Ο πολιτισμός, η μητέρα μου

Υπάρχει και μεταχειρισμένο με €9.95
113089
Συγγραφέας: Σράϊμπι, Ντρις
Εκδόσεις: Scripta
Σελίδες:221
Επιμελητής:ΟΝΤΕΤ ΒΑΡΩΝ-ΒΑΣΑΡ
Μεταφραστής:ΓΕΜΕΝΗ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ
Ημερομηνία Έκδοσης:01/11/2000
ISBN:9789607909282


Εξαντλημένο από τον Εκδοτικό Οίκο

Περιγραφή


Στο μυθιστόρημα ο «Πολιτισμός, η Μητέρα μου!...» ο συγγραφέας πραγματεύεται την εισβολή του εκσυγχρονισμού στην παραδοσιακή κοινωνία του Μαρόκου της δεκαετίας του '30. Η κεντρική ηρωίδα, η μητέρα δύο γιών, θα συγκλονιστεί από την ανακάλυψη του υλικού πολιτσιμού πρώτα, κι έπειτα από την ανακάλυψη της ελευθερίας, σε σχέση με τις συνθήκες ζωής των γυναικών στο παραδοσιακό Μαρόκο. Η αφέλεια της μπροστά στον κόσμο που ανακαλύπτει, οι γιοί που την εκπαιδεύουν, σε μια αντεστραμμένη σχέση, ο πατέρας που θα αναγκαστεί στο τέλος να αποδεχτεί την αλλαγή: μια αισιόδοξη, τελικά, ματιά στην είσοδο του εκσυγχρονισμού σ' αυτές τις κοινωνίες. Κι ας λέει κάπου η μητέρα πως ή ελευθερία πονάει...






ΚΡΙΤΙΚΗ



Οι εκδόσεις Scripta ανέλαβαν να μας γνωρίσουν τη γαλλόφωνη λογοτεχνία και ειδικότερα τη λογοτεχνία του Μαγκρέμπ, όπως αποκαλούνται οι χώρες της Βόρειας Αφρικής ­Αλγερία, Μαρόκο, Τυνησία­, όπου η αποικιοκρατική παρουσία της Γαλλίας μπορεί να τελείωσε οριστικά εδώ και σαράντα τόσα χρόνια, ωστόσο η πολιτιστική επιρροή της καλά κρατεί. Σε αυτές τις χώρες η γαλλόφωνη λογοτεχνία δείχνει ­τουλάχιστον εκ του μακρόθεν­ να υπερτερεί έναντι της εθνικής και οι γνωστότεροι συγγραφείς τους έχουν μετοικήσει προ πολλού στην αλλοτινή μητρόπολη.


Εν αρχή οι μαροκινοί συγγραφείς· μετά τη νεότερη Γ. Σαμί-Κετανί, ο Ντ. Σραϊμπί, που θεωρείται ο αντιπροσωπευτικότερος συγγραφέας της γενιάς πριν από την ανεξαρτησία της χώρας το 1956. Ωστόσο το 1999, όταν η Γαλλία αφιέρωσε ολόκληρο το έτος στη μαροκινή κουλτούρα, ο Ντ. Σραϊμπί φαίνεται να απουσιάζει. Πιθανώς οι Γάλλοι ενδιαφέρονται για νεότερους ή και πλέον κοσμοπολίτες. Δεν αποκλείεται όμως να απωθεί και η στροφή του Ντ. Σραϊμπί στα τελευταία μυθιστορήματά του προς την ιστορία και τις παραδόσεις των Βερβερίνων, σήμερα πια μειονότητας στο αραβικό Μαρόκο.


Παρόμοιες απορίες θα έλυνε ένα λιγότερο λακωνικό βιογραφικό. Οι έλληνες εκδότες όμως μάλλον αγνοούν το μέτρο, όταν πρόκειται για τα ικανά και αναγκαία συνοδευτικά κείμενα. Είτε θα πνίγουν μια ολιγοσέλιδη νουβέλα σε υπερδιπλάσια ερμηνευτικά σχόλια είτε θα αρκούνται σε ένα σημείωμα. Για τον Ντ. Σραϊμπί δίνεται στο αφτάκι του βιβλίου ένα σύντομο βιογραφικό, της ίδιας έκτασης με αυτό που προβλέπεται για τη μεταφράστρια, και ένα δισέλιδο «εισαγωγικό σημείωμα» της επιμελήτριας, το οποίο όμως κυρίως ασχολείται με την κριτική αποτίμηση του μυθιστορήματος. Παρέχονται και ορισμένες πληροφορίες, όπως ότι «σήμερα ζει στον νότο της Γαλλίας, με τη Σκωτσέζα σύζυγό του και τα εννέα τους παιδιά». Τα ουσιαστικά όμως παραλείπονται: ποτέ έφυγε από το Μαρόκο, ποιο είναι το συγγραφικό έργο του, τίτλοι και χρονολογίες έκδοσης, ποιοι οι σταθμοί και ποιες οι αλλαγές πλεύσης στη συγγραφική πορεία του.


Ανακεφαλαιώνουμε όσα γνωρίζουμε: Ο Ντ. Σραϊμπί γεννήθηκε το 1926 στο Μαρόκο, το 1945 έφυγε για το Παρίσι, όπου αργότερα εγκαταστάθηκε. Πρώτο βιβλίο, το 1954, Το απλό παρελθόν, με θέμα την επανάσταση ενός εφήβου ενάντια στην πατριαρχική οικογένεια και στις παραδόσεις του κοινωνικού περίγυρου. Όπως φαίνεται, το μυθιστόρημα αποτέλεσε σκάνδαλο σε ένα Μαρόκο που αγωνιζόταν για την ανεξαρτησία του, μια και θεωρήθηκε ότι εκθέτει στους αποικιοκράτες τα εν τω οίκω.


Το μυθιστόρημα Ο πολιτισμός, η μητέρα μου!... (αν και θα μας φαινόταν ευστοχότερη η κατά λέξη απόδοση: Ο πολιτισμός, μητέρα μου!...), το πρώτο που μεταφράζεται στα ελληνικά, γράφτηκε το 1972 και είναι το πέμπτο του Ντ. Σραϊμπί. Μέσα στην εικοσαετία που παρήλθε από το πρώτο μυθιστόρημα ο συγγραφέας αντικατέστησε το οργισμένο ύφος καταγγελίας με ένα ανάλαφρο και περιπαικτικό. Και πάλι το θέμα είναι η μαροκινή οικογένεια και κοινωνία. Αυτή τη φορά όμως από την πλευρά της συζύγου και μητέρας.


Το βιβλίο χωρίζεται σε δύο μέρη, όσοι και οι αφηγητές, οι δύο γιοι που ανιστορούν αλλά και καθοδηγούν την αφύπνιση της μητέρας τους. Πώς μια 35χρονη που ποτέ δεν βγήκε από το σπίτι της ­ακριβέστερα, ποτέ δεν διανοήθηκε να δρασκελίσει το κατώφλι­ μεταμορφώνεται σε μια απελευθερωμένη, μοντέρνα γυναίκα, με το τσιγάρο στο στόμα, που σπουδάζει, πολιτικοποιείται και, τέλος, ξεσηκώνει τις γυναίκες. Κατά την επιμελήτρια, ένα μυθιστόρημα μαθητείας, με καθοριστική ωστόσο την αισιόδοξη ατμόσφαιρα που χαρακτηρίζει συνήθως τα νεανικά αναγνώσματα.


Το πρώτο μέρος, με αφηγητή τον μικρότερο γιο, αναφέρεται στη δεκαετία του '30 και διασκεδάζει με τα κωμικά παθήματα της ηρωίδας, όταν πρωταντικρίζει τα τεχνολογικά θαύματα: ραδιόφωνο, τηλέφωνο, κινηματογράφος. Το δεύτερο μέρος, με αφηγητή τον μεγαλύτερο γιο, παίρνει σχεδόν φαρσική μορφή, όπως σκιαγραφεί, επί τροχάδην και καθ' υπερβολήν, τη χειραφέτηση της ηρωίδας· από την πρώτη έξοδο για έναν περίπατο ως την αναχώρησή της για ένα ταξίδι στη Δύση, ώστε «να διευρύνει τους ορίζοντές της».


Φεμινιστικό δεν θα χαρακτηρίζαμε το μυθιστόρημα, καθώς ο συγγραφέας, παρασυρόμενος από τη χιουμοριστική του διάθεση, περιγράφει την κατάσταση για όσες γυναίκες ποθούν την ελευθερία τους υπερβολικά εύκολη. Ο αφέντης σύζυγος συμμορφώνεται τάχιστα, καταλήγοντας υποχωρητικός και συναισθηματίας, οι δύο γιοι γίνονται προστάτες άγγελοι και μάλιστα ο μεγαλύτερος αναλαμβάνει τις οικιακές υποχρεώσεις της μητέρας του. Τόσο ρόδινα ούτε στα παραμύθια.


Για ένα σοβαρό θέμα όπως η καταπίεση των γυναικών στις παραδοσιακές κοινωνίες ο Ντ. Σραϊμπί επιλέγει να γράψει ένα κεφάτο μυθιστόρημα σε μια γλώσσα με λυρικές εξάρσεις, μετωνυμικές αναλαμπές και πλούσια εικονοπλασία. Αρετές που διασώζει η ελληνική μετάφραση.

ΜΑΡΗ ΘΕΟΔΟΣΟΠΟΥΛΟΥ, «ΤΟ ΒΗΜΑ», 24-03-2001







ΚΡΙΤΙΚΗ



Η αυθόρμητη (πρωτοβάθμια αλλά αναπόφευκτη) απορία του επαρκή αποδέκτη αυτού του μυθιστορήματος του γνωστού Μαροκινού πεζογράφου Ντρις Σραϊμπί (γεννημένου το 1926), που ζει εδώ και δεκαετίες στη Γαλλία, μετά την περαίωση της ανάγνωσης, είναι, φαντάζομαι, η εξής: πώς συμβαίνει ένα έργο του οποίου το θέμα φλερτάρει με το... σοσιαλιστικό ρεαλισμό να είναι τόσο ελκυστικό;

Η απάντηση έρχεται επίσης αντανακλαστικά και αφορά την έξυπνη γραφή του κειμένου: στο χάρισμα του Σραϊμπί να ισορροπεί με επιτυχία στο τεντωμένο σχοινί του εγχειρήματος να αποκτά η φωνή του αφελείς τόνους με τρόπο σχεδόν αποκαλυπτικό, χωρίς ταυτόχρονα να προδίδει τη διανοητικότητά της. Με άλλα λόγια, η θετική εντύπωση προέρχεται από την ικανότητα του συγγραφέα να διηγείται μια σχεδόν ευθύγραμμη ιστορία με θερμότητα, χιούμορ και αποχρώσεις, συνδυάζοντας την αφήγηση του παλιού παραμυθά και του υποψιασμένου «κατασκευαστή», του λόγιου.

Η επιτυχία του Σραϊμπί οφείλεται, λοιπόν, στο γεγονός ότι μέσα από ένα φθαρμένο από τη χρήση του, στη λογοτεχνία και σε άλλες τέχνες, μύθο (την κοινωνική και πολιτική συνειδητοποίηση μιας πρώην πρίμιτιφ γυναίκας), κατορθώνει να εξορύσσει πολύτιμες πέτρες από στρώματα αισθημάτων και εντυπώσεων. Και αυτό χάρη στη μορφή που δίνει στα φαντάσματά του ο Σραϊμπί.

Η αποτελεσματική χρησιμοποίηση εκ μέρους του Σραϊμπί αυτού του τόσο βέκιου μύθους μάς ωθεί σε μια αφαιρετική, αν όχι παράδοξη, σκέψη: να δεχτούμε ότι στη γραφή του Μαροκινού πεζογράφου βαραίνει μόνον η φόρμα -η οποία λειτουργεί εν απουσία περιεχομένου- και όχι η αξία της «επαναδιατύπωσης» ενός γνωστού θέματος. Δεν πρόκειται περί ταυτολογίας. Εάν δεχτούμε την άποψη ότι η τέχνη της μυθοπλασίας τροφοδοτείται στο μεγαλύτερο μέρος της από ήδη διατυπωμένα θέματα (αφού δεν υπάρχει παρθενογένεση) και ότι έχει σημασία ο τρόπος με τον οποίο τα «επανεξετάζει», καταλήγουμε στο προηγούμενο συμπέρασμα: το θέμα υποχωρεί, «φεύγει από τη μέση», δίνοντας τα σκήπτρα στους χειρισμούς, στη γλωσσική δεξιότητα του Σραϊμπί.

Ο Σραϊμπί θα μπορούσε άνετα να πει κανείς ότι χρησιμοποιεί σε κάπως πιο κωμική εκδοχή το κεντρικό εύρημα από τη «Μάνα» του Γκόρκι για να συνθέσει τον πίνακα της «απλοϊκής», βαθύτατα θυμόσοφης, έγκλειστης στα ενδότερα της Εστίας νοικοκυράς (η οποία ως μοντέλο γυναίκας κυριαρχούσε προπολεμικά στην πατρίδα του), της λίγο αργότερα, και με τη βοήθεια των δύο παιδιών της, αφυπνισμένης φεμινίστριας. Φυσικά μπορούμε να κάνουμε τις δικές μας αναγωγές σε θρυλικά, συγγενή σύμβολα θυμόσοφων γυναικείων τύπων, οι οποίοι, με διάφορες παραλλαγές (και χωρίς να «αναβαπτίζονται»), ως δραματικά πρόσωπα στερέωσαν τη μυθοπλασία πολλών κειμένων και οπτικοακουστικών έργων της παγκόσμιας τέχνης: ας θυμηθούμε πρόχειρα τη δική μας «Αριάγνη» του Τσίρκα, τη «Φιλουμένα» του Ντε Φίλιπο, τη μάνα στα «Σταφύλια της οργής» του Στάινμπεκ, την αγρότισσα στη «Γενική γραμμή» του Αϊζενστάιν κ.λπ.

Ο Σραϊμπί, φανερά πολιτικοποιημένος, επηρεασμένος από το κλίμα των ημερών της γραφής του βιβλίου (εν έτει 1972, όταν το Μαρόκο είχε γίνει θέατρο εθνικοαπελευθερωτικών κινητοποιήσεων), δίνει ένα πορτρέτο γυναίκας που κερδίζει τη μάχη με το χρόνο και τα πράγματα αποκτώντας κοινωνικές ιδέες για να επιβιώσει ως ον με συνειδητό προορισμό και «λόγο».

Η ηρωίδα (προφανώς εμπνευσμένη και από τη μορφή της μητέρας του) είναι μια Μαροκινή που παντρεύτηκε στα δεκατρία της έναν ώριμο και πλούσιο επιχειρηματία συμπατριώτη της, του χάρισε δύο αγόρια και έζησε μέχρι τα τριάντα έξι της στο ημίφως της οικογένειας: ως υπόδειγμα μουσουλμάνας, περιορισμένης στα ενδότερα του ενδιαιτήματος, χωρίς πληροφορίες για το εξωτερικό περιβάλλον, αλλά με μια δική της κοσμογνωσία και αυτεπίγνωση, προίκα του παραδοσιακού πολιτισμού, όχι μόνο του φύλου της αλλά και μιας πανάρχαιης, ενστικτώδους, εμπειρικής κουλτούρας.

Η δράση τοποθετείται κατά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Τα δύο παιδιά της ηρωίδας αφηγούνται την ιστορία: το πρώτο, που προφανώς είναι ο συγγραφέας, καλύπτει με τη διήγησή του το ένα μέρος του βιβλίου, ενώ το δεύτερο εξιστορεί τα γεγονότα στο επόμενο κεφάλαιο. Ο Σραϊμπί είναι μαθητής Γυμνασίου, παίρνει πολλά στοιχεία της γαλλικής κουλτούρας και στο τέλος του κεφαλαίου αναχωρεί για σπουδές στο Παρίσι. Ο μεγαλύτερος αδελφός του, αντιθέτως, ο Ναζίμπ, είναι εξωστρεφής και αλητόβιος: και τα δύο, όμως, τέκνα της ηρωίδας (σεβαστικά απέναντι στη μητέρα), όπως και ο κάπως απόμακρος πατέρας, σκιτσάρονται με θετικά χρώματα. Ο συντελεστής αυτός πάσχει δραματουργικά και φανερώνει προγραμματικότητα. Οπως σχηματική θα μπορούσε να είναι και η μητέρα, εάν δεν τη διέσωζαν το χιούμορ και οι γρήγορες πινελιές στο πορτρέτο της από τον Σραϊμπί, ο οποίος δεν καθυστερεί σε γλυκασμούς και ιδεολογικοποιημένες περιοχές. Μόνο σε ένα σημείο (εκτός από τον υψηλόφωνο πρόλογό του) νομίζω ότι γλιστράει σε πολιτικές ηχηρότητες: όταν η μητέρα με τον Ναζίμπ και το πλήθος προσπαθούν να συναντήσουν τον Ντε Γκολ, που βρισκόταν τότε στο Μαρόκο.

Η αναβάθμιση της μητέρας από τους γιους της, που γίνεται σταδιακά, παρακολουθείται ευχάριστα, η μέθεξη επιτυγχάνεται παρά το προβλέψιμο αποτέλεσμα. Ο «πολιτισμός»: το ραδιόφωνο, ο ηλεκτρισμός, το τηλέφωνο, τα βιβλία, τα οικιακά σκεύη, αλλά, κυρίως, η σωματική έξοδος στην πόλη και στα καθέκαστα μιας ζωής τα οποία η απλοϊκή μουσουλμάνα αγνοεί, δημιουργούν ενδιαφέροντες σπινθήρες. Οι σελίδες που περιγράφουν την πρώτη επαφή της ηρωίδας με τον κινηματογράφο προσφέρονται για ανθολόγηση.

Ο Σραϊμπί, όπως είναι φυσικό, επιμένει στη σχέση της μητέρας με τη γλώσσα, το γραπτό λόγο. Η ανιμίστρια γυναίκα δεν μπορεί να καταλάβει τη συμβολική σχέση των λέξεων με τα πράγματα: παρεμβάλλει ανάμεσά τους τα συναισθήματα και τη μυθική της σκέψη. Εδώ, όπως και σε άλλες παραμέτρους της ιστορίας του, ο συγγραφέας, καίτοι είναι με την πλευρά του «διαφωτισμού», του κριτικού βλέμματος, δίνει την αίσθηση ότι υπογραμμίζει με λεπτότητα μια εκκρεμότητα, ένα κενό, ίσως μια απώλεια όσον αφορά το τέλος της συγκεκριμένης τελετουργικής επαφής της μητέρας με το περιβάλλον, έμβιο και μη (επαφή που θα συνεχιστεί με νέους ίσως, όχι πλέον τόσο εναργείς όσο πριν, όρους).

Ο ίδιος ο συγγραφέας έχει ταυτίσει την υπέρβαση με το αίτημα της ελευθερίας και μαζί με τον αδελφό του κατορθώνουν να μεταγγίσουν αυτή την άποψη στη μητέρα, η οποία σε παραφορά απορρίπτει τον «παλιό κόσμο».

Μέσα, όμως, σε αυτή τη διαδικασία περνούν σκιές μελαγχολίας, το ελλείπον, που προαναφέραμε, έχει την αναντικατάστατη θέση του στο ψυχολογικό υπόβαθρο της «επανάστασης» και μεταφέρεται στις αποσκευές των συντελεστών της. Να μια άλλη ενδιαφέρουσα παράμετρος, εκτός ίσως των προθέσεων του συγγραφέα, που προέκυψε ως αποτέλεσμα της γραφής και όχι των ιδεών του. Διότι ο Σραϊμπί είναι καταφανώς με το μέρος της «αλλαγής». Το όχημα, παρ' όλ' αυτά, που χρησιμοποιεί δεν είναι απαστράπτον και έτσι το πορτρέτο της διαπαιδαγωγημένης μητέρας έχει φευγαλέους ιμπρεσιονιστικούς τόνους. Ο ρεμβασμός για τον κόσμο που χάνεται διαβρώνει απαλά το «ηρωικό» σκηνικό και διαλέγεται κρυφά με τις ανάλογες ιδέες.

Τελικά, η οπτική του Σραϊμπί πιθανόν να δίνει λαβές ώστε να την εκλάβουμε ως ένα έμμεσο σχόλιο πάνω στη σχέση/αντίθεση δύο λόγων επί της λογοτεχνίας: αυτού του μυθικού, της πρωτόγονης μητέρας, και ενός δεύτερου, αυτού του πολιτισμένου συγγραφέα. Ο τρίτος, ακριβώς, λόγος (η οπτική του Σραϊμπί) είναι αυτός που αρθρώνει το ίδιο το βιβλίο: ένα λόγο στο βάθος διστακτικό ν' αποφασίσει και γι' αυτό ελκυστικό.

Η κ. Παναγιώτα Γεμενή, στην πρώτη της μεταφραστική εργασία, μας μετέφερε σε ανάγλυφα ελληνικά την πορεία χειραφέτησης μιας «μαγικής» πρωτόγονης σε έναν κόσμο που δεν θα πάψει αυτή η τελευταία να προσεγγίζει με τις προϋποθέσεις της: διότι η ηρωίδα διαβάζει το κείμενο της νέας ζωής της αποκαλυπτικά, βοηθώντας τους «πολιτισμένους» γύρω της να ανακαλύπτουν εκ νέου την πραγματικότητά τους. Ο Σραϊμπί, πιστός στη «σύγκλιση» των δύο πολιτισμών, της μητέρας του και της Δύσης, ως δημιουργός δεν έκανε τίποτε άλλο παρά να περιγράψει την ιλαροτραγωδία της συγκεκριμένης «ενότητας των αντιθέτων».

ΤΑΣΟΣ ΓΟΥΔΕΛΗΣ, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 29/06/2001

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!