0
Your Καλαθι
Πυρρώνειες υποτυπώσεις Α
Βιβλίο Α'. 1-163, 187-208
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
ΚΡΙΤΙΚΗ
Οσο παρακολουθούν τη «Βιβλιοθήκη» ίσως θα έχουν σημειώσει ότι οι επιδόσεις της σειράς «Αρχαίοι Συγγραφείς», στην οποία ανήκει αυτό το έργο, έχουν λάβει κατά περίπτωση θετικές και αρνητικές κριτικές. Το συνολικό αποτέλεσμα είναι κάτι σαν ημιτονοειδή καμπύλη. Προσωπικώς μου προξενεί ιδιαίτερη ικανοποίηση ότι το έργο αυτό ανήκει στις «άνω τεταγμένες» αυτής της καμπύλης και συνιστά μία επιτυχή προσπάθεια στο πλαίσιο αυτής της σειράς. Ο μεταφραστής Στυλιανός Δημόπουλος, λέκτορας στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, είναι γνωστός και δοκιμασμένος. Ο ίδιος άλλωστε είχε δώσει δείγματα της φιλοσοφικής και μεταφραστικής ικανότητάς του, όταν είχε μεταφράσει το έργο του Α.Α. Long Hellenistic Philosophy, το οποίο ως Ελληνιστική Φιλοσοφία κυκλοφορεί από τις έγκυρες εκδόσεις του ΜΙΕΤ.
Κρίνοντας από το αποτέλεσμα, θα έλεγα ότι είναι ευτύχημα ότι το έργο αυτό ανέλαβε ο Στυλιανός Δημόπουλος. Και επιθυμώ αυτή την άποψη να την τεκμηριώσω, ώστε να συναγάγει τα συμπεράσματά του και ο αναγνώστης. Διότι δεν πρέπει να περάσουν απαρατήρητες και ασχολίαστες οι αξιοσημείωτες πρωτοβουλίες, τις οποίες ο Σ. Δημόπουλος έλαβε, προκειμένου να αποδώσει τη δική του μεταφραστική εκδοχή. Το πρωτότυπο κείμενο είναι εκείνο της α' έκδοσης Η. Mutschmann (βλ. σελ. 353). Σε αυτό όμως έχουν επέλθει κάποιες μικρές διαφοροποιήσεις, οι οποίες αποτυπώνουν την εκ μέρους του μεταφραστή ενδελεχή γνώση των συζητήσεων των φιλολόγων σε άλλες εκδόσεις. Επιλεκτικώς υιοθετούνται κάποιες τέτοιες απόψεις, οι οποίες αρμονικά συντίθενται έτσι ώστε ο Δημόπουλος να αναδεικνύει τον Σέξτο της δικής του μετάφρασης. Σε ό,τι αφορά τις παραγράφους της μετάφρασης, εδώ φαίνεται ότι ακολουθείται η έκδοση Loeb (μετάφραση R.G. Bury), η οποία δεν έχει υπερβολές όπως εκείνη του Jonathan Barnes (Oxford), έτσι ώστε να υπάρχει λελογισμένο μέτρο στο χωρισμό του κειμένου. Ομως και πάλι αυτά τα πρότυπα δεν ακολουθούνται τυφλά και ο μεταφραστής είναι φειδωλός στο χωρισμό του αρχαίου κειμένου -όπως στις παραγράφους 55, 79, 108, 110, όπου η Loeb χωρίζει το κείμενο, ενώ εδώ δεν χωρίζεται -προφανώς διότι ο μεταφραστής θέλει να υπογραμμίσει τη νοηματική συνέχεια που διαβλέπει. Αντιθέτως, σπανιότατα χωρίζει παραγράφους εκεί όπου δεν υπάρχουν στη μετάφραση του Loeb (όπως στην παρ. 87).
Η μετάφραση υιοθετεί το πολυτονικό σύστημα (χωρίς βαρείες πάντως) και φαίνεται να ακολουθεί τη γραμματική του Τριανταφυλλίδη (σε τονισμό, κλίσεις, καταλήξεις), αλλά και πάλι δεν περιορίζεται στη δημοτική, παρέχοντας στο κείμενό του μεγαλύτερη ευελιξία. Ετσι, για να δηλωθεί η αναφορά, σε όλους τους τίτλους τίθεται η έκφραση «περί...» («περί του σκεπτικού φιλοσόφου», «περί των αρχών του σκεπτικισμού» -σ. 363). Δεν διστάζει μάλιστα, μέσα στην ίδια παράγραφο, να σημειώσει «για τα ζητήματα αυτά» και όχι «περί των ζητημάτων αυτών», ενώ στους τίτλους (σ. 471 κ.ε.) αναφέρεται «περί της εκφράσεως» και όχι περί της έκφρασης». Ο Δημόπουλος θυμάται προφανώς ακατάπαυστα ότι ο γραπτός λόγος δεν είναι μόνο γραμματική, αλλά και συντακτικό.
Υπάρχουν κι άλλα που δείχνουν πόσο «κεντημένη» είναι αυτή η μετάφραση: Προφανώς, λόγω των μεγάλων και σύνθετων περιόδων, για την αιτιολογική αναφορά χρησιμοποίησε παντού το «διότι» (που είναι ξεκάθαρο), ενώ άφησε το «γιατί» μόνο για τις ερωτήσεις. Δεν του διαφεύγει ποτέ ότι το αρνητικό «δεν» δεν χάνει ποτέ το «ν», αφού το «δε» σημαίνει μόνο εναντίωση («μεν - δε»). Παράλληλα, διατηρεί πάντοτε το «ν» στα αρσενικά άρθρα των κυρίων ονομάτων.
Ολα αυτά συνιστούν βεβαίως αποκλίσεις από τη σχολική γραμματική. Αλλά είμαι πεπεισμένος ότι αυτές οι αποκλείσεις έκαμαν αυτή τη μετάφραση τόσο γλαφυρή και δυνατή στην απόδοση των δύσκολων εννοιών του σκεπτικισμού. Αλλωστε, δεν έχω καμία αμφιβολία ότι σε μελλοντικές γραμματικές αυτά δεν θα συνιστούν πλέον «αποκλίσεις».
Εκείνο που εντυπωσιάζει είναι η τόλμη με την οποίαν ο μεταφραστής μετριάζει το μακροπερίοδο του αρχαίου κειμένου. Δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει στίξη όλων των ειδών, μερικές φορές συντομεύοντας μακρές περιόδους (κόβοντας αυτές σε μικρότερες) -αλλά με μόνιμο αποτέλεσμα να διατηρεί και να αναδεικνύει την τεχνική του λόγου του αρχαίου κειμένου.
Δεν γνωρίζω για ποιο λόγο ο μεταφραστής δεν χρησιμοποίησε το κάτω μέρος των σελίδων για τις υποσημειώσεις του. Εχω την αίσθηση ότι οι «εκδοτικές αρχές» της παρούσης σειράς δεν του το επέτρεψαν. Ετσι, σημειώνει τα πάντα (και είναι πάμπολλα) στις σημειώσεις του, στο τέλος. Το εύρος των ονομάτων των συγγραφέων που αναφέρει είναι ενδεικτικό της εργασίας υποδομής που έχει γίνει για την εργασία αυτή -αλλά και ενδεικτικό του φιλοσοφικού δυναμικού του Στέλιου Δημόπουλου: Παραθέτει αποσπάσματα από τους Διογένη Λαέρτιο, Σέξτο Εμπειρικό, Ευσέβιο, λιγότερα από τους Αριστοτέλη, Κικέρωνα, Ομηρο, Προσωκρατικούς, ένα από τον Ιάμβλιχο (σημ. 73) και ένα από τον Πίνδαρο (σημ. 131). Οι Σημειώσεις του είναι πραγματολογικές (π.χ. σημ. 41, 47, 55 κ.ά.), παραπεμπτικές (παραπέμπουν σε άλλους συγγραφείς, στον Σέξτο, ή σε άλλα έργα), επεξηγηματικές (π.χ. σημ. 107, 11, 126 κ.ά.), επεξηγηματικές φιλοσοφικού νοήματος (π.χ. σημ. 97, 127 κ.ά.) και σημειώσεις αποδόσεως αποσπασμάτων (στίχων κυρίως) που παραθέτει ο Σέξτος στους συγγραφείς (ποιητές κυρίως) (όπως οι σημ. 92, 93, 94, 95, 110, 143 κ.ά.). Προδήλως οι μεταφράσεις των αποσπασμάτων αυτών είναι του ίδιου του Σ. Δημόπουλου. Δεν θα αφήσω ασχολίαστες και σημειώσεις του μεταφραστή, που θα αποκαλούσα «τεχνικές», όπου αυτός λαμβάνει τον κόπο να εξηγήσει το γιατί προτίμησε έναν όρο (ή μία απόδοση) από έναν άλλο όρο (ή απόδοση) -όπως βλέπουμε στις σημ. 77 και 149.
Σε ό,τι αφορά τους φιλοσοφικούς όρους, ο μεταφραστής θα πρέπει να βοηθήθηκε από τον ίδιο τον Σέξτο, αφού το κείμενο που μεταφράζει είναι ένα είδος εγκυκλοπαίδειας του Σκεπτικισμού. Ειδικά στο Α' βιβλίο υπάρχουν ορισμοί εννοιών, επεξηγήσεις και παραδείγματα για τους όρους σκέψις, ισοσθένεια, εποχή, αταραξία, Πυρρώνειος κ.ά. Τον όρο «σκέψις» αποδίδει ως «σκεπτικισμός» (όπως άλλωστε και οι Αγγλοι και Γάλλοι), νομίζω δόκιμα, αφού η λέξη σκέψις, ως έχει, είναι νεοελληνική και θα δημιουργούσε ίσως παρεξηγήσεις. Δόκιμα επίσης αφήνει αναλλοίωτο τον όρο «εποχή», τον οποίον ο ίδιος ο Σέξτος ορίζει (σελ. 361). Ετσι τον διατηρεί σε όλη τη μετάφραση, και εννοείται κατά τόπους ότι πρόκειται για «εποχή» από την κρίση, από τη συγκατάθεση, από τη βεβαίωση -και μερικές φορές η διάκριση επισημαίνεται, προφανώς δεν είναι δυνατόν αυτό να γίνεται σε όλες τις περιπτώσεις επίσης, τον όρο «ισοσθένεια» τον αποδίδει ως «ισοδυναμία» (και δεν το αφήνει ως έχει), αντλώντας προφανώς ενθάρρυνση από το γεγονός ότι ο ίδιος ο Σέξτος (σελ. 361) εκκινεί από τον ίδιο τον ορισμό της λέξης, και δεν αφήνει περιθώρια σε κανένα να τον εκλάβει με τη στενή σημασία που έχει στην επιστήμη της Λογικής (με την ίδια έννοια, αν άφηνε την «ισοσθένεια», δεν υπάρχουν περιθώρια να εκληφθεί ο όρος με τη σημασία που έχει στη Χημεία). Με την ίδια σωφροσύνη, ο Δημόπουλος διατηρεί τον όρο «ιδιοσυγκρασία» αναλλοίωτο, ενώ για τον όρο «φαντασίαι» προκρίνει την έκφραση «αισθητηριακές εντυπώσεις».
Με ιδιαίτερη επιμέλεια αναφέρεται στις «σκεπτικές φωνές», τις οποίες επεξηγεί στη σημ. 19. Αποδίδονται στις πρώτες παραγράφους (14 και 15) ως «σκεπτικές ρήσεις», αφού ο «σκεπτικός τας φωνάς αυτού προφέρεται» (=τις εκφωνεί, τις διατυπώνει προφορικά). Παρακάτω (παρ. 187 κ.ε.), όπου υπάρχει ορισμός των «φωνών», τις αποδίδει ως σκεπτικές «ρήσεις» ή σκεπτικές «εκφράσεις» -και πάλι δοκίμως, αφού πουθενά δεν γίνεται αναφορά στον προφορικό ή το γραπτό λόγο.
Παρά το γεγονός ότι ένα κείμενο όπως αυτό ενέχει την αυτονόητη φιλοσοφική σημασία του, επέμεινα στις μεταφραστικές διαστάσεις του εγχειρήματος, διότι δεν θα ήθελα να μην αναγνωρισθεί η επίπονη προσπάθεια που απαιτείται προκειμένου να μεταφρασθεί και να μεταφερθεί στο σύγχρονο αναγνώστη η καταγραφή του Σέξτου του Εμπειρικού.
Ως κατακλείδα, θα σημειώσω με λύπη ότι σε ένα έργο όπου η Εισαγωγή της (καθηγήτριας) Τ. Πεντζοπούλου - Βαλαλά καταλαμβάνει 350 σελίδες, δεν βρέθηκε χώρος για έναν, σύντομο έστω, πρόλογο εκ μέρους του (λέκτορα) μεταφραστή. Να μας πει έστω κάτι για τις δυσκολίες και τις προσδοκίες του, για όλη αυτή την περιπέτεια την οποίαν επωμίστηκε και από την οποία εξήλθε με μεγάλη επιτυχία. Να είναι αυτός που θα εκφράσει «ευχαριστίες» προς όσους επικουρικώς συνέβαλαν σε αυτό το έργο -που είναι δικό του έργο.
Σε αυτό το αξιόλογο έργο ο μεταφραστής αποτελεί ένα σχεδόν βουβό πρόσωπο, που εκφράζεται μόνο «από το παράθυρο», μέσω των Σημειώσεών του. Ισως η υπερβολική σεμνότητά του τον εμπόδισε από το να δει ότι αυτό το βιβλίο είναι δικό του βιβλίο -και κανενός άλλου.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΖΑΜΑΛΙΚΟΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 30/05/2003
Οσο παρακολουθούν τη «Βιβλιοθήκη» ίσως θα έχουν σημειώσει ότι οι επιδόσεις της σειράς «Αρχαίοι Συγγραφείς», στην οποία ανήκει αυτό το έργο, έχουν λάβει κατά περίπτωση θετικές και αρνητικές κριτικές. Το συνολικό αποτέλεσμα είναι κάτι σαν ημιτονοειδή καμπύλη. Προσωπικώς μου προξενεί ιδιαίτερη ικανοποίηση ότι το έργο αυτό ανήκει στις «άνω τεταγμένες» αυτής της καμπύλης και συνιστά μία επιτυχή προσπάθεια στο πλαίσιο αυτής της σειράς. Ο μεταφραστής Στυλιανός Δημόπουλος, λέκτορας στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, είναι γνωστός και δοκιμασμένος. Ο ίδιος άλλωστε είχε δώσει δείγματα της φιλοσοφικής και μεταφραστικής ικανότητάς του, όταν είχε μεταφράσει το έργο του Α.Α. Long Hellenistic Philosophy, το οποίο ως Ελληνιστική Φιλοσοφία κυκλοφορεί από τις έγκυρες εκδόσεις του ΜΙΕΤ.
Κρίνοντας από το αποτέλεσμα, θα έλεγα ότι είναι ευτύχημα ότι το έργο αυτό ανέλαβε ο Στυλιανός Δημόπουλος. Και επιθυμώ αυτή την άποψη να την τεκμηριώσω, ώστε να συναγάγει τα συμπεράσματά του και ο αναγνώστης. Διότι δεν πρέπει να περάσουν απαρατήρητες και ασχολίαστες οι αξιοσημείωτες πρωτοβουλίες, τις οποίες ο Σ. Δημόπουλος έλαβε, προκειμένου να αποδώσει τη δική του μεταφραστική εκδοχή. Το πρωτότυπο κείμενο είναι εκείνο της α' έκδοσης Η. Mutschmann (βλ. σελ. 353). Σε αυτό όμως έχουν επέλθει κάποιες μικρές διαφοροποιήσεις, οι οποίες αποτυπώνουν την εκ μέρους του μεταφραστή ενδελεχή γνώση των συζητήσεων των φιλολόγων σε άλλες εκδόσεις. Επιλεκτικώς υιοθετούνται κάποιες τέτοιες απόψεις, οι οποίες αρμονικά συντίθενται έτσι ώστε ο Δημόπουλος να αναδεικνύει τον Σέξτο της δικής του μετάφρασης. Σε ό,τι αφορά τις παραγράφους της μετάφρασης, εδώ φαίνεται ότι ακολουθείται η έκδοση Loeb (μετάφραση R.G. Bury), η οποία δεν έχει υπερβολές όπως εκείνη του Jonathan Barnes (Oxford), έτσι ώστε να υπάρχει λελογισμένο μέτρο στο χωρισμό του κειμένου. Ομως και πάλι αυτά τα πρότυπα δεν ακολουθούνται τυφλά και ο μεταφραστής είναι φειδωλός στο χωρισμό του αρχαίου κειμένου -όπως στις παραγράφους 55, 79, 108, 110, όπου η Loeb χωρίζει το κείμενο, ενώ εδώ δεν χωρίζεται -προφανώς διότι ο μεταφραστής θέλει να υπογραμμίσει τη νοηματική συνέχεια που διαβλέπει. Αντιθέτως, σπανιότατα χωρίζει παραγράφους εκεί όπου δεν υπάρχουν στη μετάφραση του Loeb (όπως στην παρ. 87).
Η μετάφραση υιοθετεί το πολυτονικό σύστημα (χωρίς βαρείες πάντως) και φαίνεται να ακολουθεί τη γραμματική του Τριανταφυλλίδη (σε τονισμό, κλίσεις, καταλήξεις), αλλά και πάλι δεν περιορίζεται στη δημοτική, παρέχοντας στο κείμενό του μεγαλύτερη ευελιξία. Ετσι, για να δηλωθεί η αναφορά, σε όλους τους τίτλους τίθεται η έκφραση «περί...» («περί του σκεπτικού φιλοσόφου», «περί των αρχών του σκεπτικισμού» -σ. 363). Δεν διστάζει μάλιστα, μέσα στην ίδια παράγραφο, να σημειώσει «για τα ζητήματα αυτά» και όχι «περί των ζητημάτων αυτών», ενώ στους τίτλους (σ. 471 κ.ε.) αναφέρεται «περί της εκφράσεως» και όχι περί της έκφρασης». Ο Δημόπουλος θυμάται προφανώς ακατάπαυστα ότι ο γραπτός λόγος δεν είναι μόνο γραμματική, αλλά και συντακτικό.
Υπάρχουν κι άλλα που δείχνουν πόσο «κεντημένη» είναι αυτή η μετάφραση: Προφανώς, λόγω των μεγάλων και σύνθετων περιόδων, για την αιτιολογική αναφορά χρησιμοποίησε παντού το «διότι» (που είναι ξεκάθαρο), ενώ άφησε το «γιατί» μόνο για τις ερωτήσεις. Δεν του διαφεύγει ποτέ ότι το αρνητικό «δεν» δεν χάνει ποτέ το «ν», αφού το «δε» σημαίνει μόνο εναντίωση («μεν - δε»). Παράλληλα, διατηρεί πάντοτε το «ν» στα αρσενικά άρθρα των κυρίων ονομάτων.
Ολα αυτά συνιστούν βεβαίως αποκλίσεις από τη σχολική γραμματική. Αλλά είμαι πεπεισμένος ότι αυτές οι αποκλείσεις έκαμαν αυτή τη μετάφραση τόσο γλαφυρή και δυνατή στην απόδοση των δύσκολων εννοιών του σκεπτικισμού. Αλλωστε, δεν έχω καμία αμφιβολία ότι σε μελλοντικές γραμματικές αυτά δεν θα συνιστούν πλέον «αποκλίσεις».
Εκείνο που εντυπωσιάζει είναι η τόλμη με την οποίαν ο μεταφραστής μετριάζει το μακροπερίοδο του αρχαίου κειμένου. Δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει στίξη όλων των ειδών, μερικές φορές συντομεύοντας μακρές περιόδους (κόβοντας αυτές σε μικρότερες) -αλλά με μόνιμο αποτέλεσμα να διατηρεί και να αναδεικνύει την τεχνική του λόγου του αρχαίου κειμένου.
Δεν γνωρίζω για ποιο λόγο ο μεταφραστής δεν χρησιμοποίησε το κάτω μέρος των σελίδων για τις υποσημειώσεις του. Εχω την αίσθηση ότι οι «εκδοτικές αρχές» της παρούσης σειράς δεν του το επέτρεψαν. Ετσι, σημειώνει τα πάντα (και είναι πάμπολλα) στις σημειώσεις του, στο τέλος. Το εύρος των ονομάτων των συγγραφέων που αναφέρει είναι ενδεικτικό της εργασίας υποδομής που έχει γίνει για την εργασία αυτή -αλλά και ενδεικτικό του φιλοσοφικού δυναμικού του Στέλιου Δημόπουλου: Παραθέτει αποσπάσματα από τους Διογένη Λαέρτιο, Σέξτο Εμπειρικό, Ευσέβιο, λιγότερα από τους Αριστοτέλη, Κικέρωνα, Ομηρο, Προσωκρατικούς, ένα από τον Ιάμβλιχο (σημ. 73) και ένα από τον Πίνδαρο (σημ. 131). Οι Σημειώσεις του είναι πραγματολογικές (π.χ. σημ. 41, 47, 55 κ.ά.), παραπεμπτικές (παραπέμπουν σε άλλους συγγραφείς, στον Σέξτο, ή σε άλλα έργα), επεξηγηματικές (π.χ. σημ. 107, 11, 126 κ.ά.), επεξηγηματικές φιλοσοφικού νοήματος (π.χ. σημ. 97, 127 κ.ά.) και σημειώσεις αποδόσεως αποσπασμάτων (στίχων κυρίως) που παραθέτει ο Σέξτος στους συγγραφείς (ποιητές κυρίως) (όπως οι σημ. 92, 93, 94, 95, 110, 143 κ.ά.). Προδήλως οι μεταφράσεις των αποσπασμάτων αυτών είναι του ίδιου του Σ. Δημόπουλου. Δεν θα αφήσω ασχολίαστες και σημειώσεις του μεταφραστή, που θα αποκαλούσα «τεχνικές», όπου αυτός λαμβάνει τον κόπο να εξηγήσει το γιατί προτίμησε έναν όρο (ή μία απόδοση) από έναν άλλο όρο (ή απόδοση) -όπως βλέπουμε στις σημ. 77 και 149.
Σε ό,τι αφορά τους φιλοσοφικούς όρους, ο μεταφραστής θα πρέπει να βοηθήθηκε από τον ίδιο τον Σέξτο, αφού το κείμενο που μεταφράζει είναι ένα είδος εγκυκλοπαίδειας του Σκεπτικισμού. Ειδικά στο Α' βιβλίο υπάρχουν ορισμοί εννοιών, επεξηγήσεις και παραδείγματα για τους όρους σκέψις, ισοσθένεια, εποχή, αταραξία, Πυρρώνειος κ.ά. Τον όρο «σκέψις» αποδίδει ως «σκεπτικισμός» (όπως άλλωστε και οι Αγγλοι και Γάλλοι), νομίζω δόκιμα, αφού η λέξη σκέψις, ως έχει, είναι νεοελληνική και θα δημιουργούσε ίσως παρεξηγήσεις. Δόκιμα επίσης αφήνει αναλλοίωτο τον όρο «εποχή», τον οποίον ο ίδιος ο Σέξτος ορίζει (σελ. 361). Ετσι τον διατηρεί σε όλη τη μετάφραση, και εννοείται κατά τόπους ότι πρόκειται για «εποχή» από την κρίση, από τη συγκατάθεση, από τη βεβαίωση -και μερικές φορές η διάκριση επισημαίνεται, προφανώς δεν είναι δυνατόν αυτό να γίνεται σε όλες τις περιπτώσεις επίσης, τον όρο «ισοσθένεια» τον αποδίδει ως «ισοδυναμία» (και δεν το αφήνει ως έχει), αντλώντας προφανώς ενθάρρυνση από το γεγονός ότι ο ίδιος ο Σέξτος (σελ. 361) εκκινεί από τον ίδιο τον ορισμό της λέξης, και δεν αφήνει περιθώρια σε κανένα να τον εκλάβει με τη στενή σημασία που έχει στην επιστήμη της Λογικής (με την ίδια έννοια, αν άφηνε την «ισοσθένεια», δεν υπάρχουν περιθώρια να εκληφθεί ο όρος με τη σημασία που έχει στη Χημεία). Με την ίδια σωφροσύνη, ο Δημόπουλος διατηρεί τον όρο «ιδιοσυγκρασία» αναλλοίωτο, ενώ για τον όρο «φαντασίαι» προκρίνει την έκφραση «αισθητηριακές εντυπώσεις».
Με ιδιαίτερη επιμέλεια αναφέρεται στις «σκεπτικές φωνές», τις οποίες επεξηγεί στη σημ. 19. Αποδίδονται στις πρώτες παραγράφους (14 και 15) ως «σκεπτικές ρήσεις», αφού ο «σκεπτικός τας φωνάς αυτού προφέρεται» (=τις εκφωνεί, τις διατυπώνει προφορικά). Παρακάτω (παρ. 187 κ.ε.), όπου υπάρχει ορισμός των «φωνών», τις αποδίδει ως σκεπτικές «ρήσεις» ή σκεπτικές «εκφράσεις» -και πάλι δοκίμως, αφού πουθενά δεν γίνεται αναφορά στον προφορικό ή το γραπτό λόγο.
Παρά το γεγονός ότι ένα κείμενο όπως αυτό ενέχει την αυτονόητη φιλοσοφική σημασία του, επέμεινα στις μεταφραστικές διαστάσεις του εγχειρήματος, διότι δεν θα ήθελα να μην αναγνωρισθεί η επίπονη προσπάθεια που απαιτείται προκειμένου να μεταφρασθεί και να μεταφερθεί στο σύγχρονο αναγνώστη η καταγραφή του Σέξτου του Εμπειρικού.
Ως κατακλείδα, θα σημειώσω με λύπη ότι σε ένα έργο όπου η Εισαγωγή της (καθηγήτριας) Τ. Πεντζοπούλου - Βαλαλά καταλαμβάνει 350 σελίδες, δεν βρέθηκε χώρος για έναν, σύντομο έστω, πρόλογο εκ μέρους του (λέκτορα) μεταφραστή. Να μας πει έστω κάτι για τις δυσκολίες και τις προσδοκίες του, για όλη αυτή την περιπέτεια την οποίαν επωμίστηκε και από την οποία εξήλθε με μεγάλη επιτυχία. Να είναι αυτός που θα εκφράσει «ευχαριστίες» προς όσους επικουρικώς συνέβαλαν σε αυτό το έργο -που είναι δικό του έργο.
Σε αυτό το αξιόλογο έργο ο μεταφραστής αποτελεί ένα σχεδόν βουβό πρόσωπο, που εκφράζεται μόνο «από το παράθυρο», μέσω των Σημειώσεών του. Ισως η υπερβολική σεμνότητά του τον εμπόδισε από το να δει ότι αυτό το βιβλίο είναι δικό του βιβλίο -και κανενός άλλου.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΖΑΜΑΛΙΚΟΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 30/05/2003
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις