0
Your Καλαθι
Ύλη πρώτη
Έκπτωση
10%
10%
Περιγραφή
Κάποτε οι λέξεις δεν θα μας χρειάζονται Θα σιωπούν εντός μας
(Μνήμη κόκκινη, Μακρόνησος)
Πώς να σου εξηγήσω;
...
Ολόρθος έστεκε
κάτω από το φως των αστεριών
βαθιά θαμμένος
μέσα στη γη,
...
πώς να σου εξηγήσω;
Ήταν ήσυχος ο ύπνος του
ήταν διάφανο το όνειρο του
ήταν ευθύ το βλέμμα του
...
πώς να σου εξηγήσω;
Μια ρίζα φως
και λίγη μουσική
κρατούσε μέσα στις χούφτες του
...
αυτό μόνο.
Λέξεις, φως, σιωπές στην τρίτη ποιητική συλλογή του Χρήστου Σπυρόπουλου που με τόνο λυρικό, μέσα από παύσεις, έρχεται να μιλήσει προσεκτικά/ ευλαβικά για τα άρρητα. Μια ποιητική μυσταγωγία με αφαίρεση, λόγο υπαινικτικό, υποδόριο και βεβαίως ουμανιστικό. Ένας ύμνος στο δικαίωμα της ζωής και στην ανθρώπινη ύπαρξη: Να ταξιδεύεις/ με έναν άνεμο/ Νότιο./ Αυτό λέω/ ευτυχία. Και αλλού: Ανένδοτος να είσαι/ στο φως./ Ορθόπλωρος να απαιτείς / μια συλλογική αξιοπρέπεια./ Ακέραιος στον βηματισμό./ Αδιάλλακτος στην αδικία./ Όρθιοι σαν δέντρα/ στο πέρας του ουρανού,/ είμαστε./ Ευτυχώς υπάρχει και ο Ουρανός.
Η Ύλη πρώτη είναι μια ποιητική σύνθεση καθώς παρατηρείται ένα είδος συνέχειας μέσω της γραφής. βοηθά σ’ αυτό και η απουσία τίτλων, η παρουσία αποσιωπητικών, η αλληλοδιάδοχη εξέλιξη της εξιστόρησης με αποτέλεσμα να δημιουργείται ένα ενιαίο και αδιαίρετο σώμα: Έναν κόσμο πεθύμησα/ να χωράει σε ένα ποίημα./ Ένα και μοναδικό./ Ένα που να αισθάνεται/ την άνοιξη ενός χαμόγελου./ Ένα που να μιλά για το παιδί,/ το ανέμελο στην γειτονιά του./ Ένα που να μουρμουρίζει/ με έμφαση τον ήλιο στην άκρη ενός απογεύματος.
Στον κόσμο του Χρήστου Σπυρόπουλου συνυπάρχει ο διάφανος χρόνος, το βαθύ μπλε της θάλασσας (που κυριαρχεί στα ποιήματα της συλλογής), αλλά και έρεβος, Καιάδας, στηθάγχη, πόλεμος, διαμελισμένα μέλη συνυπάρχουν στο σώμα της ποίησης: Στο τέλος η θάλασσα/ ορίζει ολάκερο το σθένος μας.// Ένας περιπατητής/ σήκωσε το βλέμμα του/ στον ουρανό,/ και το μόνο που αντίκρισε/ ήταν τα εύθρυπτα βότσαλα/ της πίστης του.
Λόγος συμβολικός, κατ’ οικονομία διαρθρωμένος, σχεδόν μονολεκτικός, με συναισθηματική φόρτιση, ένταση και θέση πολιτική. Ο Σπυρόπουλος μιλά εξ ονόματος των ανθρώπων, υπομένει τα δεινά τους κι ελπίζει να πάει κόντρα σε τετελεσμένα: Αδημονούμε/ Εκ γενετής το ελάχιστο.// Με ό,τι μας χαρίστηκε/ απλόχερα,/ με ό,τι κατακτήσαμε/ δια πυρός και σιδήρου.// Εν τέλει όμως,/ η φωτιά που ανάψαμε/ σημάδεψε τις παλάμες μας.// Το σίδερο που πυρώσαμε/ μας λύγισε,/ μας δίδαξε,/ το ελάχιστο εξ αρχής.// Όσο για το τριαντάφυλλο,/ αυτό υπομένει καρτερικά/ ένα χέρι να το αγκαλιάσει.
Ποίηση αναστοχασμού και ανατροφοδότησης για μια πορεία ζωής: Η πυξίδα/ που μου χαρίστηκε/ με τόσο κόπο/ έχει ένα όνομα.// Το αδύνατο.// Έτσι πορεύτηκα/ από ερημιά/ σε ερημιά… Και αλλού: Βαδίζουμε/ επί τον τύπων των ήλων./ Αγνοώντας/ βαθιά αγνοώντας,/ τον κάματο/ ενός λουλουδιού/ καθώς αυτό μάχεται την δική του άνοιξη.// Εδώ,/ στην άκρη του χειμώνα.
Με ένα αποκαλυπτικό λόγο ο Χρήστος Σπυρόπουλος διατυπώνει το αίτημα για έναν καλύτερο και ανθρώπινο κόσμο, για τα απλά, τα απτά που έχει ανάγκη ο καθένας μας: Δεν υπήρξα ποτέ μόνος/ Η τρυφερή νύχτα των ανθρώπων/ με ακολουθούσε συλλαβιστά.// Μου ψιθύριζε το μικρό τους όνειρο.// Δύο στάλες ψωμί/ και έναν απέραντο ουρανό.
(Μνήμη κόκκινη, Μακρόνησος)
Πώς να σου εξηγήσω;
...
Ολόρθος έστεκε
κάτω από το φως των αστεριών
βαθιά θαμμένος
μέσα στη γη,
...
πώς να σου εξηγήσω;
Ήταν ήσυχος ο ύπνος του
ήταν διάφανο το όνειρο του
ήταν ευθύ το βλέμμα του
...
πώς να σου εξηγήσω;
Μια ρίζα φως
και λίγη μουσική
κρατούσε μέσα στις χούφτες του
...
αυτό μόνο.
Λέξεις, φως, σιωπές στην τρίτη ποιητική συλλογή του Χρήστου Σπυρόπουλου που με τόνο λυρικό, μέσα από παύσεις, έρχεται να μιλήσει προσεκτικά/ ευλαβικά για τα άρρητα. Μια ποιητική μυσταγωγία με αφαίρεση, λόγο υπαινικτικό, υποδόριο και βεβαίως ουμανιστικό. Ένας ύμνος στο δικαίωμα της ζωής και στην ανθρώπινη ύπαρξη: Να ταξιδεύεις/ με έναν άνεμο/ Νότιο./ Αυτό λέω/ ευτυχία. Και αλλού: Ανένδοτος να είσαι/ στο φως./ Ορθόπλωρος να απαιτείς / μια συλλογική αξιοπρέπεια./ Ακέραιος στον βηματισμό./ Αδιάλλακτος στην αδικία./ Όρθιοι σαν δέντρα/ στο πέρας του ουρανού,/ είμαστε./ Ευτυχώς υπάρχει και ο Ουρανός.
Η Ύλη πρώτη είναι μια ποιητική σύνθεση καθώς παρατηρείται ένα είδος συνέχειας μέσω της γραφής. βοηθά σ’ αυτό και η απουσία τίτλων, η παρουσία αποσιωπητικών, η αλληλοδιάδοχη εξέλιξη της εξιστόρησης με αποτέλεσμα να δημιουργείται ένα ενιαίο και αδιαίρετο σώμα: Έναν κόσμο πεθύμησα/ να χωράει σε ένα ποίημα./ Ένα και μοναδικό./ Ένα που να αισθάνεται/ την άνοιξη ενός χαμόγελου./ Ένα που να μιλά για το παιδί,/ το ανέμελο στην γειτονιά του./ Ένα που να μουρμουρίζει/ με έμφαση τον ήλιο στην άκρη ενός απογεύματος.
Στον κόσμο του Χρήστου Σπυρόπουλου συνυπάρχει ο διάφανος χρόνος, το βαθύ μπλε της θάλασσας (που κυριαρχεί στα ποιήματα της συλλογής), αλλά και έρεβος, Καιάδας, στηθάγχη, πόλεμος, διαμελισμένα μέλη συνυπάρχουν στο σώμα της ποίησης: Στο τέλος η θάλασσα/ ορίζει ολάκερο το σθένος μας.// Ένας περιπατητής/ σήκωσε το βλέμμα του/ στον ουρανό,/ και το μόνο που αντίκρισε/ ήταν τα εύθρυπτα βότσαλα/ της πίστης του.
Λόγος συμβολικός, κατ’ οικονομία διαρθρωμένος, σχεδόν μονολεκτικός, με συναισθηματική φόρτιση, ένταση και θέση πολιτική. Ο Σπυρόπουλος μιλά εξ ονόματος των ανθρώπων, υπομένει τα δεινά τους κι ελπίζει να πάει κόντρα σε τετελεσμένα: Αδημονούμε/ Εκ γενετής το ελάχιστο.// Με ό,τι μας χαρίστηκε/ απλόχερα,/ με ό,τι κατακτήσαμε/ δια πυρός και σιδήρου.// Εν τέλει όμως,/ η φωτιά που ανάψαμε/ σημάδεψε τις παλάμες μας.// Το σίδερο που πυρώσαμε/ μας λύγισε,/ μας δίδαξε,/ το ελάχιστο εξ αρχής.// Όσο για το τριαντάφυλλο,/ αυτό υπομένει καρτερικά/ ένα χέρι να το αγκαλιάσει.
Ποίηση αναστοχασμού και ανατροφοδότησης για μια πορεία ζωής: Η πυξίδα/ που μου χαρίστηκε/ με τόσο κόπο/ έχει ένα όνομα.// Το αδύνατο.// Έτσι πορεύτηκα/ από ερημιά/ σε ερημιά… Και αλλού: Βαδίζουμε/ επί τον τύπων των ήλων./ Αγνοώντας/ βαθιά αγνοώντας,/ τον κάματο/ ενός λουλουδιού/ καθώς αυτό μάχεται την δική του άνοιξη.// Εδώ,/ στην άκρη του χειμώνα.
Με ένα αποκαλυπτικό λόγο ο Χρήστος Σπυρόπουλος διατυπώνει το αίτημα για έναν καλύτερο και ανθρώπινο κόσμο, για τα απλά, τα απτά που έχει ανάγκη ο καθένας μας: Δεν υπήρξα ποτέ μόνος/ Η τρυφερή νύχτα των ανθρώπων/ με ακολουθούσε συλλαβιστά.// Μου ψιθύριζε το μικρό τους όνειρο.// Δύο στάλες ψωμί/ και έναν απέραντο ουρανό.
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις