0
Your Καλαθι
Μισό κιλό πλανήτης
Ιστορίες για μικρούς και μεγάλους γήινους
Περιγραφή
Ένας εξωγήινος, ο Βουρ, έρχεται στον πλανήτη Γη για να δει πώς ζούνε οι γήινοι. Και να τι βλέπει: 1. Έναν μοναχικό κύριο μέσα σ’ ένα εστιατόριο να τρώει ψητές κότες, τη μια μετά την άλλη. Του κάνει παρέα μια μύγα καθισμένη σ’ ένα ψίχουλο. Μια μύγα που είναι πολύ ευτυχισμένη με το ψίχουλό της.
2. Ένα παιδί σε μια ακροθαλασσιά. Όλοι γύρω του κάνουν ηλιοθεραπεία και μιλούν στα κινητά, μα εκείνο πετάει σιωπηλό κοχύλια στη θάλασσα. Τα βλέπει να βυθίζονται και λάμπει απ’ τη χαρά του.
3. Έναν γέρο περιπτερά μέσα σ’ ένα γέρικο περίπτερο, βυθισμένον όλο ευτυχία μέσα στις αναμνήσεις του. Μόλις βλέπει τον Βουρ, του χαμογελά και του κερνά μια καραμέλα.
4. Μια ταξιθέτρια σ’ ένα σινεμά, στην τελευταία προβολή. Έχει γείρει κουρασμένη σ’ ένα κάθισμα, και κρατά στην αγκαλιά της έναν σβηστό φακό. Γέρνει στον ώμο του Βουρ κι αποκοιμιέται χαμογελαστή.
5. Έναν μικρό μαθητή στο τελευταίο θρανίο της τάξης, την ώρα της ζωγραφικής. Όλοι οι άλλοι ζωγραφίζουν αγωνιστικά αυτοκίνητα και ηρωϊκούς πυροσβέστες, μα αυτός ζωγραφίζει τα πιο ζουμερά μπιφτέκια του κόσμου, κι ας τον κοροϊδεύουν οι συμμαθητές του. Μόλις βλέπει τον Βουρ, του σκάζει ένα ζουμερό χαμόγελο.
6. Έναν οδηγό αστικού λεωφορείου. Βαριέται πολύ γιατί κάνει την ίδια διαδρομή 20 χρόνια τώρα. Ώσπου πατάει φρένο μπρος σε ένα ολοκαίνουργιο αναψυκτήριο και διαλέγει την πιο παγωμένη λεμονάδα του σύμπαντος.
7. Μια μητέρα που διηγείται ένα παραμύθι στο παιδί της.
Ένα παραμύθι που μιλάει για τον Βουρ. Μόλις τελειώνει το παραμύθι, το παιδί κοιτάζει τον Βουρ και του σκάζει το πιο χορταστικό χαμόγελο που υπάρχει στον πλανήτη Γη.
Από καθεμία από αυτές τις 7 ιστορίες που ζει ο Βουρ, συλλέγει και κάποια μικροαντικείμενα-απομεινάρια, τα οποία στέλνει πίσω στον πλανήτη του για εξέταση. Μικρά, ελαφριά απομεινάρια. Όλα μαζί ζυγίζουν μισό κιλό. Μισό κιλό πλανήτη.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Είναι η ποσότητα εχθρός της ποιότητας; Ο Σάκης Σερέφας έχει κάθε δίκιο να διαφωνεί. Το 2004 υπήρξε για εκείνον μια αναμφίβολα παραγωγική χρονιά. Πέντε βιβλία του, εκ των οποίων τα τρία πεζογραφικά, κυκλοφόρησαν την ίδια χρονιά. Εργα διαφορετικά μεταξύ τους, πρωτότυπα όλα, με αδυναμίες ασφαλώς αλλά αναμενόμενες, όταν ο συγγραφέας πειραματίζεται τολμηρά με τη θεματογραφία του και ταυτόχρονα αψηφά συντακτικούς κανόνες, αφηγηματικές συμβάσεις και τις περιοριστικές, δεδομένες σημασίες των λέξεων για να διατυπώσει καινοφανείς φράσεις ή και να προτείνει νέα, πολύσημα και πυκνά λεκτικά κατασκευάσματα, «λαχταριστά» όπως θα έγραφε ο ίδιος. Η κύρια επίτευξη του Σερέφα είναι ότι ισορροπεί δεξιοτεχνικά ανάμεσα στο φαιδρό, το εξωφρενικό και το ευτράπελο των θεμάτων του και τη σοβαρότητα και την προσοχή ως προς το χειρισμό τους. Το διαπιστώσαμε πρόσφατα με το ιδιόμορφο, αρκετά αιχμηρό και προκλητικό, ξεκαρδιστικό στις πιο ευτυχείς του στιγμές, αλφαβητάρι της παγκοσμιοποίησης («Αγνοια, Βρικόλακας, Γιες»). Στο τελευταίο του βιβλίο επιχειρεί μία ακόμα «Αποστολή στη Γη» (2003), από την οποία θα συλλέξει ενθύμια βάρους μισού κιλού. Τόσο εκτιμάται η ελαφριά όσο και ασήκωτη ζωή μας. Η ματιά του ακτινογραφεί τη σύγχρονη καθημερινότητα και βυθομετρεί τις ανθρώπινες μονάδες που βουλιάζουν στη ρουτίνα της. Απολαυστικός και επινοητικός όπως συνήθως, αλλά και λυπημένος όσο ποτέ. Αξίζει να ειπωθεί εξαρχής: Η περίπτωση του Σάκη Σερέφα αποτελεί μια πολύ ευχάριστη ιδιαιτερότητα στην άτολμη, γενικότερα, λογοτεχνία μας.
Οι αλλόκοτες συνήθειες των γήινων
Κατά τη διάρκεια μιας εβδομάδας ο εξωγήινος και αόρατος πρωταγωνιστής, ανταποκρινόμενος στις συνδηλώσεις του ονόματός του, Βουρ, εφορμά στα γήινα, παρατηρεί με ακόρεστη όρεξη τον κόσμο που επισκέπτεται, υιοθετεί γήινες συνήθειες, εξοικειώνεται με την αστική γεωγραφία και μολονότι αγνοεί το αίσθημα της λύπης συντροφεύει για το διάστημα μιας ημέρας επτά μοναχικά, αγέλαστα πρόσωπα, από τα οποία αποσπά, μαζί με το χαμόγελό τους, ένα αντιπροσωπευτικό αντικείμενο. Στις ανταποκρίσεις του συγκεντρώνει στιγμιότυπα που στη σύνθεσή τους αποκαλύπτουν τη σύγχρονη πραγματικότητα. Μια πραγματικότητα ωστόσο όπως θα γινόταν αντιληπτή από κάποιον ξένο με αυτή· ρηχή, περιγραφική, επιφανειακή, αλλά και αξιοπαρατήρητη. Κάθε κεφάλαιο του βιβλίου αντιστοιχεί σε μία ημέρα και αφιερώνεται σε θραύσματα της ζωής αποξενωμένων ανθρώπων που έχουν την ικανότητα και πρωτίστως την ανάγκη να αντιλαμβάνονται την παρήγορη παρουσία τού Βουρ. Από την αρχή, λοιπόν, ο συγγραφέας ορίζει ένα απόλυτα οικείο στον ίδιο αφηγηματικό πεδίο. Εύστοχη η χρήση (και ήδη επιτυχώς δοκιμασμένη) ενός αφηγητή στον οποίο τα πλέον τετριμμένα φαντάζουν απόκοσμα και ο οποίος δεν διαθέτει συγκινησιακούς μηχανισμούς. Ως αποτέλεσμα με ευκολία απομονώνει από τις εικόνες που του προσφέρονται τον παραλογισμό και την ιλαρότητά τους. Επίσης, καθ' ότι εξωγήινος ο ήρωας, νομιμοποιούνται οι όποιες αυθαιρεσίες. Ο συγγραφέας μπορεί να κάνει ό,τι θέλει μαζί του. Ο Βουρ, χωρίς να ξέρει το «γιατί» των πράξεών του -επαναλαμβανόμενο μοτίβο ή εξωπραγματική άγνοιά του για τα ανθρώπινα- μας μαθαίνει τον κόσμο μας, εσωτερικό και εξωτερικό, με τον ιδιαίτερο τρόπο που οι «άλλοι» μπορούν και αποκρυπτογραφούν τον εαυτό μας. Διαθέτει λαίμαργη περιέργεια αλλά και οξύτατη όραση που του επιτρέπει να διαπερνά το παρόν, να βλέπει σκηνές από το παρελθόν των τυχαίων συναντήσεών του και να ψυχογραφεί εις βάθος τα πρόσωπα με ελάχιστες υποβοηθητικές ενδείξεις. Η καθημερινότητα, στις πιο αδιάφορες όψεις της, προκαλεί την απορία του. Η βουλιμία σαν αντιστάθμισμα μιας άγευστης ζωής, οι κοπαδιαστές εξορμήσεις στην παραλία υπό το πρόσταγμα του καύσωνα, ο απόκρυφος κόσμος των περιπτέρων, το σκοτάδι του κινηματογράφου που φιλοξενεί αγέλες από βαρυφορτωμένα βλέμματα, οι παράξενες ζωγραφιές ενός παραγκωνισμένου παιδιού, η αμφίσημη δίψα ενός οδηγού λεωφορείου αποτελούν τους ιδιότυπους σταθμούς του κατά την περιδιάβασή του στη Θεσσαλονίκη -πού αλλού;
Η παρωδία όταν ολισθαίνει στην υπερβολή καταστρέφει τη βαθύτατα ειρωνική, περιπαικτική και διαπεραστική ματιά του Σερέφα και απολήγει σε βεβιασμένους, άτσαλους αστεϊσμούς και πρόχειρες γελοιογραφίες. Εδώ όμως, χάρη στην απλότητα και αμεσότητα του ύφους του, κατορθώνει να εξουδετερώσει δύο μόνιμες απειλές του, την αφέλεια και την πλήξη. Οι ιστορίες δεν είναι μόνο πολύ σύντομες για να κουράσουν, αλλά και γραμμένες με κέφι, μπολιασμένες με χαριτωμένα ευρήματα και καυστικές νύξεις. Επίσης, όταν ο Σερέφας ελέγχει τη συνήθως εκτροχιασμένη φαντασία του ακόμα και η απόδοση μιας ανιαρής διαδρομής με το λεωφορείο αποβαίνει τόσο σπαρταριστή όσο και δραματική. Η υπόγεια δραματικότητα των καταστάσεων των οποίων γίνεται μάρτυρας ο Βουρ φανερώνεται στο τέλος με μια επιδέξια, απρόσμενη στροφή της οπτικής γωνίας.
Η τελευταία μέρα της αποστολής του επιφυλάσσει στον Βουρ μια καταλυτική ανατροπή. Ο συγγραφέας με ένα ευφυές τέχνασμα επιβεβαιώνει ότι πρόθεσή του δεν ήταν απλώς να χαριτολογήσει πάνω στον αυτοματισμό και την καλοχωνεμένη αλλοφροσύνη του καθημερινού βίου. Η δομή του βιβλίου καθιστά οφθαλμοφανή την αναλογία με τις επτά ημέρες της Δημιουργίας. Γι' αυτό ο Σερέφας την έβδομη μέρα αναπαύει τον ήρωά του και τον βάζει να κρυφακούσει ένα παιδικό παραμύθι που ιστορεί τις έξι προηγηθείσες μέρες του στη Γη. Στο τελευταίο κεφάλαιο, επομένως, ξαναδιαβάζουμε τις ίδιες ιστορίες, από την πλευρά των γήινων αυτή τη φορά, οι οποίοι σε κρίσιμες στιγμές προσκαλούν ένα καλοσυνάτο, ανιδιοτελές, γεμάτο κατανόηση πλάσμα της φαντασίας τους να παραστεί στη μοναξιά τους. Το σκωπτικό ύφος διαδέχονται η μελαγχολία και η ήπια οδύνη, τις οποίες οι προηγούμενες αναφορές δεν μας επέτρεπαν να υποπτευθούμε. Και πάλι η λιτότητα της γραφής και η τήρηση εύθραυστων ισορροπιών γλιτώνουν τον Σερέφα από κοινότοπους μελοδραματισμούς, ασύμβατους, ούτως ή άλλως, με τη συγγραφική του ιδιοσυγκρασία. Στις τελευταίες σελίδες, αναντίρρητα οι δυνατότερες του βιβλίου, το εύρημα του αδάκρυτου εξωγήινου αποδεικνύει περίτρανα τη λειτουργικότητά του.
Γλώσσα με εικόνες
Ο Σερέφας μιλάει μια αποκλειστικά δική του γλώσσα. Γλώσσα που δεν μιλιέται ούτε γράφεται από άλλον. Λέξεις πολυχρησιμοποιημένες, λαϊκές, ιδιωματικές σφιχταγκαλιασμένες με λόγιες τοποθετούνται στις πιο παράταιρες θέσεις για να επιφορτιστούν με ένα καινούριο, κρυμμένο νόημα· λέξεις ελκυστικές ζευγαρώνουν με ακαλαίσθητες· άλλες συνιστούν αποκυήματα ευρηματικότητας, ενώ «ταπεινά» ρήματα εμφιλοχωρούν στα πιο απίθανα φραστικά σχήματα. Για παράδειγμα, οι πολύπαθοι ήρωές του διαπιστώνουν στο πετσί τους τις ανύποπτες, «σερεφικές» σημασίες του ρήματος «παθαίνω». Η αξιοσημείωτη άνεση (συχνά άμετρη) με την οποία ο συγγραφέας επινοεί και χειρίζεται την αφηγηματική του γλώσσα μπορεί εξίσου άνετα να τον παρασύρει σε παρακινδυνευμένους ακροβατισμούς και να καταντήσει τις επινοήσεις του εξεζητημένα, εξυπνακίστικα πυροτεχνήματα. Στο ανά χείρας βιβλίο, ωστόσο, απολαμβάνουμε τους ανεπιτήδευτους και συνάμα εμπνευσμένους τρόπους του, τις ατελείωτες, λαβυρινθώδεις, αλλά και τόσο ελεγχόμενες, διαυγείς φράσεις, τις αιφνιδιαστικές σκηνές που αναπαράγει από παραπεταμένα, παραμελημένα ερεθίσματα της πραγματικότητας, τη σαρκαστική του στάση προς τα αλλόκοτα πλάσματα της μυθοπλασίας του.
Το βιβλίο δεν ευεργετούν μόνον η αυτοσυγκράτηση και η αυτοπειθαρχία τού κατά τεκμήριο ασυγκράτητου, χειμαρρώδους Σερέφα. Η παιγνιώδης γραφή του και η έκδηλα εικονογραφική του έκφραση βρίσκουν ιδανικό συνομιλητή στα σχέδια και τις εικαστικές συνθέσεις του Βίκτορος Κοέν (Θεσσαλονίκη, 1967). Ακρως εντυπωσιακό το βιογραφικό του ζωγράφου και καθηγητή σχεδίου που παρατίθεται στο βιβλίο, μαρτυρεί τη διεθνή εμβέλεια των δημιουργιών του. Εμπρακτη απόδειξη των γραπτών διαπιστευτηρίων τα σχέδια που κοσμούν την παρούσα έκδοση. Ο Κοέν μετατρέπει σε εικόνες το χιούμορ του Σερέφα, σταχυολογώντας από την αφήγηση τα πιο εξωφρενικά της στοιχεία. Παρανοϊκές και οι συνθέσεις του, συνδυάζουν ετερόκλιτες παραστάσεις, προβάλλουν ευτελή, χρηστικά αντικείμενα σαν εξαρτήματα διαστημόπλοιου, εικονογραφούν την πραγματικότητα με το βλέμμα ενός εξωγήινου, φωτογραφίζουν τις φράσεις υπό μεγεθυντικό φακό. Οι εικόνες ανοίγουν έναν ενδιαφέροντα, γόνιμο, αμφίδρομο διάλογο με το κείμενο, εντείνοντας τις αρετές της γραφής και αναδεικνύοντας με τον πλέον εύγλωττο και ορατό τρόπο τις συλλήψεις του συγγραφέα. Συνοψίζοντας, οι δύο δημιουργοί, με δίαυλο επικοινωνίας την εύφορη φαντασία τους συνδύασαν τις προσπάθειές τους για ένα πολύ προσεγμένο αποτέλεσμα, χωρίς ο ένας να υπερκεράσει τον άλλο. Ενα βιβλίο που πραγματικά χαίρεσαι να το φυλλομετράς όσο και να το διαβάζεις.
ΛΙΝΑ ΠΑΝΤΑΛΕΩΝ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 28/01/2005
2. Ένα παιδί σε μια ακροθαλασσιά. Όλοι γύρω του κάνουν ηλιοθεραπεία και μιλούν στα κινητά, μα εκείνο πετάει σιωπηλό κοχύλια στη θάλασσα. Τα βλέπει να βυθίζονται και λάμπει απ’ τη χαρά του.
3. Έναν γέρο περιπτερά μέσα σ’ ένα γέρικο περίπτερο, βυθισμένον όλο ευτυχία μέσα στις αναμνήσεις του. Μόλις βλέπει τον Βουρ, του χαμογελά και του κερνά μια καραμέλα.
4. Μια ταξιθέτρια σ’ ένα σινεμά, στην τελευταία προβολή. Έχει γείρει κουρασμένη σ’ ένα κάθισμα, και κρατά στην αγκαλιά της έναν σβηστό φακό. Γέρνει στον ώμο του Βουρ κι αποκοιμιέται χαμογελαστή.
5. Έναν μικρό μαθητή στο τελευταίο θρανίο της τάξης, την ώρα της ζωγραφικής. Όλοι οι άλλοι ζωγραφίζουν αγωνιστικά αυτοκίνητα και ηρωϊκούς πυροσβέστες, μα αυτός ζωγραφίζει τα πιο ζουμερά μπιφτέκια του κόσμου, κι ας τον κοροϊδεύουν οι συμμαθητές του. Μόλις βλέπει τον Βουρ, του σκάζει ένα ζουμερό χαμόγελο.
6. Έναν οδηγό αστικού λεωφορείου. Βαριέται πολύ γιατί κάνει την ίδια διαδρομή 20 χρόνια τώρα. Ώσπου πατάει φρένο μπρος σε ένα ολοκαίνουργιο αναψυκτήριο και διαλέγει την πιο παγωμένη λεμονάδα του σύμπαντος.
7. Μια μητέρα που διηγείται ένα παραμύθι στο παιδί της.
Ένα παραμύθι που μιλάει για τον Βουρ. Μόλις τελειώνει το παραμύθι, το παιδί κοιτάζει τον Βουρ και του σκάζει το πιο χορταστικό χαμόγελο που υπάρχει στον πλανήτη Γη.
Από καθεμία από αυτές τις 7 ιστορίες που ζει ο Βουρ, συλλέγει και κάποια μικροαντικείμενα-απομεινάρια, τα οποία στέλνει πίσω στον πλανήτη του για εξέταση. Μικρά, ελαφριά απομεινάρια. Όλα μαζί ζυγίζουν μισό κιλό. Μισό κιλό πλανήτη.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Είναι η ποσότητα εχθρός της ποιότητας; Ο Σάκης Σερέφας έχει κάθε δίκιο να διαφωνεί. Το 2004 υπήρξε για εκείνον μια αναμφίβολα παραγωγική χρονιά. Πέντε βιβλία του, εκ των οποίων τα τρία πεζογραφικά, κυκλοφόρησαν την ίδια χρονιά. Εργα διαφορετικά μεταξύ τους, πρωτότυπα όλα, με αδυναμίες ασφαλώς αλλά αναμενόμενες, όταν ο συγγραφέας πειραματίζεται τολμηρά με τη θεματογραφία του και ταυτόχρονα αψηφά συντακτικούς κανόνες, αφηγηματικές συμβάσεις και τις περιοριστικές, δεδομένες σημασίες των λέξεων για να διατυπώσει καινοφανείς φράσεις ή και να προτείνει νέα, πολύσημα και πυκνά λεκτικά κατασκευάσματα, «λαχταριστά» όπως θα έγραφε ο ίδιος. Η κύρια επίτευξη του Σερέφα είναι ότι ισορροπεί δεξιοτεχνικά ανάμεσα στο φαιδρό, το εξωφρενικό και το ευτράπελο των θεμάτων του και τη σοβαρότητα και την προσοχή ως προς το χειρισμό τους. Το διαπιστώσαμε πρόσφατα με το ιδιόμορφο, αρκετά αιχμηρό και προκλητικό, ξεκαρδιστικό στις πιο ευτυχείς του στιγμές, αλφαβητάρι της παγκοσμιοποίησης («Αγνοια, Βρικόλακας, Γιες»). Στο τελευταίο του βιβλίο επιχειρεί μία ακόμα «Αποστολή στη Γη» (2003), από την οποία θα συλλέξει ενθύμια βάρους μισού κιλού. Τόσο εκτιμάται η ελαφριά όσο και ασήκωτη ζωή μας. Η ματιά του ακτινογραφεί τη σύγχρονη καθημερινότητα και βυθομετρεί τις ανθρώπινες μονάδες που βουλιάζουν στη ρουτίνα της. Απολαυστικός και επινοητικός όπως συνήθως, αλλά και λυπημένος όσο ποτέ. Αξίζει να ειπωθεί εξαρχής: Η περίπτωση του Σάκη Σερέφα αποτελεί μια πολύ ευχάριστη ιδιαιτερότητα στην άτολμη, γενικότερα, λογοτεχνία μας.
Οι αλλόκοτες συνήθειες των γήινων
Κατά τη διάρκεια μιας εβδομάδας ο εξωγήινος και αόρατος πρωταγωνιστής, ανταποκρινόμενος στις συνδηλώσεις του ονόματός του, Βουρ, εφορμά στα γήινα, παρατηρεί με ακόρεστη όρεξη τον κόσμο που επισκέπτεται, υιοθετεί γήινες συνήθειες, εξοικειώνεται με την αστική γεωγραφία και μολονότι αγνοεί το αίσθημα της λύπης συντροφεύει για το διάστημα μιας ημέρας επτά μοναχικά, αγέλαστα πρόσωπα, από τα οποία αποσπά, μαζί με το χαμόγελό τους, ένα αντιπροσωπευτικό αντικείμενο. Στις ανταποκρίσεις του συγκεντρώνει στιγμιότυπα που στη σύνθεσή τους αποκαλύπτουν τη σύγχρονη πραγματικότητα. Μια πραγματικότητα ωστόσο όπως θα γινόταν αντιληπτή από κάποιον ξένο με αυτή· ρηχή, περιγραφική, επιφανειακή, αλλά και αξιοπαρατήρητη. Κάθε κεφάλαιο του βιβλίου αντιστοιχεί σε μία ημέρα και αφιερώνεται σε θραύσματα της ζωής αποξενωμένων ανθρώπων που έχουν την ικανότητα και πρωτίστως την ανάγκη να αντιλαμβάνονται την παρήγορη παρουσία τού Βουρ. Από την αρχή, λοιπόν, ο συγγραφέας ορίζει ένα απόλυτα οικείο στον ίδιο αφηγηματικό πεδίο. Εύστοχη η χρήση (και ήδη επιτυχώς δοκιμασμένη) ενός αφηγητή στον οποίο τα πλέον τετριμμένα φαντάζουν απόκοσμα και ο οποίος δεν διαθέτει συγκινησιακούς μηχανισμούς. Ως αποτέλεσμα με ευκολία απομονώνει από τις εικόνες που του προσφέρονται τον παραλογισμό και την ιλαρότητά τους. Επίσης, καθ' ότι εξωγήινος ο ήρωας, νομιμοποιούνται οι όποιες αυθαιρεσίες. Ο συγγραφέας μπορεί να κάνει ό,τι θέλει μαζί του. Ο Βουρ, χωρίς να ξέρει το «γιατί» των πράξεών του -επαναλαμβανόμενο μοτίβο ή εξωπραγματική άγνοιά του για τα ανθρώπινα- μας μαθαίνει τον κόσμο μας, εσωτερικό και εξωτερικό, με τον ιδιαίτερο τρόπο που οι «άλλοι» μπορούν και αποκρυπτογραφούν τον εαυτό μας. Διαθέτει λαίμαργη περιέργεια αλλά και οξύτατη όραση που του επιτρέπει να διαπερνά το παρόν, να βλέπει σκηνές από το παρελθόν των τυχαίων συναντήσεών του και να ψυχογραφεί εις βάθος τα πρόσωπα με ελάχιστες υποβοηθητικές ενδείξεις. Η καθημερινότητα, στις πιο αδιάφορες όψεις της, προκαλεί την απορία του. Η βουλιμία σαν αντιστάθμισμα μιας άγευστης ζωής, οι κοπαδιαστές εξορμήσεις στην παραλία υπό το πρόσταγμα του καύσωνα, ο απόκρυφος κόσμος των περιπτέρων, το σκοτάδι του κινηματογράφου που φιλοξενεί αγέλες από βαρυφορτωμένα βλέμματα, οι παράξενες ζωγραφιές ενός παραγκωνισμένου παιδιού, η αμφίσημη δίψα ενός οδηγού λεωφορείου αποτελούν τους ιδιότυπους σταθμούς του κατά την περιδιάβασή του στη Θεσσαλονίκη -πού αλλού;
Η παρωδία όταν ολισθαίνει στην υπερβολή καταστρέφει τη βαθύτατα ειρωνική, περιπαικτική και διαπεραστική ματιά του Σερέφα και απολήγει σε βεβιασμένους, άτσαλους αστεϊσμούς και πρόχειρες γελοιογραφίες. Εδώ όμως, χάρη στην απλότητα και αμεσότητα του ύφους του, κατορθώνει να εξουδετερώσει δύο μόνιμες απειλές του, την αφέλεια και την πλήξη. Οι ιστορίες δεν είναι μόνο πολύ σύντομες για να κουράσουν, αλλά και γραμμένες με κέφι, μπολιασμένες με χαριτωμένα ευρήματα και καυστικές νύξεις. Επίσης, όταν ο Σερέφας ελέγχει τη συνήθως εκτροχιασμένη φαντασία του ακόμα και η απόδοση μιας ανιαρής διαδρομής με το λεωφορείο αποβαίνει τόσο σπαρταριστή όσο και δραματική. Η υπόγεια δραματικότητα των καταστάσεων των οποίων γίνεται μάρτυρας ο Βουρ φανερώνεται στο τέλος με μια επιδέξια, απρόσμενη στροφή της οπτικής γωνίας.
Η τελευταία μέρα της αποστολής του επιφυλάσσει στον Βουρ μια καταλυτική ανατροπή. Ο συγγραφέας με ένα ευφυές τέχνασμα επιβεβαιώνει ότι πρόθεσή του δεν ήταν απλώς να χαριτολογήσει πάνω στον αυτοματισμό και την καλοχωνεμένη αλλοφροσύνη του καθημερινού βίου. Η δομή του βιβλίου καθιστά οφθαλμοφανή την αναλογία με τις επτά ημέρες της Δημιουργίας. Γι' αυτό ο Σερέφας την έβδομη μέρα αναπαύει τον ήρωά του και τον βάζει να κρυφακούσει ένα παιδικό παραμύθι που ιστορεί τις έξι προηγηθείσες μέρες του στη Γη. Στο τελευταίο κεφάλαιο, επομένως, ξαναδιαβάζουμε τις ίδιες ιστορίες, από την πλευρά των γήινων αυτή τη φορά, οι οποίοι σε κρίσιμες στιγμές προσκαλούν ένα καλοσυνάτο, ανιδιοτελές, γεμάτο κατανόηση πλάσμα της φαντασίας τους να παραστεί στη μοναξιά τους. Το σκωπτικό ύφος διαδέχονται η μελαγχολία και η ήπια οδύνη, τις οποίες οι προηγούμενες αναφορές δεν μας επέτρεπαν να υποπτευθούμε. Και πάλι η λιτότητα της γραφής και η τήρηση εύθραυστων ισορροπιών γλιτώνουν τον Σερέφα από κοινότοπους μελοδραματισμούς, ασύμβατους, ούτως ή άλλως, με τη συγγραφική του ιδιοσυγκρασία. Στις τελευταίες σελίδες, αναντίρρητα οι δυνατότερες του βιβλίου, το εύρημα του αδάκρυτου εξωγήινου αποδεικνύει περίτρανα τη λειτουργικότητά του.
Γλώσσα με εικόνες
Ο Σερέφας μιλάει μια αποκλειστικά δική του γλώσσα. Γλώσσα που δεν μιλιέται ούτε γράφεται από άλλον. Λέξεις πολυχρησιμοποιημένες, λαϊκές, ιδιωματικές σφιχταγκαλιασμένες με λόγιες τοποθετούνται στις πιο παράταιρες θέσεις για να επιφορτιστούν με ένα καινούριο, κρυμμένο νόημα· λέξεις ελκυστικές ζευγαρώνουν με ακαλαίσθητες· άλλες συνιστούν αποκυήματα ευρηματικότητας, ενώ «ταπεινά» ρήματα εμφιλοχωρούν στα πιο απίθανα φραστικά σχήματα. Για παράδειγμα, οι πολύπαθοι ήρωές του διαπιστώνουν στο πετσί τους τις ανύποπτες, «σερεφικές» σημασίες του ρήματος «παθαίνω». Η αξιοσημείωτη άνεση (συχνά άμετρη) με την οποία ο συγγραφέας επινοεί και χειρίζεται την αφηγηματική του γλώσσα μπορεί εξίσου άνετα να τον παρασύρει σε παρακινδυνευμένους ακροβατισμούς και να καταντήσει τις επινοήσεις του εξεζητημένα, εξυπνακίστικα πυροτεχνήματα. Στο ανά χείρας βιβλίο, ωστόσο, απολαμβάνουμε τους ανεπιτήδευτους και συνάμα εμπνευσμένους τρόπους του, τις ατελείωτες, λαβυρινθώδεις, αλλά και τόσο ελεγχόμενες, διαυγείς φράσεις, τις αιφνιδιαστικές σκηνές που αναπαράγει από παραπεταμένα, παραμελημένα ερεθίσματα της πραγματικότητας, τη σαρκαστική του στάση προς τα αλλόκοτα πλάσματα της μυθοπλασίας του.
Το βιβλίο δεν ευεργετούν μόνον η αυτοσυγκράτηση και η αυτοπειθαρχία τού κατά τεκμήριο ασυγκράτητου, χειμαρρώδους Σερέφα. Η παιγνιώδης γραφή του και η έκδηλα εικονογραφική του έκφραση βρίσκουν ιδανικό συνομιλητή στα σχέδια και τις εικαστικές συνθέσεις του Βίκτορος Κοέν (Θεσσαλονίκη, 1967). Ακρως εντυπωσιακό το βιογραφικό του ζωγράφου και καθηγητή σχεδίου που παρατίθεται στο βιβλίο, μαρτυρεί τη διεθνή εμβέλεια των δημιουργιών του. Εμπρακτη απόδειξη των γραπτών διαπιστευτηρίων τα σχέδια που κοσμούν την παρούσα έκδοση. Ο Κοέν μετατρέπει σε εικόνες το χιούμορ του Σερέφα, σταχυολογώντας από την αφήγηση τα πιο εξωφρενικά της στοιχεία. Παρανοϊκές και οι συνθέσεις του, συνδυάζουν ετερόκλιτες παραστάσεις, προβάλλουν ευτελή, χρηστικά αντικείμενα σαν εξαρτήματα διαστημόπλοιου, εικονογραφούν την πραγματικότητα με το βλέμμα ενός εξωγήινου, φωτογραφίζουν τις φράσεις υπό μεγεθυντικό φακό. Οι εικόνες ανοίγουν έναν ενδιαφέροντα, γόνιμο, αμφίδρομο διάλογο με το κείμενο, εντείνοντας τις αρετές της γραφής και αναδεικνύοντας με τον πλέον εύγλωττο και ορατό τρόπο τις συλλήψεις του συγγραφέα. Συνοψίζοντας, οι δύο δημιουργοί, με δίαυλο επικοινωνίας την εύφορη φαντασία τους συνδύασαν τις προσπάθειές τους για ένα πολύ προσεγμένο αποτέλεσμα, χωρίς ο ένας να υπερκεράσει τον άλλο. Ενα βιβλίο που πραγματικά χαίρεσαι να το φυλλομετράς όσο και να το διαβάζεις.
ΛΙΝΑ ΠΑΝΤΑΛΕΩΝ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 28/01/2005
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις