0
Your Καλαθι
Η κρίση του παγκόσμιου καπιταλισμού
Η ανοιχτή κοινωνία σε κίνδυνο
Περιγραφή
Ο Τζορτζ Σόρος είναι ένας μύθος στον κόσμο των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών. Σ' αυτό το βιβλίο ανατέμνει την τρέχουσα κρίση και την οικονομική θεωρία εν γένει, αποκαλύπτοντας πώς ο συνδυασμός των θεωρητικών υποδείξεων και της ανθρώπινης συμπεριφοράς έχει οδηγήσει στη σημερινή χαοτική κατάσταση. Αποδεικνύει πως η αδιαμφισβήτητη πίστη στις δυνάμεις της αγοράς μάς τυφλώνει σε βαθμό που να μην μπορούμε να διακρίνουμε αστάθειες κρίσιμου χαρακτήρα και πώς αυτές οι αστάθειες, με μια μορφή αλυσιδωτής αντίδρασης, προκαλούν τη σημερινή κρίση - μια κρίση που εμπεριέχει το δυναμικό για να επιδεινώνεται όλο και περισσότερο. Ωστόσο υπάρχει διέξοδος και αυτή συνεπάγεται την υιοθέτηση της έννοιας της ανοιχτής κοινωνίας. Με αυτό τον τρόπο μπορούμε να σώσουμε όχι μόνο το χρηματοπιστωτικό σύστημα αλλά και τον πολιτισμό μας.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Ο ίδιος ο Τζορτζ Σόρος, μεγαλοκαπιταλιστής και φιλάνθρωπος, παρουσιάζει τον εαυτό του ως «ένα γιγάντιο πεπτικό σύστημα που παίρνει χρήματα από το ένα άκρο (των διεθνών αγορών) και τα προωθεί στο άλλο». Το 1992, η κερδοσκοπία του με την αγγλική στερλίνα απέφερε στον ίδιο 1 δισ. δολάρια και οδήγησε στην απομάκρυνση της Αγγλίας από το ευρωπαϊκό σύστημα των νομισματικών ισοτιμιών. Η ικανότητά του να κερδίζει τεράστια ποσά χρημάτων τον έχει καθιερώσει ως ένα είδος γκουρού των οικονομικών, του οποίου μάλιστα οι προφητείες συχνά αποδεικνύονται αυτοεκπληρούμενες. Οταν λοιπόν ο Σόρος γράφει ένα βιβλίο για την κατάσταση και τις προοπτικές του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος είναι φυσιολογικό να ακούσουμε με ενδιαφέρον όσα έχει να πει. Πόσο μάλλον όταν η κεντρική ιδέα του βιβλίου (με τον δηλωτικό υπότιτλο «Η ανοιχτή κοινωνία σε κίνδυνο») είναι ότι η μεγαλύτερη απειλή για τον σύγχρονο κόσμο δεν είναι άλλη από τον άκρατο καπιταλισμό. Συνοπτικά, η θέση του συγγραφέως είναι η εξής: πριν από λίγες μόνο δεκαετίες, όταν ακόμη το διεθνές πολιτικό σύστημα δεν εμφάνιζε τον σημερινό βαθμό «παγκοσμιοποίησης» ούτε η διακίνηση του διεθνούς χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου είχε ακόμη απαλλαγεί από σημαντικούς κρατικούς περιορισμούς, η σοβαρότερη απειλή για την ποπεριανή «ανοιχτή κοινωνία» ήταν τα ολοκληρωτικά καθεστώτα φασιστικού ή κομμουνιστικού τύπου. Σήμερα όμως, μετά την ήττα του ολοκληρωτισμού, η ανοιχτή κοινωνία απειλείται εκ νέου, αυτή τη φορά από τον ανεξέλεγκτο καπιταλισμό, ο οποίος οδηγεί στον «φονταμενταλισμό της αγοράς» και στην οικονομοκρατία.
Δύο είναι κυρίως οι κίνδυνοι, προειδοποιεί ο Σόρος, που μπορεί να προέλθουν από τα νέα αυτά φαινόμενα. Ο πρώτος είναι η αυξανόμενη οικονομική αστάθεια, η οποία δεν αποκλείεται να οδηγήσει τελικά στην αποσύνθεση του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος. Αντίθετα με τη γενικευμένη πεποίθηση ότι οι αγορές τείνουν προς την ισορροπία εφόσον η λειτουργία και οι μηχανισμοί τους αφεθούν ανεπηρέαστοι, ο Σόρος ισχυρίζεται ότι αυτές είναι ευγενώς ασταθείς. Προσπαθεί δε να αποδείξει αυτόν τον ισχυρισμό αναλύοντας σε μερικές από τις καλύτερες σελίδες του βιβλίου το πρόσφατο κύμα διαδοχικών κρίσεων που ξεκίνησε το 1997 από την Ταϊλάνδη και κατόπιν έπληξε τη Μαλαισία, την Ινδονησία, τις Φιλιππίνες, τη Νότιο Κορέα, τη Ρωσία και τη Βραζιλία. Εκτός όμως από την εμπειρική ανάλυση της αστάθειας του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος, ο συγγραφέας καταφεύγει επίσης σε θεωρητικές κατασκευές.
Η πλέον ενδιαφέρουσα από αυτές είναι η θεωρία του περί «ανακλαστικότητας», σύμφωνα με την οποία η ίδια η αντίληψη των υποκειμένων για την πραγματικότητα είναι αρκετή για να μεταβάλει την πραγματικότητα, η οποία στη συνέχεια μεταβάλλει την αρχική αντίληψη των υποκειμένων. Για να χρησιμοποιήσω ένα απλό παράδειγμα, η επιλογή αγοράς μιας συγκεκριμένης μετοχής από έναν τυχαίο επενδυτή προκαλεί μεταβολή της χρηματιστηριακής αξίας της, πράγμα που κατόπιν οδηγεί στην επανεκτίμηση της μετοχής από το επενδυτικό κοινό. Ο δεύτερος μεγάλος κίνδυνος, προερχόμενος από την οικονομοκρατία, είναι ότι οι αξίες της αγοράς έχουν πλέον εισχωρήσει επικίνδυνα σε κρίσιμους εξωοικονομικούς τομείς, όπως είναι οι προσωπικές σχέσεις και ιδίως η πολιτική, οι οποίοι θα έπρεπε κανονικά να παραμείνουν ανεπηρέαστοι από τη λογική του κέρδους. Σύμφωνα λοιπόν με την ανάλυση του Σόρος, καθώς η χρηματική συναλλαγή και το ιδιοτελές οικονομικό κέρδος σταδιακά οδηγούν τις θεμελιώδεις κοινωνικές αξίες σε υποχώρηση, η αγορά αποκτά πρωταρχικό ρόλο ως προς την πολιτική διαδικασία, πράγμα που δημιουργεί κινδύνους για το ίδιο το δημοκρατικό πολίτευμα.
Πρόκειται, πράγματι, για μια ελκυστική ανάλυση. Αρκετές, ωστόσο, από τις υποθέσεις στις οποίες στηρίζεται είναι λανθασμένες, ενώ άλλες στερούνται πρωτοτυπίας. Πρώτον, αντίθετα απ' ό,τι πιστεύει ο Σόρος, η παγκόσμια οικονομία δεν κυριαρχείται από τις ιδέες του άκρατου φιλελευθερισμού. Στην πραγματικότητα, τα σημαντικότερα κράτη ελέγχονται σήμερα από κεντροαριστερές κυβερνήσεις, οι οποίες παρεμβαίνουν συχνά στην οικονομία είτε για να διορθώσουν τις κατά καιρούς υπερβολές της αγοράς είτε για να εξασφαλίσουν στους πολίτες δημόσια αγαθά, όπως είναι τα σχολεία, οι δρόμοι, τα νοσοκομεία. Ενα δεύτερο θεμελιώδες σφάλμα του Σόρος είναι η καθολική απαξία που επιφυλάσσει για την πολιτική και η αμφισβήτηση της ικανότητάς της να αποτρέψει χρηματοπιστωτικές κρίσεις.
Ωστόσο, παρά την αυξημένη αναξιοπιστία των πολιτικών, υπάρχουν ακόμη κοινά αποδεκτές αξίες, τόσο σε εθνικό όσο και σε υπερεθνικό επίπεδο, που περιορίζουν την επέκταση της οικονομοκρατίας. Τέτοιες είναι η επέκταση και η παγίωση της δημοκρατίας, η διατήρηση της ειρήνης, η εξάλειψη της φτώχειας. Τέτοια είναι επίσης η σχέση αμοιβαίας εμπιστοσύνης που αναπτύσσουν μεταξύ τους τα μέλη των κοινωνιών, την οποία ένας άλλος γνωστός γκουρού, ο Francis Fukuyama, θεωρεί ως μία από τις ισχυρότερες κοινωνικές αρετές του σύγχρονου κόσμου (βλ. σχετική βιβλιοκριτική από τον Δ. Σωτηρόπουλο στα «Βιβλία», 7 Μαρτίου 1999).
Τρίτον, η ιδέα της «ανακλαστικότητας» δεν είναι καινούργια ούτε βέβαια σχετίζεται αποκλειστικά με τα οικονομικά. Απλούστερα, πρόκειται για μια εκδοχή της σύγχρονης θεωρίας του χάους, σύμφωνα με την οποία τα φαινόμενα που βιώνουμε δεν υπακούουν αναγκαστικά σε νόμους που μπορούμε να κατανοήσουμε ή να προβλέψουμε. Δεν είναι λοιπόν περίεργο το γεγονός ότι όπως η σύντομη αιώρηση μιας πεταλούδας στον ουρανό του Πεκίνου μπορεί να προξενήσει θύελλα στο Παρίσι έτσι και η συνεχιζόμενη αστάθεια μιας περιφερειακής αγοράς, όπως η Ινδονησία, προξενεί τριγμούς στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα. Τέλος, το μεγαλύτερο ίσως πρόβλημα του βιβλίου είναι η αδυναμία του συγγραφέως να προτείνει πειστικές λύσεις απέναντι στην οικονομοκρατία.
Αντί τούτου, όπως άλλωστε κάνουν οι περισσότεροι προφήτες δεινών, ο Σόρος απλώς ...ευαγγελίζεται έναν νέο κοινωνικό αμοραλισμό, ο οποίος θα έπρεπε να αντικαταστήσει τον αμοραλισμό των αγορών. Η μόνη δυνατή λύση, γράφει, είναι εσωτερική και μπορεί να προέλθει από τις «ουσιώδεις αξίες που εμπνέουν τους πολίτες», όπως είναι, για παράδειγμα, η πίστη στην ανοιχτή κοινωνία και η προτεραιότητα του κοινού ως προς το ατομικό συμφέρον.
Παρά τις αδυναμίες του, το βιβλίο του Σόρος περιέχει έναν μεγάλο αριθμό ιδεών, πολλές από τις οποίες αποτελούν αφορμή για γόνιμο προβληματισμό. Είναι καλογραμμένο και διαβάζεται ευχάριστα ακόμη και από τον μη ειδικό. Αδικείται όμως από την πρόχειρη μετάφραση. Σταχυολογώντας, «αντικειμενικοποίηση» είναι σωστότερο του «πραγματοποίηση», η φράση «survival of the fittest» πρέπει να αποδοθεί ως «επιβίωση του ικανοτέρου» αντί του «πιο προσαρμοσμένου», free riders είναι οι «μη συμμετέχοντες» ή, όπως θα έλεγε ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, οι «τσαμπατζήδες» και όχι κάποιοι «ελεύθεροι καβαλάρηδες».
Η ταχύτατη μεταφορά στην ελληνική γλώσσα βιβλίων που ήδη έχουν αποτελέσει αντικείμενο συζήτησης αλλού είναι φυσικά καλοδεχούμενη. Φτάνει να μη γίνεται εις βάρος της ποιότητας των μεταφράσεων.
Τάκης Σ. Παππάς
ΤΟ ΒΗΜΑ, 21-03-1999
ΚΡΙΤΙΚΗ
Ο ίδιος ο Τζορτζ Σόρος, μεγαλοκαπιταλιστής και φιλάνθρωπος, παρουσιάζει τον εαυτό του ως «ένα γιγάντιο πεπτικό σύστημα που παίρνει χρήματα από το ένα άκρο (των διεθνών αγορών) και τα προωθεί στο άλλο». Το 1992, η κερδοσκοπία του με την αγγλική στερλίνα απέφερε στον ίδιο 1 δισ. δολάρια και οδήγησε στην απομάκρυνση της Αγγλίας από το ευρωπαϊκό σύστημα των νομισματικών ισοτιμιών. Η ικανότητά του να κερδίζει τεράστια ποσά χρημάτων τον έχει καθιερώσει ως ένα είδος γκουρού των οικονομικών, του οποίου μάλιστα οι προφητείες συχνά αποδεικνύονται αυτοεκπληρούμενες. Οταν λοιπόν ο Σόρος γράφει ένα βιβλίο για την κατάσταση και τις προοπτικές του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος είναι φυσιολογικό να ακούσουμε με ενδιαφέρον όσα έχει να πει. Πόσο μάλλον όταν η κεντρική ιδέα του βιβλίου (με τον δηλωτικό υπότιτλο «Η ανοιχτή κοινωνία σε κίνδυνο») είναι ότι η μεγαλύτερη απειλή για τον σύγχρονο κόσμο δεν είναι άλλη από τον άκρατο καπιταλισμό. Συνοπτικά, η θέση του συγγραφέως είναι η εξής: πριν από λίγες μόνο δεκαετίες, όταν ακόμη το διεθνές πολιτικό σύστημα δεν εμφάνιζε τον σημερινό βαθμό «παγκοσμιοποίησης» ούτε η διακίνηση του διεθνούς χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου είχε ακόμη απαλλαγεί από σημαντικούς κρατικούς περιορισμούς, η σοβαρότερη απειλή για την ποπεριανή «ανοιχτή κοινωνία» ήταν τα ολοκληρωτικά καθεστώτα φασιστικού ή κομμουνιστικού τύπου. Σήμερα όμως, μετά την ήττα του ολοκληρωτισμού, η ανοιχτή κοινωνία απειλείται εκ νέου, αυτή τη φορά από τον ανεξέλεγκτο καπιταλισμό, ο οποίος οδηγεί στον «φονταμενταλισμό της αγοράς» και στην οικονομοκρατία.
Δύο είναι κυρίως οι κίνδυνοι, προειδοποιεί ο Σόρος, που μπορεί να προέλθουν από τα νέα αυτά φαινόμενα. Ο πρώτος είναι η αυξανόμενη οικονομική αστάθεια, η οποία δεν αποκλείεται να οδηγήσει τελικά στην αποσύνθεση του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος. Αντίθετα με τη γενικευμένη πεποίθηση ότι οι αγορές τείνουν προς την ισορροπία εφόσον η λειτουργία και οι μηχανισμοί τους αφεθούν ανεπηρέαστοι, ο Σόρος ισχυρίζεται ότι αυτές είναι ευγενώς ασταθείς. Προσπαθεί δε να αποδείξει αυτόν τον ισχυρισμό αναλύοντας σε μερικές από τις καλύτερες σελίδες του βιβλίου το πρόσφατο κύμα διαδοχικών κρίσεων που ξεκίνησε το 1997 από την Ταϊλάνδη και κατόπιν έπληξε τη Μαλαισία, την Ινδονησία, τις Φιλιππίνες, τη Νότιο Κορέα, τη Ρωσία και τη Βραζιλία. Εκτός όμως από την εμπειρική ανάλυση της αστάθειας του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος, ο συγγραφέας καταφεύγει επίσης σε θεωρητικές κατασκευές.
Η πλέον ενδιαφέρουσα από αυτές είναι η θεωρία του περί «ανακλαστικότητας», σύμφωνα με την οποία η ίδια η αντίληψη των υποκειμένων για την πραγματικότητα είναι αρκετή για να μεταβάλει την πραγματικότητα, η οποία στη συνέχεια μεταβάλλει την αρχική αντίληψη των υποκειμένων. Για να χρησιμοποιήσω ένα απλό παράδειγμα, η επιλογή αγοράς μιας συγκεκριμένης μετοχής από έναν τυχαίο επενδυτή προκαλεί μεταβολή της χρηματιστηριακής αξίας της, πράγμα που κατόπιν οδηγεί στην επανεκτίμηση της μετοχής από το επενδυτικό κοινό. Ο δεύτερος μεγάλος κίνδυνος, προερχόμενος από την οικονομοκρατία, είναι ότι οι αξίες της αγοράς έχουν πλέον εισχωρήσει επικίνδυνα σε κρίσιμους εξωοικονομικούς τομείς, όπως είναι οι προσωπικές σχέσεις και ιδίως η πολιτική, οι οποίοι θα έπρεπε κανονικά να παραμείνουν ανεπηρέαστοι από τη λογική του κέρδους. Σύμφωνα λοιπόν με την ανάλυση του Σόρος, καθώς η χρηματική συναλλαγή και το ιδιοτελές οικονομικό κέρδος σταδιακά οδηγούν τις θεμελιώδεις κοινωνικές αξίες σε υποχώρηση, η αγορά αποκτά πρωταρχικό ρόλο ως προς την πολιτική διαδικασία, πράγμα που δημιουργεί κινδύνους για το ίδιο το δημοκρατικό πολίτευμα.
Πρόκειται, πράγματι, για μια ελκυστική ανάλυση. Αρκετές, ωστόσο, από τις υποθέσεις στις οποίες στηρίζεται είναι λανθασμένες, ενώ άλλες στερούνται πρωτοτυπίας. Πρώτον, αντίθετα απ' ό,τι πιστεύει ο Σόρος, η παγκόσμια οικονομία δεν κυριαρχείται από τις ιδέες του άκρατου φιλελευθερισμού. Στην πραγματικότητα, τα σημαντικότερα κράτη ελέγχονται σήμερα από κεντροαριστερές κυβερνήσεις, οι οποίες παρεμβαίνουν συχνά στην οικονομία είτε για να διορθώσουν τις κατά καιρούς υπερβολές της αγοράς είτε για να εξασφαλίσουν στους πολίτες δημόσια αγαθά, όπως είναι τα σχολεία, οι δρόμοι, τα νοσοκομεία. Ενα δεύτερο θεμελιώδες σφάλμα του Σόρος είναι η καθολική απαξία που επιφυλάσσει για την πολιτική και η αμφισβήτηση της ικανότητάς της να αποτρέψει χρηματοπιστωτικές κρίσεις.
Ωστόσο, παρά την αυξημένη αναξιοπιστία των πολιτικών, υπάρχουν ακόμη κοινά αποδεκτές αξίες, τόσο σε εθνικό όσο και σε υπερεθνικό επίπεδο, που περιορίζουν την επέκταση της οικονομοκρατίας. Τέτοιες είναι η επέκταση και η παγίωση της δημοκρατίας, η διατήρηση της ειρήνης, η εξάλειψη της φτώχειας. Τέτοια είναι επίσης η σχέση αμοιβαίας εμπιστοσύνης που αναπτύσσουν μεταξύ τους τα μέλη των κοινωνιών, την οποία ένας άλλος γνωστός γκουρού, ο Francis Fukuyama, θεωρεί ως μία από τις ισχυρότερες κοινωνικές αρετές του σύγχρονου κόσμου (βλ. σχετική βιβλιοκριτική από τον Δ. Σωτηρόπουλο στα «Βιβλία», 7 Μαρτίου 1999).
Τρίτον, η ιδέα της «ανακλαστικότητας» δεν είναι καινούργια ούτε βέβαια σχετίζεται αποκλειστικά με τα οικονομικά. Απλούστερα, πρόκειται για μια εκδοχή της σύγχρονης θεωρίας του χάους, σύμφωνα με την οποία τα φαινόμενα που βιώνουμε δεν υπακούουν αναγκαστικά σε νόμους που μπορούμε να κατανοήσουμε ή να προβλέψουμε. Δεν είναι λοιπόν περίεργο το γεγονός ότι όπως η σύντομη αιώρηση μιας πεταλούδας στον ουρανό του Πεκίνου μπορεί να προξενήσει θύελλα στο Παρίσι έτσι και η συνεχιζόμενη αστάθεια μιας περιφερειακής αγοράς, όπως η Ινδονησία, προξενεί τριγμούς στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα. Τέλος, το μεγαλύτερο ίσως πρόβλημα του βιβλίου είναι η αδυναμία του συγγραφέως να προτείνει πειστικές λύσεις απέναντι στην οικονομοκρατία.
Αντί τούτου, όπως άλλωστε κάνουν οι περισσότεροι προφήτες δεινών, ο Σόρος απλώς ...ευαγγελίζεται έναν νέο κοινωνικό αμοραλισμό, ο οποίος θα έπρεπε να αντικαταστήσει τον αμοραλισμό των αγορών. Η μόνη δυνατή λύση, γράφει, είναι εσωτερική και μπορεί να προέλθει από τις «ουσιώδεις αξίες που εμπνέουν τους πολίτες», όπως είναι, για παράδειγμα, η πίστη στην ανοιχτή κοινωνία και η προτεραιότητα του κοινού ως προς το ατομικό συμφέρον.
Παρά τις αδυναμίες του, το βιβλίο του Σόρος περιέχει έναν μεγάλο αριθμό ιδεών, πολλές από τις οποίες αποτελούν αφορμή για γόνιμο προβληματισμό. Είναι καλογραμμένο και διαβάζεται ευχάριστα ακόμη και από τον μη ειδικό. Αδικείται όμως από την πρόχειρη μετάφραση. Σταχυολογώντας, «αντικειμενικοποίηση» είναι σωστότερο του «πραγματοποίηση», η φράση «survival of the fittest» πρέπει να αποδοθεί ως «επιβίωση του ικανοτέρου» αντί του «πιο προσαρμοσμένου», free riders είναι οι «μη συμμετέχοντες» ή, όπως θα έλεγε ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, οι «τσαμπατζήδες» και όχι κάποιοι «ελεύθεροι καβαλάρηδες».
Η ταχύτατη μεταφορά στην ελληνική γλώσσα βιβλίων που ήδη έχουν αποτελέσει αντικείμενο συζήτησης αλλού είναι φυσικά καλοδεχούμενη. Φτάνει να μη γίνεται εις βάρος της ποιότητας των μεταφράσεων.
Τάκης Σ. Παππάς
ΤΟ ΒΗΜΑ, 21-03-1999
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις