0
Your Καλαθι
Γαιόσακοι και γκράδες
Αναμνήσεις από το οδοιπορικό του Α΄ Λόχου του Ε΄ Τάγματος Μηχανικού στο μέτωπο της Αλβανίας (Οκτώβρης 1940 – Απρίλης 1941)
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
... Την επομένη, νέο ξεκίνημα και νέα πορεία κάτω από τις ίδιες συνθήκες για να ξανακαταυλιστούμε σε κάποιο άλλο χωριό, δεξιά του δρόμου τώρα, και την επομένη ξανά τα ίδια. Όμως από δω και πέρα κάπως αλλιώς άρχισαν να γίνονται τα πράγματα. Ο δρόμος παρουσίαζε κίνηση, ενδιαφέρον, ακούγαμε κανονιές και λιανοτούφεκα. Κελαηδήματα πολυβόλων και αυτόματων.
Έτσι αρχίσαμε να νιώθουμε πως ήρθε η ώρα να κάνουμε και μεις κάτι σε τούτο τον περίεργο πόλεμο. Γεφυροποιοί και οδοποιοί ήμασταν. Τι στην ευχή, δε θα φτιάχναμε τίποτα; Κι όμως φτιάσαμε και παραφτιάσαμε...
Εντασσόμενο στην κατηγορία των πολεμικών απομνημονευμάτων και μαρτυριών που αφορούν το Έπος του 1940-’41, το σύντομο αυτό κείμενο έχει την ιδιαιτερότητα ότι δεν γράφτηκε από κάποιον που υπηρέτησε στην «πρώτη γραμμή» – αλλά σε έναν «βοηθητικό σχηματισμό»: ο Θανάσης Στανόπουλος (1907-1999), γεωπόνος, έγγαμος με δύο παιδιά κατά τη στιγμή της επιστράτευσης, βρέθηκε να υπηρετεί στον Α΄ Λόχο του Ε΄ Τάγματος Μηχανικού, κύρια αποστολή του οποίου ήταν τα έργα οδοποιίας και γεφυροποιίας. Η μονάδα του (με ατομικό οπλισμό έναν απηρχαιωμένο «γκρα» και δέκα φυσίγγια) πέρασε στην Αλβανία από τη Δυτική Μακεδονία και, μέσω Κορυτσάς και Κλεισούρας, έφτασε μέχρι και πέρα από τη Σούκα, κοντά στη γραμμή του μετώπου.
Η αφήγηση του οδοιπορικού αυτού στην Αλβανία, με χαρακτηριστικές περιγραφές των κακουχιών που αντιμετώπισαν τα στρατεύματα κατά τον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο (λάσπη, χιόνι, ψείρες) είναι κατά βάση αντιπολεμική, αντιηρωική και πέρα για πέρα ανθρώπινη.
Το κυρίως χρονικό, που αφορά την περίοδο Οκτωβρίου 1940 – Απριλίου 1941, πλαισιώνουν ακόμα μια Εισαγωγή, στην οποία σκιαγραφείται η κατάσταση του νομού Θεσπρωτίας κατά τα τελευταία προπολεμικά χρόνια (όταν ο Στανόπουλος υπηρετούσε εκεί ως στέλεχος του Υπουργείου Γεωργίας), καθώς και κάποιες σύντομες αναμνήσεις από τα χρόνια της Κατοχής στη γενέτειρα του συγγραφέα, την Κρέστενα του νομού Ηλείας.
Η έκδοση περιλαμβάνει επίσης χάρτη με τη διαδρομή της μονάδας στην Αλβανία, καθώς και εκτενείς σημειώσεις.
Έτσι αρχίσαμε να νιώθουμε πως ήρθε η ώρα να κάνουμε και μεις κάτι σε τούτο τον περίεργο πόλεμο. Γεφυροποιοί και οδοποιοί ήμασταν. Τι στην ευχή, δε θα φτιάχναμε τίποτα; Κι όμως φτιάσαμε και παραφτιάσαμε...
Εντασσόμενο στην κατηγορία των πολεμικών απομνημονευμάτων και μαρτυριών που αφορούν το Έπος του 1940-’41, το σύντομο αυτό κείμενο έχει την ιδιαιτερότητα ότι δεν γράφτηκε από κάποιον που υπηρέτησε στην «πρώτη γραμμή» – αλλά σε έναν «βοηθητικό σχηματισμό»: ο Θανάσης Στανόπουλος (1907-1999), γεωπόνος, έγγαμος με δύο παιδιά κατά τη στιγμή της επιστράτευσης, βρέθηκε να υπηρετεί στον Α΄ Λόχο του Ε΄ Τάγματος Μηχανικού, κύρια αποστολή του οποίου ήταν τα έργα οδοποιίας και γεφυροποιίας. Η μονάδα του (με ατομικό οπλισμό έναν απηρχαιωμένο «γκρα» και δέκα φυσίγγια) πέρασε στην Αλβανία από τη Δυτική Μακεδονία και, μέσω Κορυτσάς και Κλεισούρας, έφτασε μέχρι και πέρα από τη Σούκα, κοντά στη γραμμή του μετώπου.
Η αφήγηση του οδοιπορικού αυτού στην Αλβανία, με χαρακτηριστικές περιγραφές των κακουχιών που αντιμετώπισαν τα στρατεύματα κατά τον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο (λάσπη, χιόνι, ψείρες) είναι κατά βάση αντιπολεμική, αντιηρωική και πέρα για πέρα ανθρώπινη.
Το κυρίως χρονικό, που αφορά την περίοδο Οκτωβρίου 1940 – Απριλίου 1941, πλαισιώνουν ακόμα μια Εισαγωγή, στην οποία σκιαγραφείται η κατάσταση του νομού Θεσπρωτίας κατά τα τελευταία προπολεμικά χρόνια (όταν ο Στανόπουλος υπηρετούσε εκεί ως στέλεχος του Υπουργείου Γεωργίας), καθώς και κάποιες σύντομες αναμνήσεις από τα χρόνια της Κατοχής στη γενέτειρα του συγγραφέα, την Κρέστενα του νομού Ηλείας.
Η έκδοση περιλαμβάνει επίσης χάρτη με τη διαδρομή της μονάδας στην Αλβανία, καθώς και εκτενείς σημειώσεις.
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις