Μια σχεδόν φυσιολογική οικογένεια

Υπάρχει και μεταχειρισμένο με €13.00
278779
Συγγραφέας: Sedaris, David
Εκδόσεις: Μελάνι
Σελίδες:308
Μεταφραστής:ΓΚΑΝΑ ΜΥΡΣΙΝΗ
Ημερομηνία Έκδοσης:01/02/2006
ISBN:9789608309609


Εξαντλημένο από τον Εκδοτικό Οίκο

Περιγραφή


Ο David Sedaris παίζει στο χιόνι με τις αδελφές του. Πηγαίνει διακοπές με την οικογένειά του. Πιάνει δουλειά πουλώντας αναψυκτικά. Παρευρίσκεται στον γάμο του αδελφού του. Ψάχνει για καινούργιο σπίτι. Δίνει οδηγίες σε έναν ταξιδιώτη που έχει χαθεί.

Ακούγονται όλα εντελώς φυσιολογικά, έτσι δεν είναι;

Κι όμως, με τις 22 απολαυστικές αυτοβιογραφικές ιστορίες του βιβλίου, "Μια σχεδόν φυσιολογική οικογένεια", ο David Sedaris ανασηκώνει την άκρη της καθημερικής ζωής αποκαλύπτοντας τον παραλογισμό που κρύβεται κάτω από την επιφάνεια. Ο κόσμος του είναι γεμάτος αόριστες επιθυμίες και κρυφά κίνητρα - ένας κόσμος όπου η συγχώρεση έρχεται φυσικά και μια διαφωνία μπορεί να αποτελεί την ύψιστη μορφή αγάπης.

Ένας από τους πιο έξυπνους και πρωτότυπους συγγραφείς της εποχής μας, πολλές φορές στριμμένος αλλά ποτέ πικρόχολος, καταφέρνει να προκαλεί ασυγκράτητο γέλιο μέσα από τις πιο συνηθισμένες καταστάσεις.






ΚΡΙΤΙΚΗ



Τα πρόσωπα που παρουσιάζονται στα διηγήματα του ελληνικής καταγωγής Ντέιβιντ Σεντάρις είναι συγγενείς και φίλοι του συγγραφέα και τα επεισόδια τα οποία περιγράφει -όπως ο ίδιος διατείνεται- είναι αυτοβιογραφικά, οι άνθρωποι υπαρκτοί, τα μέρη αναγνωρίσιμα, οι εμπειρίες βιωμένες και το υλικό είναι εξ ολοκλήρου αντλημένο από το παρελθόν του και το παρελθόν των οικείων του. Αυτό βέβαια δεν τα καθιστά λιγότερα εξωπραγματικά ούτε μειώνει το σασπένς, καθώς γι' άλλη μια φορά διαπιστώνουμε πως η πραγματικότητα, απροειδοποίητα συνήθως, ξεπερνάει τη φαντασία. Οταν δε οι έκρυθμες αυτές καταστάσεις περιγράφονται από μια ικανή πένα και στη μετάφραση αποδίδονται η αμεσότητα και η ζωντάνια των χαρακτήρων και των περιπετειών τους, τότε η ανάγνωσή τους γίνεται συναρπαστική.


Τα μέλη της οικογένειας του Σεντάρις αλλά και ο ίδιος ο αφηγητής παρουσιάζονται στην αρχή συνηθισμένοι, αλλά όλοι έχουν και τις αδυναμίες τους, το μικρό τους ελάττωμα, κάποια συνήθεια ή κάποια ενασχόληση η οποία στην αφήγηση του «αδελφού-χρονικογράφου» ανάγεται σε κεντρικό θέμα ή σε κωμικό επεισόδιο, το οποίο ενίοτε διαθέτει και τραγικές πτυχές.



Η οικουμενικότητα της αμηχανίας



Από την αρχή ανάμεσα στο συγγραφέα και τον αναγνώστη εγκαθίσταται ένα κλίμα οικειότητας. Οι δικοί του περιγράφονται ως άνθρωποι της διπλανής πόρτας, ενώ λόγω της λεπτομερούς αναφοράς στα εξωτερικά τους χαρακτηριστικά, στις συνήθειες τους αλλά κυρίως εξαιτίας της τρυφερότητας που τρέφει ο αφηγητής γι' αυτούς, καθίστανται ιδιαίτερα συμπαθείς και σε μας. Παρ' ότι τα κείμενα είναι κωμικά, δεν λείπουν ο σκεπτικισμός, η ενδοσκόπηση και η κριτική σκοπιά. Ο τόνος σε κάποια σημεία είναι ειρωνικός και σκωπτικός, χωρίς να υπολείπεται σε κατανόηση για όλες τις ανθρώπινες ιδιαιτερότητες και αποκλίσεις, τις οποίες -και αυτή είναι μία από τις κύριες αρετές της γραφής του- παρουσιάζει με αφοπλιστική φυσικότητα. Από τις περιγραφές ο αφηγητής δεν εξαιρεί τον εαυτό του και δεν διστάζει να μιλήσει για την ομοφυλοφιλία του, την εφίδρωσή του, τον εθισμό του σε βλαβερές συνήθειες, την αποτυχία του σε διάφορες δουλειές, ακόμα και τις αμηχανίες της εφηβείας, τη δυσκολία επαφής, αλλά και για τον εκτροχιασμό που επέρχεται, όταν χάνεται ο έλεγχος. Με ενδοσκοπική διάθεση καταγράφει τις περιπέτειες των ανθρώπων που πέρασαν και περνούν από τον κόσμο του και με ιδιαίτερη κατανόηση παρουσιάζει τις στιγμές αποκάλυψης των αδυναμιών τους, στιγμές με τις οποίες ταυτιζόμαστε αβίαστα, καθώς η αμηχανία, όπως προκύπτει, φαίνεται να έχει χαρακτήρα οικουμενικό.



Η αξιοποίηση των σκουπιδιών



Σε κάθε ιστορία κάποιο από τα μέλη της οικογένειας αποτελεί το κεντρικό θέμα και αποδίδεται με κοντινά πλάνα, παρά την παράκλησή τους να μην εκτεθούν. Ο Σεντάρις δεν μοιάζει να έχει τέτοιου είδους ενδοιασμούς και δεν διστάζει να βγάζει τα «άπλυτα» στη φόρα, προβάλλοντας τις πλέον ιδιαίτερες στιγμές τους, παρομοιάζοντας τον εαυτό του με φτωχό δακτυλογράφο ή ρακοσυλλέκτη. «Χτίζω πράγματα από τα μικρά σκουπίδια που βρίσκω πεταμένα εδώ κι εκεί, αλλά η οικογένειά μου θεωρεί πως οι προσωπικές τους ζωές είναι αυτά τα σκουπιδάκια και φοβούνται...»


Παρ' ότι ο Σεντάρις ισχυρίζεται πως απλώς αντιγράφει τις ζωές των οικείων του, διακρίνουμε μια ιδιαίτερη επινοητικότητα στην επιλογή αλλά και στην κορύφωση της κάθε ιστορίας, ώστε όλοι να φαντάζουν ως μυθιστορηματικοί ήρωες, γεγονός που οφείλεται αποκλειστικά στην ικανότητα του γράφοντος, στον τρόπο, δηλαδή, αξιοποίησης των «σκουπιδιών».


Η πρώτη εισαγωγική ιστορία, με τίτλο «Εμείς κι αυτοί», λειτουργεί και ως συστατική του τύπου της οικογένειας που θα βιογραφηθεί. Πρόκειται για οικογένεια πολυμελή, που ζει σε προάστιο της Νέας Υόρκης και η οποία παρουσιάζεται μέσα από τη διαφοροποίησή της από κάποια γειτονική οικογένεια, την οικογένεια των Τόμκι, που δεν διέθεταν τηλεόραση, πράγμα που ο νεαρός Σεντάρις θεωρεί εξωφρενικό, σαν να γειτονεύει ξαφνικά με τα μέλη κάποιας εξωγήινης φυλής: «Δεν είχαν τηλεόραση και ήταν υποχρεωμένοι να μιλάνε την ώρα του δείπνου. Δεν είχαν ιδέα πόσο ατροφική ήταν η ζωή τους ...δεν ήξεραν τι ήταν γοητευτικό ή πως υποτίθεται πως έπρεπε να μοιάζει ένα δείπνο». Ενώ η δική του οικογένεια «ήταν μια οικογένεια που δεν έκλεινε ποτέ», μια οικογένεια όπου «η τηλεόραση ήταν τόσο ζεστή, που έπρεπε να χρησιμοποιούμε γάντι για το φούρνο όταν θέλαμε να αλλάξουμε κανάλι. Κάθε βράδυ ήταν σαν πιτζάμα πάρτι».


Οταν η μητέρα του είχε περιπέσει σε μια περίοδο κατάθλιψης, δεν δίστασε, παρά το κρύο και το χιονιά, να κλειδώσει τα παιδιά της έξω από το σπίτι, για να παρακολουθήσει αδιάσπαστη το αγαπημένο της τηλεοπτικό πρόγραμμα. Τόσο σε αυτό όσο και στα επόμενα επεισόδια καθετί ακραίο παρουσιάζεται με αφοπλιστική δεκτικότητα, όπως η συγκεκριμένη μητρική συμπεριφορά.


Η νοοτροπία της μητέρας περιγράφεται λίγο πιο κάτω συνοπτικά: «Το θέμα είναι να ανεβαίνεις σε αυτόν τον κόσμο. Ακόμα και οριζοντίως να κινείσαι για λίγο, δεν υπάρχει πρόβλημα», αλλά ως καινούρια στη μεσοαστική τάξη, ανησυχούσε μήπως τα παιδιά της γλιστρήσουν πίσω «στον κόσμο της κοινωνικής πρόνοιας και των χαλασμένων δοντιών». Ο δε πατέρας, ο οποίος δεν έχει απαλλαγεί από κάποια χαρακτηριστικά της καταγωγής του, συχνά δημιουργεί τρόμο και αμηχανία στο νεαρό γιο του με τη βαρβαρότητα και τη χοντροκοπιά του, ο οποίος και τον θεωρεί υπεύθυνο για τη δυσπροσαρμοστικότητά του. Ο,τι αντιπαθεί στον πατέρα του μοιάζει να συνδέεται με την καταγωγή του: «Ο πατέρας ήταν ο λόγος για τον οποίο δεν ανήκα πουθενά. Οι φράσεις σε σπασμένα ελληνικά, τα λογύδρια σχετικά με το πώς πρέπει να ανακατέψεις το τσιμέντο, όλα αυτά είχαν περάσει στο αίμα μου, στερώντας μου τη φυσική μου ικανότητα να γίνομαι αρεστός».


Η Ελλάδα στον Σεντάρις δεν περιγράφεται ως η μακρινή πατρίδα για την οποία τρέφει κάποιου είδους νοσταλγία, και στη μοναδική επίσκεψή του που αναφέρεται, ήταν όταν ήταν έφηβος και μια πλούσια θεία πλήρωσε το εισιτήριο, και επιστρέφοντας αισθάνθηκε υποχρέωση να της γράψει για το ταξίδι του. Οι ημιτελείς προτάσεις στην επιστολή που δεν κατορθώνει να συντάξει, μιλάνε για τη θάλασσα, τα αρχαία και τον ήλιο -γνωστά κλισέ, που μοιάζουν να έχουν ξεσηκωθεί από τουριστικό οδηγό.



Καλοί και κακοί ρόλοι



Στην οικογένεια Σεντάρις είναι όλοι μαύρα πρόβατα που σκουντουφλούν ο ένας πάνω στον άλλο, υποδυόμενοι τους ρόλους που τους είχαν δοθεί όταν ήταν παιδιά, και συχνά, καθώς πασχίζουν να τους αποποιηθούν, αναπτύσσουν επιπλέον εκκεντρικότητες. Οπως, για παράδειγμα, η Τίφανι, η μικρότερη αδελφή, με την «αναξιοποίητη ωραία φωνή», η οποία όταν ήταν μικρή είχε τη φήμη της ψεύτρας και προκειμένου να αποκρούσει τις κατηγορίες, απέκτησε μια καινούρια τάση: «η τωρινή της τάση να λέει ακόμα και τις πιο σκληρές, ανάρμοστες αλήθειες είναι, για την ίδια, ένας τρόπος για να αρνηθεί αυτή τη φήμη. Και μαζεύει πράγματα από τα σκουπίδια, τα οποία προσπαθεί να αξιοποιήσει», μετατρέποντας το σπίτι της σε σκουπιδότοπο.


Η δε Λίζα, η μεγαλύτερη αδελφή, παρακολουθεί με θρησκευτικότητα τις ειδήσεις και διαβάζει τις εφημερίδες, αλλά συγκρατεί μόνο τους τίτλους, τους οποίους επαναλαμβάνει σε κάθε συζήτηση, ακόμα και για άσχετο λόγο, ενώ διατηρεί στο σπίτι της έναν παπαγάλο που φέρνει σε αμηχανία τους επισκέπτες.


Τα επεισόδια που εξελίσσονται στην Ευρώπη είναι εξίσου διασκεδαστικά, καθώς ο Σεντάρις περνάει στην περιγραφή ακόμα πιο γκροτέσκων καταστάσεων. Μιλάει για την αμηχανία που δημιουργείται όταν αυτός που περιγράφεται στις ειδήσεις ως επικίνδυνος ταιριάζει με το δικό σου προφίλ ή όταν η αδελφή σου μαγειρεύει μια γαλοπούλα που βρήκε στα σκουπίδια ή ακόμα όταν το σπίτι που ονειρεύεσαι να μείνεις είναι το σπίτι της Αννας Φρανκ.


Η κατάργηση του ιδιωτικού, η χωρίς αναστολές αποκάλυψη των πλέον μύχιων σκέψεων, η επιστράτευση όλων των φτηνών υλικών της καθημερινότητας αλλά και οι εύστοχες παρατηρήσεις που συνοδεύουν την καταγραφή συμπεριφορών και αντιδράσεων, κατορθώνουν να εμποτίσουν στις σύντομες καυστικές του ιστορίες το πνεύμα μιας σκωπτικής αμεσότητας -περιγράφοντας ταυτόχρονα αυτά τα οποία πολλοί από μας σκέφτονται και βιώνουν, αλλά δύσκολα τολμούν να εκφράσουν δημόσια.



ΑΡΓΥΡΩ ΜΑΝΤΟΓΛΟΥ

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 12/05/2006

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!