Επί ψύλλου κρεμάμενος

161005
Εκδόσεις: Κέδρος
Σελίδες:250
Ημερομηνία Έκδοσης:01/10/2003
ISBN:9789600424249


Εξαντλημένο από τον Εκδοτικό Οίκο

Περιγραφή


Είκοσι πέντε διηγήματα - έμμονες ιδέες.
Γυναίκες που πάντα επιστρέφουν από αναπάντεχες διαδρομές.
Η λάμψη που θρυμματίζει τους καθρέφτες με σφυρί.

Ζώα, πολλά ζώα, που ζούνε στη ζωή μου ή στο μυαλό, σ' ένα αυθαίρετο, μυστικό Κήπο - Ενυδρείο. Λοξό, ειρωνικό αεράκι κάτω απ' το σκίαστρο των γαριφάλων, που σώζει ανάποδα τη μνήμη και την Ιστορία.





ΚΡΙΤΙΚΗ



Μολονότι ο «θεσσαλονικέας νους» του Γ. Σκαμπαρδώνη ευθύς εξαρχής αποπειράται πλεύσεις αντιθέτου φοράς, σαγηνευμένος από τους καθημερινούς παραλογισμούς, μάλλον δεν έχει προσεχθεί αρκούντως η ιδιαιτερότητα της περίπτωσής του. Και ας τοποθετείται αυτή η αρχή πριν από 18 έτη, με το πρώτο διήγημά του «Μια χελώνα ανάσκελα» δημοσιευμένο στο πρώτο τεύχος ενός ετήσιου θεσσαλονικιώτικου περιοδικού υπό τον τίτλο «Παραφυάδα», που εξέδιδε επί σειρά ετών ο Π. Σφυρίδης με καλλιτεχνική επιμέλεια Κάρολου Τσίζεκ. Ενα πρώτο διήγημα γύρω από την υφέρπουσα ανασφάλεια μιας παγερής για τους ευαίσθητους εποχής, ένας πρώτος «φιλομόναχος» ήρωας, ένα πρώτο παράξενα νοήμον ζώο. Στα 84 διηγήματα του Σκαμπαρδώνη που δημοσιεύτηκαν ως σήμερα πληθαίνουν οι φυγόκοσμοι και ευαίσθητοι, όλο και περισσότερα απειλητικά ζώα συρρέουν στο συγγραφικό σύμπαν, ενώ πολλαπλασιάζονται τα διηγήματα όπου καταστάσεις και στιχομυθίες παραπέμπουν στο θέατρο του παραλόγου.

Ενδεικτικά αυτής της διάθεσης κάποια σύντομα διηγήματα μισής ή και μιας σελίδας. Ηδη στο πρώτο βιβλίο του Σκαμπαρδώνη, που εκδόθηκε το σωτήριο 1989, Μάτι φώσφορο κουμάντο γερό, συναντάμε τρία παρόμοια διηγήματα. Στη βραβευμένη συλλογή του 1992 H στενωπός των υφασμάτων και στην επόμενη του 1996 Πάλι κεντάει ο στρατηγός προστίθενται μερικά ακόμη που πλέουν ανάστροφα στον χρόνο, επιτρέποντας σε προ πολλού θανόντες να πηγαινοέρχονται. Στο πρόσφατο βιβλίο έξι σύντομα και παράξενα διηγήματα επί συνόλου 25 διαστίζουν τη συλλογή υποσκάπτοντας τη ρεαλιστική επίφαση και των εκτενεστέρων. Στα παλαιότερα η υποψία του παραλόγου απορρέει από απόκρυφες ιστορίες, σε αντίθεση με τα καινούργια, που δείχνουν να ξεκόβουν από παραδόσεις και θρύλους για πράγματα θαυμαστά και πράξεις ηρωικές. Το αλλόκοτο των πρόσφατων διηγημάτων είναι αποκύημα της σύγχρονης, μεταλλαγμένης και ηλεκτρονικής πραγματικότητας ή ακόμη της ανθρώπινης φύσης που αλλοιώνεται πλέον παιδιόθεν.



Πλέοντας αναπόταμα



Ενα άλλο χαρακτηριστικό της πλεύσης αναπόταμα του Σκαμπαρδώνη είναι η γυναικεία παρουσία στα διηγήματά του. Ο έρωτας, αυτό το τόσο προσφιλές θέμα των συγγραφέων, ουσιαστικά απουσιάζει. Σε 84 διηγήματα μόλις ένα, το παλαιότερο «"Μόσμπεργκ" των έξι», περιγράφει ερωτικά παιχνίδια και αυτά δεν αφορούν δύο εραστές αλλά το ζευγάρωμα θαλασσαετών στην όχθη της Βόλβης. Στην πρόσφατη συλλογή το διήγημα «Της αρκούδας τα υπόβαθρα», το μοναδικό που τουλάχιστον ξεκινά με ερωτοτροπίες ενός σαραντάρη για μια 22χρονη, διαπνέεται σαφώς από διάθεση διακωμώδησης. Αυτό δεν σημαίνει πως οι γυναίκες λείπουν από τα διηγήματα. Μάλιστα το πρώτο από τα καινούργια διηγήματα αποθεώνει το γυναικείο σώμα εν κινήσει. Πρόκειται όμως για τη γυναίκα ως παραστατικό αντικείμενο, είτε είναι η ουκρανή πρωταθλήτρια κολύμβησης του πρώτου διηγήματος είτε η γυναίκα χιονάνθρωπος του «Μοιάζεις κι εσύ σαν θάλασσα». Οσο για τον διαφυγόντα αισθησιασμό, αυτός διοχετεύεται ακέραιος στις περιγραφές της φύσης. Εξάλλου οι γυναίκες του Σκαμπαρδώνη υστερούν έναντι των λοιπών θηλυκών πλασμάτων του ζωικού βασιλείου που ζωντανεύουν τις ιστορίες. Πέραν των σκυλών, στις οποίες έχει εκπεφρασμένη αδυναμία ο συγγραφέας, εμπλέκονται πλείστα όσα ζώα, ως επί το πλείστον απειλητικά: οχιές, αρκούδες, αλεπούδες, ως και σμέρνες. Ευτυχώς, χωρίς ίχνος φιλόζωης αντιμετώπισης. Τέλος, τα λιγοστά διηγήματα με κεντρικό ήρωα γυναίκα προτιμούν ηλικιωμένες, όπως η εκπληκτική κυρία Σωσώ, ετών 76, κατάκοιτη από οστεοπόρωση, που θα βγει ή μάλλον δεν θα βγει «μια τελευταία βόλτα ως την Τσιμισκή», της προηγούμενης συλλογής. 'H η 70χρονη Ζωζώ Νταλμάς του πρόσφατου «Ο καθρέφτης απέναντι».

Του έρωτα υπερισχύει ο θάνατος. Ωστόσο η αφήγηση διατηρεί έναν τόνο ανάλαφρα ειρωνικό, που δηλώνεται και με τους παιγνιώδεις τίτλους των διηγημάτων. Με έναυσμα μια θυμόσοφη φράση ή και λαϊκή ρήση ο συγγραφέας απογειώνεται με συνειρμικά άλματα καταλύοντας τα στεγανά πραγματικότητας, φαντασίωσης και ενυπνίου. Με εικόνες που παραπέμπουν στους υπερρεαλιστές, ιδίως στον προσφιλή του συγγραφέα Εμπειρίκο, τον οποίον και επικαλείται ονομαστικά, γίνεται η περιγραφή της παραλιακής Θεσσαλονίκης, στην οποία θεάται ο Νίκος Σκαλκώτας και το καπέλο του με μουσική υπόκρουση τους «Ελληνικούς σκοπούς» του, στο ίδιο ακριβώς σημείο όπου εκτέθηκε για καιρό εκείνο το θρυλικό Ζέπελιν που βομβάρδισε τη Θεσσαλονίκη τη νύχτα της 5ης Μαΐου 1916.



Μήτρα κάθε έμπνευσης



Ολα αυτά συμβαίνουν στα διηγήματα «Ο Νίκος Σκαλκώτας στην παραλιακή» και «Ιπτάμενος δίσκος» που εκτυλίσσονται στην πόλη του συγγραφέα, αφού ο βορειοελλαδικός χώρος με πόλο τον Αθω και ομφαλό τη Θεσσαλονίκη αποτελεί για τον Σκαμπαρδώνη τη μήτρα κάθε έμπνευσης. Ενα τρίτο διήγημα «Με τη Rolls Roys του Βελλίδη», τω όντι οιστρήλατης φαντασίωσης, ιστορεί μια βόλτα με τον τεθνεώτα εκδότη Γιάννη Βελλίδη και ένα γεύμα με μοσχαροκεφαλή, ερχόμενη έτοιμη, ψημένη σε λαδόκολλα, από τον Εβρο.

Τελικά εκείνο που εμείς τουλάχιστον απολαμβάνουμε στα διηγήματα του Σκαμπαρδώνη, όσο και αν ηχεί παρωχημένο σε εποχή παγκοσμιοποίησης, είναι αυτές οι γνήσια ελληνότροπες αφηγήσεις με τους ιδιόμορφους ήρωες. Από τον γέροντα Παΐσιο και τον Νικόλα Λικουμά τον μπουζουξή ως εκείνον τον θεότρελο ο οποίος με οκτώ μποφόρ φορτώνει το αυτοκίνητό του σε έναν «σκυλοπνίχτη» για να πάει από την Αμοργό στη Δονούσα πεσκέσι στον φίλο του μια σμέρνα, ζωντανή μέσα σε γκαζοτενεκέ με θαλασσόνερο. Ο ίδιος που κρατούσε σε παλαιότερο διήγημα ένα γριβάδι για ημέρες στο ενυδρείο του. Τελικά ελευθερώνει και το γριβάδι και τη σμέρνα ρίχνοντάς τα στη θάλασσα και προς εξευμενισμόν του Ποσειδώνα.

Πέραν της εντοπιότητας των διηγημάτων του Σκαμπαρδώνη, ένα άλλο χαρακτηριστικό τους, και αυτό κόντρα στο πνεύμα της εποχής, είναι οι πολιτικώς ανορθόδοξες απόψεις του αφηγητή. Λ.χ., προτιμά τα σκυλιά από τα παιδιά που τσιρίζουν και δεν διστάζει να πλουτίσει το πάνθεον των καλών μεταναστών της ντόπιας πεζογραφίας με μια τερατώδη βουλγάρα νοσοκόμα που βασανίζει τους ηλικιωμένους τροφίμους γηροκομείου ώσπου να τους βγει η ψυχή. Ενας συγγραφέας πιστός στις εμμονές του και σταθερός στους αφηγηματικούς του τρόπους. Πρωτοπρόσωπη διήγηση, ανεξάρτητα αν ο αφηγητής καλύπτει ένα ευρύ φάσμα, από το συγγραφικό προσωπείο ως μια μαθήτρια της πρώτης δημοτικού. Και τέλος, το σημαντικότερο στοιχείο κάθε αφήγησης, η γλώσσα: ένα δυνατό βορειοελλαδίτικο χαρμάνι με καθαρευουσιάνικες, λαϊκές και ιδιόλεκτες εκφράσεις σε περιγραφές ρηματικής ευρωστίας. Πρόσφορα διηγήματα σε μια εποχή επί ξύλου κρεμάμενη...



MAPH ΘΕΟΔΟΣΟΠΟΥΛΟΥ

ΤΟ ΒΗΜΑ , 23-11-2003






ΚΡΙΤΙΚΗ



Μετά δύο συνεχόμενα μυθιστορήματα, τα «Γερνάω επιτυχώς» (2000) και «Ουζερί Τσιτσάνης» (2001), ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης με το νέο του βιβλίο, τη συλλογή διηγημάτων «Επί ψύλλου κρεμάμενος», επιστρέφει στο είδος με το οποίο πρωτοεμφανίστηκε και καθιερώθηκε. Η νέα του συλλογή -οι πέντε προηγούμενες ήταν οι «Μάτι φώσφορο, κουμάντο γερό» (1989), «Η ψίχα της μεταλαβιάς», (1990), «Η στενωπός των υφασμάτων» (1992), «Πάλι κεντάει ο στρατηγός» (1996) και «Ακριανή λωρίδα» (1998)- διαστέλλει ακόμα περισσότερο το μυθοπλαστικό του σύμπαν, στο οποίο συνυπάρχουν αρμονικά η ωμή πραγματικότητα με τη φαντασία, η ποίηση με την ειρωνεία, η ευαισθησία με έναν ιδιότυπο μαγικό ρεαλισμό, το αστικό τοπίο με τα βουνά και τη μανιασμένη θάλασσα, οι άνθρωποι με πολλά, πάρα πολλά, ζώα. Τα είκοσι πέντε διηγήματα της συλλογής, αρκετά ετερόκλητα στην έκτασή τους, τη θεματική τους και την αφηγηματική τους διαχείριση, διαθέτουν ωστόσο μια κοινή ματιά των πραγμάτων και αναδίνουν μια κοινή αύρα. Απαλλαγμένα φαινομενικά από οποιονδήποτε κοινωνικό και πολιτικό προσδιορισμό, περιγράφουν και αναπαριστούν πολλές φορές περίεργες συμπεριφορές και καταστάσεις, αναδεικνύουν ευαισθησίες, σμιλεύουν τύπους και χαρακτήρες, ζωντανεύουν υπαρκτά και γνωστά πρόσωπα, επιστρέφουν στη φύση και τα πλάσματά της και πολλές φορές βρίσκονται «κρεμάμενα» στα όρια του παράδοξου, απ' όπου ανασυνθέτουν την πραγματικότητα με έναν πιο εσωτερικό αισθητηριακό τρόπο. Αίφνης, η κολύμβηση, η τεχνική και η απόλαυσή της, αποκτά μια άλλη διάσταση, σχεδόν απελευθερωτική, στα μάτια και τις αισθήσεις των ηρώων των διηγημάτων «Η ταμίας των νερών» και «Μοιάζεις κι εσύ σαν θάλασσα». Η συλλογή αρχίζει ουσιαστικά με το, δεύτερο στη σειρά, διήγημα, με τον άκρως ειρωνικό τίτλο «Επί ψύλλου κρεμάμενος», που ονοματίζει και το βιβλίο, και τελειώνει με το σχετικά ομότιτλο «Επι ψύλλου αλεπούς κρεμάμενος». Οι αφηγητές των δύο κειμένων, μετέωροι μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας, βλέπουν εκστατικοί τον πεθαμένο από χρόνια σκύλο τους ή τα τεχνάσματα μιας αλεπούς και αφήνουν ελεύθερα τα συναισθήματά τους. Ετσι και ο συγγραφέας, σε μια εποχή η οποία επικαλείται τη σταθερότητα και την ψυχρή λογική σ' όλα τα πεδία, αυτός μετέωρος και ασταθής, κυριολεκτικά επί ψύλλου κρεμάμενος, φέρνει στην επιφάνεια μια άλλη σχέση του ανθρώπου με τη ζωή και τη φύση, εν τέλει με την ίδια του την ύπαρξη. Εκτός όμως από τα σκυλιά, τις αλεπούδες και τους ψύλλους, στα διηγήματα του Σκαμπαρδώνη κυκλοφορούν και άλλα είδη του ζωικού βασιλείου. Μια αρκούδα πρωταγωνιστεί στο «Της αρκούδας τα υπόβαθρα», ένα σπαρακτικό μικρό αριστούργημα, με θεματικές ανατροπές και έντονη δραματική κορύφωση. Ενας σαραντάρης με μια πολύ μικρότερή του κοπέλα ανεβαίνουν σε κάποια πλαγιά των Γρεβενών γεμάτοι ευφορία για την επικείμενη ερωτική συνεύρεση. Μόλις αρχίζουν όμως τις περιπτύξεις, όλα αλλάζουν. Εντρομοι βλέπουν απέναντί τους μια τεράστια αρκούδα με το αρκουδάκι της. Το ίδιο έντρομη είναι όμως και η αρκούδα από την παρουσία τους. Το ζευγάρι σκέφτεται πώς να διαφύγει, ενώ η αρκούδα πώς να προφυλάξει το αρκουδάκι της από τον ενδεχόμενο κίνδυνο. Στην προσπάθειά της αυτή το σκεπάζει μ' έναν βράχο, μ' αποτέλεσμα να το σκοτώσει. Ο θρήνος που ακολουθεί είναι σπαρακτικός και το ζευγάρι τον ακούει μέχρι την απομάκρυνσή του και τη σωτηρία του. Η αφήγηση ακολουθεί τη ροή των γεγονότων, συλλαμβάνει τις εναλλαγές των συναισθημάτων αλλάζοντας ανάλογα και το ύφος της και αποδίδει το θρήνο της μάνας-αρκούδας σε όλο το τραγικό του μεγαλείο. Αντίθετα δε με τη γενική προκατάληψη, στις διηγήσεις του Σκαμπαρδώνη έχουν θέση ακόμα και τα φίδια. Ενας μοναχός στο Αγιον Ορος, στο «Πρωινό ρόφημα», σε μια επίδειξη οικολογικής ευαισθησίας και σπάνιας χριστιανικής αγάπης και ανοιχτής αντίληψης, μπροστά στα έκπληκτα μάτια των επισκεπτών του, βράζει και δίνει γάλα σε μια οχιά και τα πέντε φιδάκια της. Αλλά κι ένα θαλάσσιο είδος, μια σμέρνα, εμφανίζεται στο διήγημα «Τα άμφια της σμέρνας», και δίνει την ευκαιρία στο συγγραφέα ν' αναφερθεί στους αρχέγονους μύθους για τις δυνάμεις της φύσης. Η τρικυμία κοπάζει και το ναυάγιο ενός πλοίου αποσοβείται όταν ο ήρωας του διηγήματος ρίχνει τη σμέρνα που είχε μαζί του ξανά στη θάλασσα. Εκτός όμως από τις σχέσεις των ανθρώπων με τα άλλα πλάσματα της φύσης, ο συγγραφέας εστιάζει την αφηγηματική του οπτική και στους ανθρώπους και τα πάθη τους και δεν διστάζει να εντάξει στις μυθοπλασίες του με επιτυχία, και σε πρώτους ρόλους, γνωστά υπαρκτά πρόσωπα. Στο διήγημα «Ο καθρέπτης απέναντι» αφηγείται τον έρωτα του Κεμάλ Ατατούρκ για τη φημισμένη τραγουδίστρια Ζωζώ Νταλμάς και τις χαριτωμένες ιδιοτροπίες της, ενώ στο «Κολλάζ με γραμματόσημα» αναπλάθει λιτά τη βίαιη διακοπή της καθημερινότητας και τη στιγμή του θανάτου του μεγάλου ηθοποιού Μίμη Φωτόπουλου. Σ' ένα άκρως σουρεαλιστικό κείμενο, στο «Ο Νίκος Σκαλκώτας στην παραλιακή», ο αφηγητής ακούγοντας τις «Οκτώ παραλλαγές πάνω σ' ένα ελληνικό σκοπό» του συνθέτη, τον βλέπει με τη φαντασία του να διέρχεται με τον τρόπο του την παραλιακή λεωφόρο της Θεσσαλονίκης. Μια εμβληματική μορφή της πόλης, ο εκδότης Γιάννης Βελλίδης, αλλά και έμμονη ιδέα του συγγραφέα, αφού τον εμφάνισε και στο μυθιστόρημά του «Ουζερί Τσιτσάνης», στο διήγημα «Με την Rolls Roys του Γιάννη Βελλίδη» μαζί με το, ακριβού γούστου, αυτοκίνητό του και τον αφηγητή, κυκλοφορούν στους δρόμους και στα στέκια του με τη βοήθεια της νοσταλγίας για την οριστικά χαμένη αρχοντιά. Η θεματική και αφηγηματική πολυμορφία της συλλογής φαίνεται και από άλλα διηγήματά της, όπως το «Η ασθένεια του κουρέως», όπου ο συγγραφέας δημιουργεί μιαν απόκοσμη ατμόσφαιρα σ' ένα απομονωμένο χωριό κάπου στη Βόρειο Ελλάδα ή με την με έξυπνο τρόπο αναδρομή στην κατάρριψη στη Θεσσαλονίκη, το 1916, ενός γερμανικού Zeppelin στο «Ιπτάμενος δίσκος», κι ακόμα με τη φανταστική εξέγερση ενός οδηγού και του οχήματός του εναντίον της τυποποιημένης εργασίας του και τη φυγή τους στην πίστα του αεροδρομίου στο διήγημα «Στο λεωφορείο του αεροδρομίου». Πιο φιλόδοξους στόχους, τους οποίους και πραγματώνει, έχει το κωμικοτραγικό και λίγο μακάβριο διήγημα «Με τον στρατηγό στο ασανσέρ», όπου πρωταγωνιστούν το πτώμα ενός στρατηγού και ένας δυστυχής υπάλληλος γραφείου τελετών. Ο ήρωας έρχεται σε επαφή με τον υπαρκτό αλλά απωθημένο κόσμο των «μελλοθανάτων» ηλικιωμένων των γηροκομείων, γνωρίζει τη σκληρότητα στο πρόσωπο μιας Βουλγάρας νοσοκόμας και οδηγείται τελικά στην παράνοια, με την αφήγηση να καταγράφει τα κωμικοτραγικά συμβάντα και τις ανάλογες ψυχικές μεταπτώσεις.

Ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης με τις διηγήσεις του κοιτάζει λοξά το σύγχρονο βίο, αναδεικνύει πρακτικές και ψυχισμούς κόντρα στο κυρίαρχο ρεύμα και νοηματοδοτεί μια άλλη αντίληψη για τον κόσμο. Εκκινεί πάντα από μια ρεαλιστική βάση και -παρά τις συχνές παρεμβολές, στην αφήγηση, του ονείρου και της απροσδόκητης φαντασίας- παραμένει σ' αυτήν και δεν καταλήγει στο υπερφυσικό και τη μεταφυσική. Η έκταση των διηγημάτων είναι η γνώριμη από παλιά, μικρή και ολιγοσέλιδη. Οταν απαιτείται όμως, ακόμα και στην περιορισμένη αυτή έκταση, αποδίδεται με επιτυχία η ύπαρξη και η κίνηση πολλών προσώπων, όπως στο πλοίο που κινδυνεύει στα «Αμφια της σμέρνας». Τα πολύ μικρής έκτασης διηγήματα διαθέτουν θεματική και αφηγηματική πυκνότητα, όπως το «Ο παρακολουθών τα τοπία αντιθέτως», όπου αποτυπώνεται ακαριαία και δραστικά ο τρόπος του θανάτου ενός ταξιδιώτη στο τρένο, αν και κάποια αυτής της κατηγορίας, όπως το «Ο μαϊντανός» ή «Το θτυλ», μοιάζουν ανεκδοτολογικά και εκτός κλίματος της συλλογής. Η αφήγηση είναι πάντα σε πρώτο πρόσωπο, με άμεση και βιωματική εμπλοκή στα διηγούμενα και με έντονο το στοιχείο της ειρωνείας και του αυτοσαρκασμού. Ο τόπος εκτύλιξης των διηγήσεων είναι βέβαια τα σχετικά σκοτεινά τοπία της Θεσσαλονίκης και της Βόρειας Ελλάδας και η γλώσσα τους, με τη λιτή εκφορά της και τα πολλά τοπικά της στοιχεία, υποστηρίζει την αληθοφάνειά τους και τον κόσμο που κατασκευάζει ο συγγραφέας. Ο Σκαμπαρδώνης, τελικά, εγγράφει μια ακόμα άκρως ενδιαφέρουσα συλλογή διηγημάτων στο ενεργητικό του και αναδεικνύεται σ' έναν απ' τους παλμογράφους των υπόγειων ευαισθησιών της σκληρής εποχής μας.



ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΡΑΚΩΤΙΑΣ

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 09/01/2004

Κριτικές

Η συλλογή διηγημάτων του Σκαμπαρδώνη είναι εξαιρετική. Η τέχνη του στη μικρή φόρμα με αυτό το βιβλίο κάνει ένα εμφανέστατο άλμα προς τα πάνω σε σχέση με προηγούμενα ανάλογα έργα του. Το χιούμορ κυριαρχεί σε πολλές από τις ιστορίες κι αυτό είναι ένα ακόμα συν για το βιβλίο. Συστήνεται ανεπιφύλακτα...

Ωραίες, ενδιαφέρουσες,χιουμοριστικές και συγκινητικές ιστορίες!
Ο καθρέφτης απέναντι, πρωινό ρόφημα, κολλάζ με γραμματόσημα, αγύριστο κεφάλι. Μερικές από τις πιο γλυκές...
Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!