Μια γυναίκα στο παράθυρό της

Μυθιστόρημα
Έκπτωση
30%
Τιμή Εκδότη: 18.09
12.66
Τιμή Πρωτοπορίας
Υπάρχει και μεταχειρισμένο με €9.00
+
107255
Συγγραφέας: Ροσέλ, Πιέρ Ντριέ λα
Εκδόσεις: Καστανιώτης
Σελίδες:282
Μεταφραστής:ΙΓΓΛΕΣΗ-ΜΑΡΓΕΛΛΟΥ ΣΕΣΙΛ
Ημερομηνία Έκδοσης:01/09/2000
ISBN:9789600327397
Διαθεσιμότητα στα βιβλιοπωλεία μας
Αθήνα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Θεσσαλονίκη:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Πάτρα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες

Περιγραφή


Κριτική
«Φαντάστηκα μια νέα γυναίκα, όμορφη, πλούσια, τη μαρκησία Σαντορίνι. Ένα τυχαίο γεγονός της επιτρέπει να γλιτώσει από τα νύχια της αστυνομίας των Αθηνών -όπου ο σύζυγός της είναι διπλωμάτης- ένα νεαρό κομμουνιστή, τον Μισέλ Μπούτρος. Η Μαργκό Σαντορίνι ερωτεύεται τον Μπούτρος. Ποιό άραγε προτέρημα την ελκύει σ' αυτό τον άντρα που θίγει όλες τις προκαταλήψεις της; Επειδή είναι ωραίο παληκάρι; Ή μήπως επειδή διαβλέπει σ' αυτόν έναν άντρα του μέλλοντος, που θα γίνει μεγάλος αρχηγός και με τον οποίο θα ζήσει μια μεγάλη περιπέτεια;[...]



Λίγοι άνθρωποι ένιωσαν τον κόσμο όπως ο Ντριέ Λα Ροσέλ, και ας απατήθηκε πολλές φορές οικτρά. Ο τρόπος με τον οποίο ανέλυσε την κοινωνική παρακμή του Μεσοπολέμου στο μυθιστόρημά του «Μια γυναίκα στο παράθυρό της» συνιστά ένα μάθημα μοναδικό. Το έργο, που μεταφέρθηκε με επιτυχία στην οθόνη το 1976 από τον Πιερ Γκαρνιέ-Ντεφέρ, με τη Ρόμι Σνάιντερ στον κεντρικό ρόλο, μεταφράστηκε τώρα και στα ελληνικά.


Η ιστορία εκτυλίσσεται στην Ελλάδα που ο Ντριέ εξερεύνησε σε ένα από τα ταξίδια του το 1928. Επίκεντρο του βιβλίου μια νέα, όμορφη, πλούσια γυναίκα, μια μαρκησία, παντρεμένη με έναν ιταλό διπλωμάτη που υπηρετεί στην Αθήνα. Βρισκόμαστε στον Μεσοπόλεμο, στο ξενοδοχείο "Ακρόπολις". Από τις πρώτες σελίδες δίνεται ο τόνος: «Τους Γάλλους τους αναγνώριζες από το στενόχωρο ύφος τους, την ευτελή αυστηρότητα του κουστουμιού τους. Σε τούτο το χωλ, όπου η κυρίως γλώσσα ήταν τα γαλλικά, φάνταζαν αλλόκοτοι. Κι όμως, γύρω τους, τα παράσημα της Λεγεώνος της Τιμής άστραφταν πάνω στα ελληνικά σακάκια». Ο Ντριέ είναι ανελέητος. Ιχνογραφεί τους αστούς με μιαν αμείλικτη διαύγεια. Τους απεχθανόταν, όπως και ολόκληρη την κοινωνία. Και αυτό γιατί δεν μπορούσε να υποφέρει, πάνω απ' όλα, τον ίδιο του τον εαυτό. Ο Ντριέ αποτύπωσε θαυμαστά την πολιτική, ηθική και σεξουαλική κρίση που σφράγισε μια γενιά τραυματισμένη από τον πόλεμο του '14. Τη γενιά του. Το έργο του συνιστά ένα πελώριο και μεγαλειώδες κατηγορώ απέναντι στην κοινωνική παρακμή που τον περιέβαλλε. Ταυτόχρονα όμως ­το πιο σημαντικό­ αναζητούσε με ενθουσιασμό εκείνο που θα μπορούσε να φέρει την ανανέωση. Σε όλη του τη ζωή όχι μόνο δεν παραδέχθηκε τη «λαμπρή απομόνωση του καλλιτέχνη», αλλά και στρατεύτηκε στα πολιτικά κινήματα του καιρού του. Μετά τον υπερρεαλισμό, τον μαγνήτισε ο πειρασμός της Αριστεράς (ακριβώς την περίοδο που γράφει το βιβλίο), κι αφού μεταστράφηκε και ασπάστηκε τον φασισμό, έφτασε να συνεργαστεί ακόμη και με την εθνικοσιαλιστική Γερμανία. Σύντομα, όμως, οι χιτλερικές θηριωδίες τον γέμισαν τρόμο, κι έτσι αφέθηκε, αχαλίνωτος, τυφλωμένος, να πέσει στις πιο ακραίες αντιφάσεις.


Στα τελευταία του κείμενα επιστρέφει στο όνειρο του κομμουνισμού, έστω κι αν ως άνθρωπος επικοινωνούσε δύσκολα με τη σκληροτράχηλη αμεσότητα της εργατικής τάξης, κάτι που τον εμπόδιζε κατά βάθος να έρθει σε επαφή με το κίνημα. Όταν η αστή Μαργκό στο «Μια γυναίκα στο παράθυρό της» ερωτεύεται έναν νεαρό κομμουνιστή που τον σώζει από τα νύχια της αθηναϊκής αστυνομίας, λέει κάτι χαρακτηριστικό: «Η τύχη, βέβαια, είχε παίξει μαζί τους, τους είχε αναγκάσει να ξεπεράσουν τις προκαταλήψεις τους και να κοιταχτούν στα μάτια, ανθρώπινα». Εκείνη, πάντως, νιώθει πολύ γρήγορα ήσυχη καθώς βλέπει ότι ο άνθρωπος με τον οποίο σχετίστηκε είναι κομψός «ούτε μικροπρεπής ούτε χυδαίος» και δεν έχει πάνω του τίποτα που να αποκαλύπτει «αυτό που ήτανε πριν».


Ο Ντριέ σε όλη του τη ζωή ήταν άνθρωπος των αντιφάσεων. Είναι αδύνατο να τον κρίνεις επιφανειακά, αγνοώντας την εποχή. Η φιλία του με τον Αραγκόν και τον Μαλρό είναι ενδεικτική. Ο Ντριέ ονειρεύτηκε μια Ευρώπη αριστοκρατική και συνάμα κοινωνική, που να είναι σε θέση να νικήσει τον καπιταλισμό. Και τι μπορεί να αποκομίσει κανείς από έναν τέτοιο άνθρωπο, με τόσες και τόσες αντιφάσεις, θα μου πείτε. Την αναγκαιότητα της αναζήτησης μιας νέας πολιτικής φιλοσοφίας μέσα σε μια κοινωνία σε πλήρη διάλυση. Το να μην παραιτείσαι ποτέ. Φυσικά η δράση του στην Ελλάδα δεν είναι κάτι τυχαίο. Υπάρχει ένας πολύ ωραίος συμβολισμός. Στο στόμα ενός από τους ήρωές του βάζει τα εξής λόγια: «Νιώθετε την ομορφιά του Παρθενώνα, αλλά οι άνθρωποι που έχτισαν τον Παρθενώνα δεν νοιάζονταν για την ομορφιά του, έχτιζαν μονάχα το σπίτι που χρειάζονταν για να στεγάσουν ό,τι πιο πολύτιμο είχαν, τη θεά τους και τους θησαυρούς τους, την ιδέα που τους επέτρεπε να εξηγούν τη ζωή και άρα να ζουν, καθώς και τα μέσα που διέθεταν για να ζήσουν. Ο Παρθενώνας μπορεί να μου διδάξει ένα μόνο πράγμα: να του στρέψω τα νώτα μου για να προσπαθήσω να κάνω κάτι εξίσου δυνατό». Αλλά και στο τέλος του βιβλίου υπάρχουν λαμπρές σελίδες για τους Δελφούς, τον ομφαλό της γης, τον τόπο του μυστηρίου και της εξέγερσης, εκεί όπου η Μαργκό και ο Μπούτρος θα δεθούν με έναν έρωτα αμοιβαίο και σημαδιακό για τη μοίρα τους. Νικήτρια θα βγει η πανίσχυρη φύση, ίδια με τον άγριο και αδιάλλακτο Μπούτρο που θα νικήσει με τον έρωτά του την ανάλαφρη, την επίπλαστη, την αστή Μαργκό.


Η περίπτωση του Ντριέ είναι συναρπαστική, αφού εκφράζει την άρρηκτη σχέση του ανθρώπου με το έργο, καθώς η γραφή του ήταν γεμάτη από ζωή, κι η ζωή του ήταν εναρμονισμένη με τις αισθητικές και λογοτεχνικές του ανησυχίες. Από τη δύναμή του, τις αδυναμίες, τις αντιφάσεις του επηρεάστηκαν συγγραφείς. Αλλά και ιστορικοί, ψυχίατροι, κινηματογραφιστές ­από τον Λουί Μαλ ως τον Γκαρνιέ Ντεφέρ­ εντρύφησαν εξίσου στην περίπτωσή του. Όπως και η σημερινή ελληνίδα μεταφράστρια Σεσίλ Μαργέλλου, που υπηρέτησε έξοχα το έργο.


Ο Ντριέ σε αυτό το μυθιστόρημα, όπως και σε όλα τα σύντομα αφηγήματά του, παραμένει μαγευτικός, και ας μην μπορείς εύκολα να αναφέρεις ακόμη και σήμερα το όνομά του στη Γαλλία. Αναγκασμένος να κρύβεται σε σπίτια φίλων μετά την απελευθέρωση, με την προστασία του πιστού φίλου του Μαλρό, θα αυτοκτονήσει όταν θα μάθει ότι πρόκειται να εκδοθεί ένταλμα σύλληψης εναντίον του. Αυτή ήταν η μοίρα ενός ανθρώπου της δράσης και ενός μεγάλου συγγραφέα.

Κατρίν Βελισσάρη, «ΤΟ ΒΗΜΑ», 1-04-2001








ΚΡΙΤΙΚΗ



Ο ιδεολογικά αντιφατικός, παραγωγικός στιλίστας Πιερ Ντριέ λα Ροσέλ, που γεννήθηκε στο Παρίσι το 1893 και αυτοκτόνησε εκεί στις 15 Μαρτίου του 1945, ανοίγοντας το γκάζι και παίρνοντας υπνωτικά χάπια, εξέδωσε στα τριάντα έξι του χρόνια αυτό το μυθιστόρημα που αρχικά είχε ονομάσει «Droit d' asile», δηλαδή «Δικαίωμα ασύλου». Το σημερινό τίτλο τον έδωσε η μεγάλη κυρία των αργεντινών γραμμάτων, η Βικτώρια Οκάμπο, που εύρισκε ότι η πρωτογενής ονομασία παρέπεμπε ευθέως σε νομικό δοκίμιο. Και είχε δίκιο: η ηρωίδα του βιβλίου, η εικοσιοκτάχρονη, όμορφη μαρκησία Μαργκό Σαντορίνι, η σύζυγος του Ιταλού διπλωμάτη Ρίκο, διαπιστευμένου στη μεσοπολεμική Αθήνα, παρατηρεί τον κόσμο κυριολεκτικά απ' έξω, από το γνωσιολογικό της παράθυρο, που της προσφέρει όπως είναι φυσικό μία καλή αλλά εξαιρετικά περιορισμένη θέα της (αληθινής) ζωής. Ωσπου γνωρίζει συμπτωματικά το συνομήλικό της Μισέλ Μπούτρος, έναν Ελληνογάλλο νεοφώτιστο μαρξιστή, που τον κυνηγά απηνώς η αστυνομία, ως συνένοχο εμπρησμού ενός εργοστασίου στη Θεσσαλονίκη: ο ρομαντικός ακτήμων, που θέλει όχι να ερμηνεύσει αλλά ν' αλλάξει κυριολεκτικά τον κόσμο, θα βρει αρχικά καταφύγιο μία νύχτα στο δωμάτιο της «σαγηνευτικής και ανέραστης» μαρκησίας και αργότερα στην έπαυλη του πλούσιου επιχειρηματία Μαλφός, κάπου στην εξοχική τότε Κηφισιά.

Αν σ' όλα αυτά προσθέσει κανείς τον απροκάλυπτο έρωτα του Μαλφός για τη Μαργκό, τις εκρήξεις του κυνικού γυναικοκατακτητή Ρίκο, τις μεταπτώσεις του Μπούτρος που καταλήγουν στη σύναψη κραταιού ερωτικού δεσμού με την απεξαρτημένη πλέον από τις μεγαλοαστικές της ιδεοληψίες μαρκησία και την απόδραση του Μπούτρος από την επικίνδυνη Αθήνα μέσω Δελφών στην Πάτρα κι από εκεί στην Ιταλία, τότε έχουμε μπροστά μας το πλήρες σκηνικό του επαναστατικού αυτού ρομάντσου, που κωδικοποιεί με επάρκεια τα κύρια ιδεολογήματα μιας ολόκληρης εποχής.

Το έργο αυτό, εμπνευσμένο από το μοναδικό ταξίδι-φυγή του Ντριέ στην Ελλάδα, το 1928, διατηρεί ακέραια τόσο τα πάθη που το παρήγαγαν όσο και τα οριακά διλήμματα που καταπόνησαν τις προπολεμικές γενιές: η ηρωική έξοδος της Μαργκό όσο απονενοημένη κι αν κατ' αρχάς φαίνεται, παρέχει εντούτοις την εντύπωση προς το τέλος της αφήγησης ότι συνιστά κατά βάθος μία αναβαθμισμένη ηθική στάση. Αρνούμενη την ευτέλεια των υποχρεωτικών συναναστροφών με εκφυλισμένους πλουτοκράτες, επαληθεύει κατ' ανάγκην την υγεία της πενίας.

Η ειρωνεία έγκειται στο γεγονός ότι ο ίδιος ο Ντριέ, ο συγγραφέας που συνδέθηκε με τους υπερρεαλιστές Μπρετόν, Σουπό και Ριγκό, αλλά και με τον Ελιάρ και τον Μαλρό, θα προσχωρήσει το 1936 στο Γαλλικό Λαϊκό Κόμμα (PPF) του Ντοριό, που διακρίνεται για τις ακραίες, εθνικιστικές του τάσεις. Ο Ντριέ, ακυρώνοντας τον Μπούτρος επτά μόλις χρόνια από τη γέννησή του, υπονομεύει οριστικά τις αξίες και τις αγαθές πολιτισμικές προαιρέσεις της «Γυναίκας στο παράθυρό της». Οπως σημειώνει στον κατατοπιστικό πρόλογό της η φιλόπονη μεταφράστρια, ο «Πιερ Ντριέ λα Ροσέλ, αδιαμφισβήτητα ένας από τους σημαντικούς Γάλλους συγγραφείς του εικοστού αιώνα, ανήκει -όπως ο Σελίν, όπως ο Μπραζιγιάκ- στην τραγική ομάδα των λογοτεχνών τους οποίους η εμπειρία του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου θα τραυματίσει θανάσιμα και η αγωνιώδης αναζήτηση λύσεων για το μεσοπολεμικό χάος θα ωθήσει σε ακραίες επιλογές».

Διαβάζοντας πάντως σήμερα το μυθιστόρημα αυτό, μπορούμε να διακρίνουμε, παρά τις αναπόφευκτες ρυτίδες του, τη λάμψη της καίριας διατύπωσης, την αίγλη των υφολογικών εν γένει επιτεύξεων, την αποδοτικότητα της κειμενικής οικονομίας και την ομολογούμενη επάρκεια των χαρακτήρων. Το ενδέκατο μάλιστα κεφάλαιο, που επιγράφεται το «Μαντείο των Δελφών» ανήκει στις πλέον χαρακτηριστικές σελίδες που αφορούν το μυστικό αυτό χώρο, που από την αρχαιότητα έως σήμερα ξέρει να συνομιλεί με τα οράματα αλλά και τους εφιάλτες του ανθρώπου. Εκεί η Μαργκό ακυρώνει το ψεύδος των φαινομένων, σηκώνει δηλαδή το πέπλο της Μάγια, για να θυμηθούμε τους βουδιστές και το μέγα προπαγανδιστή τους στη Δύση, τον ρηξικέλευθο Αρθούρο Σοπενχάουερ: η μαρκησία γίνεται Φύση. Αξίζει να παραθέσω τα σχετικά αποσπάσματα:

«Σαν άγαλμα γυναίκας, το ιερό βουνό είναι ζωσμένο ώς τους γοφούς με το σκούρο, κρουστό φουστάνι των λιόδεντρων που πέφτει σε μακριές, φυτικές πτυχές μέχρι το νερό του βάθους. [...] Στα ριζά του θεόρατου αυτού προμαχώνα, ο άνθρωπος που είχε αναρριχηθεί από τα συναρπαστικά βάθη μάντεψε, οιωνοσκόπος των πρώτων καιρών, με τη διορατικότητα των άγριων αισθήσεών του, μια σκιερή και υγρή σχισμάδα. Προσκολλήθηκε σ' αυτή τη ρωγμή: από εκεί ανάβλυσαν οι πιο σκοτεινές δυνάμεις, οι πιο μεθυστικές, και του ενστάλλαξαν την έμπνευση. Ο άνθρωπος ερχόταν εκεί για να ρουφήξει την πεμπτουσία της γης, εκεί αναζητούσε την ίδια την πηγή του αίματός του. Για να συλλάβει καλύτερα τις πνευματικές αυτές αχνοβολές, χρησιμοποιούσε τη γυναίκα. [...]. Πρέπει να παρατηρήσει κανείς για πολύ τούτη την επίλεκτη μάζα, τούτο το βουνό των Δελφών με τα σκιερά πόδια, με το κεφάλι κατάφωτο από τον ήλιο, σημαδεμένο στο γοφό από μια μικρή πληγή, απ' όπου αναβλύζει το μυστικό της μοίρας, για να επανακτήσει το ευεργέτημα μιας καταλυμένης αλήθειας. Ενας σημερινός άνθρωπος, στη σαβάνα, βαρήκοος, με βουλωμένη μύτη, με νεκρά δάχτυλα, ψάχνει επίπονα το δρόμο του, εκεί όπου ο άγριος προχωρούσε με βήμα ζωηρό, δρέποντας χίλιες ακριβείς ενδείξεις ενός θαυμαστού, λαγαρού κόσμου, αδιάφανου για μας» (βλ. σελ. 230 επ.)

Ο διχασμός του Ντριέ αίρεται από τη Μαργκό: εκείνη αποφασίζει να μεταρρυθμίσει τη ζωή, να καταργήσει οριστικά το έλλειμμα. Η σύνδεσή της με τον Μπούτρος, πιθανότατα ώς το θάνατο, είναι η σύνδεσή της με τις άφθαρτες ανθρωπιστικές αξίες, με ό,τι δηλαδή δεν μπόρεσε να βιώσει ο αμφίθυμος δημιουργός της. «Εστε πιστοί στην υπερηφάνεια της Αντίστασης, όπως είμαι πιστός στην υπερηφάνεια του δωσιλογισμού. Μην κλέβετε στο ζύγι, όπως δεν κλέβω ούτε εγώ. Καταδικάστε με στην εσχάτη των ποινών» θα απολογηθεί ο Ντριέ μία ακριβώς ημέρα πριν ν' αυτοκτονήσει απευθυνόμενος με θέρμη σ' έναν φανταστικό (δημοκρατικό) δικαστή.

Το αναλυτικό χρονολόγιο που παρατίθεται στο τέλος της άψογης μετάφρασης από τα γαλλικά στηρίζεται αποκλειστικά στις δύο βιογραφίες του Ντριέ: Dominique Desanti, Drieu la Rochelle, du dandy au nazi (1978) και Pierre Andreuet Federic Grover, Drieu la Rochelle (1978). Η γαλλοθρεμμένη Σεσίλ Ιγγλέση-Μαργέλλου μας έδωσε τον δικό της Ντριέ που πολιτογραφείται άνετα στο ευρωπαϊκό τμήμα των βιβλιοθηκών μας μαζί με την εξίσου άρτια Κολέτ της (βλ. «Το σπίτι της Κλωντίν», επίσης από τις εκδόσεις «Καστανιώτη»).



ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΕΗΣ

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 20/07/2001

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!