0
Your Καλαθι
Η αόρατη γραμμή ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΟ
Έκπτωση
23%
23%
Περιγραφή
Τι συμβαίνει αλήθεια όταν μια προσωπική μικρή ιστορία συνδέεται με τις ιστορίες οκτώ ή δέκα προσώπων και το σύμπλεγμά τους αγγίζει και διαπερνά τη μεγάλη Ιστορία; Τι συμβαίνει όταν τα ιστορικά γεγονότα, και μαζί οι εικόνες, φράσεις και μουσικές μιας εποχής, κυκλώνουν σαν στρόβιλος τις πιο εσωτερικές πτυχές της ζωής ενός ανθρώπου; Τότε δημιουργείται ένα δράμα ή ένα ντοκουμέντο ή μια άλλη ιστορία απέναντι στην επίσημη ή μια ελεγεία για το χρόνο ή... Μοναδική απάντηση δεν μπορεί να υπάρξει αφού όλα τα παραπάνω είναι στοιχεία του μύθου και της ιστορίας της Αόρατης γραμμής.
ΚΡΙΤΙΚΗ
«Μετά τις 24 Ιουλίου, μετά τον "Αττίλα" και την απόλυση από τον στρατό, μετά τις εκλογές και το δημοψήφισμα ή, τέλος, μετά τον πρώτο ενθουσιασμό για την "αποκατάσταση της δημοκρατίας"... η ανάγκη αλλαγής τρόπου ζωής ήταν διάχυτη στον αέρα για όσους από μας περπατούσαμε στους αθηναϊκούς δρόμους: ο κάθε κατεργάρης έπρεπε τώρα να ξαναπάει στον πάγκο του. Ο φοιτητής έπρεπε να τελειώσει το πανεπιστήμιο, ο πτυχιούχος να βρει μιαν αξιοπρεπή θέση, ο διωγμένος από τη χούντα διευθυντής υπουργείου να ξαναπάει στο "δημοκρατικό" πια πόστο του... Κοντολογίς, όλοι και όλα έπρεπε να "τακτοποιηθούν" (μ' αυτό το πνεύμα, πιο τυχεροί ήταν εκείνοι που τακτοποιήθηκαν στα υπουργεία). Ολοι εμείς, που τα δύσκολα εκείνα χρόνια είχαμε έρθει τόσο κοντά ο ένας στον άλλον, έπρεπε πια να κόψουμε τους δεσμούς που μας ένωναν και να αναζητήσουμε τον κομφορμιστικό ρόλο που μας επιφύλασσε η νεοδημοκρατική πραγματικότητα με τη συναίνεση ολόκληρου του πολιτικού και αντιστασιακού κατεστημένου, ρόλο ανάλογο με τις δυνατότητες (ή καλύτερα τα μέσα) του καθενός... Ηταν πια φανερό ότι «ο πόλεμος είχε τελειώσει»... Οτιδήποτε πριν από τον Ιούλη του 1974 ήταν Αντίσταση, μετά μεταβλήθηκε σε "τρομοκρατία", "έγκλημα", "προβοκάτσια"».
Με αυτά τα λόγια μας εισάγει στο δικό του μυθιστόρημα-ντοκουμέντο για τα χρόνια 1967-74 μία από τις ευγενέστερες -και αφανείς- φυσιογνωμίες του αντιστασιακού αγώνα, ο αυτόχειρας (το 1999) Τάσος Δαρβέρης. Λίγα χρόνια αργότερα, ένας νεότερός του, επίσης από τη Θεσσαλονίκη, γνωστός περισσότερα σήμερα ως συνθέτης και μουσικός της τζαζ, ο Θωμάς Σλιώμης, θα γράψει ένα παράλληλο μυθιστόρημα-ντοκουμέντο για τα χρόνια 1968-1986. Τα δύο αυτά έργα πιστεύω πως πρέπει να τα διαβάσουμε σαν συνεχόμενα επεισόδια της ίδιας ιστορίας, μια σπαρακτική καταγραφή που μας μαθαίνει για την πρόσφατη ελληνική πραγματικότητα πολύ περισσότερα πράγματα απ' όσα δεκάδες τόμοι αναίμακτων κοινωνιολογικών αναλύσεων, κυρίως επειδή διασώζουν τη σάρκα και τη φωνή των πραγματικών θυμάτων της «μεταπολίτευσης»: εκείνων που οραματίστηκαν μια πραγματικά άλλη ζωή, στον απόηχο των μεγάλων οραμάτων και των ελπίδων του '60, και οι οποίοι συντρίφτηκαν πολλαπλά από τον εφησυχασμό και την προϊούσα πώρωση μιας κοινωνίας ναρκωμένης στο θανάσιμο κυνήγι του «εκσυγχρονισμού» και της «ανάπτυξης»...
Για όσους γνωρίζουν τη μουσική του Θωμά Σλιώμη δεν χρειάζεται σχόλιο για την ευαισθησία και τη βαθύτητά του, συνδυασμένη με την ασυμβίβαστη προσήλωση και αδιαλλαξία του αληθινού καλλιτέχνη. Ομως ο Θωμάς Σλιώμης είναι κάτι περισσότερο από «καλλιτέχνης»: ένας αυτοστοχαζόμενος άνθρωπος που ασφυκτιά στις στενά οριζόμενες εκφραστικές κατηγορίες, κάτι το οποίο είχαμε την ευκαιρία να διαπιστώσουμε λίγα χρόνια πριν στο πρώτο του βιβλίο με δοκιμιακά κείμενα πάνω στη σύγχρονη μουσική και στις διαμορφωτικές του επιρροές (μουσικές όσο και φιλοσοφικές), στο μεταμοντερνισμό και στην κρίση της ευρωπαϊκής τέχνης, στην πολιτική των Μαζικών Μέσων, στις αντισυμβατικές μορφές έκφρασης... Ηδη εκεί διαβλέπει κανείς μία ισχυρά αυτοβιογραφική ροπή που αδυνατεί να διαχωριστεί από τη συστηματική πραγμάτευση, και αυτή η επίμονη ροπή θα τον ωθήσει εντέλει, όπως φαίνεται, στην αναμέτρηση με έναν νέο εκφραστικό κώδικα: αυτό που λέμε μυθιστόρημα-ντοκουμέντο.
Η Αόρατη γραμμή είναι μια εξιστόρηση μακροσκελής, λαχανιασμένη, με εξάρσεις οργής, ειρωνείας και τρυφερού λυρισμού, κυρίως μεσ' από την παράθεση εσωτερικών φωνών αρκετών από τους μυθιστηρηματικούς της ήρωες, κατάστικτη από «πραγματευτικές» παρεκβάσεις και σχόλια -στη μουσική, στις ιδέες, στην πολιτική. Σύμφωνα με την αφηγηματική της σκηνοθεσία, είναι το διάγραμμα της πορείας μια χούφτας ανθρώπων, άλλων φίλων από τα μαθητικά χρόνια της Θεσσαλονίκης και άλλων οι οποίοι συναντιούνται αργότερα, στα ταραγμένα φοιτητικά χρόνια της Αθήνας και σε απελπισμένες ευρωπαϊκές περιπλανήσεις· ωστόσο πουθενά δεν κρύβεται ο άμεσα αυτοβιογραφικός καμβάς, πολύ περισσότερο καθώς πλαισιώνεται συνεχώς από τα κρίσιμα ιστορικά γεγονότα της περιόδου: η πλημμύρα των νέων αισθητικών και ιδεολογικών αναζητήσεων στα τέλη της δεκαετίας του '60, η αφύπνιση του πάθους και η προσφυγή στα ατελέσφορα φάρμακα του έρωτα, η αντιστασιακή στράτευση και το Πολυτεχνείο, η κτηνώδης χειραγώγηση εκ μέρους των πολιτικών οργανώσεων της αριστεράς, η απελπισμένη ερωτοτροπία με τον ένοπλο αγώνα, η οδυνηρή ματαίωση σε κοινωνικό, σε πολιτικό, σε προσωπικό επίπεδο, η συνακόλουθη υπαρξιακή συντριβή στη σύγκρουση με μια εφιαλτική «δημοκρατική» κοινωνία... Διεισδυτική ακτινογραφία μιας κοινωνίας και μιας εποχής, μέσα στην οποία ξεδιπλώνεται μια ολόκληρη ανθρωπογεωγραφία νοσταλγικά οικεία σε όσους, περισσότερο ή λιγότερο στη δική του ηλικία, διανύσαμε ανάλογες πυρετώδεις τροχιές και αναγνωρίζουμε τον εαυτό μας στην ίδια κατάσταση αιχμαλωσίας· όπως σωστά ειπώθηκε, λοιπόν, έχουμε εδώ το πρώτο μυθιστόρημα της «μεταπολιτευτικής ήττας» -και η αφήγηση του επεισοδίου με το άδειο πακέτο της συνωμοτικής οργάνωσης, με την ήδη παρατηρημένη άδηλη αναφορά στο Κιβώτιο του Αρη Αλεξάνδρου, δεν αφήνει αμφιβολία για το συνειδητό της πρόθεσης τού συγγραφέα.
Οπως θα περίμενε κανείς, το έργο είναι πλημμυρισμένο από μουσική. Η μουσική λειτουργεί μέσα στο μυθιστόρημα σε τρία επίπεδα. Σε πρώτο επίπεδο, μυθογραφικά, ο ίδιος ο πρωταγωνιστής, βιογραφική personna του Θωμά Σλιώμη, είναι μουσικός και οι μουσικές αναζητήσεις αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι τού κόσμου του, σε ουσιώδη διαπλοκή με όλες τις άλλες -ερωτικές φιλοσοφικές- πολιτικές. Σ' ένα δεύτερο επίπεδο, αφηγηματολογικά, αφού ο συγγραφέας επενδύει διαρκώς την εξιστόρησή του με μια ηχητική ταινία που σχεδόν ακούει στ' αυτιά του ο αναγνώστης, από απίστευτα ετερόκλητα τραγούδια και μουσικές της εποχής, τόσο πειστικά επειδή ακριβώς είν' εκείνα που σημάδεψαν τις δικές μας μουσικές διαδρομές και «ανακαλύψεις», που γαλούχησαν τρυφερά την ανάπτυξη της ευαισθησίας μας -και μάλιστα παρεμβάλλει ρητή οδηγία προς τον αναγνώστη να ξανακούσει αυτά τα κομμάτια. Σε ένα τρίτο και λιγότερο εμφανές επίπεδο, τέλος, που γίνεται ωστόσο ακόμη πιο δεσμευτικό, η μουσική διαδηλώνει τον εαυτό της στο ρυθμό της αφήγησης, το πιο οργανικό και σωματικό μέρος της συγγραφής: ολόκληρο το μυθιστόρημα ξεδιπλώνεται σαν μια διαρκώς συγκοπτόμενη πολυρρυθμία, ένα γιγαντιαίο ραγκτάιμ με ασυνήθιστες ρυθμικές και αρμονικές περιπλοκές για το είδος, βεβαίως, αλλά με ακόμη αναγνωρίσιμο το αγχώδες σπάσιμο και το ξαναρχίνισμα, από αλλού, σαν απ' την αρχή, χωρίς έκβαση και χωρίς τέλος.
ΦΩΤΗΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 20/02/2004
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις