0
Your Καλαθι
Η εκδρομή των κοριτσιών που χάθηκαν
Περιγραφή
Κριτική
Η ιστορία αυτή, της Γερμανίδας Αννα Ζέγκερς γράφτηκε στο Μεξικό, στην εξορία, το 1943. Η ιδιαιτερότητά της είναι ο κυρίαρχος τόνος της, που είναι ο τόνος της ελεγείας. Είναι ένα ρέκβιεμ για την εφηβεία, τους φίλους που συντρίφτηκαν, τους συγγενείς, τήν ίδια τη νεότητα της Ζέγκερς, που μελαγχολικά αναζητεί τον χαμένο χρόνο...
Οι δεκαπέντε αυτές κοπέλες, στο άνθος της ηλικίας τους, υπέκυψαν στη γερμανική τραγωδία: εκτοπίσεις, αυτοκτονίες, βομβαρδισμοί, βασανιστήρια, καταδόσεις. Η Λένι, η Μαριάννα, η Νόρα, η Γκέρντα, η Λόρε, η Έλζε, η Ίντα, η Έλλι, η Σοφία, η Λόττε... όλες χάθηκαν σ' ένα δρόμο χωρίς επιστροφή.
Η αφηγηματική μέθοδος δίνει εντυπωσιακή δύναμη στο δράμα: το αφήγημα καλύπτει ταυτόχρονα δύο εποχές, που συνέχεια συγκρούονται. Ο ειδυλλιακός χαρακτήρας του παρελθόντος, που μόλις έχει παρέλθει, ποδοπατείται αδυσώπητα από τη βιαιότητα του παρόντος. Επιπλέον : η ειδυλλιακή κατάσταση σκοτεινιάζει από τη γέννησή της, γιατί τη σκεπάζει η σκιά της μοίρας. Τα ειλικρινή σκιρτήματα, τα ευαίσθητα συναισθήματα της εφηβείας, διαψεύδονται και υπονομεύονται από τα ύπουλα πλήγματα, τους συμβιβασμούς και τις ωμότητες της ωριμότητας.
Η έκδοση συνοδεύεται από εισαγωγή της ΚΡΙΣΤΑ ΒΟΛΦ και επίμετρο με μία συνέντευξη του ΠΙΕΡ ΡΑΝΤΒΑΝΥ, του γιου της Άννα Ζέγκερς, για τα χρόνια της εξορίας της συγγραφέως (1933-1947).
Η Γερμανία είναι μια χώρα που τα όρια της πειθαρχίας της την καθορίζουν. Φαντάζει ανέραστη, γι' αυτό και ασυγκίνητη, απαραβίαστη και απαράβατη, γι' αυτό και ανέλπιδη. Αδιάφορη σε ό,τι αφορά την ίδια τη ζωή έξω από τις τεχνικές προδιαγραφές της. Γι' αυτό ίσως, παρά τον διχασμό τόσων ετών της σάρκας της, επανακάμπτει αλώβητη. Είναι όμως τελικά αν-έλπιδη ή μήπως έχει θυσιάσει αμέτρητες ποσότητες συγκίνησης και ελπίδας των επιλεγμένων από την ανάποδη παιδιών της, προκειμένου να υπο-στηρίξει τον μηχανισμό της, ασυγκίνητο;
Η Αννα Ζέγκερς γεννήθηκε στη Γερμανία το 1900. Από το 1933 ώς το 1947 βιώνει την πολιτική της εξορία στη Γαλλία και στο Μεξικό. Είναι εβραϊκής καταγωγής, μεταναστεύει ωστόσο από τον φόβο των ναζιστών επειδή καταδιώκεται για την πολιτική και όχι ακόμη για την εθνική ταυτότητά της. Υφίσταται την ωμότητα και την οδύνη της αποκοπής απ' την πατρίδα της, τη Γερμανία, αλλά κι αυτήν της καταδίωξης από το «δικό της αίμα». Όπως ένα μεγάλο μέρος των εβραίων, αισθάνεται αληθινή πατρίδα της τη χώρα εκείνη που γεννήθηκε και ανατράφηκε. Μέσα της η εστία της εκδίωξης εντοπίζεται ξεκάθαρα στον χώρο των πολιτικών της πεποιθήσεων.
Μετά το τέλος του πολέμου και τις ανακατατάξεις του πολιτικού και γεωγραφικού τοπίου επιστρέφει στην Ανατολική Γερμανία όπου και τιμάται. Εμπιστεύεται το όραμα και την ιδεολογία των «συντρόφων» και θεωρεί ότι στον διαχωρισμό των δύο Γερμανιών τάσσεται με το μέρος του «καλού», πεποίθηση που υπερασπίζεται, χωρίς εκπεφρασμένες διαμαρτυρίες, ώς το τέλος. Η δημιουργικότητά της όμως έχει υποστεί το πλήγμα της αμφιβολίας που απαρνείται. Εχει επίσης υποστεί το πλήγμα της συναίνεσης. Γράφει, χαρακτηριστικά, η Κρίστα Βολφ στον πρόλογο του βιβλίου: «Η έντονη, σκληρή πραγματικότητα της ζωής πολλών ανθρώπων κινδυνεύει να ξεθωριάσει, η ανάμνησή τους να σβήσει. Η ανησυχία και η φλόγα που τους εμψύχωσαν δεν γίνονται πλέον αντιληπτές δέχτηκαν οι ίδιοι να θαφτούν». Και αλλού: «Ποιος μπορεί να την κατηγορήσει αυτήν και τους συντρόφους τους, που ήταν τόσο καιρό πιστοί στην ελπίδα που είχε μεγαλώσει βαθμιαία μέσα τους γι' αυτή τη χώρα, την Ανατολική Γερμανία, πιστοί και πέρα απ' τη στιγμή που ήταν μάταιο να ελπίζεις;».
Αλλωστε η Κρίστα Βολφ ξέρει πολύ καλά για ποιο πράγμα μιλάει, μια κι έχει μοιραστεί μαζί της και την ελπίδα και την κακομεταχείρισή της. Είκοσι εννέα χρόνια νεότερη της Ζέγκερς, επέλεξε να παραμείνει στην Ανατολική Γερμανία εισπράττοντας την αποδοκιμασία και την αμφισβήτηση των Δυτικών. Πνεύμα ανήσυχο, ωστόσο, αρνήθηκε ενσυνείδητα τις αυταπάτες του υπαρκτού σοσιαλισμού ασκώντας κριτική και «ενοχλώντας» με τα κείμενά της. Εισέπραξε έτσι όλη την καχυποψία και τη δυσαρέσκεια και των «συντρόφων» της. Και σαν να μην έφταναν αυτά, κατηγορήθηκε ανενδοίαστα για την «ανίερη» συνεργασία της με το καθεστώς όπως το μεγαλύτερο μέρος των δημιουργών που έμειναν οικειοθελώς στην ανατολική πλευρά με την πτώση του περίφημου «τοίχους της ντροπής» και το άνοιγμα των αρχείων της Στάζι. Ίσως, μάλιστα, να μην αδίκησε και να μην βάρυνε κανέναν περισσότερο από την Κρίστα Βολφ (και ακόμα αυτόν τον «συγγενή» της, στην ευαισθησία και την κριτική του πνεύματος, Χάινερ Μίλερ) η επιπολαιότητα εκείνων των κατηγοριών.
Έτσι είναι οικεία η πικρία όταν λέει για τη Ζέγκερς: «Γιατί, σκέφτηκα, έπρεπε να πέσει ακριβώς ανάμεσα σε μας, τους Γερμανούς, που ισοπεδώνουμε αναγκαστικά κάθε τι μαγευτικό και εξωτικό, που ούτε καν αντιλαμβανόμαστε τη γοητεία ούτε καταλαβαίνουμε όταν μας δωρίζουν μια οπτασία που είναι απόλυτα γήινη και όχι απόλυτα από τον κόσμο τούτο». Οικεία άρα θεμιτή και η απογοήτευση που εκφράζει.
Η Ζέγκερς πέθανε το 1983 γλιτώνοντας έτσι τις κατηγορίες που εξαπολύονταν από τους κάθε λογής επικριτές. Και το σημαντικότερο, γλιτώνοντας την πιθανή κατάρρευση, μαζί με τ' όραμα, της ίδιας της τής ύπαρξης. Σε τι θα βοηθούσε, άραγε, τη Ζέγκερς η εξωτερίκευση των αμφιβολιών της, όταν αυτό που χρειαζόταν ήτανε να λυτρωθεί εντός της απ' αυτές; Και πώς μπορούσε να διαχειριστεί καλύτερα το πλήγμα του εσωτερικού της διχασμού πάνω στη δημιουργικότητά της, όταν το «οικείο» καθεστώς με τον αυταρχισμό του δέσμευε την έκφραση, και ο συντηρητισμός της δυτικής πλευράς την εξοστράκιζε από την Πολιτεία της Δημιουργίας. Γιατί δεν ήταν πρόθυμη, εν τέλει, καμιά από τις δύο πλευρές να ακούσει ούτε έναν ψίθυρο που θα έβγαινε από το στόμα της, πράγμα που αποδείχτηκε περίτρανα σε περιπτώσεις σαν της Βολφ και άλλων «αιρετικών» της διανόησης.
Η εκδρομή των κοριτσιών που χάθηκαν είναι ένα βιβλίο που μιλάει για τον διχασμό και μάλιστα με τη στριγκή, την εσωτερική φωνή του. Μιλάει τη γλώσσα του εγκλεισμού στην πίστη και στην ουτοπία. Μιλάει τη γλώσσα της κατάρρευσης εντός και εκτός ορίων σκέψης. Από τον πρόλογο της Κρίστα Βολφ ως το επίμετρο-συνέντευξη του γιου τής Αννας Ζέγκερς. Χωρίς πραγματικές κραυγές, φωνάζει για λογαριασμό του τραύματος που μένει ανοιχτό, της μάταιης προσδοκίας, της απογοήτευσης. Και μάλιστα εκτείνεται πολύ μακρύτερα από τα όρια της Γερμανίας ή όποιας χώρας. Και ως φωνή ολοζώντανη αποτελεί μια ολοκληρωμένη μαρτυρία που αναφέρεται εξίσου στη ζωή, στην ιστορία και στη δημιουργία.
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΟΥ, «ΤΟ ΒΗΜΑ», 22-04-2001
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις