0
Your Καλαθι
Ανδρέας Μιαούλης έπος και τραγωδία
Περιγραφή
Ο Ανδρέας Μιαούλης (1769-1835) συνδέεται με οριακά γεγονότα της Επανάστασης του 1821 και της Καποδιστριακής περιόδου.
Το βιβλίο αυτό αναφέρεται στις προγονικές ρίζες και την προσωπικότητα, αλλά και στην προεπαναστατική δράση αυτού του βασικού συντελεστή της ακμής του ελληνικού ναυτικού. Παρουσιάζεται, στη συνέχεια, η πρωταγωνιστική του συμμετοχή στη ναυτική εποποιία του '21 όταν διεξάγει, με ισάξιους συνεργάτες, καθοριστικές και συγκλονιστικές ναυμαχίες. Με τη δημιουργία του νεοελληνικού κράτους, ο Κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας τον διορίζει αρχηγό του στόλου και του αναθέτει τη δίωξη της πειρατείας και την κατάληψη φρουρίων της Δυτικής Ελλάδας, αποστολή που πραγματοποιεί με επιτυχία, έχοντας την ιδιαίτερη εκτίμηση και υποστήριξη του Κυβερνήτη. Το 1831 συμμετέχει στην ανταρσία εναντίον του Ι. Καποδίστρια, και πυρπολεί μέρος του εθνικού στόλου στον Πόρο, προκαλώντας τη γενική αγανάκτηση και αποδοκιμασία. Ενώ προετοιμάζεται η παραπομπή του σε δίκη για τη συμμετοή του στην ανταρσία και το κάψιμο των καραβιών, η δολοφονία του Καποδίστρια αποτρέπει τη δίωξή του.
Το ιδιαίτερα διαφωτιστικό αυτό βιβλίο τεκμηριώνεται με πλούσιες σημειώσεις και διεξοδική βιβλιογραφία. Αποκαλύπτει λεπτομερειακά τη φυσιογνωμία και τη δράση μιας από τις συγκλονιστικότερες μορφές του νεοελληνικού βίου.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Τα Βαλκάνια (ή μήπως Vulkania-Ηφαίστεια;) παράγουν περισσότερη ιστορία από όση μπορούν να καταναλώσουν, απεφάνθη από καθέδρας Δυτικός ειδήμων. Σωστά, ως πυριτιδαποθήκη της Ευρώπης άλλωστε (γιατί όμως, όχι υπογάστριο;). Οπως και οι ίδιοι επίσης παράγουν και εξάγουν περισσότερη διπλωματία από όση τελικά χρειάζεται. Δυστυχώς και ως αναγνώστες καταναλώνουμε ελάχιστη έως καθόλου Ιστορία. Είμαστε ο ιστορικότερος λαός και ο πιο ανιστόρητος (οι αντιφάσεις: τα κάλλη μας, το χάλι μας). Ισως επειδή τη διδασκόμεθα(;) στα σχολεία. Το βαρυστομάχιασμα ή η γροθιά στο στομάχι κρατάει μετά εφ' όρου ζωής. Εάν αυτό είναι η Ιστορία, θα έλεγε ένας πονεμένος της. [Αξίζει να εντρυφήσει κανείς στα πρόσφατα άρθρα των Ελεφάντη (ΑΥΓΗ 26-10-03), Γεωργουσόπουλου (ΤΑ ΝΕΑ 1-11-03), Γκρετσίκου (ΑΥΓΗ 2-11-03) για την ασπόνδυλη, την άυλη «ύλη Ιστορίας στο σχολείο», δηλ. για τη σκορδαλιά χωρίς σκόρδο, κατά τα πρότυπα των γαλλικής αβρότητος εξευγενισμένων Ελληνοσύρων μάγων, μαγείρων δηλαδή. Αιδώς αχρείοι!]. Ατυχώς και ο γράφων, όπως κάθε γνήσιος Ελλην που σέβεται τον εαυτό του, δεν ξεφεύγει από τον τυπικό κανόνα της ένδειας, του ιστορικού υποσιτισμού. Ως εκ τούτου, η προσέγγισή του δεν είναι από την οπτική του ειδήμονος.
Ο Δ. Σταμέλος αν και σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες, μετεξελίχθη από έρωτα σε ιστορικό πρώτης γραμμής και μετόπισθεν. Ανήκει στους παθιασμένους της, στους τραγικά αυτοδίδακτους αυτού του τόπου που όσο πάει φυραίνει (ας μνημονεύσουμε εδώ και τον πρώτο τη τάξει σκαπανέα, Κυριάκο Σιμόπουλο, που μας κληροδότησε τόσα εισιτήρια για δωρεάν διαδρομές σε Ταξίδια στο παρελθόν). Σε καιρούς άκρως αντιηρωικούς, ο Σταμέλος επιμένει ηρωικά. Αυτό προϋποθέτει διπλό σθένος. Να πασχίζεις για την πνευματική δίαιτα ανορεκτικού λαού σε γονατισμένους καιρούς. Αξιος ο μισθός του. Το έργο του δεν έχει χρείαν συστάσεων. Εχει τιμηθεί με Κρατικό Βραβείο το 1976 για το βιβλίο του Μακρυγιάννης (μετρά ήδη 9 ανατυπώσεις!), επίσης το 2001 για τη μονογραφία του Νικηταράς και το 1995 με Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών για τη Λαογραφική Πινακοθήκη (ιστορία των μετόπισθεν που προαναφέραμε). Αφού όργωσε σπιθαμή προς σπιθαμή τα βουνά σε χνάρια προεπαναστατικά (Κατσαντώνης 1972, Αντρούτσος, 1977) και επαναστατικά (Ο θάνατος του Καραϊσκάκη, 1985 κ.ά.) και ασκήτεψε μοναστηρήσια σε Αρχεία και Βιβλιοθήκες, προσθαλασσώνεται τώρα στα βαθιά, στο μέγα το της θαλάττης κράτος, ανασύροντας μιαν εμβληματική μορφή της Παλιγγενεσίας, και μας γνωρίζει τον γνωστό μας άγνωστο Μιαούλη στις πραγματικές του διαστάσεις -κρατώντας το ίσο- εκείθεν αγιογραφικών προθέσεων, εντεύθεν αρνητικών στρεβλώσεων και αγκυλώσεων.
Ατυπα θα μιλούσαμε για έτος Μιαούλη, δεδομένης της διπλής εκδοτικής ομοβροντίας της «Εστίας» (βλ. το ομόλογο βιβλίο των Αδαμοπούλου-Πρασσά) αντάξιας ενός Ναύαρχου του επαναστατικού στόλου, του Κολοκοτρώνη της θάλασσας. Είναι παρήγορο που η Επανάσταση δεν έχει εκπνεύσει, μουσειοποιηθεί ή ακαδημοποιηθεί, αλλά ο αναθρώσκων καπνός της και τα κύματά της υπερχειλίζουν το στενά ιστοριογραφικό πεδίο, κατακλύζοντας και όμορους χώρους. Ενδεικτικά αναφέρω το πρόσφατο και ρηξικέλευθο βιβλίο του νεότερου Κώστα Βούλγαρη Ο Καρτέσιος στην Τρίπολη.
Ο Σταμέλος, αξιοποιώντας και διασταυρώνοντας το σύνολο σχεδόν των πηγών και της βιβλιογραφίας, αναδιφεί τις προγονικές ρίζες του Μιαούλη (1769-1835), σκιαγραφεί τα παιδικά του χρόνια και την προσωπικότητα, παρακολουθεί την προεπαναστατική του δράση, κυρίως στους ναπολεόντειους αποκλεισμούς. Αναφέρεται διεξοδικά στην πρωταγωνιστική συμμετοχή του στη ναυτική εποποιία του '21 (ναυμαχία Γέροντα, Πάτρας, Μεθώνης, Ζακύνθου, κ.ά.), στην από θαλάσσιας μηχανής εμφάνισή του στους απανταχού αποκλεισμένους (Μεσολόγγι) που έσπαζε τολμηρά τα μπλόκα ανεφοδιάζοντας τους μαχομένους. Μετεπαναστατικά ο Καποδίστριας του αναθέτει την αρχηγία του στόλου για τη δίωξη της πειρατείας και την κατάληψη φρουρίων της Δυτικής Ελλάδας. Αργότερα όμως συμμετέχει στην ανταρσία εναντίον του Κυβερνήτη και πυρπολεί μέρος του εθνικού στόλου στον Πόρο, προσφέροντας ολοκαύτωμα στον Ηφαιστο, προκαλώντας τη γενική αγανάκτηση κι αποδοκιμασία. «Εβόγγηξεν όλη η Ελλάς» σημειώνει ο χρονικογράφος.
Επος και Τραγωδία τιτλοδοτεί εύστοχα και εύγλωττα τη μονογραφία του ο συγγραφέας. Πράγματι, ο Μιαούλης συνόψιζε τις ύψιστες αρετές αλλά και καταστροφικά ελαττώματα και αντιφάσεις. Από τη μετριοφροσύνη περνούσε στον εγωισμό και από τη διαλλακτικότητα σε μια επικίνδυνη επιμονή. Κράμα αντιφάσεων, κυματοχαρής, είχε επηρεαστεί μέχρι το κόκαλο από το υγρό στοιχείο. Από την ευδία περνούσε στη φουρτούνα. Με σταθερή όμως άγκυρα την πανθομολογούμενη ανιδιοτέλειά του (Μπότσαρης, Δ. Υψηλάντης, Μιαούλης η πλέον ανιδιοτελής τριάδα του Αγώνα). Ακόμη και στη μορφή του αποτυπώνεται και συγχωνεύεται η καλοκαγαθία με την αδάμαστη αδρότητα. «Λαξευθείς εκ των ασυντρίπτων βράχων της θαλασσοκράτορος Υδρας», «μόνος ο Μιαούλης είναι ο μη θαυμάζων τον Μιαούλην», έγραφε ο Καρατζάς μετά κρίσιμη ναυμαχία, «κόβει το σπαθί του, μα η σκέψη του κοφτερώτερη», συμπληρώνει ο Παλαμάς. Εκ νεότητος οινοπότης μέχρι της έσχατης μέθης, σημειώνει ο Παπαρρηγόπουλος, απέβαλε το πάθος του νυμφευθείς. Ο κατά κόσμον Ανδρέας Βώκος κέρδισε το ακριβότερο λάφυρο από τον αγώνα, την προσωνυμία Μιαούλης, από την εμψυχωτική του προτροπή «μία-ούλοι» που η δημώδης μούσα ύμνησε μοναδικά μετά τη ναυμαχία του Γέροντα, με το «Να 'ταν δυο σαν τον Μιαούλη/καίγαν την αρμάδα ούλη».
Η πατρίς ευγνωμονούσα του επεφύλαξε θαλασσινό κοιμητήρι. Ενταφιάστηκε στο σημείο του Πειραιά (ακτή Μιαούλη σήμερα), με θέα τη θάλασσα, δυο βήματα από τα αρχαία ερείπια που οι Ελληνες αποκαλούν τάφο του Θεμιστοκλή. Ο λαός τού έδωσε την επωνυμία «νέος Θεμιστοκλής».
Η έκδοση εμπλουτίζεται από πληθώρα σημειώσεων και πηγών, από κατατοπιστικό Γλωσσάρι και εικονογραφείται από σειρά σχεδίων και λιθογραφιών. Μια καθ' όλα αξιοσύστατη έκδοση, που ευελπιστούμε και τούτη τη φορά να σπάσει τα μπλόκα της ιστοριογραφικής/αναγνωστικής μας ακηδίας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΥΒΑΡΑΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 28/11/2003
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις