0
Your Καλαθι
Διαθήκη
Μυθιστόρημα σε 52 ολονυκτίες
Έκπτωση
40%
40%
Περιγραφή
Κανένας δεν φανταζόταν πόσο προφητική θα αποδεικνυόταν η Διαθήκη για την άλλοτε ενωμένη Γιουγκοσλαβία. Περιγράφοντας τη ζωή στο φανταστικό χωριό Κάο, ο Στεβάνοβιτς εκθέτει, ουσιαστικά, τη μοίρα του σερβικού έθνους. Σε μια χώρα-σταυροδρόμι, όπου ο πόλεμος αποτελεί τη φυσιολογική κατάσταση και η ειρήνη δεν είναι παρά σύντομο διάλειμμα ανάμεσα σε αλλεπάλληλες συγκρούσεις, ο κύριος αφηγητής, ο Λάζαρος, συμβολίζει τον άνθρωπο που ξαναγεννιέται από τις στάχτες μιας κατεστραμμένης χώρας. Κύριος, ωστόσο, πρωταγωνιστής του μυθιστορήμτος παραμένει ο πόλεμος, σε όλες τους τις μορφές και με βέβαιη την κατάληξή του: τίποτα και κανείς δεν γλιτώνει από αυτόν, δεν υπάρχουν νικητές και νικημένοι. Μοναδική χαραμάδα φωτός, το διάλειμμα της ειρήνης.
ΚΡΙΤΙΚΗ
«Τα Βαλκάνια είναι ένας μανδύας αιρέσεων», γράφει ο Ουμπέρτο Εκο στο «Εκκρεμές του Φουκό». Τα Βαλκάνια είναι ένας ματωμένος μανδύας πολέμων και εμφύλιων σπαραγμών λέει με το δικό του τρόπο ο Βίντοσαβ Στεβάνοβιτς (Σερβία, 1942) στη Διαθήκη. Οσο για την Ιστορία, για το Σέρβο συγγραφέα δεν είναι παρά «ένα σύμπλεγμα από ανοησίες, εγκλήματα, καταστροφές και αίμα...». Ακολουθώντας έτσι τη λογοτεχνική παράδοση της χώρας του, ο Στεβάνοβιτς θέτει την Ιστορία επίκεντρο των περισσότερων μυθιστορημάτων του (επτά τον αριθμό), με κορυφαία την Τριλογία του (Χιόνι στην Αθήνα, Η νήσος των Βαλκανίων, Ο Χρήστος και τα σκυλιά), την οποία ο συγγραφέας έγραψε το διάστημα που, αυτοεξόριστος, έζησε στην Αθήνα, στις αρχές της δεκαετίας του '90. Η Διαθήκη εκδόθηκε στο Βελιγράδι το 1986 και σ' αυτήν συναντούμε ήδη μοτίβα που θα κυριαρχήσουν στη μετέπειτα Τριλογία, καθώς και τον ήρωα-σύμβολο, Λάζαρο. Ωστόσο, η Ιστορία , που τη συναντάμε σε όλα σχεδόν τα μυθιστορήματα των Βαλκάνιων συγγραφέων, δεν εμφανίζεται ως ρεαλιστική ανάπλαση στα πρότυπα του κλασικού, κεντροευρωπαϊκού ιστορικού μυθιστορήματος, αλλά ως μία σύνθεση λογοτεχνικών ειδών, που ξεκινά από τους λαϊκούς μύθους και θρύλους και φτάνει έως το μοντερνισμό. Ακόμη και οι πιο ρεαλιστές, όπως λόγου χάριν ο Ιβο Αντριτς, δεν ακολουθούν την πεπατημένη, αλλά δημιουργούν δικές τους ατραπούς, προσδίδοντας στα μυθιστορήματά τους αυτό το ιδιαίτερο άρωμα που, είτε το θέλουμε είτε όχι, συναντάμε κυρίως σ' αυτή τη νήσο των Βαλκανίων και που πιστεύουμε πως πρέπει ιδιαίτερα να προσεχθεί από τους σύγχρονους μελετητές της λογοτεχνίας. Μ' αυτό τον τρόπο οι Βαλκάνιοι συγγραφείς παντρεύουν την Ιστορία -ως κοινή θεματική των έργων τους- με την παράδοση των λογοτεχνικών ρευμάτων , δημιουργώντας αυτό το ιδιαίτερο ύφος, το οποίο στα καθ' ημάς συναντάται στους Βορειοελλαδίτες συγγραφείς, των οποίων η Ιστορία είναι πολύ πιο άμεσα συνδεδεμένη με εκείνη της Βαλκανικής χερσονήσου, απ' ό,τι των μεσογειακών Νοτιοελλαδιτών, φαινόμενο το οποίο επίσης θα μπορούσε να απασχολήσει τους μελετητές της λογοτεχνίας.
Ο χρόνος και ο πόλεμος
Ο Βίντοσαβ Στεβάνοβιτς ανήκει στους Γιουγκοσλάβους (Σέρβους) συγγραφείς που εμφανίστηκαν τη δεκαετία του 1970 και που συνέχισαν το μεγάλο μπουμ -όπως ονομάστηκε- της γενιάς του 1960, της οποίας πρωτοστατούν σπουδαιότατοι συγγραφείς, όπως ο Μίλοραντ Πάβιτς και ο Ντανίλο Κις.
Ο Στεβάνοβιτς τοποθετείται, σύμφωνα με τα κριτήρια της σερβικής λογοτεχνικής κριτικής, στους ρεαλιστές συγγραφείς και όχι στους μοντερνιστές, τους οποίους εκπροσωπεί ο Πάβιτς, τα δύο δηλαδή λογοτεχνικά ρεύματα που αναπτύχθηκαν στην πρώην Γιουγκοσλαβία μετά τον πόλεμο και διαδέχθηκαν τον υπερρεαλισμό του μεσοπολέμου. Ωστόσο, με τον όρο ρεαλιστές, οι Σέρβοι κριτικοί εννοούν τους συγγραφείς των οποίων η θεματική εκκινεί από την πραγματικότητα ή είναι επικαιρική και όχι το πώς αυτή εκφράζεται μορφικά. Αν, λόγου χάριν, στον Μίλοραντ Πάβιτς η Ιστορία δεν είναι παρά ένα πρόσχημα για να αναπτυχθεί το παιχνίδι των μορφών, για τον Στεβάνοβιτς η μορφή υπηρετεί την Ιστορία και της προσδίδει διαστάσεις που άπτονται ευρύτερων υπαρξιακών ή και φιλοσοφικών ζητημάτων. Ωστόσο, και ο Στεβάνοβιτς πατάει στο μοντερνισμό, αφού βασικό χαρακτηριστικό των μυθιστορημάτων του και της Διαθήκης, βεβαίως, είναι μια εξαιρετική σύνθεση συμβολιστικής και ποιητικής γλώσσας, προφορικού λόγου, λαϊκών μύθων και ρεαλιστικών περιγραφών. Στη Διαθήκη όπως και στην Τριλογία του Στεβάνοβιτς υπάρχει, αφομοιωμένη και δουλεμένη στο έπακρον, μια γλωσσική και μορφική συνέχεια, που ξεκινά από το Βυζάντιο και την πρωτοχριστιανική ορθόδοξη κειμενική παράδοση, προχωρεί στα λαϊκά παραμύθια και τους λαϊκούς θρύλους των Βαλκανίων και εμβαπτίζεται στα λογοτεχνικά ευρωπαϊκά ρεύματα του 19ου και του 20ού αιώνα. Ετσι, ο πόλεμος, συστατικό στοιχείο της Ιστορίας των Βαλκανίων, και πρωταγωνιστής της Διαθήκης, ακολουθεί αυτήν ακριβώς τη γλωσσική παράδοση, αφού η γλώσσα είναι σύμφυτο στοιχείο της ύπαρξης και της συνέχειας ενός λαού.
Στη Διαθήκη, λοιπόν, ο Σέρβος συγγραφέας δημιουργεί ένα, εκπληκτικό σε ένταση και εξαιρετικό ως εικονοποιία, οικοδόμημα πολεμικών συγκρούσεων, θανάτων και καταστροφών, όπου το συλλογικό συνομιλεί με το υποκειμενικό, όπου το καθημερινό τινάζεται συνεχώς στον αέρα, όπου το πραγματικό συναντά το φανταστικό και το ονειρικό, όπου το υπερφυσικό έρχεται αντιμέτωπο με το χειροπιαστό και όπου όλα συντελούν στη δημιουργία ενός κόσμου, μιας χώρας, των Καοτών στην προκειμένη περίπτωση (σαφής αναφορά στη Γιουγκοσλαβία), όπου ο πόλεμος μοιάζει να είναι η ίδια η ζωή, έτσι όπως έχει ζυμωθεί, από τα πανάρχαια χρόνια ακόμη, με τη γη τους, με την ύπαρξή τους, με το θάνατό τους. Ενας συνεχής πόλεμος, που αποτελεί τον κανόνα και την παράδοση και του οποίου το τίμημα (για κάποια πανάρχαιη αμαρτία) πρέπει να πληρώσουν όλες οι γενιές Καοτών.
Επειδή ακριβώς ο πόλεμος είναι συστατικό στοιχείο της ζωής και της ύπαρξης, τόσο των Καοτών όσο και του φυσικού τους περιβάλλοντος (το οποίο παίρνει συμβολικές, ποιητικές ονομασίες στο μυθιστόρημα), δεν μπορεί να μετρηθεί με το γραμμικό χρόνο, αλλά με τον κυκλικό, αφού έρχεται και επανέρχεται, όπως το φίδι δαγκώνει την ουρά του. Αυτήν ακριβώς τη χρονική κυκλικότητα ακολουθεί και το μυθιστόρημα, το οποίο διαιρείται σε 52 κεφάλαια, ολονυκτίες όπως τα χαρακτηρίζει ο συγγραφέας στον υπότιτλό του, με την έννοια της ορθόδοξης χριστιανικής ολονυκτίας. Με τη χρήση του κυκλικού χρόνου, βέβαια, ο Στεβάνοβιτς διασπά και τη γραμμικότητα της Ιστορίας, υπερβαίνοντάς την, θέτοντας οντολογικά και υπαρξιακά ζητήματα, όπως ο Θεός, ο χρόνος κ.λπ. Την άποψή του μάλιστα για το χρόνο, σε σχέση με την Ιστορία και τη λογοτεχνική της μετάπλαση, αλλά και με το συγγραφικό εγώ, την καταθέτει ο ίδιος, παρεμβαίνοντας στο μυθιστόρημα.
Βεβαίως, στο μυθιστόρημα του Στεβάνοβιτς δεν θα συναντήσουμε χαρακτήρες, αλλά συμβολικές φιγούρες, όπως αυτή του Λάζαρου, ο οποίος πεθαίνει και αναγεννάται κι έτσι συνεχίζεται η ζωή και προχωρεί η παράδοση -και η διαθήκη- από γενιά σε γενιά, καθώς και η αφήγηση, την οποία ακούμε σε πρώτο πρόσωπο από τον εκάστοτε Λάζαρο. Την αφήγηση όμως την ακούμε κι από ένα συλλογικό υποκείμενο, το οποίο, ως παντεπόπτης αφηγητής, κρίνει και σχολιάζει τους Καότες, πότε με πατρική τρυφερότητα, πότε με θυμοσοφική διάθεση, πότε με χιούμορ. Σε κάποια μεσοδιαστήματα εμφανίζονται και φωνές γυναικών αφηγητριών, που μας εισάγουν στον κόσμο των σχέσεων των δύο φύλων της χώρας των Καοτών, με φανερή διάθεση να τις υπερβάλουν και να τις διακωμωδήσουν.
Η μετάφραση της Γκάγκα Ρόσιτς κατορθώνει και δίνει όλο το γλωσσικό και εικονοποιητικό πλούτο του μυθιστορήματος, με αποτέλεσμα ο Ελληνας αναγνώστης, παρά την πανταχού παρούσα αίσθηση του θανάτου και των καταστροφών, να απολαμβάνει αυτήν την εύχυμη, πολυποίκιλη και πολυσχιδή γλώσσα.
ΕΛΕΝΑ ΧΟΥΖΟΥΡΗ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 14/06/2002
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις