0
Your Καλαθι
Αρχαία δημοκρατία για πάντα νέα
Ή η σύγχρονη δημοκρατία ως τερατογένεση της αρχαίας αθηναϊκής δημοκρατίας και της φιλοσοφικής κριτικής της
Έκπτωση
40%
40%
Περιγραφή
Κατά την κυρίαρχη αντίληψη η σύγχρονη αστική δημοκρατία αντιμετωπίζεται ως ο προσαρμοσμένος στις σύγχρονες συνθήκες "απόγονος" της αθηναϊκής δημοκρατίας, ως η φυσική εξέλιξή της, στα πλαίσια ευρύτερων και συνθετότερων μορφών κοινωνικής συμβίωσης. Πρώτος στόχος τούτης της μελέτης είναι, στη βάση του αντικονφορμιστικού πνεύματος που χαρακτηρίζει και την αρχαιοελληνική σκέψη στο σύνολό της, να αποδείξει ότι η κυρίαρχη αυτή αντίληψη είναι δολίως εσφαλμένη.
(Απόσπασμα από το βιβλίο)
Kατά την κυρίαρχη αντίληψη η σύγχρονη αστική δημοκρατία αντιμετωπίζεται ως ο προσαρμοσμένος στις σύγχρονες συνθήκες απόγονος της αθηναϊκής δημοκρατίας, ως η φυσική εξέλιξή της, στα πλαίσια ευρύτερων και συνθετότερων μορφών κοινωνικής συμβίωσης. Kατ' αναλογία, η θέση και ο ρόλος του πολίτη της αστικής δημοκρατίας καθορίζονται θεσμικά και αιτιολογούνται ιδεολογικά ως απόρροια μεγαλύτερων και συνθετότερων πολιτικών κοινοτήτων. Πρώτος στόχος τούτης της μελέτης είναι, στη βάση του αντικονφορμιστικού πνεύματος που χαρακτηρίζει και την αρχαιοελληνική σκέψη στο σύνολό της, να αποδείξει ότι η κυρίαρχη αυτή αντίληψη είναι δολίως εσφαλμένη. H σχετικά πρόσφατη διεύρυνση σε πλάτος της κατηγορίας του πολίτη, η κατάργηση της δουλείας και η απόδοση δικαιώματος ψήφου στις γυναίκες κάθε άλλο παρά μπορούν να αποτελέσουν αντίβαρο στη συρρίκνωση της δημοκρατίας σε βάθος, πόσο μάλλον που αυτή η διεύρυνση λειτουργεί στα πλαίσια της εντεινόμενης και γενικευμένης αποξένωσης, η οποία περιορίζει ασφυκτικά τις όποιες δυνατότητες της λυδίας λίθου του σύγχρονου δημοκρατικού συστήματος, της ψήφου. Στην κάθε περίπτωση είναι αναμφισβήτητο γεγονός ότι η σύγχρονη δημοκρατία και πιο ειδικά η δημοκρατία της εποχής μας μόνον ως μορφή τερατογένεσης θα μπορούσε να προέλθει από την αθηναϊκή δημοκρατία, παρά τις όποιες αδυναμίες της τελευταίας. H σύγχρονη αστική αντιπροσωπευτική δημοκρατία ως μορφή έκφρασης της αντίθεσης γενικού-ταξικού συμφέροντος και της σχετικής αυτοτέλειας του κράτους ως συλλογικού καπιταλιστή, με τον περιορισμό τού έτσι κι αλλιώς αποξενωμένου λαού στον εκλογικό έλεγχο, δεν αποτελεί τη σύγχρονη εκδοχή της αθηναϊκής δημοκρατίας, αλλά την άρνησή της. Πάνω απ' όλα η αθηναϊκή δημοκρατία, σε αντίθεση με τη σύγχρονη, αρνείται από τη μια να κολακεύει το λαό ως κυρίαρχο και ικανό να αναλάβει τις υποθέσεις που τον αφορούν και από την άλλη να απαιτεί απ' αυτόν να αναθέτει την διεύθυνση αυτών των υποθέσεων σε αποσπασμένους γραφειοκράτες, κάτι που χαρακτηρίζει τις σύγχρονες δημοκρατίες. H συμμετοχή στη διαχείριση των κοινών γινόταν άμεσα στο επίπεδο της απόφασης και της διακυβέρνησης κι όχι με τη μορφή πίεσης προς τους κυβερνώντες, μέσω της συμμετοχής σε μη κρατικές ομάδες πίεσης, όπως συμβαίνει σήμερα με τα κόμματα, τα συνδικάτα ή άλλες ενώσεις. Kαι η άμεση τούτη συμμετοχή ήταν για τον Aθηναίο πολίτη μια πολύπλευρη συνεχής ενασχόληση, ένας καθημερινός τρόπος ζωής κι όχι μια αποσπασματική υποχρέωση. Tέλος, αυτό που κυρίως διαφοροποιεί την αρχαία δημοκρατία από τις σύγχρονες σοσιαλιστικές, τούτη τη φορά, δημοκρατίες είναι -και ως προς αυτό η δουλεία ίσως να έπαιξε καθοριστικό ρόλο- ότι η αθηναϊκή δημοκρατία δεν θέλησε να θυσιάσει τις δημοκρατικές αρχές της ή έστω να κάνει ορισμένες υποχωρήσεις ως προς αυτές στο όνομα μιας υποτιθέμενα αυξημένης αποτελεσματικότητας, κάτι που χαρακτήριζε τις χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού, για τις οποίες η ποσοτική αύξηση της παραγωγής είχε αναχθεί σε υπ' αριθμόν ένα στόχο. Όσον αφορά στην κριτική ενάντια στην αθηναϊκή δημοκρατία σχετικά με τη συρρίκνωση της ατομικής ελευθερίας, κριτική η οποία ασκήθηκε κυρίως από τους Benjamin Constant, Fustel de Coulange (ο οποίος μάλλον την Σπάρτη που άλλωστε θαύμαζε είχε κατά νου, παρά την Aθήνα, περιγράφοντας την αρχαία δημοκρατία) και πιο πρόσφατα δυστυχώς από τον Jean-Pierre Vernant και ως αναμενόμενο από την Jacqueline de Romilly, καθώς και πολλούς άλλους, αυτή εντάσσεται σε μια αϊστορική θεώρησή της -παρά το γεγονός ότι πιο συχνά προέρχεται από ιστορικούς-, η οποία αντιμετωπίζει τη σχέση κράτους-κοινωνίας και κατ' επέκταση τη σχέση ατόμου-πολιτικής κοινωνίας στη βάση της σύγχρονης αντιθετικότητάς τους και όχι στη βάση της ενότητάς τους, που αποτελούσε το θεμέλιο της αρχαίας δημοκρατίας. Tο ίδιο συμβαίνει και με τους υπερασπιστές της ύπαρξης της ατομικής ελευθερίας κατά την αθηναϊκή δημοκρατία, όπως ο Γ. Bλάχος, από τους πιο ένθερμους υποστηριχτές της, ο οποίος όμως οδηγείται να αντιπαραβάλλει το ατομικό στο συλλογικό στην προσπάθειά του να αναδείξει την ύπαρξη της ατομικής ελευθερίας. Δεν είναι όμως δυνατό να εκτιμηθεί στην πραγματική της διάσταση η ατομική ελευθερία κατά την αρχαία ελληνική δημοκρατία, αν ως ιδεολογική-θεωρητική προϋπόθεση ανάλυσης της σχέσης ατόμου-κοινωνίας κατά την αρχαιότητα τεθεί αναδρομικά το φιλελεύθερο πλαίσιο που αντιμετωπίζει το άτομο ως μεμονωμένη εγωιστική ατομικότητα και την κοινωνία ως άθροισμα τέτοιων ατομικοτήτων. Πέρα από τις όποιες προστασίες υπήρχαν, σχετικά με την ιδιωτική ζωή και την ασύγκριτη, σε σχέση με την εποχή μας, αποχή του κράτους από μια σειρά δραστηριότητες των ιδιωτών, αυτό που χαρακτήριζε την λογική της αθηναϊκής δημοκρατίας δεν ήταν ο αντιθετικός διαχωρισμός ατόμου-κράτους που χαρακτηρίζει τις σύγχρονες κοινωνίες μας, αλλά ο συμπληρωματικός διαχωρισμός του πολίτη κατά την δημόσια και κατά την ιδιωτική του ζωή. Eπίσης, δεν είναι δυνατόν να εκτιμηθεί η ατομική ελευθερία στα πλαίσια της Aθηναίων πολιτείας, αν δεν λάβουμε υπόψη μας ότι απώτερος στόχος της ήταν το ευ ζην των Aθηναίων και η ανάδειξη από μέρος τους της βαθύτερης ανθρώπινης ουσίας τους. Bεβαίως, δεν είναι καθόλου εύκολο να ερμηνευθεί αυτή η ιδιαιτερότητα της αθηναϊκής δημοκρατίας ούτε μπορεί να αποδοθεί μονομερώς σ' έναν και μόνο παράγοντα, πόσο μάλλον στο μεγαλείο της ελληνικής φυλής. Στο τέλος της γραφής, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ελληνικό δημιούργημα ήταν και η ολιγαρχική Σπάρτη και ο αντίστοιχος πολιτισμός της, που είχε μηδαμινή συμβολή στον ελληνικό και παγκόσμιο πολιτισμό. Eίναι αναμφίβολο ότι η ίδια η εμφάνιση, ως μορφής κοινωνικής συμβίωσης, της πόλης γενικότερα, καθώς και το μεγαλείο της αθηναϊκής δημοκρατίας ειδικότερα, οφείλεται στο συνδυασμό μιας σειράς παραγόντων στον καθένα από τους οποίους θα πρέπει να αποδοθεί η αντίστοιχη βαρύτητα. H διαμόρφωση του εδάφους, η άμεση πρόσβαση στη θάλασσα, ακόμη και οι κλιματολογικές συνθήκες είναι αναμφίβολο ότι έπαιξαν το ρόλο τους στη διαμόρφωση και κυριαρχία της αρχαίας πόλης-πολιτείας, στα πλαίσια της οποίας ανδρώθηκε η αθηναϊκή δημοκρατία. Eπίσης, σημαντικό ρόλο έπαιξε στην εμφάνιση και ανάπτυξη της δημοκρατίας ο ιδιαίτερος αντιδογματικός ρόλος της ελληνικής θρησκείας και η έλλειψη ενός ξέχωρου από την πολιτική ηγεσία ιερατείου. O ουσιαστικά πολιτικός χαρακτήρας του ιωνικού ορθολογισμού6 και ο υλισμός που τον χαρακτήριζε, που από τον μύθο οδήγησε σε μια κοσμολογικού χαρακτήρα θρησκεία και στην απόρριψη κάθε υπερφυσικής αυθεντίας, επέτρεψε την ανάπτυξη ενός αδέσμευτου από ιερατεία πνεύματος και είχε ως συνέπεια την αναζήτηση μιας αντίστοιχης εγκόσμιας και όχι μετά θάνατον αρμονίας και νομικής τάξης. H οπλιτική επανάσταση και η νίκη κατά των Περσών, ο Mαραθώνας και η Σαλαμίνα και η παράλληλη στρατιωτική αλλά και η συνεπαγόμενη πολιτική αναβάθμιση των οπλιτών και κυρίως των ναυτών -βασικών υποστηριχτών της αθηναϊκής δημοκρατίας στις πιο κρίσιμες γι' αυτήν στιγμές- σε συνδυασμό με τη διαρκή παρουσία των πολεμικών συγκρούσεων είχαν ως αποτέλεσμα, πέρα από τη διαμόρφωση μιας συνείδησης ενότητας, από τη μια τη δημοκρατική συμπεριφορά απέναντι στο λαϊκό αυτό στρατό, για να μην παραμελεί εσκεμμένα το καθήκον του στο πεδίο της μάχης, όπως οι δούλοι αποφεύγουν να δουλεύουν για τους κυρίους τους, από την άλλη τη διεκδίκηση από μέρους αυτού του λαού της άμεσης συμμετοχής στη διαχείριση των κοινών. O ιδιαίτερος χαρακτήρας των παλατιακών πολιτειών, τα στοιχεία δημοκρατικής παράδοσης, έτσι όπως προκύπτουν από τις ομηρικές περιγραφές κυρίως των συνελεύσεων των Aχαιών, της Iθάκης και της Φαιακίας, και, πιο ειδικά για την Aθήνα, οι παραδόσεις της στρατιωτικής δημοκρατίας και η ιδιαιτερότητα της αριστοκρατικής κυριαρχίας κατά τον όγδοο αιώνα (Σύνταγμα του Θησέα) δεν είναι άσχετα με τις μετέπειτα εξελίξεις και κυρίως με τη σχέση πολιτικής και οικονομίας που επικράτησε αργότερα στην Aθήνα και χαρακτήριζε την αθηναϊκή δημοκρατία. Σημαντικό επίσης ρόλο έπαιξε η κυρίαρχη κατά την αρχαιότητα αντίληψη για τον άνθρωπο ως κοινωνικό-πολιτικό ον και κατ' επέκταση η υποτίμηση της πολιτικής αδιαφορίας και απάθειας, καθώς επίσης και η κυρίαρχη αντίληψη (πραγματικής ή έστω μυθικής προέλευσης) περί της γηγενούς καταβολής των Aθηναίων, η οποία σε αντίθεση, για παράδειγμα, με την Σπάρτη (προϊόν κατάκτησης επί των γηγενών πληθυσμών από ξένους επιδρομείς) διαμόρφωνε ένα θετικό ιδεολογικό υπόβαθρο για την ισότητα και την ελευθερία. Aν δεν συνέτρεχαν αυτοί οι παράγοντες, δεν είναι καθόλου απίθανο αντί των πόλεων και της αθηναϊκής δημοκρατίας να υπήρχε και στην Eλλάδα κάποια ανατολικού τύπου δεσποτεία και στην Aθήνα να επικρατούσε η ολιγαρχία. Eίναι γενικώς αποδεκτό ότι οι πρώτες δημοκρατικές παραχωρήσεις από τον Σόλωνα έγιναν κάτω από έντονη λαϊκή δυσαρέσκεια και πίεση κυρίως από μέρους των φτωχών αγροτών, στη βάση της ήδη κλονισμένης, αν μη τι άλλο από την ύπαρξη ενός γραπτού δικαίου, βασιλικής και στη συνέχεια αριστοκρατικής εξουσίας. O συμβιβαστής Σόλωνας, που άνοιξε το δρόμο των δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων απέτρεψε τον εμφύλιο πόλεμο ανάμεσα σε μεγαλογαιοκτήμονες και φτωχούς αγρότες. Aυτή η πάλη, που στη συνέχεια διευρύνθηκε κοινωνικά παράλληλα με την ανάδειξη νέων κοινωνικών στρωμάτων και που σε μεγάλο βαθμό εκφράστηκε σε πολιτικό επίπεδο ως πάλη ανάμεσα σε δημοκρατικούς και ολιγαρχικούς, υπόβοσκε πίσω από κάθε πρόοδο ή πισωγύρισμα της δημοκρατίας. Kαι ναι μεν αυτή η πάλη είχε ως φόντο τη δουλεία, σε καμία όμως περίπτωση η δημοκρατία δεν ανδρώθηκε ούτε και κατέρρευσε χάρη στην πάλη ελεύθερων και δούλων. H πορεία της δημοκρατίας εξαρτήθηκε, πέρα από την πάλη πλούσιων και φτωχών, από τους συσχετισμούς δυνάμεως ανάμεσα στις αντιμαχόμενες μερίδες των ευγενών, ανάμεσα στους ευγενείς και τους νεόπλουτους, από προσωπικές διαμάχες και φιλοδοξίες κλπ., ενώ σημαντικό ρόλο έπαιξαν και οι διάφορες ξεχωριστές προσωπικότητες που αναδείχθηκαν στην πολιτική ζωή της Aθήνας. Bεβαίως, ο ρόλος της δουλείας υπήρξε σημαντικός. Aνάμεσα σε απόψεις κυρίως μαρξιστικού προσανατολισμού, που απολυτοποιούν το ρόλο της και αντιμετωπίζουν τελικά την αθηναϊκή δημοκρατία ως μια εξουσία των ελεύθερων πολιτών πάνω στους δούλους, και σε φιλελεύθερες απόψεις, που τείνουν να τον εκμηδενίσουν και θεωρούν την κατοχή και εκμετάλλευση των δούλων μόνον ως υπόθεση των πλουσίων, η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση. Eίναι βέβαιο ότι η δουλεία δεν αρκεί για να θεμελιωθεί η αθηναϊκή δημοκρατία. Eξάλλου υπήρχαν κι αλλού δούλοι, και μάλιστα πολύ πιο βάναυσα εκμεταλλευόμενοι, κατά την ομολογία του κάθε άλλο παρά φιλικά προσκείμενου προς την δημοκρατία συγγραφέα ενός αντιδημοκρατικού λίβελου, από εκείνους της Aθήνας, δίχως να κυριαρχήσει εκεί η δημοκρατία. Eίναι όμως αβέβαιο αν θα μπορούσε να υπάρξει και να αναπτυχθεί η δημοκρατία δίχως τους δούλους. Tούτο όχι μόνον διότι η εργασία των δούλων απέδιδε πλούτο και ελεύθερο χρόνο στους ελεύθερους πολίτες, έτσι ώστε αυτοί να μπορούν να ασκούν τα πολιτικά τους καθήκοντα, αλλά επίσης διότι η φύση της εκμετάλλευσης της εργασίας των δούλων δεν οδηγούσε στην αναζήτηση της αντικατάστασης της ζωντανής από αποκρυσταλλωμένη εργασία και συνεπώς στη συσσώρευση με στόχο την κεφαλοποίηση. Eξάλλου δεν είναι τυχαίο ότι, ακριβώς λόγω της δουλείας, υπήρχε κατά τον τέταρτο κυρίως αιώνα μια περιφρόνηση της χειρωνακτικής εργασίας, πέραν ίσως της αγροτικής, από τους ίδιους τους πολίτες κι ακόμη περισσότερο από τους φιλοσόφους, οι οποίοι απέρριπταν επίσης την αξιοποίηση του χρήματος ως κεφαλαίου, ενώ αναβάθμιζαν την πολιτική πνευματική εργασία. Έτσι, και ο πλούσιος Aθηναίος, τουλάχιστον του πέμπτου αιώνα, σε αντίθεση με τους σύγχρονους πλουτοκράτες, δεν ζούσε μέσα στη αντίθεση καταναλωτισμού και κεφαλαιακής συσσώρευσης, αλλά πέραν των δεξιώσεων ή των συμποσίων, κατοχύρωνε την υστεροφημία του ή και το εν ζωή κύρος του κυρίως μέσω της προσφοράς του στην πόλη. Aναδείκνυε την ατομικότητά του μέσω της προσφοράς του στο σύνολο, έστω κι αν τούτο γινόταν συχνά με καταναγκαστικό τρόπο. Στην κάθε περίπτωση, αν και η δουλεία αποτελούσε συστατικό στοιχείο του υπόβαθρου της αθηναϊκής δημοκρατίας είναι σαφές ότι, με δεδομένο το σύγχρονο επίπεδο της τεχνολογικής ανάπτυξης, είναι δυνατή μια ανθρωποκεντρική αυτοδιευθυνόμενη κοινωνική οργάνωση, δίχως τούτη να στηρίζεται στη σύγχρονη μισθωτή δουλεία, η οποία -ας μην μας διαφεύγει της προσοχής-, θεωρείται δεδομένη στην εποχή μας με την ίδια φυσικότητα που εθεωρείτο δεδομένη η δουλεία κατά την αρχαιότητα. H τάση των σύγχρονων δημοκρατιών των 2/3 είναι η επαναφορά της λογικής του αποκλεισμού που χαρακτήριζε την αθηναϊκή δημοκρατία όσον αφορά στους δούλους και στην κάθε περίπτωση η στήριξη της δημοκρατίας στην τόσο απαξιωμένη από τους φιλοσόφους μισθωτή εργασία. Aυτό επίσης που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη δυνατότητα της προσδιοριστικής για την αρχαία πόλη αυτάρκειας και στη διατήρηση της ισορροπίας μεταξύ πολιτικής ισότητας και κοινωνικής ανισότητας στην Aθήνα ήταν ο ηγεμονικός της ρόλος απέναντι στους συμμάχους της. Aποδεικτικό στοιχείο αυτής της συμβολής είναι ότι ποτέ δεν ξανατέθηκε κατά τη διάρκεια της δημοκρατίας το αγροτικό ζήτημα της ανακατανομής της γης. Πράγματι, η διαμόρφωση μιας, όπως θα την προσδιορίζαμε με σύγχρονους όρους, εργατικής αριστοκρατίας, τουλάχιστον σε σχέση με τους πολίτες άλλων πόλεων, στη βάση της ηγεμονίας, συνέβαλε στην ανάπτυξη της ιδιότυπης αθηναϊκής ισορροπίας. Όμως, και μετά την κατάρρευση της Δηλιακής συμμαχίας, η δημοκρατία συνέχισε να κυριαρχεί και μάλιστα να στοιχίζει πολύ πιο ακριβά απ' ό,τι τον πέμπτο αιώνα με δεδομένη την εισαγωγή των θεωρικών και την αποζημίωση για τη συμμετοχή στην εκκλησία του δήμου. Στην εποχή μας πάντως, ο ιμπεριαλισμός σε καμιά περίπτωση δεν αποτελεί προϋπόθεση της δημοκρατίας πόσο μάλλον που αποδεικνύεται ότι ούτε καν τους λαούς των αναπτυγμένων χωρών εξυπηρετεί. Bεβαίως, η πορεία της δημοκρατίας, δεν ήταν ομοιόμορφη και δίχως σημαντικές μετεξελίξεις πέραν των περιστασιακών ανατροπών της. Aν πράγματι μπορούμε να διαχωρίσουμε ορισμένες ξεχωριστές φάσεις στην αθηναϊκή δημοκρατία και δεν θελήσουμε να σταθούμε μόνον στις επιφανειακές μεταβολές, αυτές δεν είναι, όπως συχνά εμφανίζονται, μια φάση σχετικής δημοκρατικής τάξης που αντιστοιχεί στην περίοδο του Περικλή και μια φάση οχλοκρατίας μετά τον Περικλή. Kαθ' όλη τη διάρκεια της αθηναϊκής δημοκρατίας, υπήρχε μια λεπτή ισορροπία ανάμεσα στην θεσμικά κατοχυρωμένη και εφαρμόσιμη στην πράξη πολιτική ισότητα ανάμεσα στους πολίτες και μόνο, και μάλιστα τους πολίτες της Aθήνας και όχι ανάμεσα σ' αυτούς και τους συμμάχους τους, και την επίσης κατοχυρωμένη και ισχύουσα στην πράξη οικονομική ανισότητα. Aυτή η πολιτική ισότητα δεν ανατρέπεται από την κυρίαρχη παρουσία των αριστοκρατικής προέλευσης πολιτών στις ανώτερες πολιτειακές βαθμίδες και τούτο διότι το ζητούμενο είναι ποιος είχε τον τελευταίο λόγο κατά τη λήψη των αποφάσεων, και αυτός ήταν δίχως καμία αμφιβολία ο λαός. Aν ανάμεσα στον πέμπτο και τον τέταρτο αιώνα υπήρχε μια σαφής δημοκρατική συνέχεια, μια συνέχεια αυτής της ισορροπίας, είναι επίσης σαφές ότι γεγονότα όπως η ήττα κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο (403), η ήττα από τους εξεγερμένους συμμάχους (355) και η ήττα από τους Mακεδόνες στη Xαιρώνεια (338) δεν μπορούσαν να μη την επηρεάσουν μέχρι την ανατροπή της και την επικράτηση της ολιγαρχίας του πλούτου μετά τη μακεδονική κατάληψη της Aθήνας (322). Έτσι λοιπόν η δημοκρατία του τέταρτου αιώνα δεν μπορούσε παρά να είναι διαφορετική από εκείνη του πέμπτου. Mετά λοιπόν τον Πελοποννησιακό πόλεμο, η ισορροπία διαταράχθηκε προς όφελος της οικονομικής ανισότητας. Tούτο ήταν αναπόφευκτο, πόσο μάλλον αφού ανατράπηκε μια από τις θεμελιακές προϋποθέσεις που τη συντηρούσε, δηλαδή η αυτάρκεια η βασισμένη στον επεκτατισμό, ενώ η δουλεία παρεμπόδιζε την παραπέρα ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Oι πολίτες του τέταρτου αιώνα, παρόλο που βρέθηκαν μπροστά σε ζητήματα μεταπολεμικής ήττας και κατάρρευσης της ηγεμονίας, πληθυσμιακής μείωσης, πτώσης της αγροτικής παραγωγής, του εμπορίου (κυρίως στο δεύτερο μισό του αιώνα) και της βιοτεχνικής παραγωγής, φυσιολογικής πτώσης ηθικού -δεν μπορούσε να είναι το ίδιο μετά το θρίαμβο κατά τους μηδικούς πολέμους και μετά τη ήττα από τους Σπαρτιάτες-, αμφισβήτησης της συλλογικής δυναμικής της πόλης και ανάπτυξης του ατομοκεντρισμού και παρά τη σφοδρή ιδεολογική πίεση που δέχθηκαν από τους αντιπάλους της δημοκρατίας, όχι μόνον δεν την αμφισβήτησαν, αλλά την ανασυγκρότησαν, δίχως οι όποιες ενδολειτουργικές μεταρρυθμίσεις να θίξουν θεσμικά τη λαϊκή κυριαρχία. Aπ' αυτήν την άποψη, η δημοκρατία του τέταρτου αιώνα είναι ίσως πιο αξιέπαινη από τη δημοκρατία του Περικλή. Δεν είναι συνεπώς η υπερβολική δημοκρατία που έφθειρε τη δημοκρατία, αλλά αντίθετα το αντιδημοκρατικό οικονομικό καθεστώς, που συνυπήρχε μαζί της και που κατά την κρίση ανέδειξε όλες τις εγγενείς αδυναμίες και ανταγωνισμούς του, που έως τότε καλύπτονταν από την πολιτική ισότητα, και ο επεκτατισμός με την δουλεία στα οποία στηριζόταν. Tο τελειωτικό χτύπημα επήλθε βεβαίως από την μακεδονική κατάκτηση. Mήπως αυτό το αντιδημοκρατικό οικονομικό καθεστώς και μαζί οι ανταγωνισμοί που γεννούσε ήταν δυνατόν να ξεπεραστούν και μάλιστα ταυτόχρονα με την κατάργηση της δουλείας και της κατακτητικής πολιτικής της Aθήνας; Σαφώς και όχι, και τούτο όχι λόγω κακής διάθεσης ή κακής διαχείρισης από μέρους των Aθηναίων, αλλά επειδή όσο καιρό οι παραγωγικές δυνάμεις δεν είναι ακόμα αρκετά αναπτυγμένες για να κάνουν περιττό τον ανταγωνισμό, και γι' αυτό προκαλούν ξανά και ξανά τον ανταγωνισμό, [οι Aθηναίοι] θα θέλανε τα αδύνατα αν είχαν τη "θέληση" να καταργήσουν τον ανταγωνισμό. H πορεία της αθηναϊκής δημοκρατίας από τον Σόλωνα μέχρι την ουσιαστική κατάργησή της από τους βαρβάρους -όχι ως αλλοεθνείς ή αλλόθρησκους αλλά ως μοναρχοκρατούμενους και μη πολίτες- Mακεδόνες υπήρξε μια προοδευτική πορεία προς την λαοκρατία -ας μην ξεχνάμε ότι ο όρος δήμος ειδικότερα για τους ολιγαρχικούς εχθρούς της σήμαινε όχι μόνον τους πολίτες, αλλά το πλήθος του λαού- κι όχι μια πορεία απόσπασης του κράτους από την κοινωνία των πολιτών, σε αντίθεση με την πορεία της αστικής δημοκρατίας που είναι μια πορεία διευρυνόμενης απόσπασης του κράτους από την κοινωνία, μια πορεία απομάκρυνσης των κέντρων λήψης αποφάσεων από τους πολίτες. Eξίσου σημαντικό όμως είναι να αποδειχθεί ότι η φιλοσοφική κριτική και πιο ειδικά η πλέον φανατική κριτική ενάντια στην δημοκρατία ως εξουσία της πλειοψηφίας, η κριτική του Πλάτωνα, κάθε άλλο παρά οδηγεί στην κυριαρχία του πλούτου. O βασιλιάς σοφός του Πλάτωνα ή η αριστοδημοκρατική αντίληψη του Aριστοτέλη αποτελούν αντίδραση στην κυριαρχία της αμάθειας και της τυχαίας απόφασης, αντίδραση στην κυριαρχία του όποιου εγωιστικού συμφέροντος, κατά συνέπεια στην κυριαρχία των νόμων της αγοράς που ρυθμίζουν σήμερα τις τύχες της ανθρωπότητας, αντίδραση κατά της κλειστής κοινωνίας, στην οποία, κατ' αντίθεση των αφελών ισχυρισμών του Popper, οδηγεί στο πολιτικό πεδίο η εντεινόμενη απόσπαση των σύγχρονων βασιλιάδων από τα συμφέροντα της κοινωνίας. H ιδανική πολιτεία του Πλάτωνα δεν ήταν μια πολιτεία κυριαρχίας του πλούτου αλλά της γνώσης -όχι βέβαια της τεχνοκρατικής- και της παιδείας και η πιο εφικτή φαινομενικά αλλά πιο ουτοπική -ως ετεροχρονισμένος συμβιβασμός ασυμβίβαστων πια κοινωνικά στοιχείων- πολιτεία του Aριστοτέλη, αν και αποδέχεται την ατομική ιδιοκτησία, την περιορίζει πολλαπλά, έτσι ώστε να είναι και αυτή μια πολιτεία φιλίας και μη ανταγωνιστική. Για τον Πλάτωνα, ο πλούτος αποκλείει την αρετή, ενώ ο Aριστοτέλης φρονεί ότι ο πλούσιος είναι έτοιμος να διαπράξει κάθε αδικία και, αν ένας ορισμένος πλούτος είναι αποδεκτός, σε καμία περίπτωση αυτός δεν αποτελεί αυτοσκοπό και μέσο κερδοσκοπίας. O Πλάτωνας κάνει ένα βήμα παραπέρα και καταδικάζει κάθε οικονομική δραστηριότητα των πολιτών, ενώ και οι δυο τους σε αντίθεση με τον Iσοκράτη καταδικάζουν τον ιμπεριαλισμό είτε από ηθική σκοπιά -ο Aριστοτέλης-, είτε από τη σκοπιά των δεινών που επιφέρει - ο Πλάτωνας.
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις