0
Your Καλαθι
Χρηματιστηριακή χίμαιρα Παράλογη ευφορία
Πώς επηρεάζονται οι διαθέσεις των επενδυτών και ποιά είναι η πραγματική κατάσταση
Περιγραφή
«Για ποιό λόγο η χρηματιστηριακή αγορά των ΗΠΑ έφτασε σε τόσο υψηλά επίπεδα στην αλλαγή της χιλιετίας; Τι ήταν αυτό που άλλαξε ώστε να υπερτιμηθεί σε τέτοιο βαθμό η αγορά; Τι σημαίνουν αυτές οι αλλαγές για τη μελλοντική εξέλιξη της αγοράς κατά τις πρώτες δεκαετίες της νέας χιλιετίας; Λειτουργούν κάποιοι ισχυροί, θεμελιώδεις συντελεστές που θα διατηρήσουν την αγορά στα υψηλά επίπεδα όπου βρίσκεται σήμερα, ή που θα την ωθήσουν ακόμα ψηλότερα, ακόμη κι αν υπάρξει κάποια διόρθωση προς τα κάτω; Ή μήπως η αγορά βρίσκεται σε αυτά τα επίπεδα μόνο και μόνο εξαιτίας μιας παράλογης ευφορίας -των ευσεβών, δηλαδή, πόθων των επενδυτών, που μας κρύβουν την αληθινή διάσταση της κατάστασή μας;»
ΚΡΙΤΙΚΗ
Οταν ο Ρόμπερτ Σίλερ έγραφε αυτό το βιβλίο στις αρχές του 2000, τα στοιχεία και τα δεδομένα που χρησιμοποίησε για να προβεί στις ζοφερές του προβλέψεις δεν ήρθαν από το πουθενά, αλλά βρίσκονταν πάντα μέσα στην αμερικανική χρηματιστηριακή αγορά και όποιος ήθελε να τα δει μπορούσε να το κάνει πάρα πολύ εύκολα. Ωστόσο οι περισσότεροι εθελοτυφλούσαν και οι λίγοι που εξέφραζαν την άποψη ότι οι αγορές ήταν υπερτιμημένες χαρακτηρίζονταν αιρετικοί. Ακόμη όμως και αν κανείς δεν ήθελε να πιστέψει, καθώς επικρατούσε η θεωρία της αγέλης, ότι τα αμερικανικά χρηματιστήρια βρίσκονταν σαφώς σε μια φάση υπερτίμησης (η οποία έμελλε να αποδειχθεί καταστροφική), η πραγματικότητα ήταν διαφορετική. Επιπλέον, εκτός από την παραπάνω υπερτίμηση, και η διαθέσιμη ποιότητα πληροφόρησης που δινόταν στους επενδυτές ήταν της χειρίστης δυνατής ποιότητας σύμφωνα με τον Σίλερ. Και έχουμε κάθε λόγο να τον πιστέψουμε αφού, άλλωστε, είναι ιδιαίτερα νωπές σε όλους μας οι μνήμες από το ολοκληρωτικό Βατερλό των αναλυτών που μελετούσαν, τάχα, την Enron και τα «αξιόπιστα» στοιχεία που προσυπέγραφε ο αρμόδιος ελεγκτικός οίκος.
Εχοντας την τύχη να διαβάσω το βιβλίο αυτό και όταν πρωτοκυκλοφόρησε στην Αμερική, και σήμερα, δύο χρόνια αργότερα, στην ελληνική του έκδοση, και διαθέτοντας το πλεονέκτημα της εκ των υστέρων ανάλυσης των θέσεών του, θεωρώ ότι πρόκειται για ένα πολύτιμο έργο, του οποίου η αξία είναι εφάμιλλη με το Μεγάλο κραχ του 1929 του Γκάλμπρεϊθ. Τόσο από θεωρητικής όσο και από πρακτικής απόψεως το βιβλίο αυτό οικοδομεί πάνω σε μια σειρά από στέρεα επιχειρήματα μια ολοκληρωμένη πρόταση για τα χρηματιστήρια και τη συμπεριφορά τους. Επίσης η διεξοδική μελέτη πλείστων όσων παραγόντων, που έχουν μεγάλη συσχέτιση με τη συμπεριφορά των αγορών, δίνει σε κάθε ενδιαφερόμενο άφθονο υλικό για περαιτέρω έρευνες. Τη στιγμή που εκδίδεται το βιβλίο (πριν από το «σκάσιμο» της κερδοσκοπικής φούσκας το 2000), ο Σίλερ εμφανίζεται βέβαιος για την επικείμενη κατάρρευση της αμερικανικής χρηματιστηριακής αγοράς. Ωστόσο παραμένει επιφυλακτικός για τη χρονική στιγμή της εκδήλωσής της, διότι αναγνωρίζει ότι μια μαζική υστερία μπορεί να έχει παρατεταμένη διάρκεια, έστω και αν όλοι δείχνουν να απορούν με την «παράλογη ευφορία» που μπορεί να έχει κυριεύσει τους πάντες. Οι μετέπειτα, και διόλου αργοπορημένες, εξελίξεις τον δικαίωσαν πλήρως.
Αρχικά ο Σίλερ φέρνει στο μικροσκόπιο τα επίπεδα της αμερικανικής χρηματιστηριακής αγοράς των τελευταίων ετών και, με βάση τα ιστορικά δεδομένα και την παρελθούσα συμπεριφορά της, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το 1999 αυτή βρισκόταν πολύ ψηλότερα από τα μέσα ιστορικά της επίπεδα. Διαπιστώνει επίσης ότι η αγορά κατά το 1999 ήταν πιο υπερτιμημένη ακόμη και από αυτήν την, προ του κραχ, αγορά του 1929. Ακολούθως ο Σίλερ εξετάζει αναλυτικά τους δομικούς παράγοντες που επηρέασαν την πορεία και τη συμπεριφορά της αγοράς και οι οποίοι βοήθησαν στην εκδήλωση της φούσκας. Αυτούς τους παράγοντες, όπως είναι η δημογραφική έκρηξη, το Διαδίκτυο, οι μεταβολές των θεσμικών πλαισίων (νομοθεσία, φορολογικό καθεστώς), τα μέσα ενημέρωσης και η εξάπλωση της πληροφορίας, τους ονομάζει παράγοντες επίσπευσης. Αν, δηλαδή, η ανάπτυξη της οικονομίας από το 1982 ως το 1999 δεν δικαιολογούσε την έκρηξη της χρηματιστηριακής αγοράς, αν δεν υπήρχε, με άλλα λόγια, μια αντιστοιχία μεταξύ πραγματικής και πλασματικής οικονομίας, τότε κάποια άλλα αίτια θα ήταν αυτά που επισπεύσανε την εκδηλωθείσα αλματώδη άνοδο. Ο Σίλερ δεν παραλείπει επίσης να αφιερώσει πολύ χώρο και σε άλλον ένα δομικό παράγοντα: τα φαινόμενα Πόνζι, τα οποία αποτελούν τα κλασικά και γνωστά σε όλους μας πυραμιδοειδή σχήματα (για τα τελευταία έκανε λόγο ακόμη και ο Μπαλζάκ στο βιβλίο του Ο Οίκος Νυσενζέν). Αυτά τα φαινόμενα ο Σίλερ τα χαρακτηρίζει ως παράγοντες ενίσχυσης των ανοδικών τάσεων των αγορών διότι τις αυτοτροφοδοτούν δημιουργώντας σε όλους ένα αίσθημα εμπιστοσύνης προς αυτές και μια πεποίθηση για τη συνέχιση της ανοδικής τους πορείας.
Υστερα ο Σίλερ διεισδύει και αναλύει τα θέματα που άπτονται των πολιτισμικών και των ψυχολογικών παραγόντων και προσπαθεί να εκτιμήσει τη βαρύτητά τους στη δημιουργία των τάσεων της αγοράς. Τα συμπεράσματά του επικεντρώνονται γύρω από τη σφαίρα, αν μπορούμε να το πούμε έτσι, της ομαδικής παραίσθησης, της γενικότερης αυταπάτης που ανατροφοδοτεί τις κινήσεις των επενδυτών και επιχειρεί να ερμηνεύσει και με άλλες μεθόδους το υπόβαθρο και τη λογική της «παράλογης» αυτής ευφορίας. Το βιβλίο καταλήγει με ένα εκ μέρους του συγγραφέα κάλεσμα σε δράση, για να αποφευχθούν, όπως λέει, οι σοβαρότατες στρεβλώσεις στην οικονομία και οι καταστρεπτικές συνέπειες που αυτές συνεπάγονται για την κοινωνία. Ο Σίλερ διαπιστώνει ότι θεσμοί όπως αυτός της κοινωνικής ασφάλισης δεν μπορεί να περνάνε μέσα από «θεσμικά τυχερά παιχνίδια». Επίσης οι παράπλευρες συνέπειες μιας πτώσης των χρηματιστηριακών αξιών θα μπορούσαν να είναι σημαντικές. Τα παιδιά, για παράδειγμα, αυτών που εμπιστεύθηκαν μεγάλο μέρος των αποταμιεύσεών τους σε μετοχές. για να είναι σε θέση να τα σπουδάσουν καλύτερα στο μέλλον, θα μπορούσαν να βρεθούν χωρίς αυτήν τη δυνατότητα μερικά χρόνια αργότερα και αν η αγορά σημειώσει μια σημαντική υποχώρηση. Πιστεύω πως αυτό το βιβλίο θα διαφωτίσει όλους εκείνους που έχουν κάποιες απορίες σχετικά με την τροπή των πραγμάτων.
Νίκος Α. Κεράνης (οικονομολόγος και οικονομικός αναλυτής)
ΤΟ ΒΗΜΑ , 17-03-2002
ΚΡΙΤΙΚΗ
Οταν ο Ρόμπερτ Σίλερ έγραφε αυτό το βιβλίο στις αρχές του 2000, τα στοιχεία και τα δεδομένα που χρησιμοποίησε για να προβεί στις ζοφερές του προβλέψεις δεν ήρθαν από το πουθενά, αλλά βρίσκονταν πάντα μέσα στην αμερικανική χρηματιστηριακή αγορά και όποιος ήθελε να τα δει μπορούσε να το κάνει πάρα πολύ εύκολα. Ωστόσο οι περισσότεροι εθελοτυφλούσαν και οι λίγοι που εξέφραζαν την άποψη ότι οι αγορές ήταν υπερτιμημένες χαρακτηρίζονταν αιρετικοί. Ακόμη όμως και αν κανείς δεν ήθελε να πιστέψει, καθώς επικρατούσε η θεωρία της αγέλης, ότι τα αμερικανικά χρηματιστήρια βρίσκονταν σαφώς σε μια φάση υπερτίμησης (η οποία έμελλε να αποδειχθεί καταστροφική), η πραγματικότητα ήταν διαφορετική. Επιπλέον, εκτός από την παραπάνω υπερτίμηση, και η διαθέσιμη ποιότητα πληροφόρησης που δινόταν στους επενδυτές ήταν της χειρίστης δυνατής ποιότητας σύμφωνα με τον Σίλερ. Και έχουμε κάθε λόγο να τον πιστέψουμε αφού, άλλωστε, είναι ιδιαίτερα νωπές σε όλους μας οι μνήμες από το ολοκληρωτικό Βατερλό των αναλυτών που μελετούσαν, τάχα, την Enron και τα «αξιόπιστα» στοιχεία που προσυπέγραφε ο αρμόδιος ελεγκτικός οίκος.
Εχοντας την τύχη να διαβάσω το βιβλίο αυτό και όταν πρωτοκυκλοφόρησε στην Αμερική, και σήμερα, δύο χρόνια αργότερα, στην ελληνική του έκδοση, και διαθέτοντας το πλεονέκτημα της εκ των υστέρων ανάλυσης των θέσεών του, θεωρώ ότι πρόκειται για ένα πολύτιμο έργο, του οποίου η αξία είναι εφάμιλλη με το Μεγάλο κραχ του 1929 του Γκάλμπρεϊθ. Τόσο από θεωρητικής όσο και από πρακτικής απόψεως το βιβλίο αυτό οικοδομεί πάνω σε μια σειρά από στέρεα επιχειρήματα μια ολοκληρωμένη πρόταση για τα χρηματιστήρια και τη συμπεριφορά τους. Επίσης η διεξοδική μελέτη πλείστων όσων παραγόντων, που έχουν μεγάλη συσχέτιση με τη συμπεριφορά των αγορών, δίνει σε κάθε ενδιαφερόμενο άφθονο υλικό για περαιτέρω έρευνες. Τη στιγμή που εκδίδεται το βιβλίο (πριν από το «σκάσιμο» της κερδοσκοπικής φούσκας το 2000), ο Σίλερ εμφανίζεται βέβαιος για την επικείμενη κατάρρευση της αμερικανικής χρηματιστηριακής αγοράς. Ωστόσο παραμένει επιφυλακτικός για τη χρονική στιγμή της εκδήλωσής της, διότι αναγνωρίζει ότι μια μαζική υστερία μπορεί να έχει παρατεταμένη διάρκεια, έστω και αν όλοι δείχνουν να απορούν με την «παράλογη ευφορία» που μπορεί να έχει κυριεύσει τους πάντες. Οι μετέπειτα, και διόλου αργοπορημένες, εξελίξεις τον δικαίωσαν πλήρως.
Αρχικά ο Σίλερ φέρνει στο μικροσκόπιο τα επίπεδα της αμερικανικής χρηματιστηριακής αγοράς των τελευταίων ετών και, με βάση τα ιστορικά δεδομένα και την παρελθούσα συμπεριφορά της, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το 1999 αυτή βρισκόταν πολύ ψηλότερα από τα μέσα ιστορικά της επίπεδα. Διαπιστώνει επίσης ότι η αγορά κατά το 1999 ήταν πιο υπερτιμημένη ακόμη και από αυτήν την, προ του κραχ, αγορά του 1929. Ακολούθως ο Σίλερ εξετάζει αναλυτικά τους δομικούς παράγοντες που επηρέασαν την πορεία και τη συμπεριφορά της αγοράς και οι οποίοι βοήθησαν στην εκδήλωση της φούσκας. Αυτούς τους παράγοντες, όπως είναι η δημογραφική έκρηξη, το Διαδίκτυο, οι μεταβολές των θεσμικών πλαισίων (νομοθεσία, φορολογικό καθεστώς), τα μέσα ενημέρωσης και η εξάπλωση της πληροφορίας, τους ονομάζει παράγοντες επίσπευσης. Αν, δηλαδή, η ανάπτυξη της οικονομίας από το 1982 ως το 1999 δεν δικαιολογούσε την έκρηξη της χρηματιστηριακής αγοράς, αν δεν υπήρχε, με άλλα λόγια, μια αντιστοιχία μεταξύ πραγματικής και πλασματικής οικονομίας, τότε κάποια άλλα αίτια θα ήταν αυτά που επισπεύσανε την εκδηλωθείσα αλματώδη άνοδο. Ο Σίλερ δεν παραλείπει επίσης να αφιερώσει πολύ χώρο και σε άλλον ένα δομικό παράγοντα: τα φαινόμενα Πόνζι, τα οποία αποτελούν τα κλασικά και γνωστά σε όλους μας πυραμιδοειδή σχήματα (για τα τελευταία έκανε λόγο ακόμη και ο Μπαλζάκ στο βιβλίο του Ο Οίκος Νυσενζέν). Αυτά τα φαινόμενα ο Σίλερ τα χαρακτηρίζει ως παράγοντες ενίσχυσης των ανοδικών τάσεων των αγορών διότι τις αυτοτροφοδοτούν δημιουργώντας σε όλους ένα αίσθημα εμπιστοσύνης προς αυτές και μια πεποίθηση για τη συνέχιση της ανοδικής τους πορείας.
Υστερα ο Σίλερ διεισδύει και αναλύει τα θέματα που άπτονται των πολιτισμικών και των ψυχολογικών παραγόντων και προσπαθεί να εκτιμήσει τη βαρύτητά τους στη δημιουργία των τάσεων της αγοράς. Τα συμπεράσματά του επικεντρώνονται γύρω από τη σφαίρα, αν μπορούμε να το πούμε έτσι, της ομαδικής παραίσθησης, της γενικότερης αυταπάτης που ανατροφοδοτεί τις κινήσεις των επενδυτών και επιχειρεί να ερμηνεύσει και με άλλες μεθόδους το υπόβαθρο και τη λογική της «παράλογης» αυτής ευφορίας. Το βιβλίο καταλήγει με ένα εκ μέρους του συγγραφέα κάλεσμα σε δράση, για να αποφευχθούν, όπως λέει, οι σοβαρότατες στρεβλώσεις στην οικονομία και οι καταστρεπτικές συνέπειες που αυτές συνεπάγονται για την κοινωνία. Ο Σίλερ διαπιστώνει ότι θεσμοί όπως αυτός της κοινωνικής ασφάλισης δεν μπορεί να περνάνε μέσα από «θεσμικά τυχερά παιχνίδια». Επίσης οι παράπλευρες συνέπειες μιας πτώσης των χρηματιστηριακών αξιών θα μπορούσαν να είναι σημαντικές. Τα παιδιά, για παράδειγμα, αυτών που εμπιστεύθηκαν μεγάλο μέρος των αποταμιεύσεών τους σε μετοχές. για να είναι σε θέση να τα σπουδάσουν καλύτερα στο μέλλον, θα μπορούσαν να βρεθούν χωρίς αυτήν τη δυνατότητα μερικά χρόνια αργότερα και αν η αγορά σημειώσει μια σημαντική υποχώρηση. Πιστεύω πως αυτό το βιβλίο θα διαφωτίσει όλους εκείνους που έχουν κάποιες απορίες σχετικά με την τροπή των πραγμάτων.
Νίκος Α. Κεράνης (οικονομολόγος και οικονομικός αναλυτής)
ΤΟ ΒΗΜΑ , 17-03-2002
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις