0
Your Καλαθι
Η μεγαλομανία του Φρόυντ
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
Ένα χειρόγραφο χαμένο για πολύ καιρό που είναι το κλειδί για την κληρονομιά του Φρόυντ· μια μυστηριώδης γυναίκα που ισχυρίζεται ότι είναι η κόρη του παράνομου παιδιού του· η συνωμοσία σιωπής που περιβάλλει το μαρτύριο κάποιων βασανισμένων από τον πόλεμο στρατιωτών· η λαγνεία ενός σύγχρονου επιστήμονα που κατασκευάζει το απόλυτο ρομπότ, τη μηχανή Μέριλιν: αυτές είναι μερικές από τις ιστορίες που αποτελούν τον αφηγηματικό καμβά αυτού του ιδιοφυούς μυθιστορήματος που με παιγνιώδη τρόπο αναφέρεται στον μεγάλο Αυστριακό ψυχαναλυτή. Χωρίς να φοβάται να παραποιήσει την ιστορία και ειρωνευόμενος τις αιώνιες διαμάχες μεταξύ υποστηρικτών και επικριτών της φροϋδικής θεωρίας, ο Ρόζενφιλντ μας αποκαλύπτει έναν Φρόυντ ο οποίος, ανατρέχοντας στο έργο της ζωής του, συνειδητοποιεί ότι όλα όσα μας είπε ήταν λάθος.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Η ανεύρεση ενός χειρογράφου που ρίχνει φως σε μυστικές πτυχές της ζωής του πατέρα της ψυχανάλυσης είναι το ευφυές μυθιστορηματικό εύρημα που ο Ροζενφίλντ χρησιμοποιεί με τρόπο κατεξοχήν φροϊδικό, τρόπος ο οποίος επιβεβαιώνει τις βασικές αρχές της ψυχαναλυτικής θεωρίας για την επιθυμία, την απόκρυψη, τη μυστικοπάθεια και την παραπλάνηση. Παίρνοντας την ευκαιρία που του παρέχει το χειρόγραφο, μιλάει για μια υποτιθέμενη κρυφή ερωτική ζωή του ψυχαναλυτή, για όλα όσα απασχολούν τους μελετητές και τους επικριτές του, ενώ μέσα από μία ευφυή ανατροπή βάζει τον ίδιο τον Φρόιντ να αποκαλύπτει την κρυφή ζωή του και ταυτόχρονα, μέσα από μία οριακή πράξη αυτοκριτικής, να αναιρεί ο ίδιος τις απόψεις και το σύστημά του, προβλέποντας τις αδυναμίες της θεωρίας του και τις ρωγμές του έργου του.
Ο Ροζενφίλντ, κατασκευάζοντας ένα «μυστικό», χρησιμοποιεί ένα υποθετικό γεγονός που συνέβη στο παρελθόν, για να θίξει κάποια από τα κρίσιμα ερωτήματα: κατά πόσον αποτελεί η ψυχανάλυση επαρκή μέθοδο για την εξερεύνηση του εαυτού και της αλήθειας αλλά και για να διερευνηθούν τα ζητήματα της μνήμης και της δύναμης που ασκούν οι άνθρωποι επιρροής στη ζωή μας.
Ο τίτλος του πρώτου μυθιστορήματος του Ροζενφίλντ συμπίπτει με τον τίτλο ενός μόλις ανακαλυφθέντος χειρογράφου, που είναι και η τελευταία εργασία του Φρόιντ και που ο ίδιος είχε παραχωρήσει σε μια ερωμένη του, ως κληροδότημα για την παράνομη κόρη τους, την οποία και είχε αρνηθεί να αναγνωρίσει.
Κεντρικός αφηγητής είναι ο προφέσορας Αλμπέρτ Τ. Στιούαρτ, ο οποίος μας αποκαλύπτει όλη την ιστορία και την περιπέτεια του χειρογράφου και τον τρόπο που αυτό αποτελεί μαρτυρία για την αποκήρυξη της ψυχαναλυτικής θεωρίας από τον ίδιο τον ιδρυτή της. Ο Στιούαρτ αν και δηλώνει από την πρώτη σελίδα την αποστροφή του για την ψυχανάλυση και τον Φρόιντ, φαίνεται πως μεταπείθεται μετά την ανάγνωση του χειρογράφου, καθώς εμφανίζονται νέες πλευρές της προσωπικότητας του ψυχαναλυτή, οι οποίες τον κάνουν να συμπάσχει και να κατανοεί τα διλήμματά του.
Υστερα από τη συμμετοχή του Στιούαρτ σε ένα συνέδριο ψυχαναλυτών και ψυχολόγων, τον επισκέπτεται στο γραφείο του μια όμορφη γυναίκα, που του συστήθηκε ως Μπερνταντέτ Σίλντερ, και του παραδίδει ένα χειρόγραφο το οποίο είναι, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της, γραμμένο από τον ίδιο το Φρόιντ το 1938 και είναι αφιερωμένο στη μητέρα της Εμα, νόθα κόρη του και κόρη της Αδελαΐδας Μπένες, που υπήρξε ερωμένη του για πολλά χρόνια. Το γεγονός αυτό φανερώνει ένα σκοτεινό πρόσωπο του ψυχαναλυτή, που διατήρησε τη σχέση αυτή μυστική από φίλους, οικογένεια και συναδέλφους για περισσότερο από μισό αιώνα μετά το θάνατό του. Στο χειρόγραφο ο Φρόιντ αναγνωρίζει τις ελλείψεις του δικού του έργου, αλλά ταυτόχρονα θέτει και καινούργια ερωτήματα, τα οποία αφορούν την εγκυρότητα, την εξουσία, τις δυνατότητες της ψυχαναλυτικής θεωρίας αλλά και τη φύση της γνώσης. Ταυτόχρονα, καταλήγει σε ριζοσπαστικά συμπεράσματα που αφορούν τις γενεσιουργές αιτίες της εκτεταμένης σωματικής και πνευματικής κατάπτωσης των στρατιωτών, τη σημασία της αυταπάτης και αναλύει τον τρόπο που οι άνθρωποι, όπως και οι στρατιώτες, είναι θύματα μιας διαρκούς αυταπάτης, εξαιτίας της περιορισμένης τους γνώσης για τη ζωή, τις ζωές των άλλων, αλλά και λόγω των λανθασμένων αντιλήψεών τους για τη φύση της εξουσίας.
Ο Στιούαρτ, που πρώτος διαβάζει το χειρόγραφο, διαπιστώνει την εκπληκτική σχέση που διατηρεί το κείμενο με τις σύγχρονες θεωρίες και οι αμφιβολίες που αφορούν δικές του πεποιθήσεις μετά την ανάγνωση, ενισχύονται. Αμφιβολίες που αφορούν κάποιο φίλο και στενό συνεργάτη του που πάσχει και ο ίδιος από το σύνδρομο της μεγαλομανίας, η οποία παρουσιάζεται στον ίδιο σαν εφαρμογή των υποθέσεων του Φρόιντ.
Πρόκειται για τον Νόρμαν Ντίκι, νευροεπιστήμονα, που έχει μόλις λάβει το βραβείο Λούκερ, την ιδιοφυΐα του οποίου αμφισβητεί ο Στιούαρτ και όπως και ο Φρόιντ είναι και αυτός εφευρέτης μιας σύγχρονης θεωρίας, της «θεωρίας της θηλιάς», που φαίνεται να συγκλονίζει τον κόσμο, καθώς βρίσκεται στο επίκεντρο της σημερινής κατανόησης του ανθρώπινου νου. Η θεαματικότερη εφαρμογή αυτής της θεωρίας είναι η μηχανή Μέριλιν, ένα μηχάνημα που μίλησε και αποδεικνύει πως πολλές σκέψεις από την αληθινή Μέριλιν έχουν εμφυτευτεί στη μηχανή. Ο Στιουρτ αμφισβητεί τη θεωρία του συνεργάτη του και όπως και ο Φρόιντ, ομολογεί στο χειρόγραφό του πως αμφιβάλλει αν όντως είναι «ιδιοφυείς οι Ντίκι αυτού του κόσμου» και προβληματίζεται για τα αίτια που μας καθιστούν τόσο ευεπηρέαστους στο έργο τους.
Αυτό που προτείνει ο Φρόιντ στο τελευταίο του έργο -στο κείμενο της «Μεγαλομανίας», που καταλαμβάνει σχεδόν το ήμισυ του μυθιστορήματος- είναι μια διείσδυση στο μηχανισμό λειτουργίας του τύπου του μεγαλομανιακού και καταλήγει σε πολύ ενδιαφέρουσες αποκαλύψεις: Ο μεγαλομανιακός είναι αυτός που ξέρει να πείθει το πλήθος για την αξία του. Διαθέτει την ικανότητα του να δημιουργεί κάτι σημαντικό από το τίποτε, ενώ παραθέτει περιπτώσεις από την ίδια του την εμπειρία, όπως τον Γιούλιους Βάγκνερ-Γιόρεγκ, που έλαβε το βραβείο Νόμπελ για τη θεραπεία της ελονοσίας, και του Αϊφελ, στον οποίο άδικα αποδίδονται οι τιμές για τον Πύργο, καθώς πίσω από αυτόν υπάρχουν άλλα πρόσωπα που το όνομά τους δεν εγγράφεται πουθενά: «Η αξία μας δεν είναι δική μας ούτε η αξία της ζωής μας ούτε της εργασίας μας, αλλά έχουμε την αξία που κολλάει πάνω μας μια κοινωνία. Αυτό που μας προκαλεί προβλήματα δεν είναι οι εαυτοί μας, αυτό που θέλουμε, χρειαζόμαστε και αποζητούμε είναι ο θαυμασμός των άλλων, και ο θαυμασμός έστω και για λάθος προσόντα αποτελεί από μόνος του έναν αυτοσκοπό», ομολογεί βαθιά απογοητευμένος στο χειρόγραφο.
Ο Φρόιντ, ο οποίος είχε καταστήσει την ενοχή και την αυτομαστίγωση υπέρτατες αρετές, διαπιστώνει πως οι μεγαλομανείς ποτέ δεν θα μπορούσαν να υποβληθούν σε οποιαδήποτε μορφή ψυχανάλυσης, καθώς δεν διαθέτουν καμία αίσθηση ενοχής και «η απάτη είναι πειστικότερη της ειλικρίνειας». Οι ακαδημαϊκοί ερευνητές αρχικά απορρίπτουν το χειρόγραφο, ισχυριζόμενοι πως δεν έχει σχέση με το ύφος, αλλά ούτε και συνδέεται με το υπόλοιπο έργο του Φρόιντ, στη συνέχεια όμως το αποδέχονται και ανακαλύπτουν τις προφητικές του διαστάσεις, αναγνωρίζοντας πως ο Φρόιντ περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο μελετητή του ήταν και ο ίδιος σχολιαστής του έργου του και προέβλεψε τις επιστημονικές και ακαδημαϊκές αντιδράσεις σ' αυτό καθώς και την επιρροή του μισό αιώνα αργότερα.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΑΝΤΟΓΛΟΥ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 13/09/2002
ΚΡΙΤΙΚΗ
Τόσα χρόνια μετά τον θάνατό του ο «πατέρας της Ψυχανάλυσης» Ζίγκμουντ Φρόυντ είναι βέβαιο ότι εξακολουθεί να αποτελεί μια αμφιλεγόμενη επιστημονική προσωπικότητα. Οι θεωρίες του απέκτησαν πλήθος φανατικών υποστηρικτών, αλλά και επικρίθηκαν από πολλούς τιμητές και κατηγόρους. Ο ίδιος «ευτύχησε» να πεθάνει πολύ προτού εμφανιστούν τα πρώτα ρήγματα στο επιστημονικό του κατασκεύασμα, έχοντας «ερμηνεύσει» με το έργο του σχεδόν τα πάντα, από το συμπαντικό ως το πλέον εσώψυχο και ιδιωτικό. Μόλις την τελευταία εικοσαετία μέσα από τους κόλπους της παγκόσμιας ακαδημαϊκής κοινότητας και υπό το πρίσμα των πρόσφατων ανακαλύψεων των γνωσιακών επιστημών τού σήμερα, της κυβερνητικής και της επιστήμης των υπολογιστών, άρχισαν να ακούγονται οι πρώτες φωνές αμφισβήτησης της φροϋδικής αυθεντίας. Το μυθιστόρημα του Ισραελ Ρόζενφιλντ Η μεγαλομανία του Φρόυντ, ένα προκλητικό μείγμα σκωπτικής ενέργειας και διανοητικής δύναμης, φιλοδοξεί να συμβάλει στη διαμόρφωση προϋποθέσεων ανάπτυξης ενός διεπιστημονικού διαλόγου με συνθετικό χαρακτήρα πάνω στο σύνολο του έργου του μεγάλου αυστριακού ψυχαναλυτή.
Ο Ρόζενφιλντ, μαθηματικός, γιατρός, φιλόσοφος, μια σύγχρονη αυθεντία στις νευροεπιστήμες, καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Σίτι της Νέας Υόρκης και αρθρογράφος στο «New York Review of Books», είναι συγγραφέας αρκετών μη λογοτεχνικών έργων (στα ελληνικά κυκλοφορεί η πραγματεία του Η εφεύρεση της μνήμης, επίσης από τις εκδόσεις Καστανιώτη). Η μεγαλομανία του Φρόυντ αποτελεί το πρώτο μη αμιγώς επιστημονικό έργο του και συνάμα ένα χυμώδες και απολαυστικό λογοτεχνικό ντεμπούτο. Το μυθιστόρημα δομείται γύρω από ένα υποθετικό ερώτημα: Τι θα συνέβαινε αν ο Φρόυντ, λίγο προτού πεθάνει, συνειδητοποιώντας τις ερμηνευτικές αδυναμίες και τα κενά της θεωρίας του, άφηνε ένα χειρόγραφο όπου θα υποστήριζε ότι η ηθική δεν απορρέει από την ενοχή που προκαλείται λόγω του οιδιπόδειου συμπλέγματος, αλλά από φόβο απέναντι στην απόλυτη και αδιαμφισβήτητη εξουσία που εμπεριέχεται στην ανθρώπινη μεγαλομανία;
Σκοπίμως και με σαφή την πρόθεση να ειρωνευτεί και να περιπαίξει κάθε έννοια και μορφή επιστημονικής αυθεντίας, ο Ρόζενφιλντ αναμειγνύει στοιχεία και πρόσωπα της πραγματικότητας με φανταστικούς χαρακτήρες (έτσι ο Φρόυντ εμφανίζεται, εκτός από συγγραφέας ενός για περίπου μισόν αιώνα χαμένου χειρογράφου, να έχει ερωμένη και επιπλέον μια κόρη-καρπό της μυστικής και παράνομης αυτής ερωτικής σχέσης), ενώ επιλέγει να προσδώσει στο έργο του τα μορφικά χαρακτηριστικά ενός ακαδημαϊκού συγγράμματος. Το βιβλίο αποτελείται από ένα Εισαγωγικό Σημείωμα και ένα Σημείωμα επί του Χειρογράφου, αμφότερα γραμμένα από κάποιον καθηγητή Αλμπερτ Τζ. Στιούαρτ, έναν Πρόλογο από την, «άγνωστη» εγγονή του ψυχιάτρου, Μπερναντέτ Σίλντερ, το σώμα του Χειρογράφου με τον χαρακτηριστικό τίτλο Μεγαλομανία, ένα ακόμη συμπληρωματικό και ανολοκλήρωτο κείμενο του Φρόυντ με τίτλο Ο Πύργος της Βαβέλ, τις Σημειώσεις της κόρης του Αννας Φρόυντ από μια συζήτηση με τον εμπνευστή της Θεωρίας των Παιγνίων, μαθηματικό Τζων φον Νόιμαν, μια Ακροτελευταία Σημείωση, Σημειώσεις Τέλους και ένα πλήθος υποσημειώσεων σε όλη την έκταση του κειμένου.
Το Χειρόγραφο επικεντρώνεται στην ανάλυση και ερμηνεία της προσωπικής σχέσης που ανέπτυξε ο ίδιος ο Φρόυντ με τον ψυχίατρο Γιούλιους Βάγκνερ-Γιόρεγκ, φίλο και συμφοιτητή του, βραβευμένο με Νομπέλ Ιατρικής το 1928. Ο Βάγκνερ, χαρακτήρας σκοτεινός, δεσποτικός και μεγαλομανής, θα βρεθεί στο επίκεντρο ενός ιατρικού σκανδάλου, αφού λίγο μετά το τέλος του Α' Παγκοσμίου Πολέμου θα κατηγορηθεί για «αήθη πρακτική» και «βασανισμό ασθενών» καθώς στην κλινική του στη Βιέννη επέλεξε το ηλεκτροσόκ ως μέθοδο «θεραπείας» των αυστριακών στρατιωτών που έπασχαν από υστερική παράλυση, συνέπεια της συμμετοχής τους στον πόλεμο και της εσώτερης άρνησής τους να αποδεχτούν την παράλογη κρατική εξουσία που τους επέβαλλε αυτή τη συμμετοχή. Ο Βάγκνερ θα αθωωθεί χάρη και στην κατάθεση του, «εμπειρογνώμονα» στη δίκη, Φρόυντ, γεγονός που θα αποτελέσει για τον δεύτερο την αφορμή να υποπτευθεί την αδυναμία των θεωριών του να ερμηνεύσουν την αληθινή φύση της ανθρώπινης ψυχολογικής και σωματικής κατάρρευσης.
Επανεξετάζοντας το σύνολο των απόψεών του ο Φρόυντ θα παραδεχτεί ότι η ψυχανάλυση υπήρξε απλώς και μόνο ένα πρώτο βήμα προς την κατεύθυνση της κατανόησης της ανθρώπινης ψυχής, ότι δεν προσέφερε τίποτε περισσότερο από τον ενθουσιασμό της καινούργιας επιστήμης και την περιφρόνηση για το ακαδημαϊκό κατεστημένο της περιόδου του Μεσοπολέμου και ότι, στην ουσία - μέχρι σήμερα - δεν έχει υπάρξει κάποια αληθινή επιστήμη του μυαλού. Προβαίνοντας σε αυστηρή αυτοκριτική που θα καταλήξει σε ριζική αναθεώρηση των πορισμάτων του ο μεγαλοφυής ψυχαναλυτής θα οδηγηθεί στο συμπέρασμα ότι η ψύχωση και όχι η νεύρωση αποτελεί το κλειδί για την ηθική συνείδηση του ανθρώπου, ότι η ηθική απορρέει από μια ψευδαίσθηση και ότι πίσω από κάθε μορφή γνώσης, πίστης και εξουσίας υποκρύπτονται η ικανότητα αυτοεξαπάτησής μας και οι μεγαλομανείς μας εμμονές, αφού ό,τι καλούμε «ηθική» είναι η απόπειρα της ψυχής μας να επιβεβαιώσει τη σπουδαιότητά μας και η ανάγκη μας να ξέρουμε ότι οι άλλοι δεν μπορούν να αγνοούν την ύπαρξή μας.
«Απάτη ίσον άνθρωπος» θα διακηρύξει - διά χειρός Ρόζενφιλντ - ο Ζίγκμουντ Φρόυντ στο τέλος του «χαμένου Χειρογράφου» του, κορυφώνοντας την ανάπτυξη του μύθου αυτού του λαμπρού, φιλόδοξου και εξωφρενικά προκλητικού μυθιστορήματος φανταστικού αναθεωρητισμού, το οποίο, μέσα από μια ολοκληρωτική εκ των υστέρων κριτική, μετατρέπεται σε έναν φωτισμένο και πνευματώδη επικήδειο που αποκαθιστά την εικόνα του ανθρώπου και επιστήμονα Φρόυντ, ενώ εκθέτει τόσο τους οπαδούς και τους μαθητές του για την αφέλειά τους όσο και τους επικριτές και τους δυσφημιστές του για τις μεγαλομανείς τους τάσεις.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΛΥΜΠΕΡΟΠΟΥΛΟΣ
ΤΟ ΒΗΜΑ , 06-10-2002
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις