0
Your Καλαθι
Οι μύγες
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
"Οι Μύγες και η Οδύσσεια της Ελευθερίας":
Στα 1943 Οι Μύγες φανερώνουν τη βαθιά αλλαγή που ο πόλεμος, η αιχμαλωσία και η αντίσταση έφεραν στη σκέψη του Σαρτρ.
Μέχρι τότε πίστευε απόλυτα, ότι η ελευθερία του ατόμου μπορεί μεν να απόδιωχνε την ψευτιά που την παγιδεύει και την καταπνίγει, δεν μπορούσε όμως να προσδιορίσει το δρόμο της πνευματικής αναζήτησης. Η θέση του ήταν μόνο μια πνευματική εγρήγορση που κινδύνευε να παραμείνει κριτική, αρνητική και στην πραγματικότητα μάταιη. Γιατί πόσο μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι δεν παίζουμε κάποιο ρόλο, την ίδια στιγμή που λέμε "αποφεύγω να πάρω μια συγκεκριμένη θέση". Τι μας βεβαιώνει ακόμα και τότε, ότι η πράξη μας δεν είναι θέατρο, δεν κατευθύνεται;
Το κριτήριο στηρίζεται μόνο, στο βαθμό της προσωπικής υπευθυνότητας που υπάρχει στις πράξεις μας. Αν ο στόχος μας μάς δεσμεύει και οι ίδιοι διακινδυνεύουμε, αν αναλαμβάνουμε τις συνέπειες της πράξης μας, τότε μόνο υπάρχει αληθινή αντιμετώπιση, από τη δική μας μεριά, της ατομικής ελευθερίας.
Αυτή είναι και η αλλαγή του νεαρού Ορέστη στην εξέλιξη του έργου. Μεγαλωμένος μέσα στην άνεση, την ανευθυνότητα και τον αισθητισμό, μακριά από την πραγματική του οικογένεια, όπου θα 'πρεπε να εκδικηθεί το φόνο του πατέρα του, στην αρχή σκέφτεται να συνεχίσει να ζει ανέμελα χωρίς φασαρίες και μπλεξίματα. Ο παιδαγωγός του τον μεγάλωσε με τρόπο που του επιτρέπει να χαίρεται τη ζωή, χωρίς να δεσμεύεται. "Τώρα είσαι νέος, πλούσιος, όμορφος, σοφός σαν γέρος, απαλλαγμένος από δεσμά, από κάθε πίστη, χωρίς οικογένεια, χωρίς πατρίδα, χωρίς θρησκεία, χωρίς επάγγελμα, λεύτερος από κάθε υποχρέωση και με τη γνώση πως ποτέ σου δεν πρέπει να δεσμεύεσαι, με λίγα λόγια ένας ανώτερος άνθρωπος".
Όμως, σ' αυτή την κρίσιμη στιγμή της επιλογής, ο Ορέστης νιώθει μιαν ανησυχία. Αν τίποτα δεν του εναντιώνεται, τότε και τίποτα δεν του ανήκει. Η λευτεριά του είναι κούφια, άχρηστη και αναρωτιέται αν πραγματικά ζει... "... Αλλά για ποιο λόγο; Για ν' αγαπήσεις ή να μισήσεις πρέπει να δοθείς. Είναι τόσο όμορφο να ανήκεις σε μια πλούσια γενιά, να μεγαλώνεις με όλα σου τα αγαθά και μια μέρα, αγαπάς ή μισείς και τότε χαρίζεις μαζί με τον εαυτό σου τα χωράφια σου, τα σπίτια σου, τις αναμνήσεις σου. Ποιος είμαι και τι έχω να χαρίσω εγώ; Μόλις υπάρχω. Είμαι πιότερο αερικό απ' όλα τ' αερικά που περιπλανιούνται σήμερα στην πόλη".
Στα είκοσί του χρόνια ο Ορέστης ξαναγυρίζει στο Άργος, την πόλη που γεννήθηκε, χωρίς να ξέρει τίποτα για την ιστορία της. Νιώθει μακριά απ' τη ζωή της. Οι άνθρωποι και τα προβλήματά τους είναι ξένα σ' αυτό τον ανεύθυνο ταξιδιώτη. Αλλά αν κάποιος άλλος έβρισκε ανόητο το βασάνισμά τους, ο Ορέστης τους ζηλεύει. "Α! αν υπήρχε μια πράξη, καταλαβαίνεις, που να μου δίνει το δικαίωμα να μείνω ανάμεσά τους..."
Γιατί στο μεταξύ, ο Σαρτρ είχε ανακαλύψει ότι η ζεστασιά της ανθρώπινης αλληλεγγύης μπορεί να χαρίσει ένα περιεχόμενο στον άνθρωπο και να του ανοίξει ένα δρόμο προς την ελευθερία. Αν θες να 'ρθεις σ' επαφή με την πραγματικότητα, που παρ' όλα αυτά δεν υπηρετεί μια ολοκληρωμένη ελευθερία, πρέπει ν' ανακατευτείς με τους ανθρώπους και να πάρεις μέρος στους αγώνες τους.
Για να μεταμορφώσεις τον κόσμο, δίνοντάς του το νόημα που εσύ θέλεις, πρέπει να διαλέξεις και να δράσεις. Κι ο Ορέστης διστάζει.
Μαθαίνει για το έγκλημα που οι τύψεις του βασανίζουν το Άργος και θα μπορούσε να βάλει σαν σκοπό του να εκδικηθεί, αλλά τότε, ο κοινωνικός κονφορμισμός παρεμβαίνει με τη μορφή του Δία, του βασιλιά των θεών.
Για ποιο λόγο να τιμωρήσεις ένα φονικό που έγινε πριν από είκοσι χρόνια, και να διαταράξει την τάξη στο όνομα ενός αδικήματος που έχει παραγραφεί;
Στα 1943 Οι Μύγες φανερώνουν τη βαθιά αλλαγή που ο πόλεμος, η αιχμαλωσία και η αντίσταση έφεραν στη σκέψη του Σαρτρ.
Μέχρι τότε πίστευε απόλυτα, ότι η ελευθερία του ατόμου μπορεί μεν να απόδιωχνε την ψευτιά που την παγιδεύει και την καταπνίγει, δεν μπορούσε όμως να προσδιορίσει το δρόμο της πνευματικής αναζήτησης. Η θέση του ήταν μόνο μια πνευματική εγρήγορση που κινδύνευε να παραμείνει κριτική, αρνητική και στην πραγματικότητα μάταιη. Γιατί πόσο μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι δεν παίζουμε κάποιο ρόλο, την ίδια στιγμή που λέμε "αποφεύγω να πάρω μια συγκεκριμένη θέση". Τι μας βεβαιώνει ακόμα και τότε, ότι η πράξη μας δεν είναι θέατρο, δεν κατευθύνεται;
Το κριτήριο στηρίζεται μόνο, στο βαθμό της προσωπικής υπευθυνότητας που υπάρχει στις πράξεις μας. Αν ο στόχος μας μάς δεσμεύει και οι ίδιοι διακινδυνεύουμε, αν αναλαμβάνουμε τις συνέπειες της πράξης μας, τότε μόνο υπάρχει αληθινή αντιμετώπιση, από τη δική μας μεριά, της ατομικής ελευθερίας.
Αυτή είναι και η αλλαγή του νεαρού Ορέστη στην εξέλιξη του έργου. Μεγαλωμένος μέσα στην άνεση, την ανευθυνότητα και τον αισθητισμό, μακριά από την πραγματική του οικογένεια, όπου θα 'πρεπε να εκδικηθεί το φόνο του πατέρα του, στην αρχή σκέφτεται να συνεχίσει να ζει ανέμελα χωρίς φασαρίες και μπλεξίματα. Ο παιδαγωγός του τον μεγάλωσε με τρόπο που του επιτρέπει να χαίρεται τη ζωή, χωρίς να δεσμεύεται. "Τώρα είσαι νέος, πλούσιος, όμορφος, σοφός σαν γέρος, απαλλαγμένος από δεσμά, από κάθε πίστη, χωρίς οικογένεια, χωρίς πατρίδα, χωρίς θρησκεία, χωρίς επάγγελμα, λεύτερος από κάθε υποχρέωση και με τη γνώση πως ποτέ σου δεν πρέπει να δεσμεύεσαι, με λίγα λόγια ένας ανώτερος άνθρωπος".
Όμως, σ' αυτή την κρίσιμη στιγμή της επιλογής, ο Ορέστης νιώθει μιαν ανησυχία. Αν τίποτα δεν του εναντιώνεται, τότε και τίποτα δεν του ανήκει. Η λευτεριά του είναι κούφια, άχρηστη και αναρωτιέται αν πραγματικά ζει... "... Αλλά για ποιο λόγο; Για ν' αγαπήσεις ή να μισήσεις πρέπει να δοθείς. Είναι τόσο όμορφο να ανήκεις σε μια πλούσια γενιά, να μεγαλώνεις με όλα σου τα αγαθά και μια μέρα, αγαπάς ή μισείς και τότε χαρίζεις μαζί με τον εαυτό σου τα χωράφια σου, τα σπίτια σου, τις αναμνήσεις σου. Ποιος είμαι και τι έχω να χαρίσω εγώ; Μόλις υπάρχω. Είμαι πιότερο αερικό απ' όλα τ' αερικά που περιπλανιούνται σήμερα στην πόλη".
Στα είκοσί του χρόνια ο Ορέστης ξαναγυρίζει στο Άργος, την πόλη που γεννήθηκε, χωρίς να ξέρει τίποτα για την ιστορία της. Νιώθει μακριά απ' τη ζωή της. Οι άνθρωποι και τα προβλήματά τους είναι ξένα σ' αυτό τον ανεύθυνο ταξιδιώτη. Αλλά αν κάποιος άλλος έβρισκε ανόητο το βασάνισμά τους, ο Ορέστης τους ζηλεύει. "Α! αν υπήρχε μια πράξη, καταλαβαίνεις, που να μου δίνει το δικαίωμα να μείνω ανάμεσά τους..."
Γιατί στο μεταξύ, ο Σαρτρ είχε ανακαλύψει ότι η ζεστασιά της ανθρώπινης αλληλεγγύης μπορεί να χαρίσει ένα περιεχόμενο στον άνθρωπο και να του ανοίξει ένα δρόμο προς την ελευθερία. Αν θες να 'ρθεις σ' επαφή με την πραγματικότητα, που παρ' όλα αυτά δεν υπηρετεί μια ολοκληρωμένη ελευθερία, πρέπει ν' ανακατευτείς με τους ανθρώπους και να πάρεις μέρος στους αγώνες τους.
Για να μεταμορφώσεις τον κόσμο, δίνοντάς του το νόημα που εσύ θέλεις, πρέπει να διαλέξεις και να δράσεις. Κι ο Ορέστης διστάζει.
Μαθαίνει για το έγκλημα που οι τύψεις του βασανίζουν το Άργος και θα μπορούσε να βάλει σαν σκοπό του να εκδικηθεί, αλλά τότε, ο κοινωνικός κονφορμισμός παρεμβαίνει με τη μορφή του Δία, του βασιλιά των θεών.
Για ποιο λόγο να τιμωρήσεις ένα φονικό που έγινε πριν από είκοσι χρόνια, και να διαταράξει την τάξη στο όνομα ενός αδικήματος που έχει παραγραφεί;
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις