0
Your Καλαθι
Η ποιητική και η πολιτική του τόπου
Περιγραφή
Στα σαράντα χρόνια από την έκδοση της ποιητικής συλλογής του Ρίπραπ (1959) ο Γκάρυ Σνάιντερ εξελίχθηκε σ' έναν από τους σημαντικότερους ποιητές και δοκιμιογράφους της Αμερικής αλλά και του κόσμου. Στη δεκαετία του '60 άρχισε να ταξιδεύει για να πραγματοποιήσει ποιητικές αναγνώσεις και σεμινάρια συγγραφικής και να συναντήσει τους ομότεχνούς του. Από το 1985 είναι καθηγητής Αγγλικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήνιο της Καλιφόρνια στο Ντέιβις, ενώ ζει στα όρη της Σιέρρα Νεβάδα στη Βόρεια Καλιφόρνια. Έτσι βιώνει ένα σημαντικό θέμα της ποίησής του: τη θέση του ανθρώπου στη φύση. Για πρώτη φορά παρουσιάζεται στην Ελλάδα το εύρος του έργου ενός σύγχρονου αμερικανού ποιητή ως προς τις αισθητικές και κοινωνικές του διαστάσεις. Δοκίμια, ποιήματα, συνεντεύξεις, αλλά και άρθρα που αναφέρονται στο έργο του συνθέτουν την εικόνα ενός στοχαστή που μας προσκαλεί σε μια νέα ηθική, σε μια συμμετοχή στη σωστή διατήρηση του πλανήτη γη.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Καλοκαίρι του 1955, στη Σιέρα Νεβάδα της Καλιφόρνιας. Μία ομάδα εργατών προσπαθεί να δαμάσει την άγρια αλπική βλάστηση και να ανοίξει μονοπάτια στα υψίπεδα Γιόσεμαϊτ. Ανάμεσά τους βρίσκεται και ένας 25χρονος νεαρός που μαθαίνει την τέχνη των εκρηκτικών. Το καλοκαίρι περνά μέσα στις εκρήξεις του γρανίτη και τα αστεία των ανδρών του συνεργείου. Ενα βράδυ ο νεαρός κάθεται κάτω από έναν κέδρο και κοιτάζει το φεγγάρι. Το περιβάλλον ζωντανεύει στο μυαλό του: «Μια κορφή γρανίτη / ένα δέντρο θα αρκούσε / ή ακόμη και ένας βράχος, ένα μικρό ρυάκι. / Μια φλούδα δέντρου πάνω στο νερό...». Αυτόματα σημειώνει τις λέξεις και μένει να τις διαβάζει απορημένος για την προέλευσή τους. Αυτό το ποίημα ήταν δικό του.
Ετσι περιγράφει ο ποιητής και δοκιμιογράφος Γκάρι Σνάιντερ την έναρξη της λογοτεχνικής σταδιοδρομίας του, που ως σήμερα περιλαμβάνει 12 ποιητικές συλλογές και έξι βιβλία πρόζας. Το περιστατικό αντικατοπτρίζει ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του έργου του: στο πρόσωπο του Σνάιντερ ο χειρώναξ συναντά τον ποιητή· η λογοτεχνική δημιουργία έχει θέμα της το φυσικό περιβάλλον. Σαράντα πέντε χρόνια αργότερα το βιβλίο των εκδόσεων «Οδυσσέας» αποτελεί μια ενδεικτική παρουσίαση της λογοτεχνικής δημιουργίας του δημοφιλούς Αμερικανού στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό, καθώς περιλαμβάνει μια επιλογή από δοκίμια, ποιήματα, συνεντεύξεις και κριτικές του έργου του.
Ο Γκάρι Σνάιντερ γεννήθηκε στον Σαν Φρανσίσκο το 1930. Το 1951 αποφοίτησε από το κολέγιο Ριντ του Πόρτλαντ, όπου σπούδασε λογοτεχνία και ανθρωπολογία, με ειδικότητα στην αμερικανοϊνδιάνικη εθνολογία. Για ένα μεγάλο διάστημα εργάστηκε στη φάρμα της οικογένειάς του στη Βορειοδυτική Ακτή και συνέχισε τις σπουδές του: γλωσσολογία για ένα εξάμηνο στο Πανεπιστήμιο της Ιντιάνας και ασιατικές γλώσσες για τρία χρόνια στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, στο Μπέρκλεϊ. Εκεί ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με τον Αλεν Γκίνσμπεργκ και τον Τζακ Κέρουακ, τους πρωτοπόρους του λογοτεχνικού κινήματος των μπίτνικ (beat generation).
Η δεύτερη επαφή πραγματοποιήθηκε μερικά χρόνια αργότερα, αφού ο Σνάιντερ επανέκτησε τις λογοτεχνικές φιλοδοξίες του στα βουνά της Σιέρα Νεβάδα. Τον Σεπτέμβριο του 1955, μερικούς μήνες μετά από το περιστατικό της πρώτης ποιητικής συγγραφής, ο νεαρός Σνάιντερ βρίσκεται στην αυλή ενός οικήματος στο Μπέρκλεϊ της Καλιφόρνιας, όταν τον πλησιάζει «κάποιος ευπρεπής στην όψη νεαρός με σκούρο κοστούμι που συχνά φορούν οι επιχειρηματίες». Ηταν η πρώτη και η τελευταία φορά που ο Γκάρι Σνάιντερ είδε τον Αλεν Γκίνσμπεργκ με κοστούμι.
Ο Γκίνσμπεργκ πρότεινε στον Σνάιντερ να συμπεριληφθεί σε ένα γκρουπ ποιητών του Σαν Φρανσίσκο και να πάρει μέρος σε μια βραδιά ποίησης σε μικρή γκαλερί της πόλης. Η άφιξη του ποιητή Φιλ Γουέιλεν με οτοστόπ και του Τζακ Κέρουακ με τρένο συγκρότησε τον πρώτο πυρήνα της ποιητικής συντροφιάς. Ο Σνάιντερ παρίστατο στη συγγραφή του περίφημου ποιήματος του Γκίνσμπεργκ, Το Ουρλιαχτό, που συνετέθη «με παρέα το κρασί, τη μαριχουάνα και την τζαζ». Η βραδιά ποίησης περιελάμβανε και τους Φίλιπ Λαμάντια και Μάικ Μακλούρ που διάβασαν τα ποιήματά τους, ενώ ο Κέρουακ κρατούσε τον ρυθμό παίζοντας ντραμς σε άδεια μπουκάλια.
Τα περιστατικά που σηματοδοτούν τον χαρακτήρα της ζωής των μπίτνικ είναι πολλά και ενδιαφέροντα. Σημαντικότερο όμως είναι το αίτημα που κρυβόταν πίσω από όλα αυτά: «Ξαφνικά νιώσαμε ότι επιτέλους είχαμε βρει τον δρόμο για μια καινούργια ελευθερία έκφρασης, ότι είχαμε σπάσει τον ασφυκτικό κλοιό των πανεπιστημίων γύρω από τους ποιητές, και ότι είχαμε πια ξεπεράσει τις σχολαστικές και ανώφελες συζητήσεις περί μπολσεβίκων και καπιταλιστών που ήταν (και συνεχίζουν να είναι) τουλάχιστον ανθυγιεινές για τη φαντασία των διανοουμένων του κόσμου» (από το κείμενο «Σημειώσεις για τη γενιά των μπιτ και ο νέος άνεμος», μετάφραση Μανόλης Πολέντας). Ο Σνάιντερ επηρεάστηκε από τους μπίτνικ, γι' αυτό τον λόγο συχνά ταυτίζεται με αυτούς. Αλλά και οι μπίτνικ επηρεάστηκαν από τον χαρακτήρα του Σνάιντερ. Ο Τζάφι Ράιντερ, ο φανταστικός ήρωας του βιβλίου του Κέρουακ Οι αλήτες του Ντάρμα (μετάφραση Εύη Παπά, εκδόσεις Αίολος, 1986) βασίζεται στον χαρακτήρα του Γκάρι Σνάιντερ.
Ο ίδιος δεν θεωρεί τον εαυτό του μέλος της γενιάς των μπιτ και παραπέμπει τον αναγνώστη στο βιβλίο Νέα αμερικανική ποίηση 1945-1960 του Ντόναλντ Αλεν (Grove Press). Σύμφωνα με τον Αλεν οι σύγχρονοι αμερικανοί ποιητές διαχωρίζονται σε πέντε τάξεις: τους ποιητές που ταυτίστηκαν με το περιοδικό «Origin» (Γένεση) της δεκαετίας του '50 και το περιοδικό «Black Mountain Review» (Επιθεώρηση του Μαύρου Ορους), την ομάδα του Σαν Φρανσίσκο, τη γενιά των μπιτ, τους ποιητές της Νέας Υόρκης και μια τελευταία, «μεικτή επιλογή ανεξάρτητων τύπων που δεν χωρούν σε καμία άλλη τάξη και οι οποίοι έχουν το προσωπικό ύφος τους», στην οποία ανήκει και ο ίδιος.
Δύο είναι τα βασικά χαρακτηριστικά του έργου του Σνάιντερ, τόσο στην πρόζα όσο και στην ποίηση: πρώτον, η κριτική στάση απέναντι στον σύγχρονο αμερικανικό τρόπο ζωής και η αποκήρυξη της καταναλωτικής κοινωνίας. «Ολες οι αηδίες που συνοδεύουν τον άνθρωπο σωριάζονται» γράφει στο «Ρυάκι των Παϊούτε» (από τη συλλογή «Ρίπραπ και τα Ποιήματα του Κρύου Βουνού», μετάφραση Κατερίνας Ταβαρτζόγλου). Στην επέκταση του συλλογισμού του ο Σνάιντερ καταγγέλλει την έξαρση του ατομικισμού με τον τρόπο που αυτή βιώνεται στις πολιτισμένες κοινωνίες και αντιπροτείνει το πρότυπο του «άγριου και ελεύθερου» που διδάσκει η φύση (στο κείμενο «Το εθιμοτυπικό της ελευθερίας», μετάφραση Χαρίτα Μήνη και Ντον Σκόφιλντ): «Για να γίνει κάποιος πραγματικά ελεύθερος πρέπει να παίρνει τις βασικές συνθήκες όπως είναι οδυνηρές, πρόσκαιρες, ανοιχτές, ατελείς και μετά να είναι ευγνώμων για την παροδικότητα και την ελευθερία που μας δίνουν». Στο δοκίμιο «Η πολιτική της εθνοποιητικής» (μετάφραση Βασίλη Ι. Μανουσάκη) γίνεται σχεδόν δογματικός προτείνοντας «να πολεμήσουμε την πολιτισμική γενοκτονία σε όλες τις μορφές εκδήλωσής της».
Το δεύτερο χαρακτηριστικό αποτελεί άμεση συνέπεια του τρόπου με τον οποίο πραγματεύεται το πρώτο: πρόκειται για τη θεματολογία του έργου του. Ολη η γραφή του Σνάιντερ περιστρέφεται γύρω από τη φύση. Η εναλλακτική λογοτεχνική πρότασή του αναφέρεται στην «τέχνη του άγριου», που συνίσταται στη θέαση της τέχνης μέσα από τη διαδικασία της φύσης. Παράλληλα υποστηρίζει ότι η συνείδηση, η σκέψη, η φαντασία και η γλώσσα είναι βασικά άγριες. Η γη είναι η μεγαλύτερη πηγή έμπνευσης: «Ανοιχτή για να συνεχίσεις να κοιτάς / Ευρύχωρη για να συνεχίσεις να κινείσαι / Στεγνή για να σε κρατήσει αγνό / Αγκαθωτή για να σε σκληραγωγήσει / πράσινη για να συνεχίσεις να ζεις / Ηλικιωμένη για να σου χαρίζει όνειρα» (Στίχοι της γης, από τη συλλογή «Βουνά και ποτάμια χωρίς τέλος», μετάφραση Βασίλη Μανουσάκη). Και ο προβληματισμός του κορυφώνεται στο ερώτημα: «Από πού να αρχίσουμε για να λύσουμε τη διχοτόμηση ανάμεσα στον πολιτισμό και στο άγριο;».
ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ
ΤΟ ΒΗΜΑ, 17-01-1999
ΚΡΙΤΙΚΗ
Καλοκαίρι του 1955, στη Σιέρα Νεβάδα της Καλιφόρνιας. Μία ομάδα εργατών προσπαθεί να δαμάσει την άγρια αλπική βλάστηση και να ανοίξει μονοπάτια στα υψίπεδα Γιόσεμαϊτ. Ανάμεσά τους βρίσκεται και ένας 25χρονος νεαρός που μαθαίνει την τέχνη των εκρηκτικών. Το καλοκαίρι περνά μέσα στις εκρήξεις του γρανίτη και τα αστεία των ανδρών του συνεργείου. Ενα βράδυ ο νεαρός κάθεται κάτω από έναν κέδρο και κοιτάζει το φεγγάρι. Το περιβάλλον ζωντανεύει στο μυαλό του: «Μια κορφή γρανίτη / ένα δέντρο θα αρκούσε / ή ακόμη και ένας βράχος, ένα μικρό ρυάκι. / Μια φλούδα δέντρου πάνω στο νερό...». Αυτόματα σημειώνει τις λέξεις και μένει να τις διαβάζει απορημένος για την προέλευσή τους. Αυτό το ποίημα ήταν δικό του.
Ετσι περιγράφει ο ποιητής και δοκιμιογράφος Γκάρι Σνάιντερ την έναρξη της λογοτεχνικής σταδιοδρομίας του, που ως σήμερα περιλαμβάνει 12 ποιητικές συλλογές και έξι βιβλία πρόζας. Το περιστατικό αντικατοπτρίζει ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του έργου του: στο πρόσωπο του Σνάιντερ ο χειρώναξ συναντά τον ποιητή· η λογοτεχνική δημιουργία έχει θέμα της το φυσικό περιβάλλον. Σαράντα πέντε χρόνια αργότερα το βιβλίο των εκδόσεων «Οδυσσέας» αποτελεί μια ενδεικτική παρουσίαση της λογοτεχνικής δημιουργίας του δημοφιλούς Αμερικανού στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό, καθώς περιλαμβάνει μια επιλογή από δοκίμια, ποιήματα, συνεντεύξεις και κριτικές του έργου του.
Ο Γκάρι Σνάιντερ γεννήθηκε στον Σαν Φρανσίσκο το 1930. Το 1951 αποφοίτησε από το κολέγιο Ριντ του Πόρτλαντ, όπου σπούδασε λογοτεχνία και ανθρωπολογία, με ειδικότητα στην αμερικανοϊνδιάνικη εθνολογία. Για ένα μεγάλο διάστημα εργάστηκε στη φάρμα της οικογένειάς του στη Βορειοδυτική Ακτή και συνέχισε τις σπουδές του: γλωσσολογία για ένα εξάμηνο στο Πανεπιστήμιο της Ιντιάνας και ασιατικές γλώσσες για τρία χρόνια στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, στο Μπέρκλεϊ. Εκεί ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με τον Αλεν Γκίνσμπεργκ και τον Τζακ Κέρουακ, τους πρωτοπόρους του λογοτεχνικού κινήματος των μπίτνικ (beat generation).
Η δεύτερη επαφή πραγματοποιήθηκε μερικά χρόνια αργότερα, αφού ο Σνάιντερ επανέκτησε τις λογοτεχνικές φιλοδοξίες του στα βουνά της Σιέρα Νεβάδα. Τον Σεπτέμβριο του 1955, μερικούς μήνες μετά από το περιστατικό της πρώτης ποιητικής συγγραφής, ο νεαρός Σνάιντερ βρίσκεται στην αυλή ενός οικήματος στο Μπέρκλεϊ της Καλιφόρνιας, όταν τον πλησιάζει «κάποιος ευπρεπής στην όψη νεαρός με σκούρο κοστούμι που συχνά φορούν οι επιχειρηματίες». Ηταν η πρώτη και η τελευταία φορά που ο Γκάρι Σνάιντερ είδε τον Αλεν Γκίνσμπεργκ με κοστούμι.
Ο Γκίνσμπεργκ πρότεινε στον Σνάιντερ να συμπεριληφθεί σε ένα γκρουπ ποιητών του Σαν Φρανσίσκο και να πάρει μέρος σε μια βραδιά ποίησης σε μικρή γκαλερί της πόλης. Η άφιξη του ποιητή Φιλ Γουέιλεν με οτοστόπ και του Τζακ Κέρουακ με τρένο συγκρότησε τον πρώτο πυρήνα της ποιητικής συντροφιάς. Ο Σνάιντερ παρίστατο στη συγγραφή του περίφημου ποιήματος του Γκίνσμπεργκ, Το Ουρλιαχτό, που συνετέθη «με παρέα το κρασί, τη μαριχουάνα και την τζαζ». Η βραδιά ποίησης περιελάμβανε και τους Φίλιπ Λαμάντια και Μάικ Μακλούρ που διάβασαν τα ποιήματά τους, ενώ ο Κέρουακ κρατούσε τον ρυθμό παίζοντας ντραμς σε άδεια μπουκάλια.
Τα περιστατικά που σηματοδοτούν τον χαρακτήρα της ζωής των μπίτνικ είναι πολλά και ενδιαφέροντα. Σημαντικότερο όμως είναι το αίτημα που κρυβόταν πίσω από όλα αυτά: «Ξαφνικά νιώσαμε ότι επιτέλους είχαμε βρει τον δρόμο για μια καινούργια ελευθερία έκφρασης, ότι είχαμε σπάσει τον ασφυκτικό κλοιό των πανεπιστημίων γύρω από τους ποιητές, και ότι είχαμε πια ξεπεράσει τις σχολαστικές και ανώφελες συζητήσεις περί μπολσεβίκων και καπιταλιστών που ήταν (και συνεχίζουν να είναι) τουλάχιστον ανθυγιεινές για τη φαντασία των διανοουμένων του κόσμου» (από το κείμενο «Σημειώσεις για τη γενιά των μπιτ και ο νέος άνεμος», μετάφραση Μανόλης Πολέντας). Ο Σνάιντερ επηρεάστηκε από τους μπίτνικ, γι' αυτό τον λόγο συχνά ταυτίζεται με αυτούς. Αλλά και οι μπίτνικ επηρεάστηκαν από τον χαρακτήρα του Σνάιντερ. Ο Τζάφι Ράιντερ, ο φανταστικός ήρωας του βιβλίου του Κέρουακ Οι αλήτες του Ντάρμα (μετάφραση Εύη Παπά, εκδόσεις Αίολος, 1986) βασίζεται στον χαρακτήρα του Γκάρι Σνάιντερ.
Ο ίδιος δεν θεωρεί τον εαυτό του μέλος της γενιάς των μπιτ και παραπέμπει τον αναγνώστη στο βιβλίο Νέα αμερικανική ποίηση 1945-1960 του Ντόναλντ Αλεν (Grove Press). Σύμφωνα με τον Αλεν οι σύγχρονοι αμερικανοί ποιητές διαχωρίζονται σε πέντε τάξεις: τους ποιητές που ταυτίστηκαν με το περιοδικό «Origin» (Γένεση) της δεκαετίας του '50 και το περιοδικό «Black Mountain Review» (Επιθεώρηση του Μαύρου Ορους), την ομάδα του Σαν Φρανσίσκο, τη γενιά των μπιτ, τους ποιητές της Νέας Υόρκης και μια τελευταία, «μεικτή επιλογή ανεξάρτητων τύπων που δεν χωρούν σε καμία άλλη τάξη και οι οποίοι έχουν το προσωπικό ύφος τους», στην οποία ανήκει και ο ίδιος.
Δύο είναι τα βασικά χαρακτηριστικά του έργου του Σνάιντερ, τόσο στην πρόζα όσο και στην ποίηση: πρώτον, η κριτική στάση απέναντι στον σύγχρονο αμερικανικό τρόπο ζωής και η αποκήρυξη της καταναλωτικής κοινωνίας. «Ολες οι αηδίες που συνοδεύουν τον άνθρωπο σωριάζονται» γράφει στο «Ρυάκι των Παϊούτε» (από τη συλλογή «Ρίπραπ και τα Ποιήματα του Κρύου Βουνού», μετάφραση Κατερίνας Ταβαρτζόγλου). Στην επέκταση του συλλογισμού του ο Σνάιντερ καταγγέλλει την έξαρση του ατομικισμού με τον τρόπο που αυτή βιώνεται στις πολιτισμένες κοινωνίες και αντιπροτείνει το πρότυπο του «άγριου και ελεύθερου» που διδάσκει η φύση (στο κείμενο «Το εθιμοτυπικό της ελευθερίας», μετάφραση Χαρίτα Μήνη και Ντον Σκόφιλντ): «Για να γίνει κάποιος πραγματικά ελεύθερος πρέπει να παίρνει τις βασικές συνθήκες όπως είναι οδυνηρές, πρόσκαιρες, ανοιχτές, ατελείς και μετά να είναι ευγνώμων για την παροδικότητα και την ελευθερία που μας δίνουν». Στο δοκίμιο «Η πολιτική της εθνοποιητικής» (μετάφραση Βασίλη Ι. Μανουσάκη) γίνεται σχεδόν δογματικός προτείνοντας «να πολεμήσουμε την πολιτισμική γενοκτονία σε όλες τις μορφές εκδήλωσής της».
Το δεύτερο χαρακτηριστικό αποτελεί άμεση συνέπεια του τρόπου με τον οποίο πραγματεύεται το πρώτο: πρόκειται για τη θεματολογία του έργου του. Ολη η γραφή του Σνάιντερ περιστρέφεται γύρω από τη φύση. Η εναλλακτική λογοτεχνική πρότασή του αναφέρεται στην «τέχνη του άγριου», που συνίσταται στη θέαση της τέχνης μέσα από τη διαδικασία της φύσης. Παράλληλα υποστηρίζει ότι η συνείδηση, η σκέψη, η φαντασία και η γλώσσα είναι βασικά άγριες. Η γη είναι η μεγαλύτερη πηγή έμπνευσης: «Ανοιχτή για να συνεχίσεις να κοιτάς / Ευρύχωρη για να συνεχίσεις να κινείσαι / Στεγνή για να σε κρατήσει αγνό / Αγκαθωτή για να σε σκληραγωγήσει / πράσινη για να συνεχίσεις να ζεις / Ηλικιωμένη για να σου χαρίζει όνειρα» (Στίχοι της γης, από τη συλλογή «Βουνά και ποτάμια χωρίς τέλος», μετάφραση Βασίλη Μανουσάκη). Και ο προβληματισμός του κορυφώνεται στο ερώτημα: «Από πού να αρχίσουμε για να λύσουμε τη διχοτόμηση ανάμεσα στον πολιτισμό και στο άγριο;».
ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ
ΤΟ ΒΗΜΑ, 17-01-1999
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις