0
Your Καλαθι
Καπιταλισμός, Σοσιαλισμός και Δημοκρατία
Βιβιοθήκη κλασικών και νέων οικονομολόγων
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
Η θέση που θα προσπαθήσω να αποδείξω ισχυρίζεται ότι η πραγματική και μελλοντική επίδοση του καπιταλιστικού συστήματος διαψεύδει την ιδέα περί κατάρρευσής του υπό το βάρος της οικονομικής αποτυχίας· απεναντίας, ακριβώς λόγω της επιτυχίας του το καπιταλιστικό σύστημα υπονομεύει τους κοινωνικούς θεσμούς που το προστατεύουν, δημιουργώντας "αναπόφευκτα" τις συνθήκες εξαιτίας των οποίων θα εξαφανιστεί και οι οποίες αναδεικνύουν ως μοναδικό του κληρονόμο το σοσιαλισμό...[...]
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
ΚΡΙΤΙΚΗ
Ο Γιόζεφ Σουμπέτερ (1883-1950), Αυστριακός οικονομολόγος που από το 1932 ζούσε στις ΗΠΑ, με το έργο του αποδεικνύει πως οι κοινωνικές επιστήμες περισσότερο από καθετί άλλο επικοινωνούν μεταξύ τους και αλληλοϋποστηρίζονται. Το παρουσιαζόμενο κλασικό έργο, πρώτη δημοσίευση το 1942, που χάρη στις εκδόσεις «Παπαζήση» κρατούμε στα χέρια μας, αποτελεί υπόδειγμα διεπιστημονικής μελέτης. Σ' αυτή τη μελέτη με βάση ιστορικά και εμπειρικά δεδομένα και αφετηρία τις οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις περιγράφονται οι λειτουργίες, οι μεταβολές και οι εγγενείς αντιφάσεις του καπιταλισμού, του σοσιαλισμού και της δημοκρατίας. Στηριγμένος σε εμπειρικά στοιχεία και θεωρητικές αναγωγές ο συγγραφέας επιδιώκει να αποκωδικοποιήσει το μέλλον, αλλά και προειδοποιεί πως καμία επιστημονική ανάλυση δεν μπορεί να γνωρίζει τους παράγοντες που βρίσκονται έξω απ' αυτήν και μπορούν να ακυρώσουν την προβλεπόμενη πορεία των εξελίξεων.
Αν και είναι πολύ δύσκολο να κατατάξει κανείς τον Σουμπέτερ σε κάποια σχολή σκέψης, η πλέον αποδεκτή κατάταξή του είναι αυτή που μαζί με τον Βέμπερ τον συμπεριλαμβάνει στους ιδρυτές της σχολής του «ανταγωνιστικού ελιτισμού». Ο Βέμπερ έχει ως αφετηρία του την κριτική του επαγγελματικού χαρακτήρα της πολιτικής και των σύγχρονων κομμάτων. Τα κόμματα γι' αυτόν οργανώνονται μόνο ως μέσα για τη διεξαγωγή νικηφόρων εκλογικών μαχών. Σε συνθήκες εξορθολογισμού η γραφειοκρατικοποίηση της δημόσιας ζωής γίνεται αναπόφευκτη. Χωρίς αυτήν δεν είναι νοητή η διαχείριση των σύγχρονων και πολιτικών προβλημάτων. Ο Σουμπέτερ βουτάει στα ύδατα που ο Βέμπερ είχε πετάξει τις δικές του αναλύσεις, για να ανασύρει από εκεί τη δική του θεώρηση για τη δημοκρατία και τη σχέση της με τον σοσιαλισμό.
Πριν όμως ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς του με τις τάσεις που διαβλέπει στη σύγχρονη κοινωνία, θεωρεί σκόπιμο να λύσει τους λογαριασμούς του με τον Μαρξ. Η αντίληψη του μεγάλου οικονομολόγου για τη σύγχρονη κοινωνία οφείλει πολλά στον Μαρξ. Αυτός, όπως και ο Μαρξ, διαπιστώνει την αδιάκοπη κίνηση και τη δυναμική φύση του καπιταλισμού. Αυτός, όπως και ο Μαρξ, θεωρεί πως η ανάπτυξη του καπιταλισμού καταστρέφει τα θεμέλια της καπιταλιστικής κοινωνίας, γιατί οξύνει τις αντιθέσεις του. Για τον Σουμπέτερ η καπιταλιστική δυναμική οδηγεί στην κυριαρχία των μεγάλων επιχειρήσεων. Ο μονοπωλιακός καπιταλισμός των κυρίαρχων μεγάλων επιχειρήσεων αποτελεί το ανώτερο, αλλά και το τελευταίο στάδιο του καπιταλισμού. Ομως η συμφωνία στο συμπέρασμα συνοδεύεται από μια εντελώς διαφορετική οπτική για τους παράγοντες που οδηγούν στην κρίση του καπιταλισμού. Ο Σουμπέτερ θεωρεί εντελώς αντεπιστημονικές τις -δάνειες από τον Ρικάρντο- απόψεις του Μαρξ για τον νόμο της αξίας, την υπεραξία και την πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους, και κυρίως τη θεωρία της ταξικής πάλης.
Το «παράδοξο» Σουμπέτερ ακούει στην άποψη πως ο καπιταλισμός θα καταρρεύσει όχι λόγω της αποτυχίας του, αλλά λόγω της επιτυχίας του. Η καπιταλιστική κοινωνία δεν θα παύσει να δημιουργεί κέρδος. Αφιερώνει μεγάλο τμήμα των επεξεργασιών του για να αποδείξει πως η θεωρία της εξάντλησης των επενδυτικών ευκαιριών είναι ένας μύθος. Η δύναμη υπεροχής του καπιταλισμού δεν βρίσκεται στους μηχανισμούς της εργασιακής αξίας, αλλά σ' αυτό που ο ίδιος αποκαλεί διαδικασία «δημιουργικής καταστροφής». Η πρωταρχική ώθηση που καθιστά τον καπιταλισμό μέθοδο οικονομικής αλλαγής, πηγάζει από τις νέες μεθόδους παραγωγής, τις νέες αγορές και μορφές οργάνωσης της βιομηχανίας, όπως αυτές αναπτύσσονται στο πλαίσιο της λειτουργίας των μεγάλων επιχειρήσεων του μονοπωλιακού καπιταλισμού. Για τον οικονομολόγο Σουμπέτερ μονοπώλιο σημαίνει δημιουργική καταστροφή και όχι μεγιστοποίηση κερδών. Η παρακμή τής επιχειρηματικής λειτουργίας και όχι ο περιορισμός των κερδών «καταστρέφει» την ίδια τη δημιουργική καταστροφή.
Η αποσύνθεση των παραγόντων που συναποτελούν τα στηρίγματα της «δημιουργικής καταστροφής», όπως είναι η ιδιοκτησία, η αστική οικογένεια, το στιλ τής αστικής ζωής και ο αστικός πολιτισμός, οδηγεί τα πράγματα αναπόφευκτα προς τον σοσιαλισμό. Ο σουμπετεριανός σοσιαλισμός δεν έχει καμία σχέση με την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής. Για τον Σουμπέτερ οι έννοιες της κρατικής ή μη κυριότητας των μέσων παραγωγής προσιδιάζουν στην εμπορευματική κοινωνία. Ο σοσιαλισμός αποτελεί στην ουσία μια τεχνική μέθοδο διαχείρισης της εθνικής παραγωγής με στόχο τη μεγιστοποίησή της. Στο σύστημα Σουμπέτερ ο σοσιαλισμός ισούται με τη διαδικασία κεντρικού υπολογισμού των τιμών, των αποζημιώσεων (όχι των μισθών), των μεθόδων παραγωγής και της κατανάλωσης. Αυτός ο σοσιαλισμός δεν αφήνει καμία πρωτοβουλία στους ατομικούς και κοινωνικούς φορείς, αφού όλα σχεδιάζονται από μια κεντρική επιτροπή και παραδίδονται έτοιμα στις διοικήσεις των εργοστασίων, οι οποίες υλοποιούν το Σχέδιο. Εχουμε εδώ να κάνουμε με έναν σοσιαλισμό που μάλλον καθόλου δεν διαφέρει απ' αυτόν του σταλινισμού, με έναν σοσιαλισμό χωρίς καπιταλιστές, αλλά με καπιταλιστικές επιχειρήσεις και κεντρικό έλεγχο. Τα ευρισκόμενα σε αποσύνθεση καπιταλιστικά στοιχεία, -καινοτομίες, παραγωγή, τιμές και επενδύσεις- αναπνέουν εκ νέου μέσα από έναν κεντρικά διευθυνόμενο σοσιαλιστικό σωλήνα.
Σ' αυτόν τον «παγερό» σοσιαλισμό συνάδει υπέροχα η δημοκρατία, όπως την αντιλαμβάνεται ο Σουμπέτερ. Γι' αυτόν η δημοκρατία είναι μόνο μέθοδος επιλογής των πολιτικών ηγετών και δεν έχει σχέση με τις υποσχέσεις για κοινωνική ισότητα και δικαιοσύνη. Στα κεφάλαια 21 και 22, κατά τη γνώμη μας τα σημαντικότερα κεφάλαια του βιβλίου, ασκεί σφοδρή κριτική στην κλασική αντίληψη για τη δημοκρατία ως έκφρασης του κοινού αγαθού και της θέλησης του λαού. Πουθενά δεν υπάρχει αυτό το κοινό αγαθό, ενώ η θέληση του λαού είναι μια κατασκευή των ειδικών γι' αυτόν τον σκοπό μηχανισμών. Η κατασκευασμένη θέληση του λαού αποτελεί το προϊόν και όχι την κινητήρια δύναμη της δημοκρατίας. Ο λαός δεν «άρχει», αυτό που τον ενδιαφέρει είναι μόνον η κατανάλωση. Ο ρόλος του λαού περιορίζεται στο να δίνει κυβέρνηση και πηγαίνοντας ο συγγραφέας την ανάλυσή του βαθύτερα, περιορίζει τη δημοκρατία σε μέθοδο επιλογής πρωθυπουργού.
Αν δημοκρατία δεν σημαίνει πως κυβερνά ο λαός, αλλά ότι ο λαός έχει την ευκαιρία να επιλέξει ή να απορρίψει εκείνους που πρόκειται να τον κυβερνήσουν, τότε δεν υπάρχει κάποιο ειδικό πρόβλημα που να μην επιτρέπει στη σοσιαλιστική μηχανή να δουλέψει με δημοκρατικές ελευθερίες. Ανάμεσα στον σοσιαλισμό και τη δημοκρατία δεν υπάρχει καμία σχέση ούτε και καμία ασυμβατότητα· οι δύο πλευρές μπορούν να συνυπάρχουν και να μη συνυπάρχουν.
Ο αντιφατικός και «προβοκάτορας» οικονομολόγος υποτιμά συνολικά τον λαό, ακόμη και τους μορφωμένους, και διαβλέπει την επικράτηση του σοσιαλισμού όχι ως συστήματος κοινής ιδιοκτησίας, αλλά ως συστήματος κεντρικού ελέγχου της οικονομίας. Η περιφρόνηση των μαζών και η ταυτόχρονη επίκληση του σοσιαλισμού φαίνεται ως κάτι το παράδοξο, αλλά δεν είναι και τόσο, όταν ο σοσιαλισμός εκλαμβάνεται ως κάτι το ξεκομμένο από τη συμμετοχή και τα ατομικά δικαιώματα.
Ο σουμπετεριανός εξορθολογισμένος καπιταλιστικός ή σοσιαλιστικός κόσμος μπορεί να κυβερνηθεί μόνο από τους προερχόμενους από τις ελίτ κατάλληλους ηγέτες. Ο ανταγωνιστικός ελιτισμός του Σουμπέτερ καθόλου δεν είναι δημοκρατικός, αφού οι πολιτικές επιλογές τού πολίτη είναι αυστηρά καθορισμένες και περιορίζονται στον χώρο των ελίτ. Βεβαίως ο συγγραφέας δεν είναι καθόλου ρηχός ώστε να μην το καταλαβαίνει αυτό. Ο Σουμπέτερ δεν αξιολογεί, απλώς διαπιστώνει. Για τον συγγραφέα δεν μπορεί να υπάρξει άλλη σχέση μεταξύ των ελίτ και της μάζας, παρά αυτή της χειραγώγησης και της αδιαφορίας. Με αυτόν τον τρόπο όμως δεν διαπιστώνει μόνο μια κατάσταση, αλλά και τη νομιμοποιεί. Κατά τη γνώμη μας, όχι τόσο το υπαρκτό «κουτσούρεμα» της δημοκρατίας, αλλά η νομιμοποίησή του αποτελεί το πλέον μεμπτό σημείο της αντίληψης Σουμπέτερ για τη δημοκρατία. Απορρίπτοντας την αυτοτέλεια του ατόμου, όπως αυτή αναπτύχθηκε από τον κόσμο της κλασικής αντίληψης για τη δημοκρατία, και ταυτίζοντας τον σύγχρονο άνθρωπο με την κατανάλωση και την ιδιώτευση οδηγείται εύλογα στον περιορισμό της έννοιας της δημοκρατίας και της ίδιας της πολιτικής.
Ο Σουμπέτερ παρά την αποτυχία των προβλέψεών του και παρά την αμφισημία των θέσεών του είναι ένας μεγάλος προβοκάτορας, που με περισσή ικανότητα αναδεικνύει προβλήματα εκεί που άλλοι βλέπουν λύσεις. Δυστυχώς όμως και σε πολλά σημεία βλέπει λύσεις εκεί που υπάρχουν προβλήματα. Η μελέτη των θέσεών του μας αναγκάζει να σκεφτούμε σοβαρά γύρω από το προφανές κάποιων απόψεων για τον καπιταλισμό, τον σοσιαλισμό και τη δημοκρατία και να αναζητήσουμε, έστω αλλού από εκεί που μας παραπέμπει ο Σουμπέτερ, απαντήσεις και λύσεις σε υπαρκτά προβλήματα. Το βιβλίο υποστηρίζεται από την εισαγωγή του καθηγητή Richard Swedberg, γνωστού μελετητή του έργου τού συγγραφέα, και ένα περιεκτικό σημείωμα του καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών Μιχάλη Ψαλιδόπουλου.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΙΑΚΑΝΤΑΡΗΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 09/02/2007
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις