδώσει τη βασική λέξη του τίτλου (στα γερμανικά: Heimkehr) όχι ως «Νόστος» αλλά στηριγμένος στον αρχαίο στωικισμό ως «Οικείωσις», λέξη που θέλει να δηλώσει την επιστροφή στον εαυτό και στην εύρεση του εαυτού. Ετσι ερμηνευμένη αυτή η λέξη-κλειδί θεωρείται αντίθετη της αλλοτρίωσης.
Ο Κωνσταντίνος Ρωμανός, αναπληρωτής καθηγητής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου, επιχειρεί στο νεανικό αυτό βιβλίο του να διευκρινίσει και να επιβάλει την «ιδέα» του Αισθητικού Ανθρωπισμού. Αυτή η θεωρία υπεραμύνεται του ανθρώπου ως αδιαίρετης ολότητας ενάντια στον κατατεμαχισμό που προωθεί ο δυτικός πολιτισμός των τελευταίων αιώνων. Σε πολεμική αντιπαράθεση προς τη μονόπλευρη νοησιαρχία που επικρατεί τόσο σε κάποιες φιλοσοφικές θεωρίες όσο και στην οικονομιστική-καταναλωτική συμπεριφορά, ο Ρωμανός υπερτονίζει την «αισθητική» πλευρά του ανθρώπου, δηλαδή την περιοχή της αίσθησης ως θεμελιώδη τόπο ανάπτυξης, καλλιέργειας και τελειοποίησης του ανθρώπινου Είναι. Αυτή η ανθρωπιστική θεωρία προϋποθέτει ότι διάγουμε μια εποχή πολλαπλής κρίσης: στα πεδία της κοινωνίας, του πνεύματος, του λόγου και της ζωής. Αναγκαστικά λοιπόν κινείται σε μεγάλο βαθμό αρνητικά, επιχειρώντας να διαπεράσει την κρίση και να θεραπεύσει την «απολιθωμένη ζωή».
Για να καταστήσει τη θεωρία του πιστευτή, ο συγγραφέας στηρίζεται σε μια σειρά από αξιόλογους στοχαστές του 19ου και του 20ού αιώνα. Την αφετηρία και ένα μεγάλο μέρος του βιβλίου απασχολεί ο γάλλος φιλόσοφος Ανρί Μπερξόν (1859-1941). Τονίζεται ο ανθρωποκεντρικός χαρακτήρας της φιλοσοφίας του και η αντίθεσή της στον ορθολογισμό προς όφελος ενός ανθρωπισμού στηριγμένου στη συμπάθεια, στη συναίσθηση, στη διαίσθηση, στην ενόραση και συνοπτικά ειπωμένο, στην περιοχή της αίσθησης. Και μολονότι γίνεται παραδεκτό ότι ο μπερξονισμός έχει προ πολλού εκτοπισθεί από τους υπαρξιστές, προφανώς επειδή αυτοί δεν ανέχτηκαν την αισιοδοξία και τη θετικότητά του, εξαίρεται ο εξακολουθητικά επίκαιρος χαρακτήρας των μπερξονικών σκέψεων και διαπιστώνεται η στέρεη θεμελίωσή τους στον αρχαίο στωικισμό.
Αλλά μια πληθώρα παλαιότερων και νεότερων στοχαστών επιστρατεύεται επίσης στην προσπάθεια υποστήριξης του Αισθητικού Ανθρωπισμού. Μεταξύ άλλων ο Φρίντριχ Σίλερ (1759-1805) μέσα από τη βαθυστόχαστη πρότασή του για μια «αισθητική παιδεία του ανθρώπου», ο Max Scheler (1874-1928) μέσα από τη φαινομενολογική ανάδειξη του θαυμαστού πλούτου των συναισθημάτων συμπάθειας και ο Χέρμπερτ Μαρκούζε (1898-1979) μέσα από τη διαπίστωση του γεγονότος ότι η περιοχή της αίσθησης εξορίστηκε από τη βιομηχανική κοινωνία για να εξυπηρετηθεί η αρχή της αποδοτικότητας. Σε όλο το βιβλίο, τόσο στην άσκηση ριζοσπαστικής κριτικής όσο και στο αφοριστικό ύφος, είναι επιπλέον φανερή η επίδραση του Τέοντορ Αντόρνο (1903-1969).
Η προσπάθεια του Ρωμανού δεν συνίσταται τόσο στο να διακρίνει φιλικούς από εχθρικούς στοχαστές ή καλές από κακές θεωρίες όσο να ανασυγκροτήσει τα επιχειρήματα που θα καταδείξουν το βάσιμο της τοποθέτησής του. Ούτε ενδιαφέρεται ο συγγραφέας να υψώσει αγεφύρωτα τείχη ανάμεσα στον ορθολογισμό και στον ανθρωπισμό ή ανάμεσα στη νόηση και στην αίσθηση. Οπως συνηγορεί για την ανασύσταση του ολόκληρου ανθρώπου στηριγμένου πάνω στα ποικίλα «αισθητικά» του θεμέλια, παρόμοια υπερασπίζεται τη σύγκλιση των αντιθέσεων από φαινομενικά αντίπαλες τάσεις. Με αυτό το νόημα η μέθοδός του μπορεί να χαρακτηριστεί «διαλεκτική» και η πρότασή του υπέρ της οικείωσης δεν θέλει να ακυρώσει αλλά να προϋποθέσει την αλλοτρίωση. Ηταν ευτυχής συγκυρία ότι ένα βιβλίο υψηλών αξιώσεων συναντήθηκε με τη δόκιμη γραφίδα ενός άξιου μεταφραστή. Ετσι προέκυψε μια εργασία-πρόκληση για τον έλληνα αναγνώστη, η οποία μπορεί να δώσει ισχυρά εναύσματα όχι μόνο για την αναβίωση του Μπερξόν στην Ελλάδα, όπως εύχεται ο μεταφραστής στον Πρόλογό του, αλλά και για μια ανάκαμψη του ελληνικού στοχασμού στον τόπο και στη γλώσσα που τον πρωτογέννησε.
Γιάννης Τζαβάρας
ΤΟ ΒΗΜΑ, 29-07-2001
ΚΡΙΤΙΚΗ
Πρόκειται για ένα βιβλίο που αιχμαλωτίζει σαν μια αράχνη που έχει στημένο ένα πολύπλοκο δίχτυ και οδηγεί σε αμηχανία και μούδιασμα. Αλλά για ένα παρόμοιο μούδιασμα παραπονιόντουσαν όσοι συνδιαλέγονταν με τον Σωκράτη τον Αθηναίο, υποκύπτοντας στην προσπάθειά του να εκμαιεύει τις δοξασίες που μια αλλότρια επίδραση είχε καταστήσει κυρίαρχες του πιο ενδόμυχου εαυτού τους.
Η πρώτη μορφή του βιβλίου, σε γερμανική γλώσσα, ολοκληρώθηκε το 1984 και αποτέλεσε τη διδακτορική διατριβή του Κ. Ρωμανού που εγκρίθηκε από το Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης με τίτλο (σε ελληνική μετάφραση): «Η φιλοσοφική Ανθρωπολογία του Ανρί Μπερξόν ως συνεισφορά σε ένα Αισθητικό Ανθρωπισμό». Τέσσερα χρόνια αργότερα, το 1988, το βιβλίο κυκλοφόρησε, ριζικά ξαναδουλεμένο, από τον γερμανικό εκδοτικό οίκο Athenaum με τίτλο (και πάλι σε ελληνική μετάφραση): «Νόστος. Η φιλοσοφία της ζωής του Ανρί Μπερξόν ως εγχείρημα θεραπείας της απολιθωμένης ζωής». Χρειάστηκαν 13 ακόμη χρόνια για να κυκλοφορήσει το βιβλίο και σε ελληνική γλώσσα. Ο μεταφραστής εξηγεί στον Πρόλογό του τους λόγους που τον ανάγκασαν να αποδώσει τη βασική λέξη του τίτλου (στα γερμανικά: Heimkehr) όχι ως «Νόστος» αλλά στηριγμένος στον αρχαίο στωικισμό ως «Οικείωσις», λέξη που θέλει να δηλώσει την επιστροφή στον εαυτό και στην εύρεση του εαυτού. Ετσι ερμηνευμένη αυτή η λέξη-κλειδί θεωρείται αντίθετη της αλλοτρίωσης.
Ο Κωνσταντίνος Ρωμανός, αναπληρωτής καθηγητής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου, επιχειρεί στο νεανικό αυτό βιβλίο του να διευκρινίσει και να επιβάλει την «ιδέα» του Αισθητικού Ανθρωπισμού. Αυτή η θεωρία υπεραμύνεται του ανθρώπου ως αδιαίρετης ολότητας ενάντια στον κατατεμαχισμό που προωθεί ο δυτικός πολιτισμός των τελευταίων αιώνων. Σε πολεμική αντιπαράθεση προς τη μονόπλευρη νοησιαρχία που επικρατεί τόσο σε κάποιες φιλοσοφικές θεωρίες όσο και στην οικονομιστική-καταναλωτική συμπεριφορά, ο Ρωμανός υπερτονίζει την «αισθητική» πλευρά του ανθρώπου, δηλαδή την περιοχή της αίσθησης ως θεμελιώδη τόπο ανάπτυξης, καλλιέργειας και τελειοποίησης του ανθρώπινου Είναι. Αυτή η ανθρωπιστική θεωρία προϋποθέτει ότι διάγουμε μια εποχή πολλαπλής κρίσης: στα πεδία της κοινωνίας, του πνεύματος, του λόγου και της ζωής. Αναγκαστικά λοιπόν κινείται σε μεγάλο βαθμό αρνητικά, επιχειρώντας να διαπεράσει την κρίση και να θεραπεύσει την «απολιθωμένη ζωή».
Για να καταστήσει τη θεωρία του πιστευτή, ο συγγραφέας στηρίζεται σε μια σειρά από αξιόλογους στοχαστές του 19ου και του 20ού αιώνα. Την αφετηρία και ένα μεγάλο μέρος του βιβλίου απασχολεί ο γάλλος φιλόσοφος Ανρί Μπερξόν (1859-1941). Τονίζεται ο ανθρωποκεντρικός χαρακτήρας της φιλοσοφίας του και η αντίθεσή της στον ορθολογισμό προς όφελος ενός ανθρωπισμού στηριγμένου στη συμπάθεια, στη συναίσθηση, στη διαίσθηση, στην ενόραση και συνοπτικά ειπωμένο, στην περιοχή της αίσθησης. Και μολονότι γίνεται παραδεκτό ότι ο μπερξονισμός έχει προ πολλού εκτοπισθεί από τους υπαρξιστές, προφανώς επειδή αυτοί δεν ανέχτηκαν την αισιοδοξία και τη θετικότητά του, εξαίρεται ο εξακολουθητικά επίκαιρος χαρακτήρας των μπερξονικών σκέψεων και διαπιστώνεται η στέρεη θεμελίωσή τους στον αρχαίο στωικισμό.
Αλλά μια πληθώρα παλαιότερων και νεότερων στοχαστών επιστρατεύεται επίσης στην προσπάθεια υποστήριξης του Αισθητικού Ανθρωπισμού. Μεταξύ άλλων ο Φρίντριχ Σίλερ (1759-1805) μέσα από τη βαθυστόχαστη πρότασή του για μια «αισθητική παιδεία του ανθρώπου», ο Max Scheler (1874-1928) μέσα από τη φαινομενολογική ανάδειξη του θαυμαστού πλούτου των συναισθημάτων συμπάθειας και ο Χέρμπερτ Μαρκούζε (1898-1979) μέσα από τη διαπίστωση του γεγονότος ότι η περιοχή της αίσθησης εξορίστηκε από τη βιομηχανική κοινωνία για να εξυπηρετηθεί η αρχή της αποδοτικότητας. Σε όλο το βιβλίο, τόσο στην άσκηση ριζοσπαστικής κριτικής όσο και στο αφοριστικό ύφος, είναι επιπλέον φανερή η επίδραση του Τέοντορ Αντόρνο (1903-1969).
Η προσπάθεια του Ρωμανού δεν συνίσταται τόσο στο να διακρίνει φιλικούς από εχθρικούς στοχαστές ή καλές από κακές θεωρίες όσο να ανασυγκροτήσει τα επιχειρήματα που θα καταδείξουν το βάσιμο της τοποθέτησής του. Ούτε ενδιαφέρεται ο συγγραφέας να υψώσει αγεφύρωτα τείχη ανάμεσα στον ορθολογισμό και στον ανθρωπισμό ή ανάμεσα στη νόηση και στην αίσθηση. Οπως συνηγορεί για την ανασύσταση του ολόκληρου ανθρώπου στηριγμένου πάνω στα ποικίλα «αισθητικά» του θεμέλια, παρόμοια υπερασπίζεται τη σύγκλιση των αντιθέσεων από φαινομενικά αντίπαλες τάσεις. Με αυτό το νόημα η μέθοδός του μπορεί να χαρακτηριστεί «διαλεκτική» και η πρότασή του υπέρ της οικείωσης δεν θέλει να ακυρώσει αλλά να προϋποθέσει την αλλοτρίωση. Ηταν ευτυχής συγκυρία ότι ένα βιβλίο υψηλών αξιώσεων συναντήθηκε με τη δόκιμη γραφίδα ενός άξιου μεταφραστή. Ετσι προέκυψε μια εργασία-πρόκληση για τον έλληνα αναγνώστη, η οποία μπορεί να δώσει ισχυρά εναύσματα όχι μόνο για την αναβίωση του Μπερξόν στην Ελλάδα, όπως εύχεται ο μεταφραστής στον Πρόλογό του, αλλά και για μια ανάκαμψη του ελληνικού στοχασμού στον τόπο και στη γλώσσα που τον πρωτογέννησε.
Γιάννης Τζαβάρας
ΤΟ ΒΗΜΑ, 29-07-2001
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις