Το παιδί του Νώε
40%
Περιγραφή
1942, Βέλγιο. Ο επτάχρονος Ζοζέφ είναι ο μοναχογιός μιας εβραϊκής οικογένειας που προσπαθεί να αποφύγει τα στρατόπεδα συγκεντρώσεων των Ναζί. Για να τον σώσουν, τον παραδίδουν στον πατέρα Πονς, έναν ιερέα της επαρχίας -έναν «δίκαιο»-, που πασχίζει να σώσει μικρά παιδιά από τη φρίκη του Ολοκαυτώματος. Το οικοτροφείο του ιερέα που στεγάζει τον Ζοζέφ μαζί με πολλά άλλα εβραιόπουλα, μετατρέπεται σε μια πραγματική κιβωτό, καθώς ο μικρός ανακαλύπτει πως ο πατήρ Πονς, σαν νέος Νώε, επιδίδεται σε μια κρυφή δραστηριότητα που αποσκοπεί στη διάσωση ενός πολιτισμού απειλούμενου με εξαφάνιση.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
Κριτική:
Ο πανταχού παρών άνθρωπος
Μια ιστορία από τη γερμανική Κατοχή
«Ο Θεός έπλασε τους ανθρώπους ελεύθερους. Επομένως, υποφέρουμε και γελάμε ανεξάρτητα απ' τα προτερήματα ή τα ελαττώματά μας. Τι είναι αυτός ο απαίσιος ρόλος που θέλεις να δώσεις στον Θεό; Μπορείς, έστω και για μία στιγμή, να διανοηθείς ότι αυτός που γλιτώνει από τους ναζί είναι αγαπημένος του Θεού, ενώ όποιος πιάνεται, ο Θεός τον μισεί; Ο Θεός δεν ανακατεύεται στις δουλειές μας...»
Αυτά, μεταξύ άλλων, λέει ο ιερέας Πονς στον μικρό Εβραίο, που κρύβει το 1943 σε ένα εκκλησιαστικό οικοτροφείο στο, κατεχόμενο από τους Γερμανούς, Βέλγιο, όταν το παιδί αναρωτιέται σχετικά με τη βοήθεια του Θεού σε κάποια περίπτωση διάσωσής τους από τους ναζί.
Κάπως έτσι, διανθισμένο από αφορισμούς και ανάλαφρα διανοητικά σχόλια, αναπτύσσει το θέμα του στο παρόν εκτενές διήγημά του (που είναι μάλλον νουβέλα, παρότι δεν έχει χαρακτηρισθεί έτσι από την κριτική) ο πασίγνωστος Γάλλος πεζογράφος και θεατρικός συγγραφέας Ερίκ-Εμμανουέλ Σμιτ (1960). Δηλαδή, αυτός διαχειρίζεται το υλικό του σαν «φιλοσοφικό διήγημα», σαν μικρή παραβολή, όπως θα έκανε στις απλές «διδακτικές», εξωτερικά, ιστορίες του ο Ντιντερό, σημειώνουν κάποιοι κριτικοί.
Μια ιστορία, λοιπόν, από τη γερμανική κατοχή απασχολεί στο συγκεκριμένο βιβλίο τον πολυγραφότατο και πολυπαιγμένο Σμιτ: από αυτήν την πολύ ευαίσθητη, ενοχική για τους Γάλλους περίοδο, της οποίας πολύ καλά ξέρουμε τα καθέκαστα σχετικά με την παθητική έως απολύτως μειοδοτική στάση των συμπατριωτών του συγγραφέα μας απέναντι στους χιτλερικούς.
Δεν είναι τυχαίο ότι τις μυθοπλασίες των Γάλλων -για να μείνουμε εκεί- μεταπολεμικά πολύ απασχόλησε το θέμα, σε μια προσπάθεια εξαγνισμού τους από το βαρύ παρελθόν. Λογοτεχνία και σινεμά πρωτοστάτησαν σε αυτή την επιχείρηση ελάφρυνσης από τις τύψεις, προσφέροντάς μας αξιοσύστατα έργα, στα οποία η φωτεινότητα δίνει τη θέση της στις προηγούμενες εμπλοκές με τις «δυνάμεις του Κακού». Κορυφαίο έργο της «καταραμένης» τέχνης είναι το κινηματογραφικό «Κοράκι» του Ανρί- Ζορζ Κλουζό, γυρισμένο στην Κατοχή, όπου «η μόλυνση», με τη βοήθεια της βεβαρημένης συνείδησης, εξαπλώνεται παντού: το ελλειμματικό, σκοτεινό άτομο (και όχι οι συνθήκες) ενοχοποιείται για τα πάσης φύσεως δεινά...
Στην άλλη άκρη, ο Σμιτ, εκπρόσωπος μιας γενιάς που προσπαθεί να διασώσει και να επιβιώσει μέσω της μνήμης, δεν παραλείπει, όμως, όπως και ο έτερος επώνυμος ομότεχνός του Πατρίκ Μοντιανό (για να υπενθυμίσω, πρόχειρα, κάποιες σύγχρονες περιπτώσεις) να εξετάσει σύγχρονα προβλήματα μέσα από το φίλτρο της Ιστορίας.
Μιας και μιλήσαμε για τον Μοντιανό, ας σημειωθεί ότι ο στιλίστας αυτός πεζογράφος προχωρεί, σε γενικές γραμμές, στον ίδιο «παρωχημένο» χώρο με αυτόν του Σμιτ, αλλά η διεμβόλισή του είναι περισσότερο ψυχολογική, αρμονικά συνδυασμένη με το κοινωνικό σχόλιο (δες το χαρακτηριστικό μυθιστόρημά του «La place d'etoile», όπου μάλιστα ο τίτλος παίζει με τη γνωστή πλατεία και με τη θέση του άστρου των Εβραίων).
Με τον «περιούσιο λαό του Θεού» ασχολείται και ο Σμιτ αντλώντας το στόρι του από αληθινά περιστατικά, όπως ισχυρίζεται. Ετσι, τοποθετεί στο κέντρο της δράσης του κειμένου του τις περιπέτειες, κατά τη διάρκεια του Πολέμου, ενός οκτάχρονου Εβραιόπολου από το Βέλγιο, που αναγκάζεται να υποδυθεί τον Καθολικό, με πλαστά χαρτιά, και να φιλοξενηθεί σε ένα εκκλησιαστικό οικοτροφείο στα περίχωρα των Βρυξελλών. Προηγουμένως έχει στερηθεί τους γονείς του, οι οποίοι θα κρυφτούν, αφού πρώτα το παραδώσουν στα χέρια μιας φιλάνθρωπης κόμμισας. Εκείνη, με τη σειρά της, επειδή κινδυνεύει από την Γκεστάπο, θα το εμπιστευθεί στη φύλαξη ενός στοργικού ιερέα, ο οποίος θα το εντάξει σε μια ομάδα ανέστιων παιδιών στο οικοτροφείο του. Εκεί, μέσα από σύντομες, γλαφυρές όσο και ιλαροτραγικές περιγραφές, θα αναδυθεί η προσωπικότητα ενός πρόωρα αναπτυγμένου παιδιού, που παίρνει πρωτοβουλίες, καταπλήσσει τους μεγάλους με τις απορίες του και εν πολλοίς τους διδάσκει με αυτήν την ευθύβολη πρωτογένειά του.
Η περίπτωση του υπερανεπτυγμένου ήρωα μας θυμίζει ένα άλλο μυθοπλαστικό κείμενο του Σμιτ, τον «Κύριο Ιμπραήμ», στο οποίο ο επίσης «ορφανός», χωρίς γονική σκέπη, νεαρός παίρνει ώριμες πρωτοβουλίες περί του βίου. Φυσικά τον βοηθάει στην ολοκλήρωσή του ο μουσουλμάνος παντοπώλης και θυμόσοφος Ιμπραήμ, όπως εδώ δίνει ανάλογη χείρα βοηθείας ο πατήρ Πονς. Μόνον που και τα δύο παιδιά είναι εξ ορισμού ενήλικα με τον τρόπο τους, γιατί ξέρουν να κάνουν καίριες επιλογές. Είναι, επίσης, και πολιτικώς μη ορθά, οπότε έχουμε να κάνουμε με κάτι ιδιαίτερο, που υπάρχει ως διαφορά μέσα από μία αντιστροφή: εννοώ τη θέση που καταλαμβάνουν εντός της ενήλικης περιοχής οι δύο ...παίδες εν τη καμίνω της παλιάς και της σύγχρονης πραγματικότητας. Ομως, σε κάθε περίπτωση οι ενήλικοι, αν δεν καθοδηγούν, συνδράμουν αποφασιστικά στην υπόθεση της χειραφέτησης των ευφυών νεοσσών.
Επιπλέον σε αυτή τη χειρονομία ...καλής θελήσεως του Σμιτ μπορεί κάποιος να διακρίνει και τον «διδακτισμό» της. Αλλά ο πρώτος είναι αρκετά έξυπνος για να πέσει στην παγίδα. Γιατί, όπως είπαμε, ανατρέχει στον Ντιντερό και κάνει το εγχείρημά του ενδολογοτεχνικό. Αλλά για να λειτουργήσουν προς αυτή την κατεύθυνση οι συνειρμοί μας, ο Σμιτ προσφέρει μια γλώσσα υποψιασμένα ...απλή όσο και στοχαστική, με καθαρά περιγράμματα, η οποία σχεδόν δεν καταλαβαίνεις πως σε πείθει... Κατ' αρχάς, το αποτελεσματικό εύρημα της πρόωρης ωριμότητας του νεαρού, ανατρέποντας τον κανόνα, έρχεται να δώσει στο σύνολο μία υφή παραβολής, καλύτερα: αλληγορίας. Βρισκόμαστε, λοιπόν, μπροστά σε μια διάσταση του θέματος στην οποία δοκιμάζονται οι λογοτεχνικοί τρόποι. Δηλαδή εντός αυτής της γραφής μπορείς να διακρίνεις το εργαστήριο του συγγραφέα, τα παίγνιά του και να αποφασίσεις για την κρίση σου.
Η διαχείριση του Σμιτ, όπως είπα, δεν επιζητεί την καταξίωσή της μέσω της φόρμας, με τη στενή έννοια. Δεν θέλει να κάνει ύφος, στιλ. Γενικά προσπαθεί μέσα από μία προσεκτική όσο και πονηρή θα έλεγα χρήση ιδεών, καυτηριάζοντας κλισέ και προκαταλήψεις, να μας περάσει μια αύρα ανθρωπισμού και τρυφερής προοπτικής. Το αντρικό σώμα κυριαρχεί σε αυτή τη διαδικασία της επικοινωνίας, καθώς και οι σχέσεις Πατέρα-υιού, όπως και σε άλλα βιβλία του Σμιτ. Οι γυναίκες σκιτσάρονται συνήθως δύσμορφες εξωτερικά, αλλά δεν καταδικάζονται συλλήβδην, για να είμαστε δίκαιοι. Η μητέρα του νεαρού στον «Κύριο Ιμπραήμ» έχει εγκαταλείψει την οικογένεια, αλλά σε κάποιο σημείο η αφήγηση προσπαθεί να την κατανοήσει, εδώ η πανάσχημη φαρμακοποιός με την ευγενική ψυχή αγιοποιείται. Παρ' όλ' αυτά, χωρίς να κινητοποιούμε και προφανείς ψυχαναλυτικές έννοιες, η σχέση μεταξύ αρσενικών διαφορετικής ηλικίας σε έργα του Σμιτ έχει θετικότατο πρόσημο. Ο πατήρ Πονς και ο νεαρός Εβραίος δένονται σχεδόν ερωτικά, και έτσι όταν ο δεύτερος βλέπει τον πατέρα του να περνά τυχαία έξω από το οικοτροφείο, παρότι τον έχει στερηθεί, δεν τον αναζητεί. Κι όταν καταφτάνει, μετά την απελευθέρωση η μητέρα του, ο μικρός θέλει να μείνει στον τόπο της «φυλακής» του.
Δεν νομίζω ότι αξίζει τον κόπο να σταθμεύσεις στην πολιτική χροιά του βιβλίου (στο «μήνυμα» της συμφιλίωσης Παλιστινίων και Εβραίων), γιατί θα το αδικήσεις. Το «Παιδί του Νώε» έχει και άλλα πολύ ενδιαφέροντα επίπεδα, που αξίζουν να ασχοληθεί κανείς μαζί τους πιο αποδοτικά.
Η επιμελημένη μετάφραση ανέδειξε ένα κείμενο πιο εύγλωττο απ' όσο θέλει να δείχνει η μετριόφρων φόρμα του.
ΤΑΣΟΣ ΓΟΥΔΕΛΗΣ, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 15/06/2007
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις