Προδοσία και εγκατάλειψη
40%
Περιγραφή
Στην Αθήνα, ένας νέος άνδρας, μόνος. Ακόμη πιο μόνη από
κείνον, μια ηλικιωμένη συγγραφέας. Η μοιραία συνάντησή τους.
Ξηλωμένα πεζοδρόμια, γραμμένοι τοίχοι, αποτσίγαρα, σκιές
μεταναστών, φοιτητές, πρεζόνια και γέροι. Σε μια ταράτσα, ένα
σαπισμένο πτώμα. Τέσσερις χειρόγραφες επιστολές και ένα
βιβλίο αποκαλύπτουν την αλήθεια. Ποιος προδίδει; Και ποιος
εγκαταλείπεται στη στενή καρδιά των δρόμων της πόλης;
Ένα μίνι αστικό θρίλερ της σύγχρονης αθηναϊκής
καθημερινότητας. Οι λευκές σελίδες είναι τόσο αθώες όσο οι
τοίχοι του νοσηλευτικού ιδρύματος.
Από τον εκδότη.
Κριτική:
Να δώσω φωνή σ' αυτούς που δεν έχουν
Η Σταυρούλα Σκαλίδη, βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα του «Διαβάζω» με την «Προδοσία και εγκατάλειψη», δεν αγνοεί τη δημιουργική και όμορφη Αθήνα. Διάλεξε, όμως, να γράψει για τη μαύρη της πλευρά, τους «γέρους με τα μπαστουνάκια, τους μετανάστες, τους φτωχούς, τους μόνους»
Την άγρια πλευρά των Κάτω Πατησίων έφερε στο φως η 31χρονη Σταυρούλα Σκαλίδη: των μεταναστών, των κλεφτών, των δολοφόνων, των αυτοχείρων, των μοναχικών, των ιδιόρρυθμων.
Ξεκίνησε από τον «Φύλακα στη σίκαλη» του Σάλιντζερ, πέρασε στη δημοσιογραφία, συνέχισε με τη λογοτεχνία Κεντρικός ήρωας της τιμημένης νουβέλας της «Προδοσία και εγκατάλειψη» («Πόλις»), με το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα του περιοδικού «Διαβάζω», είναι ένας ψιλικατζής, μισάνθρωπος και απογοητευμένος από τον εαυτό του και τους ανθρώπους. Γνωρίζει μια ηλικιωμένη, πλούσια και κοσμική συγγραφέα του παλιού καιρού και τη δολοφονεί. «Το καινούργιο προσπαθεί να σκοτώσει το παλιό. Είναι το νοσηρό καινούργιο, το άρρωστο», είναι το σχόλιο της συγγραφέως.
Πηγή έμπνευσης του βιβλίου της είναι το τελευταίο μέρος του μυθιστορήματος του Τζ. Ν. Σάλιντζερ «Ο φύλακας στη σίκαλη», όπου ο νεαρός πρωταγωνιστής είναι κλεισμένος σε έναν χώρο, που δεν προσδιορίζει ο Αμερικανός συγγραφέας αν είναι ψυχιατρείο. «Ο Σάλιντζερ στηλιτεύει», λέει, «τα κακώς κείμενα της Αμερικής του '50. Εγώ, από την πλευρά μου, θέλω να δώσω φωνή στους ανθρώπους που ζουν στην Αθήνα και δεν έχουν. Ποιους εννοώ; Τους γέρους με τα μπαστουνάκια, τους μόνους, τους μετανάστες, τους φτωχούς, τα πρεζόνια». «Είναι πραγματικοί και κανονικοί άνθρωποι», επισημαίνει με έμφαση.
Γεννήθηκε το 1978 στο χωριό Αγιος Αδριανός της Νέας Τίρυνθας, ελάχιστα χιλιόμετρα μακριά από το Ναύπλιο. «Οι γονείς μου είναι αγρότες και δεν διάβαζαν βιβλία. Ετσι, το σχολείο μού άνοιξε τον δρόμο για τη λογοτεχνία», θυμάται. Εκεί ανακαλύπτει τον Βερν, τη Λουίζα Μέι Αλκοτ των «Μικρών κυριών» και την Μπέτι Σμιθ του «Ενα δέντρο μεγαλώνει στο Μπρούκλιν». Είναι πριν από την εφηβεία, την εποχή που οι μυθιστορηματικοί ήρωες είναι το άλλο πρόσωπο που θέλουμε να γίνουμε.
«Ταυτίστηκα με την ηρωίδα της Σμιθ, τη Φράνσις Νόουλαντ, που ήθελε να γίνει συγγραφέας», ομολογεί η Σκαλίδη. Εν τω μεταξύ, διαβάζει την παντοτινή της αγάπη, τον ποιητή Γιώργο Σεφέρη, και πολλά χρόνια αργότερα ανακαλύπτει τον Νίκο Καρούζο, που -όπως παραδέχεται- μίλησε και εξακολουθεί να μιλάει στην ψυχή της.
Τελειώνει το Λύκειο κι αναζητά την επαγγελματική της ταυτότητα. Τελειώνει τη σχολή δημοσιογραφίας του «Αντέννα» κι από το 2000 προσλαβάνεται στην εφημερίδα «Η Βραδυνή», στην οποία αρχικά ασχολείται με την ξένη οικονομία. Κατόπιν προτροπής του τότε διευθυντή της εφημερίδας, του συγγραφέα Στέφανου Δάνδολου, θα ασχοληθεί από το 2003 με την κριτική βιβλίου, μέσα από τις σελίδες της «Φιλολογικής Βραδυνής».
«Ουσιαστικά από αυτή τη χρονιά αρχίζει η διαμόρφωσή μου ως συγγραφέως. Αρχίζω να διαβάζω συστηματικά βιβλία, γιατί πρέπει να γράφω κριτική. Ανακαλύπτω και τον Ντοστογιέφσκι», λέει.
Οση ώρα μιλάμε μαζί της ανακαλύπτουμε ότι δεν θέλει να το παίξει παιδί-θαύμα. Εξ ου και δεν μας εντυπωσιάζει όταν δηλώνει: «Γράφω από ανθρωπιά και αγάπη. Δεν γράφω για τα βραβεία και την αναγνώριση. Ωστόσο, δεν μπορώ να κρύψω ότι το βραβείο του "Διαβάζω" είναι μία σημαντική ενθάρρυνση, αν σκεφτεί κανείς ότι πριν από ενάμιση χρόνο δεν μπορούσα να εκδώσω το βιβλίο μου».
Δεν πρέπει να πιστέψετε, λόγω του βιβλίου της, ότι τα βλέπει όλα μαύρα. «Εκτός από τη μαύρη, υπάρχει και η άλλη πλευρά της Αθήνας, η όμορφη, η σφύζουσα από ζωή, η δημιουργική. Γι' αυτό έγραψα αυτή τη νουβέλα, για να βγάλω από μέσα μου όλες τις αρνητικές εικόνες που συσσωρεύονται από τη θλίψη, τη μιζέρια, τη μοναξιά και προπαντός να δηλώσω ότι είμαι μάρτυρας, ότι κάποιος τούς βλέπει, ότι δεν είναι μόνοι τους».
Πώς και πότε γράφει; «Στον υπολογιστή, από το πρωί μέχρι το μεσημέρι που υπάρχει χρόνος. Εντούτοις, πρέπει να σας πω ότι έχω ξυπνήσει μέσα στη νύχτα κι έχω γράψει το τέλος του πρώτου μου βιβλίου. Πάντως, η νύχτα δεν είναι καλός σύμβουλος για τη λογοτεχνία, γιατί μας φορτίζει συναισθηματικά».
Από τους Ελληνες συγγραφείς ξεχωρίζει τον Θανάση Τριαρίδη. «Είναι πολύ μπροστά από τους άλλους, γιατί έχει ανακαλύψει τον μαγικό ρεαλισμό των Βαλκανίων». Ωστόσο, δεν κρύβει ότι χρωστάει πολλά στο γαλλικό νουάρ και στον Φίλιπ Ροθ. Αν θέλετε να ακούσετε κάποια μουσική διαβάζοντας τη νουβέλα της «Προδοσία και εγκατάλειψη», μας προτείνει τα πορτογαλικά φάδος, γιατί «διαθέτουν καημό και νοσταλγία».
ΒΑΣΙΛΗΣ Κ. ΚΑΛΑΜΑΡΑΣ, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 6/5/2009
Κριτικές
14/10/2008, 06:31