0
Your Καλαθι
Ο Βασιλιάς των Πλανόβιων
Ο Γκέγκορ Γκογκ και η αδελφότητά του
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
Στουτγάρδη, Πεντηκοστή 1929: Η αστυνομία στήνει οδοφράγματα, τα μαγαζιά της πόλης έχουν ξεπουλήσει ό,τι λουκέτο διέθεταν. Ο Γκρέγκορ Γκογκ (Gregor Gog, 1891-1945), γνωστός σε κάθε γωνιά της Γερμανίας ως ο «Βασιλιάς των Πλανόβιων», συγκεντρώνει όλους τους περιπλανώμενους, γυναίκες και άντρες, στο «1ο
Διεθνές Συνέδριο Πλανόβιων» και κηρύσσει την «εφ’ όρου ζωής γενική απεργία».
Δύο χρόνια νωρίτερα ο Γκογκ, ναυτικός, κηπουρός και συγγραφέας, είχε ιδρύσει την «Αδελφότητα των Πλανόβιων», που συνδεόταν πολιτικά με τον αναρχοσυνδικαλισμό και την Ένωση Ελεύθερων Εργατών Γερμανίας, με στόχο την αλληλεγγύη μεταξύ των αστέγων, αλλά και την υπονόμευση ή ακόμα και την ανατροπή του καπιταλιστικού κράτους. Για την «Αδελφότητα των Πλανόβιων» όλοι οι άνθρωποι, ανεξαρτήτως
καταγωγής, χρώματος ή σεξουαλικού προσανατολισμού, θεωρούνταν αδελφές και αδελφοί μεταξύ τους. Τα μέλη της τάσσονταν αλληλέγγυα προς τους ομοφυλόφιλους και τους τσιγγάνους και απέρριπταν τους πολέμους με την ίδια απαρέγκλιτη πίστη με την οποία απέρριπταν τα σύνορα μεταξύ κρατών αλλά και κάθε αυταρχική ιεραρχία.
Αυτή η βιογραφία του «Βασιλιά των Πλανόδιων» σε μορφή κόμικς βασίζεται σε έρευνα κυρίως στο Αρχείο της Ακαδημίας Τεχνών του Βερολίνου, όπου φυλάσσεται το έργο που άφησε πίσω του ο Γκρέγκορ Γκογκ, ο οποίος γεννήθηκε στις 7 Νοεμβρίου 1891 στην πρωσική πόλη Σβερίν επί του ποταμού Βάρτα (σημερινή Σκβίρζινα της Πολωνίας), γιος μιας υπηρέτριας και ενός ξυλουργού. Όταν ξέσπασε ο Α ? Παγκόσμιος Πόλεμος το 1914, ο Γκογκ επιστρατεύτηκε και ύστερα από τη συμμετοχή του σε ανταρσία το 1917 και τη φυλάκισή του, εργάστηκε ως κηπουρός στο Πφόρτσχαϊμ, στο Μόναχο και στη Στουτγάρδη. Το 1918 έλαβε μέρος στη Νοεμβριανή Επανάσταση των ναυτών
και την ίδια περίοδο ίδρυσε μαζί με ομοϊδεάτες του αναρχικούς την «Κομμούνα του Πράσινου Δρόμου» στην περιοχή Μπαντ Ούραχ. Το 1927 ανέλαβε την αρχισυνταξία του πρώτου περιοδικού δρόμου στην Ευρώπη, «Ο Αλήτης» («Der Kunde»), που αποτέλεσε το κεντρικό όργανο των πλανόβιων. Το 1928 κυκλοφόρησε το πρώτο βιβλίο του, με τίτλο Πρελούδιο μιας φιλοσοφίας των δρόμων (Vorspiel zu einer Philosophie der Landstrabe) και μότο: «Καλύτερα μια ζωή καταδικασμένος σε θεοκατάρατη ζωή στον βούρκο, παρά έστω και για μία μόνο μέρα αστός!» Τον Ιούλιο του 1930
ο Γκογκ ταξίδεψε στη Σοβιετική Ένωση και οι αναρχικές θέσεις του αντικαταστάθηκαν από κομμουνιστικές. Μετά την ανάληψη της εξουσίας από τους ναζί, συγκέντρωσε χίλια μάρκα για την έκδοση της παράνομης «Suddeutsche Arbeiterzeitung» («Εφημερίδα Εργατών Νότιας Γερμανίας») και οργάνωσε την εύρεση κρυφών καταλυμάτων για τα μέλη του Κομμουνιστικού Κόμματος Βυρτεμβέργης. Τον Απρίλιο του 1933 συνελήφθηκε μαζί με τη γυναίκα του από τους ναζί και έμεινε πάνω από επτά μήνες κλεισμένος σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, όπου βασανίστηκε και αρρώστησε βαριά. Το Δεκέμβριο του 1933 κατόρθωσε να διαφύγει στην Ελβετία, αλλά απελάθηκε λόγω των πολιτικών φρονημάτων του. Στις 5 Ιουνίου κατέφυγε πρώτα στο Παρίσι και στη συνέχεια έφτασε μέσω Ρότερνταμ στη Σοβιετική Ένωση, όπου έζησε ως συγγραφέας και επιπλέον εργαζόταν για το γερμανικό τμήμα του ραδιοσταθμού της Μόσχας. Μετά από την επίθεση των ναζί στη Σοβιετική Ένωση τον Ιούνιο του 1941 και την εκκένωση της Μόσχας τον Οκτώβριο του ίδιου χρόνου, κατέφυγε με την οικογένειά του στη Φεργκάνα, στο ανατολικό τμήμα του σημερινού Ουζμπεκιστάν.
Πέθανε εξόριστος στη Σοβιετική Ένωση στις 7 Οκτωβρίου 1945 σε ηλικία πενήντα τεσσάρων ετών, έπειτα από μακρά και βαριά ασθένεια. Κηδεύτηκε στο Νεκροταφείο των Κομμουνιστών στην Τασκένδη.
Διεθνές Συνέδριο Πλανόβιων» και κηρύσσει την «εφ’ όρου ζωής γενική απεργία».
Δύο χρόνια νωρίτερα ο Γκογκ, ναυτικός, κηπουρός και συγγραφέας, είχε ιδρύσει την «Αδελφότητα των Πλανόβιων», που συνδεόταν πολιτικά με τον αναρχοσυνδικαλισμό και την Ένωση Ελεύθερων Εργατών Γερμανίας, με στόχο την αλληλεγγύη μεταξύ των αστέγων, αλλά και την υπονόμευση ή ακόμα και την ανατροπή του καπιταλιστικού κράτους. Για την «Αδελφότητα των Πλανόβιων» όλοι οι άνθρωποι, ανεξαρτήτως
καταγωγής, χρώματος ή σεξουαλικού προσανατολισμού, θεωρούνταν αδελφές και αδελφοί μεταξύ τους. Τα μέλη της τάσσονταν αλληλέγγυα προς τους ομοφυλόφιλους και τους τσιγγάνους και απέρριπταν τους πολέμους με την ίδια απαρέγκλιτη πίστη με την οποία απέρριπταν τα σύνορα μεταξύ κρατών αλλά και κάθε αυταρχική ιεραρχία.
Αυτή η βιογραφία του «Βασιλιά των Πλανόδιων» σε μορφή κόμικς βασίζεται σε έρευνα κυρίως στο Αρχείο της Ακαδημίας Τεχνών του Βερολίνου, όπου φυλάσσεται το έργο που άφησε πίσω του ο Γκρέγκορ Γκογκ, ο οποίος γεννήθηκε στις 7 Νοεμβρίου 1891 στην πρωσική πόλη Σβερίν επί του ποταμού Βάρτα (σημερινή Σκβίρζινα της Πολωνίας), γιος μιας υπηρέτριας και ενός ξυλουργού. Όταν ξέσπασε ο Α ? Παγκόσμιος Πόλεμος το 1914, ο Γκογκ επιστρατεύτηκε και ύστερα από τη συμμετοχή του σε ανταρσία το 1917 και τη φυλάκισή του, εργάστηκε ως κηπουρός στο Πφόρτσχαϊμ, στο Μόναχο και στη Στουτγάρδη. Το 1918 έλαβε μέρος στη Νοεμβριανή Επανάσταση των ναυτών
και την ίδια περίοδο ίδρυσε μαζί με ομοϊδεάτες του αναρχικούς την «Κομμούνα του Πράσινου Δρόμου» στην περιοχή Μπαντ Ούραχ. Το 1927 ανέλαβε την αρχισυνταξία του πρώτου περιοδικού δρόμου στην Ευρώπη, «Ο Αλήτης» («Der Kunde»), που αποτέλεσε το κεντρικό όργανο των πλανόβιων. Το 1928 κυκλοφόρησε το πρώτο βιβλίο του, με τίτλο Πρελούδιο μιας φιλοσοφίας των δρόμων (Vorspiel zu einer Philosophie der Landstrabe) και μότο: «Καλύτερα μια ζωή καταδικασμένος σε θεοκατάρατη ζωή στον βούρκο, παρά έστω και για μία μόνο μέρα αστός!» Τον Ιούλιο του 1930
ο Γκογκ ταξίδεψε στη Σοβιετική Ένωση και οι αναρχικές θέσεις του αντικαταστάθηκαν από κομμουνιστικές. Μετά την ανάληψη της εξουσίας από τους ναζί, συγκέντρωσε χίλια μάρκα για την έκδοση της παράνομης «Suddeutsche Arbeiterzeitung» («Εφημερίδα Εργατών Νότιας Γερμανίας») και οργάνωσε την εύρεση κρυφών καταλυμάτων για τα μέλη του Κομμουνιστικού Κόμματος Βυρτεμβέργης. Τον Απρίλιο του 1933 συνελήφθηκε μαζί με τη γυναίκα του από τους ναζί και έμεινε πάνω από επτά μήνες κλεισμένος σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, όπου βασανίστηκε και αρρώστησε βαριά. Το Δεκέμβριο του 1933 κατόρθωσε να διαφύγει στην Ελβετία, αλλά απελάθηκε λόγω των πολιτικών φρονημάτων του. Στις 5 Ιουνίου κατέφυγε πρώτα στο Παρίσι και στη συνέχεια έφτασε μέσω Ρότερνταμ στη Σοβιετική Ένωση, όπου έζησε ως συγγραφέας και επιπλέον εργαζόταν για το γερμανικό τμήμα του ραδιοσταθμού της Μόσχας. Μετά από την επίθεση των ναζί στη Σοβιετική Ένωση τον Ιούνιο του 1941 και την εκκένωση της Μόσχας τον Οκτώβριο του ίδιου χρόνου, κατέφυγε με την οικογένειά του στη Φεργκάνα, στο ανατολικό τμήμα του σημερινού Ουζμπεκιστάν.
Πέθανε εξόριστος στη Σοβιετική Ένωση στις 7 Οκτωβρίου 1945 σε ηλικία πενήντα τεσσάρων ετών, έπειτα από μακρά και βαριά ασθένεια. Κηδεύτηκε στο Νεκροταφείο των Κομμουνιστών στην Τασκένδη.
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις