Αγανάκτηση ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΟ
50%
Περιγραφή
Αμερική, 1951.Δεύτερος χρόνος του πολέμου της Κορέας. Ο Μάρκους Μέσνερ, μελετηρός, νομοταγής και παθιασμένος νεαρός από το Νιούαρκ του Νιου Τζέρζι, είναι δευτεροετής φοιτητής στο συντηρητικό, θρησκευτικών καταβολών πανεπιστήμιο του Γουάινσμπεργκ, στο Οχάιο. Γιατί δεν βρίσκεται στο τοπικό πανεπιστήμιο του Νιούαρκ όπου είχε αρχικά εγγραφεί; Αιτία είναι ο πατέρας του, ρωμαλέος χασάπης της γειτονιάς, αφοσιωμένος
στη σκληρή δουλειά, που δείχνει να μην μπορεί να ελέγξει τον φόβο και την ανησυχία του για τους κινδύνους που πιστεύει ότι απειλούν τον αγαπημένο του γιο: τους κινδύνους της ενήλικης ζωής και του κόσμου, που παραμονεύουν σε κάθε γωνιά.
Όπως εξηγεί στον Μάρκους η μητέρα του, θύμα και η ίδια αυτής της παράλογης συμπεριφοράς, οι φόβοι του πατέρα οφείλονται στην αγάπη και την υπερηφάνεια που αισθάνεται γι’ αυτόν. Ίσως να είναι έτσι, αλλά αυτή η κατάσταση κάνει τον Μάρκους να αγανακτεί τόσο που δεν αντέχει πια τη συμβίωση με τους γονείς του. Εγκαταλείπει το πατρικό του, και, μακριά από το Νιούαρκ, σ’ ένα πανεπιστήμιο των Μεσοδυτικών Πολιτειών, αναζητά τον δρόμο του μέσα στο πλαίσιο που ορίζουν τα ήθη και οι περιορισμοί ενός διαφορετικού αμερικανικού κόσμου.
Η Αγανάκτηση, το εικοστό ένατο βιβλίο του Φίλιπ Ροθ, αφηγείται την ιστορία ενός νέου ανθρώπου που διαπλάθεται μέσα στις τρομακτικές συγκυρίες και τα παράδοξα εμπόδια που ορθώνει μπροστά του η ζωή. Είναι μια ιστορία για την απειρία και την ανοησία, για την πνευματική αντίσταση, για την αφύπνιση της σεξουαλικότητας, για το θάρρος και την πλάνη, δοσμένη με τον ευρηματικό, ζωντανό και πνευματώδη τρόπο του Ροθ.
Ο συγγραφέας εγκαταλείπει τα θέματα που στοίχειωναν τα προηγούμενα έργα του, τα γηρατειά και την πείρα της ζωής και στρέφεται με δύναμη στη διερεύνηση του τρόπου που επιδρά η αμερικανική ιστορία στη ζωή των ευάλωτων ανθρώπων.
Με σοφές δόσεις απελπισίας και χιούμορ και με μια γραφή νευρώδη και πυκνή, ο Φίλιπ Ροθ δίνει μια φέτα ζωής από την πουριτανική Αμερική του 1950, καλώντας υπογείως στους συμπατριώτες του ν’ αναλογιστούν τι ιστορίες κρύβονται μέσα στα φέρετρα που καταφθάνουν σήμερα από άλλα πεδία, όπως του Ιράκ.
Ο Ροθ κεντά πάνω στα μοτίβα της νεανικής ορμής και της ξεροκεφαλιάς,του κουράγιου και της απειρίας, των φιλοδοξιών και των σφαλμάτων που μπορεί να προδιαγράψουν τη μοίρα οποιουδήποτε δεκαεννιάχρονου, παντού.
Σταυρούλα Παπασπύρου, 15/11/2009, Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία
Κριτική:
Ο ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ ΣΤΙΣ ΚΑΛΥΤΕΡΕΣ ΣΤΙΓΜΕΣ
ΤΟΥ, ΜΕ ΗΡΩΑ ΕΝΑΝ ΝΕΟ ΑΝΘΡΩΠΟ ΠΟΥ ΔΕΝ ΠΡΟΛΑΒΕ ΝΑ ΜΕΓΑΛΩΣΕΙ ΚΑΙ ΕΙΔΕ ΝΑ ΔΙΑΨΕΥΔΟΝΤΑΙ ΟΙ ΕΛΠΙΔΕΣ ΤΟΥ ΕΠΕΙΔΗ ΔΕΝ ΘΕΛΗΣΕ ΝΑ ΣΥΜΒΙΒΑΣΤΕΙ
Aν και η υπόθεση του προτελευταίου μυθιστορήματος του Φίλιπ Ροθ Αγανάκτηση (2008) διαδραματίζεται το 1951, μερικές φορές νομίζεις ότι οι δεκαετίες δεν σημαίνουν τίποτε μπρος στην αντιδραστικότητα και τον αυταρχισμό των οικογενειακών και εκπαιδευτικών δομών σε όλης της γης τα πλάτη. Ο ήρωας της Αγανάκτησης, ο Μάρκους Μέσνερ, είναι ένα μοναχοπαίδι μιας εβραϊκής οικογένειας, που μεγαλώνει στο Νιούαρκ, φοιτά σε ένα μικρό κολέγιο και προετοιμάζεται για το Πανεπιστήμιο. Ο πατέρας του είναι χασάπης που βλέπει τις δουλειές του να ελαττώνονται με τα καινούργια σούπερ μάρκετ, ανησυχεί για τον πόλεμο της Αμερικής στην Κορέα και μετατοπίζει την ανασφάλειά του στον γιο του, τον Μάρκους. Τον παρακολουθεί στενά, σε βαθμό νεύρωσης και αυτή η ασφυκτική πατρική επιτήρηση αναγκάζει τον Μάρκους να αλλάξει κολέγιο.
Ο Μάρκους πηγαίνει, πεντακόσια χιλιόμετρα μακριά από το σπίτι του, στο Πανεπιστήμιο Γουάινσμπεργκ, στις αγροτικές βόρειες επαρχίες του κεντρικού Οχάιο, τόπος όπου και διαδραματίζεται το κλασικό σπονδυλωτό βιβλίο του Σέργουντ Άντερσον ( Ουάινσμπεργκ Οχάιο, Εκδ. Μέδουσα). Εδώ, μολονότι προσπαθεί να ζήσει αυτόνομα, αναγκάζεται να συγκατοικήσει στους κοιτώνες με αντιδραστικά και ενοχλητικά άτομα, όπως τα κρίνει ο ίδιος. Δεν θέλει να συγχρωτίζεται με Εβραίους αλλά η βασική αρχή των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων είναι η ομαδοποίηση των σπουδαστών. Όλοι ανήκουν σε αδελφότητες, στις οποίες αρνείται να ενταχθεί ο Μάρκους. Με τις συνεχείς αλλαγές συγκατοίκων και τους καβγάδες ανάμεσά τους, ο κοσμήτορας τον θεωρεί απροσάρμοστο και τον προειδοποιεί για τις συνέπειες μιας τέτοιας συμπεριφοράς που ίσως τον οδηγήσει μια ώρα αρχύτερα στο πολεμικό μέτωπο.
Όταν ο Μάρκους ερωτεύεται την Ολίβια, από το γειτονικό κολέγιο των κοριτσιών, ξαφνιάζεται με τον απελευθερωμένο χαρακτήρα της. Κυρίως όταν μέσα στο δανεισμένο αυτοκίνητο του συγκατοίκου του, τον ξεπαρθενεύει. Ταυτίζεται με τα μυαλά του πατέρα του, δεν μπορεί να το χωρέσει ο νους του την ευκολία με την οποία εκείνη του κατέβασε το παντελόνι. Η Ολίβια, βλέποντας τον τρόμο του, παύει να του μιλάει και λίγο αργότερα παθαίνει νευρική κρίση και καταφεύγει, έγκυος, σε μια κλινική. Άλλωστε είχε βεβαρημένο παρελθόν με μια απόπειρα αυτοκτονίας.
Ο τελειομανής και επιμελής Μάρκους, που μοναδικό στόχο είχε να μπει στη Νομική Σχολή, κλονίζεται με τα προσωπικά αλλά και τα ενδοκολεγιακά προβλήματα. Δεν αντέχει τον υποχρεωτικό εκκλησιασμό, των σαράντα παρουσιών ετησίως, να παρακολουθεί βαρυγγωμώντας μαθήματα Στρατιωτικής Επιστήμης ώστε να μην καταταχθεί στην πρώτη γραμμή, ανέχεται ακόμη τις υποχονδρίες του πατέρα του από μακριά, ενώ αυξάνεται η πίεση του κοσμήτορα που τώρα τον κατηγορεί για την εγκυμοσύνη της Ολίβιας. Ο Μάρκους, σε έναν συναρπαστικό διάλογο μαζί του, ομολογεί ότι είναι άθεος, παραθέτοντας ολόκληρα αποσπάσματα από την ομιλία του Μπέρτραντ Ράσελ «Γιατί δεν είμαι χριστιανός». Στο τέλος ξερνάει πάνω στο γραφείο του κοσμήτορα και καταρρέει από την αδικία που δεν μπορεί να είναι ο εαυτός του.
Η αποκάλυψη
Στη σελίδα 66 διαβάζουμε: «Ακόμη και τώρα που είμαι πεθαμένος και εγώ δεν ξέρω από πότε... απανωτές αναποδιές που κατέληξαν στον θάνατό μου στα δεκαεννιά μου χρόνια». Η έγκαιρη αυτή αποκάλυψη και παρέμβαση του αφηγητή, από ένα στάδιο μεταθανάτιο ή από ένα στάδιο κωματώδους κατάστασης δημιουργεί στον αναγνώστη ένα συναίσθημα αγανάκτησης επειδή ένα νέο άτομο δεν μπόρεσε να διαφύγει από τη στενοκεφαλιά των μεγάλων. Όμως ο θάνατος είναι οριστικός. Ο Μάρκους θα βρεθεί στην Κορέα με διαλυμένο το κεφάλι από τις οβίδες γιατί, όταν συνελήφθη να χαρτζιλικώνει έναν συμμαθητή του που τον αντικαθιστούσε στην εκκλησία, αρνήθηκε να ζητήσει συγγνώμη. Έτσι η κατάταξή του σε μάχιμη μονάδα ήταν μια φυσική κατάληξη και ο πόλεμος ενάντια στους Κινέζους ήρθε ειρωνικά αντίστροφα με το τραγούδι που ο Μάρκους έλεγε στο δημοτικό: «Λαέ της Κίνας ο κίνδυνος έφτασε προ των πυλών/ και αγανάκτηση γεμίζουν οι καρδιές όλων».
Εκείνη η «αγανάκτηση» του Εθνικού Ύμνου των Κινέζων και συμμάχων των Αμερικανών στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο γίνεται προσωπική αγανάκτηση μιας σύντομης ζωής για ένα πεισματάρικο αγόρι που δεν υπέκυψε στις πιέσεις και τις γαλιφιές, αλλά υπερασπίστηκε την προσωπική του αυτοτέλεια, χωρίς να προλάβει να γευτεί τις χαρές του ενηλίκου.
Βιβλιοδρόμιο των Νέων, 21-22 Νοεμβρίου 2009, Θεόδωρος Γρηγοριάδης
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις