Υπόθεση Τουλάγεφ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΟ
50%
Περιγραφή
Η Υπόθεση Τουλάγιεφ διαιρείται σε δέκα κεφάλαια (ή «αλληλοσυμπληρούμενους πίνακες» όπως τα αποκάλεσε ο Σερζ σε ένα φυλλάδιο). Το καθένα τους είναι λίγο ως πολύ αυτοτελές. Το καθένα εστιάζει σε έναν διαφορετικό χαρακτήρα, παρότι αρκετοί από τους χαρακτήρες εμφανίζονται σε περισσότερα από ένα κεφάλαια. Η πλοκή εξελίσσεται χρονολογικά, από την απροσχεδίαστη, σχεδόν τυχαία δολοφονία του Τουλάγιεφ, ενός ανώτατου στελέχους του Κόμματος, μέχρι την εκτέλεση, έναν χρόνο αργότερα, τριών ανδρών, οι οποίοι ήταν όλοι τους σημαίνοντες μπολσεβίκοι, μπλέχτηκαν στα δίχτυα της έρευνας και επιλέχτηκαν να πληρώσουν για το ανεξιχνίαστο έγκλημα.[...]
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
Κριτική:
Ο Βικτόρ Σερζ γράφει ένα μυθιστόρημα- μαρτυρία για τη ζωή στη Μόσχα της σκοτεινής δεκαετίας του 1930
«Οι βελόνες στις ταλαίπωρες πυξίδες μας έχουν τρελαθεί»
«Άξιοι Διάδοχοι!».
Αφίσα της Λενινιστικής Κομμουνιστικής Νεολαίας του 1933
Η ΓΛΩΣΣΑ ΜΕΝΕΙ ΠΑΝΤΑ Η ΙΔΙΑ; Ο ΜΑΝΔΥΑΣ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ
ΤΥΛΙΓΕΙ ΠΑΝΤΑ ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΖΕΣΤΑΣΙΑ, ΤΟ ΙΔΙΟ ΔΡΑΜΑ,
ΤΙΣ ΙΔΙΕΣ ΔΥΝΑΜΙΚΕΣ; ΠΟΥ ΣΥΝΤΕΛΟΥΝΤΑΙ ΟΙ ΕΚΡΗΞΕΙΣ
ΣΤΟΝ ΜΕΣΑ ΚΟΣΜΟ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ, ΠΩΣ ΤΡΥΠΩΝΕΙ ΤΟ ΜΑΤΙ
ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΕΝΝΟΙΩΝ, ΠΟΥ ΣΚΙΖΕΤΑΙ
Η ΦΟΡΜΑ ΓΙΑ ΝΑ ΤΡΕΞΕΙ ΤΟ ΑΙΜΑ ΤΗΣ ΣΑΡΚΑΣ;
Αλλιώς: πώς το σήμερα κατανοεί το χθες; Πείτε μου, τι σημαίνει η φράση: «Το σύμπαν του μεσαιωνικού ανθρώπου κυριαρχείται από τον θεό» ή πώς μπορεί να διαβαστεί σήμερα ο «Υπέρ των ελληνικών ναών» λόγος του Λιβάνιου; Κλείνοντας το βιβλίο του Βικτόρ Σερζ, δεν μπορεί παρά να φυτρώνουν τέτοιες ανησυχαστικές ερωτήσεις, που συμπυκνώνονται σε τούτες τις λέξεις: «Πώς μπορεί σήμερα να διαβαστεί ένα τέτοιο βιβλίο;». Η «παθολογία των ιδεών» θεριεύει κι εδώ, όπως στους Δαιμονισμένους του Ντοστογιέφσκι. Πώς διαβάζονται σήμερα αυτά τα βιβλία;
Ο Βικτόρ Σερζ (1890-1947) έζησε όλη την τραγωδία της εφόδου στον ουρανό, της εποποιίας που χάραξε τον εικοστό αιώνα. Γιος ενός συμπαθούντος της «Ναρόντναγια Βόλια», ο Βικτόρ γεννήθηκε στις Βρυξέλλες και μεγάλωσε στη Γαλλία, όπου επηρεάστηκε από τις σοσιαλιστικές και αναρχικές ιδέες. Στα παιδικά του χρόνια, γράφει στις Αναμνήσεις ενός επαναστάτη , «οι συζητήσεις των μεγάλων είχαν να κάνουν με δίκες, εκτελέσεις, δραπετεύσεις [...]. Στους τοίχους του ταπεινού δωματίου μας, υπήρχαν πορτραίτα εκτελεσμένων». Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος τον βρίσκει φυλακισμένο για τη δράση του. Με την απελευθέρωσή του καταφεύγει στην Ισπανία, απ΄ όπου επιστρέφει επιδιώκοντας να φτάσει στην επαναστατημένη Ρωσία. Το κατορθώνει. Συνεργάζεται με τους Μπολσεβίκους, πλάι στον Γκόρκι και τον Ζινόβιεφ, γνωρίζει τον Λένιν. Η απογοήτευση της Κρονστάνδης. Πλησιάζει τη σκέψη του Τρότσκι, εντάσσεται στην Αριστερή Αντιπολίτευση. Ο πρώτος, λένε, που χαρακτηρίζει, «ολοκληρωτική» τη νέα εξουσία. Ο δρόμος πια δεν είναι μόνο δικός του: Διαγραφή από το Κόμμα (1928), συνέχιση της συγγραφής (δημοσιεύει σε Γαλλία και Ισπανία), σύλληψη (1933). Το μέλλον του έμοιαζε προκαθορισμένο, κοινό με τόσων άλλων διαφωνούντων, «προδοτών» δηλαδή... Διεθνής κινητοποίηση, απελευθέρωση, Γαλλία (1937). Η εκδοτική του παρουσία στη Γαλλία, υπολογίσιμη τις δεκαετίες 1920 και 1930, θα τρωθεί ωστόσο από την αποκήρυξή του από τον Τρότσκι (1937). Γράφει λογοτεχνικά και πολιτικά κείμενα: Από τον Λένιν στον Στάλιν και Το πεπρωμένο μιας επανάστασης (1937), Μεσάνυχτα στον αιώνα (1939), η πρώτη περιγραφή των γκουλάγκ, αφιερωμένο στους «συντρόφους του ΡΟUΜ», του ισπανικού μαρξιστικού αντισταλινικού κόμματος... Παγκόσμιος Πόλεμος, γερμανική η λήθη ενός λογοτέχνη και πολιτικού συγγραφέα, οι δρόμοι του οποίου διασταυρώθηκαν με του Γκράμσι και του Λούκατς (ήδη από τη δεκαετία του 1920), που υπήρξε φίλος του Ιστράτι, του Ρολάν, του Ζιντ, του Μαλρό, του Μπρετόν, του Ερνστ...
κατοχή, Νότια Γαλλία, αγωνία, φυγή: Μεξικό, ήδη ο Τρότσκι έχει δολοφονηθεί. Εδώ θα γεννηθούν, μεταξύ των άλλων, οι Αναμνήσεις ενός επαναστάτη και η Υπόθεση Τουλάγεφ, που είδε το φως μεταθανάτια (1949).
Η ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΤΟΥ «ΑΡΧΗΓΟΥ»
Συμβούλιο των Επιτρόπων (Κομισάριων) του Λαού με επικεφαλής των Β.Ι. Λένιν, 1927
Τι είναι η Υπόθεση Τουλάγεφ; Είναι ένα βιβλίο του οποίου ο ήρωας του τίτλου έχει μια μυθιστορηματική ζωή μερικών λεπτών, ένα βιβλίο δίχως κανέναν κεντρικό ήρωα, ένα λογοτεχνικό βιβλίο που είναι συνάμα μια ιστορική μαρτυρία και για το οποίο ο συγγραφέας προειδοποιεί: «Αυτό το μυθιστόρημα ανήκει εξ ολοκλήρου στη σφαίρα της λογοτεχνικής μυθοπλασίας. Η αλήθεια που δημιουργεί ο μυθιστοριογράφος δεν μπορεί να συγχέεται σε καμία περίπτωση με την αλήθεια του ιστορικού ή του χρονικογράφου». Να τον πιστέψουμε και να μην τον πιστέψουμε. Να τον πιστέψουμε, γιατί εδώ δεν έχουμε μια μυθιστορηματική ανάπλαση της ζωής ενός ανθρώπου, ούτε καν το alter ego του συγγραφέα, αλλά μια καλειδοσκοπική αποτύπωση ενός σύμπαντος.
Μόσχα, η σκοτεινή δεκαετία του 1930. Ο αναγνώστης γνωρίζεται με δύο ήρωες: ο Κόστια και ο Ρομάσκιν. Ο πρώτος δουλεύει στο εργοτάξιο του μετρό και ο άλλος εκτελεί χρέη υποδιευθυντή σε ένα γραφείο μισθοδοσίας, βουτηγμένος στο ερώτημα:
«Τι είναι η δικαιοσύνη;». Καταλαβαίνει ότι δικαιοσύνη δεν είναι τα πλάνα του «Αρχηγού», το ψέμα του κρατικού σχεδιασμού της οικονομίας. Ο κακόμοιρος, ο δειλός Ρομάσκιν δυστυχώς σκέφτεται. «Όλο το κακό προέρχεται από τα όσα σκέφτεται κανείς, ή μάλλον από το γεγονός ότι υπάρχει μέσα μας ένα ον που σκέφτεται εν αγνοία μας [...]». Ο κακόμοιρος, ο δειλός Ρομάσκιν είναι σαν το Ποντίκιτου Υπογείου του Ντοστογιέφσκι: αγοράζει ένα πιστόλι, θέλει να σκοτώσει τον «Αρχηγό», δειλιάζει, γυρίζει στο δωμάτιό του, αποκοιμιέται διαβάζοντας μια εφημερίδα με τεράστια επαναστατικά πρωτοσέλιδα και μια μεγάλη φωτογραφία του «Αρχηγού»: η φωτογραφία τον σκεπάζει, καθώς βυθίζεται στον ύπνο... Χαρίζει το πιστόλι στον φίλο του, στο «άλλο μισό του», που έχει νιώσει ήδη τη δολοφονική ηθική της μάζας. Ο Κόστια περιπλανιέται στη Μόσχα μια νύχτα του Φεβρουαρίου: «μια ανθοφορία κρυστάλλων, [...] περπατούσες πάνω σε αστερόσκονη, μέσα σε μια αστρική πόλη. [...] Ήταν μια γιορτή του πάγου». Από ένα αυτοκίνητο κατεβαίνει «ένας χοντρός άντρας με γούνινο παλτό και αστρακάν σκούφο και τον χαρτοφύλακα υπό μάλης». Ο οδηγός τον αποκαλεί «Τουλάγεφ». «Τουλάγεφ; Της Κεντρικής Επιτροπής; Που έκανε τους μαζικούς εκτοπισμούς στο Βαρόνις; Την εκκαθάριση των πανεπιστημίων;
[...] Ο Κόστια βρέθηκε πίσω του, το χέρι του Κόστια θυμήθηκε μόνο του το κολτ, το τράβηξε έξω και...». Το μυθιστόρημα εκτινάσσεται. Μπροστά μας ανοίγεται το σύμπαν των «Δικών της Μόσχας». Οι πολιτικές και ανακριτικές αρχές δεν ενδιαφέρονται να βρουν τον πραγματικό δράστη, αλλά οποιονδήποτε θα μπορούσε να είναιο ένοχος: το βασίλειο του τρόμου μάς καλωσορίζει. Ο Σερζ εγκαταλείπει τους δύο ήρωες, για να ανοίξει μια βεντάλια ηρώων, που εμπλέκονται (δηλαδή, θα μπορούσαν να εμπλέκονται ) στο έγκλημα: στρατιωτικοί, αξιωματούχοι, ανακριτικοί υπάλληλοι, άνθρωποι με ονοματεπώνυμο, παράσημα και κύρος, αλλά άνθρωποι δίχως αύριο, αφού κυρίως πάνω από αυτούς επικρέμαται διαρκώς η κατηγορία του «τροτσκιστή», του «εχθρού του λαού».
Τα πρόσωπα
Το πολυφωνικό μυθιστόρημα οργανώνεται έτσι σε κεφάλαια, που το καθένα έχει για ήρωα ένα από τα πρόσωπα αυτά. Τα πρόσωπα δηλαδή που δεν συνδέονται με τη δολοφονία, αλλά που θα έπρεπε να είναι οι ένοχοι: έτσι σκεφτόταν το καθεστώς. Ο ιστός που υφαίνει γύρω τους η εξουσία αποτελεί το κόκκινο νήμα της αφήγησης. Μιας αφήγησης που εξακτινώνεται στην απέραντη χώρα του σοσιαλισμού, για να μας δώσει, μέσα από τις σπονδυλωτές ιστορίες των ηρώων, τις εικόνες της ζωής ενός λαού που μένει βουβός- μιας αφήγησης που απλώνεται στη σπαρασσόμενη και προδομένη Ισπανία, στη Γαλλία και τη νωχελική διανόησή της.
Τέλος, οι «ένοχοι» θα συλληφθούν, κάποιοι θα «ομολογήσουν», κάποιοι θα εκτελεστούν. Το μυθιστόρημα κλείνει με τους ήρωες της αρχής να κουβεντιάζουν ξανά. Με τις ζωές τους ολόιδιες αλλά αλλαγμένες. Ο Ρομάσκιν έχει πια αποφασίσει για τη δικαιοσύνη: «Κατάλαβα ότι είναι υπερβολικά νωρίς για τη δικαιοσύνη. Αυτό που χρειάζεται, είναι να δουλεύουμε, να πιστεύουμε στο Κόμμα, να συμπονούμε. Αφού δεν μπορούμε να είμαστε δίκαιοι, πρέπει να συμπονούμε τους ανθρώπους». Ξάφνου, το μάτι του Κόστια πέφτει στην εφημερίδα με την καταδικαστική απόφαση: «Υπόθεση των δολοφόνων του συντρόφου Τουλάγεφ [...]-Έχοντας δηλώσει ένοχοι για προδοσία, συνωμοσία και δολοφονία, οι Μ.Α. Έρχοφ, Α.Α. Μακέγεφ και Κ.Κ. Ρουμπλιόφ καταδικάστηκαν στην εσχάτη των ποινών [...] και εκτελέστηκαν». Είναι ο μόνος που ξέρει την αλήθεια. «Ο Κόστια σκέφτηκε μεγαλόφωνα: “Οι ένοχοι είναι τα εκατομμύρια Ρομάσκιν που υπάρχουν πάνω στη γη...-Τι λες;-Τίποτα, φίλε, παραλογίζομαι”». Στέλνει μιαν επιστολή στο ανώτατο στέλεχος της Ασφάλειας. Ομολογεί την άχρηστη αλήθεια του. Ο τελευταίος τη διαβάζει. «Εντάξει, νεαρέ μου. [...] Εμείς οι γέροι, βλέπεις, δεν τη χρειαζόμαστε την περιπλανώμενη δύναμή σου, τη μεθυσμένη με τον ίδιο της τον εαυτό, για να καταδικαστούμε... Αυτό το πράγμα μας ξεπερνάει όλους, μας παρασέρνει όλους».
Ανάβει ένα κερί, καίει την επιστολή: «Υπόθεση Τουλάγεφ, τέλος».
Η αθωότητα δεν είναι πια αυτό που ήταν
Ο Βικτόρ Σερζ έζησε όλη την τραγωδία της εποποιίας που χάραξε τον εικοστό αιώνα
Πώς το είχε πει ο Λένιν; «Κράτος» και «επανάσταση». Αλλά, αλλιώς τώρα. Ιδού το ζήτημα, για τον Βικτόρ Σερζ και για τα καλύτερα μυαλά του αιώνα: Η σχέση θύτη- θύματος, μέσα στο φως του αδιεξόδου του επαναστατικού ονείρου. Η αθωότητα δεν είναι πια αυτό που ήταν, αφού το όνειρο έπρεπε τώρα να αναμετρηθεί με τον τρόμο του πραγματικού: του μετεπαναστατικού κράτους. Όπως έγραφε τον Φεβρουάριο 1944 στο Ημερολόγιό του, «τα προβλήματα δεν θα έχουν πια την ωραία προηγούμενή τους απλότητα: ήταν βολικό να ζει κανείς με αντινομίες του τύπου: σοσιαλισμός ή καπιταλισμός». Τώρα το ζήτημα ήταν τούτο το παρόν, που ήθελε να είναι ο πατέρας του μέλλοντος, «το μαρμάρινο τούτο κεφάλι ανάμεσα στα χέρια» τους, το πλέγμα της συν-ενοχής, το νόημα της αθωότητας, η δυνατότητα της ελπίδας: «Πίσω μας κείται μια νικηφόρα παραπλανημένη επανάσταση, πολλές αποτυχημένες απόπειρες επαναστάσεων, και σφαγές τόσο πολυάριθμες που προκαλούν ίλιγγο. [...] Αλλά αυτοί ήταν οι μόνοι δυνατοί δρόμοι για μας. [...] Κι ωστόσο, έχω περισσότερη παρά ποτέ άλλοτε εμπιστοσύνη στο ανθρώπινο είδος και στο μέλλον» ( Ημερολόγιο, 1943).
Οι κραυγές
Σε τούτο το ερώτημα θέλει να απαντήσει, αυτή την πραγματικότητα να αποτυπώσει. Όχι με τον λόγο του ιστορικού, αλλά με εκείνον της τέχνης, της πολυφωνίας, της πολυεστιακής οπτικής, της βυθομέτρησης του υποκειμενικού λαβυρίνθου και των «αντικειμενικών» παραγόντων. Δεν ακούμε τον λόγο του θύματος, τον λόγο της σπασμένης Αντιγόνης, τον λόγο του αξιωματούχου πιασμένου στην παγίδα του δικού του μηχανισμού: δεν ακούμε τον λόγο του Κέσλερ ή του Σολτζενίτσιν, αλλά τις κραυγές ενός πολυειδούς καθρέφτη, μιας πολυεπίπεδης πραγματικότητας, μιας πολλαπλότητας συντελεστικών παραγόντων: εκεί που το αυθόρμητο νικάει το συνειδητό και η αναγκαιότητα του πραγματικού («του μόνου λογικού») συνθλίβει το όνειρο.
Ένας από τους αγαπημένους ήρωες του μυθιστορήματος, ο Ρουμπλιόφ, συμπυκνώνει το δράμα της αθωότητας των χρόνων εκείνων και σκιαγραφεί τη μαρτυρική συμπλοκή του ονείρου με την ολοκληρωτική πραγματικότητα: «Κάτω από αυτή τη βαρβαρότητα παραμένει μια βέβαιη κατάκτηση, κάτω από αυτή την οπισθοδρόμηση μια πρόοδος. [...] Είμαστε όλοι θανατοποινίτες με αναστολή, αλλά η όψη της γης έχει αλλάξει». Με αυτή τη λογική, το γνωρίζουμε, πολλοί αθώοι αποδέχτηκαν τον παραλογισμό της προδοσίας που τους καταλόγισε η παράνοια της απόλυτης εξουσίας. Μια τέτοια ιδέα κρυβόταν συχνά πίσω από την πίστη στο Κόμμα, στη στρεβλωμένη πια επανάσταση, στην εγκληματική δικαιοσύνη της. Γνωρίζουμε, το γνώριζε και ο Σερζ, ότι εκείνος που «ομολόγησε» την ενοχή του, μένοντας πιστός στο Κόμμα και την επανάσταση («Σύντροφοι, να θυμάστε ότι η κόκκινη σημαία μας θα έχει στο μέλλον και μια σταγόνα από το δικό μου αίμα!»), αυτός δεν ήταν «εχθρός του λαού». Η επανάσταση υπήρξε η «τραγωδία» του εικοστού αιώνα και με τέτοιους όρους πρέπει να κατανοηθεί. Τα μαθηματικά και η στεγνότητα της ορθολογικής συνεπαγωγής λίγα έχουν να μας πουν γι΄ αυτήν. Ο κόσμος των θυτών και των θυμάτων ήταν κόσμος ενιαίος, μας λέγει ο Σερζ.
Έξοδος: Ένας πεπεισμένος μαρξιστής του βιβλίου, ο Μακαρένκο, λέγει: «Ζούμε την Αποκάλυψη του σοσιαλισμού. [...] Μακάρι να ζούσαμε έναν αιώνα για να καταλάβουμε στο τέλος». Εμείς λοιπόν ξέρουμε το τέλος. Αλλά, αν μας ρωτούσε, θα βρίσκαμε τον τρόπο να καταλάβουμε το αλφαβητάριο της φράσης του; Ήσυχοι, μέσα σε μια παροντοποιημένη ιστορία, ασφαλισμένοι από τα λαγούμια της ελπίδας. Ο Σερζ είπε αυτό που είπαν και ο Πιραντέλο και ο Σαρτρ και ο Σεφέρης και τόσοι άλλοι: «Η ύπαρξη είναι μνήμη». Αλλά. Ο Τέρι Ίγκλετον είπε επίσης: «Οι άνθρωποι σήμερα δεν πιστεύουν ότι μπορεί να δοθεί καμιά μάχη στο μέλλον, γιατί δεν πιστεύουν ότι δόθηκε καμιά μάχη στο παρελθόν». Για την ανάγνωση, βλέπεις, δεν φτάνουν τα είκοσι τέσσερα γράμματα: θέλει να τροχίζεις και τα δόντια της μνήμης. Σήμερα, λοιπόν, μετά το τέλος, ας διαβάσουμε αυτό το βιβλίο, μετρώντας τη δική μας αντοχή να κρατηθούμε έξω από την απλοποίηση και τον ασύστολα ιδεολογικό λόγο των «νικητών».
Δημήτρης Αρβανιτάκης, Τα Νέα, 14/7/2007
Κριτική:
Η εποχή του Μεγάλου Τρόμου
Ενα εκπληκτικό ανάγνωσμα για τις κομματικές εκκαθαρίσεις, τις διώξεις και τις εκτελέσεις στις οποίες προέβη το σταλινικό καθεστώς από την περίοδο των Δικών της Μόσχας το 1936 ως το ξέσπασμα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου
«Αυτός που μιλάει, αυτός που γράφει είναι πάνω απ' όλα κάποιος που μιλάει εκ μέρους όλων όσοι έχουν στερηθεί τη φωνή τους». Αυτά έλεγε ο συγγραφέας, πολιτικός και ακτιβιστής Βικτόρ Σερζ, ο οποίος πέθανε πάμπτωχος και ξεχασμένος απ' όλους το 1947 στην πόλη του Μεξικού, στο γαλλικό τμήμα του νεκροταφείου της οποίας βρίσκεται θαμμένος. Αλλά τα σημαντικά έργα δεν χάνονται. Ο Σερζ υπήρξε αντιπροσωπευτική μορφή της εποχής του, σπουδαίος συγγραφέας και σπάνια ιστορική φυσιογνωμία. Εξήντα χρόνια μετά τον θάνατό του όλα αυτά θεωρούνται πλέον αυτονόητα.
Η νέα αγγλική έκδοση πριν από τρία χρόνια του σημαντικότερου μυθιστορήματός του Υπόθεση Τουλάγεφ ήταν μια πράξη δικαίωσης. Η κριτική αναγνώριζε στο πρόσωπό του έναν από τους σπουδαιότερους συγγραφείς του 20ού αιώνα και χαρακτήριζε την Υπόθεση Τουλάγεφ βιβλίο εξίσου σημαντικό, αν όχι σημαντικότερο από Το μηδέν και το άπειρο του Αρθουρ Κέσλερ, που είχε προκαλέσει σάλο όταν εξεδόθη. Τώρα το κορυφαίο μυθιστόρημα του Σερζ κυκλοφορεί και στα ελληνικά φέρνοντας στο προσκήνιο έναν συγγραφέα μεγάλου διαμετρήματος, έναν παθιασμένο μαχητή και έναν άνθρωπο που αφιέρωσε τη ζωή του στο ουτοπικό όραμα της παγκόσμιας επανάστασης θυσιάζοντας τα πάντα. Ο Σερζ έζησε άπατρις και πάμπτωχος περνώντας μέσα από φυλακές και εξορίες, κυνηγημένος από τους φασίστες και τους σταλινικούς και απομονωμένος στα τελευταία χρόνια της ζωής του στο Μεξικό ακόμη και από τους παλιούς τροτσκιστές συντρόφους του.
Η αναρχική κληρονομιά
Ο Σερζ ήταν ρωσικής καταγωγής και το πραγματικό του όνομα ήταν Βίκτορ Λβόβιτς Κίμπαλτσιτς. Γεννήθηκε το 1881 στις Βρυξέλλες. Ο πατέρας του έφυγε από τη Ρωσία για να αποφύγει τον απαγχονισμό επειδή συμμετείχε στο σχέδιο δολοφονίας του τσάρου Αλέξανδρου Β/ που δημιούργησε την Ορχάνα, τη φοβερότερη μυστική αστυνομία του 19ου αιώνα. Οι ρώσοι αναρχικοί της εποχής (οι ναρόντνικοι - από τη λέξη ναρόντ που στα ρωσικά σημαίνει λαός) δολοφόνησαν τον Αλέξανδρο Β/ ρίχνοντας μια βόμβα μέσα στην άμαξά του. Τη βόμβα εκείνη την είχε κατασκευάσει ο Νικολάι Κίμπαλτσιτς, συγγενής του Σερζ από τη μεριά του πατέρα του.
Η δολοφονία του Αλέξανδρου Β' σηματοδοτούσε το τέλος μιας εποχής που άρχισε με τους Δεκεμβριστές το 1825, συνεχίστηκε με τον Τσερνισέφσκι, τον Χέρτζεν και τον Μπακούνιν και δημιούργησε το κίνημα των σπουδαστών (ναρόντνικων) τη δεκαετία του 1870, για να καταλήξει στην τρομοκρατία. Μέσα από την παράδοση αυτή προέκυψαν οι μπολσεβίκοι, γι' αυτό και οι απόψεις τους περί επαναστατικής βίας από εκεί προέρχονται.
Ο Σερζ δεν φοίτησε στο σχολείο αλλά σπούδασε στη βιβλιοθήκη του πατέρα του, ο οποίος θεωρούσε τη θύραθεν παιδεία «ηλίθιες αστικές οδηγίες για τους φτωχούς». Τη ζωή την έμαθε στις φτωχογειτονιές των Βρυξελλών, όπου στην εφηβεία του για να συμβάλει στον πενιχρό οικογενειακό προϋπολογισμό εργάστηκε ως βοηθός φωτογράφου. Ηταν αναρχικός από τότε.
Το 1908 ο Βίκτορ Λβοφ Κίμπαλτσιτς πάει στο Παρίσι, γίνεται μέλος της αναρχοαυτόνομης τρομοκρατικής οργάνωσης που οι αστοί της εποχής αποκαλούσαν Συμμορία Μπονό, συλλαμβάνεται και καταδικάζεται σε πενταετή φυλάκιση (1912-17), ενώ όλοι σχεδόν οι υπόλοιποι σύντροφοί του εκτελούνται στην γκιλοτίνα. Οταν αποφυλακίζεται, οι γαλλικές αρχές τον απελαύνουν. Ο νεαρός Κίμπαλτσιτς πηγαίνει στη Βαρκελώνη, όπου χρησιμοποιεί για πρώτη φορά το ψευδώνυμο Σερζ σε γραπτό του. Παρά τη σύνδεσή του όμως με τους ισπανούς αναρχικούς, όταν ξεσπά η Οκτωβριανή Επανάσταση, αισθάνεται ότι αρχίζει να ξαναγράφεται η Ιστορία.
Φεύγει από τη Βαρκελώνη, επιστρέφει στη Γαλλία και προσπαθεί να έλθει σε επαφή με τις δυνάμεις του ρωσικού στρατού. Οι Γάλλοι όμως τον συλλαμβάνουν για δεύτερη φορά, τον ρίχνουν σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης και αργότερα τον ανταλλάσσουν με γάλλους αιχμαλώτους των Σοβιετικών.
Από τη Σιβηρία στο Μεξικό
Ο Βίκτορ Λβόβιτς Κίμπαλτσιτς (Βικτόρ Σερζ) το 1912 στο Παρίσι, όταν ήταν μέλος της αναρχοαυτόνομης Συμμορίας Μπονό
Το 1919 ο Σερζ φθάνει στην κόκκινη Πετρούπολη και από αναρχικός γίνεται πλέον κανονικός μπολσεβίκος προπαγανδιστής. Παίρνει μέρος στον εμφύλιο πόλεμο εναντίον των Λευκών ως πολυβολητής και αργότερα δρα ως πράκτορας των σοβιετικών μυστικών υπηρεσιών στη Ρουμανία. Οταν ξεσπά η ενδοκομματική διαμάχη ανάμεσα στον Στάλιν και στον Τρότσκι, συντάσσεται με τον δεύτερο. Μετά την επικράτησή τους οι σταλινικοί τον διαγράφουν από το κόμμα και στη συνέχεια τον συλλαμβάνουν και με τον μικρό του γιο Βλάντι (που θα διέπρεπε αργότερα ως ζωγράφος στο Μεξικό) τον στέλνουν εξορία στο Ορενμπουργκ της Σιβηρίας. Το 1935 στο Παρίσι η Οργάνωση για την Προστασία της Κουλτούρας, στην οποία συμμετέχουν ο Ρολάν, ο Μαλρό και ο Ζιντ, ζητεί την απελευθέρωσή του. Τα πνεύματα είναι οξυμένα και η εκδήλωση που διοργανώνεται γι' αυτόν τον σκοπό γρήγορα εξελίσσεται σε ανοιχτή σύγκρουση με τη γαλλική αστυνομία. Αξίζει να αναφέρουμε ότι συμμετέχει και ο έλληνας ποιητής Νικόλαος Κάλας, ο οποίος ανήκε στην ομάδα των υπερρεαλιστών (τον αναφέρει άλλωστε ο Μπρετόν στο Δεύτερο μανιφέστο του υπερρεαλισμού). Ο Κάλας (εφέτος συμπληρώνονται 100 χρόνια από τη γέννησή του) συλλαμβάνεται και απελευθερώνεται έπειτα από προσωπική παρέμβαση του Μαλρό.
Με την είσοδο των Γερμανών στο Παρίσι ο Σερζ είναι από τους τελευταίους αντιφασίστες διανοουμένους και καλλιτέχνες που εγκαταλείπουν την πόλη. Περνάει τα Πυρηναία και πηγαίνει στη Λισαβόνα. Εκεί έπειτα από πολλές προσπάθειες καταφέρνει να βρει πλοίο και να αναχωρήσει για το Μεξικό. Εν τω μεταξύ, οι σχέσεις του με τον Τρότσκι έχουν ψυχρανθεί. Ο Τρότσκι τον κατηγορεί ανοιχτά ότι δεν έγινε ποτέ αληθινός μπολσεβίκος και κατά βάθος παρέμενε αναρχικός. Ισως όμως πίσω από αυτά να κρύβεται κάτι άλλο: όπως μου είπε πριν από χρόνια ο Μιχάλης Ράπτης, ο Τρότσκι υποψιαζόταν ότι για να απελευθερώσει τον Σερζ ο Στάλιν του ζήτησε - και ο Σερζ τού «έδωσε» - ονόματα των συντρόφων του.
Ο σοβιετικός Θερμιδώρ
Το πώς τα κατάφερε σε τέτοιες συνθήκες ο άνθρωπος αυτός να γράψει πάνω από 20 βιβλία είναι ένα μικρό θαύμα, όπως είναι επίσης θαύμα το γεγονός ότι τα κατάφερε να επιζήσει. Η προσωπική του περιπέτεια όχι μόνο φωτίζει το έργο του αλλά είναι και μια μικρογραφία του ταραγμένου πρώτου μισού του 20ού αιώνα. Και μολονότι για όλους τους σημαντικούς συγγραφείς ισχύει ο αφορισμός ότι το έργο τους αξίζει πιο πολύ από τη ζωή τους, στην περίπτωση του Σερζ έργο και ζωή αλληλοτροφοδοτούνται.
Δεν έχουμε κανέναν μάρτυρα του λεγόμενου σοβιετικού Θερμιδώρ (της περιόδου, δηλαδή, που επικράτησαν οι σταλινικοί στο κόμμα των μπολσεβίκων) που να άξιζε όσο ο Σερζ. Γι' αυτό και θα πρέπει να τονίσουμε ότι είναι ο πρώτος συγγραφέας που περιέγραψε - πολύ πριν από τον Σολζενίτσιν εν πάση περιπτώσει - για το τεράστιο στρατόπεδο συγκέντρωσης στο οποίο είχε μεταβάλει τη σοβιετική ενδοχώρα ο Στάλιν. Ο τεράστιος μηχανισμός των κομμουνιστικών κομμάτων όμως παγκοσμίως φρόντισε να εξαφανίσει τον συγγραφέα Σερζ συκοφαντώντας τον και αποσιωπώντας τη μαρτυρία του. Το έργο του ήλθε ξανά στο προσκήνιο μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου και πρωταγωνιστικό ρόλο γι' αυτό έπαιξε η διάσημη αμερικανίδα συγγραφέας Σούζαν Σόνταγκ, η οποία το 2004 με απροκάλυπτο θαυμασμό έγραφε πως η Υπόθεση Τουλάγεφ είναι ένα από τα κορυφαία μυθιστορήματα του 20ού αιώνα και ο Βικτόρ Σερζ μεγάλος συγγραφέας.
Το βιβλίο δεν είναι μόνο μυθοπλασία. Είναι ταυτόχρονα μια τεράστια τοιχογραφία της εποχής των Δικών της Μόσχας και του Μεγάλου Τρόμου που εξαπολύθηκε το 1936 από τον Στάλιν μετά τη δολοφονία του Κίροφ. Αλλωστε σ' εκείνη τη δολοφονία παραπέμπει η υπόθεση του μυθιστορήματος, που έχει λίγο-πολύ ως εξής: το ανώτατο κομματικό στέλεχος ονόματι Τουλάγεφ (εκδοχή του Κίροφ) δολοφονείται και η δολοφονία αυτή πυροδοτεί εκτεταμένες εκκαθαρίσεις στον κομματικό μηχανισμό. Εναν χρόνο αργότερα τρία ανώτατα κομματικά στελέχη, μολονότι αθώα, πληρώνουν για το ανεξιχνίαστο έγκλημα: εκτελούνται. Στο κλίμα του τρόμου όλοι είναι ύποπτοι, θύτες και θύματα. Ο Ανώτατος Επίτροπος Ασφαλείας ονόματι Ερχοφ στο μυθιστόρημα του Σερζ παραπέμπει βεβαίως στο πρωτοπαλίκαρο του Στάλιν, τον Γιάκοντα, ο οποίος, αφού πιο μπροστά έχει στείλει εκατοντάδες στο εκτελεστικό απόσπασμα, στο τέλος καταλήγει να στηθεί και ο ίδιος στον τοίχο. Υπάρχουν όμως και σημαίνουσες ιστορικές φυσιογνωμίες, οι οποίες αναφέρονται ονομαστικά στο βιβλίο, όπως ο Μπουχάριν και ο Κουρτ Λαντάου.
Πολυφωνική γοητεία
Το βιβλίο αποτελείται από δέκα κεφάλαια, δέκα τοιχογραφίες ή «δέκα αλληλοσυμπληρούμενους πίνακες», όπως έλεγε ο ίδιος ο Σερζ. Σε αυτό η τεχνική του μοιάζει με εκείνη που εφήρμοσε ένας άλλος πρώτης γραμμής μυθιστοριογράφος, ο Τζον Ντος Πάσος στο USA, ή ακόμη και ο εξίσου σημαντικός συγγραφέας, ο Ρώσος Μπορίς Πιλνιάκ, που επίσης υπήρξε θύμα του Μεγάλου Τρόμου και για τον οποίο ακόμη και σήμερα δεν γνωρίζουμε αν εκτελέστηκε στη φοβερή φυλακή Λουμπάνκα ή πέθανε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Ο Σερζ δημιούργησε, όπως και ο Ντος Πάσος και ο Πιλνιάκ, μια πληθώρα χαρακτήρων και έγραψε ένα βιβλίο ανατριχιαστικής ρεαλιστικής ακρίβειας αλλά και πολυφωνικής γοητείας για την ανάκριση, τη δίκη, τις διώξεις και την καταρράκωση της συλλογικής ύπαρξης και της ατομικής ζωής.
Είναι από πολλές πλευρές σημαντικό ότι το βιβλίο αυτό εκδίδεται στη γλώσσα μας και ελπίζουμε ότι και άλλα σημαντικά μυθιστορήματά του, όπως τα Μεσάνυχτα στον αιώνα και Ανθρωποι στη φυλακή, να εκδοθούν σύντομα κι αυτά στα ελληνικά. Και βέβαια κάποτε και τα απομνημονεύματά του, που προσφέρουν το πορτρέτο ενός ανθρώπου με ακατάβλητη θέληση και φωτίζουν άγνωστες πτυχές μιας μεγάλης, ηρωικής εν μέρει αλλά και τραγικής εν πολλοίς εποχής.
ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΒΙΣΤΩΝΙΤΗΣ, Το ΒΗΜΑ, 22/07/2007
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις