0
Your Καλαθι
Δικός σου ώς το θάνατο
Μυθιστόρημα
Περιγραφή
Νουάρ μυθιστόρημα με ήρωα τον Βαργκ Βέουμ, νορβηγική έκδοση του μοναχικού ντετέκτιβ που μένει στο Μπέργκεν, το μεγάλο λιμάνι, και είναι φτωχός, χωρίς ψευδαισθήσεις, αλλά με χρυσή καρδιά και μια μπουκάλα αλκοόλ δίπλα του, για να αντέχει τη μοναξιά.
Ο πιο μικρός πελάτης που είχε ποτέ -ο Ρόαρ, ένα αγοράκι οχτώ-εννιά χρονών- εμφανίζεται μια ήσυχη μέρα του Φλεβάρη στο γραφείο του. Μια συμμορία ανηλίκων που τρομοκρατεί όλο τον κόσμο, ακόμα και τη μητέρα του μικρού, του έκλεψε το ποδήλατο. Πρώτη του αντίδραση: ν' ανοίξει τον τηλεφωνικό κατάλογο και να ψάξει για ντετέκτιβ. Τι πιο φυσικό! Ο Βαργκ Βέουμ αφοπλίζεται από την τόση αθωότητα, αποδέχεται την πρόκληση και αναλαμβάνει δράση, βρίσκει το ποδήλατο του Ρόαρ και γνωρίζεται με τη μητέρα του. Μια ευχάριστη γνωριμία...
Γίνεται όμως ένας φόνος, και ποιος άραγε συλλαμβάνεται ως βασικός ύποπτος; Η μητέρα του μικρού. Ο Βαργκ Βέουμ πρέπει να κινήσει γη και ουρανό για να βρει τι πραγματικά συνέβη.
(Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου)
ΚΡΙΤΙΚΗ
Οταν ο Γκούναρ Στόλεσεν (γενν. 1947) έπλασε τον Βαργκ Βέουμ, το νορβηγικό αναγνωστικό κοινό και η κριτική επιφύλαξαν σε αμφότερους ενθουσιώδη υποδοχή. Ο Στόλεσεν είχε ήδη γράψει τρία αστυνομικά μυθιστορήματα, όταν το 1977 δημιούργησε τον μοναχικό και ιδεαλιστή ιδιωτικό ντετέκτιβ, πρώην κοινωνικό λειτουργό, ο οποίος έκτοτε πρωταγωνίστησε σε δώδεκα μυθιστορήματα. Με τον Βαργκ Βέουμ ο Στόλεσεν αποδύθηκε σε λεπτομερείς και συναισθηματικά φορτισμένες εικονογραφίες της σύγχρονης νορβηγικής κοινωνίας και των μεταλλάξεων που τη διαμόρφωσαν τα μεταπολεμικά χρόνια. Σταθερό σκηνικό των μυθοπλασιών, το Μπέργκεν της παιδικής του ηλικίας, όπου τα παιχνίδια είχαν φόντο τα ερείπια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, πριν αυτά εξαλειφθούν με την ανοικοδόμηση των αρχών της δεκαετίας του '60. Το Μπέργκεν με την ιδιαίτερη γεωγραφία του, τις αποκαρδιωτικές αλλαγές, τον κατατονικό καιρό και τις κοινωνικές ανισότητες αποτελεί το πεδίο δράσης του Βέουμ, τον τόπο όπου η μοναξιά του συμπληρώνεται από τις δυστυχίες και τα υπαρξιακά βάρη των θυτών και των θυμάτων που συναναστρέφεται κάθε φορά. Η αστυνομική λογοτεχνία είθισται να λειτουργεί σαν μέσο κοινωνικής κριτικής και παρατήρησης των σύγχρονων αντιφάσεων και φαινομένων, μια αφηγηματική τεχνική αποτύπωσης ποικιλόχρωμων ιδιοσυγκρασιών, σκοτεινών και τραυματισμένων εσωτερικά, και των συνθηκών υπό τις οποίες αυτές σχηματοποιούνται. Ο Στόλεσεν αναδείχτηκε στους σημαντικότερους εκπροσώπους του είδους στη Σκανδιναβία, χάρη στην πρόδηλη, αμετακίνητη προσήλωσή του τόσο στην ιδιοσυστασία των ηρώων του όσο και στις καταστάσεις μέσα στις οποίες εκκολάπτεται η παραβατικότητα. Στα μυθιστορήματά του η εξιχνίαση του εγκλήματος αποδεικνύεται σχεδόν ισοβαρής με την ψυχολογική σκιαγράφηση, την απόδοση των σχέσεων και των υποδόριων συγκρούσεων και την απεικόνιση της κοινωνικοπολιτικής ταυτότητας της Νορβηγίας. Η προοδευτική εξέλιξη του διάσημου ήρωά του, η κούραση και η απαισιοδοξία του, σύμφυτες με την ηλικία του και τη δυσκολία των υποθέσεων, έλκουν συχνά περισσότερο από τους καλοϋφασμένους γρίφους της πλοκής, όπως παρατηρούμε στο ανά χείρας βιβλίο.
Ενα ποδήλατο και δύο πτώματα
Στο «Δικός σου ώς το θάνατο» (1979), το δεύτερο κατά σειρά μυθιστόρημα με ήρωα τον Βέουμ, ο ιδιωτικός ντετέκτιβ είναι 36 ετών, αλλά έχει κιόλας απεκδυθεί αυταπάτες για την εαρινή όψη της ζωής. Η καθημερινότητά του τον λύτρωσε από καταστροφικές ψευδαισθήσεις. Οι ώρες της μέρας κυλούν βραδυκίνητες σ' ένα σκονισμένο γραφείο, μ' ένα βουβό συνήθως τηλέφωνο, ενώ οι νυχτερινές σ' ένα διαμέρισμα όπου τουλάχιστον τον περιμένει ένα μπουκάλι ρακή. Βέβαια, συχνά οι μέρες εξομοιώνονται με τις νύχτες, καθώς το σούρουπο έρχεται πολύ νωρίς, τα σύννεφα της βροχής δεν εγκαταλείπουν παρά σπανίως τον ουρανό του Μπέργκεν και το δυσοίωνο βουνό Λίντερχορν ρίχνει αδιαλείπτως τη σκιά του στους κατοίκους, «σαν προάγγελος της Δευτέρας Παρουσίας ή σαν προμήνυμα θανάτου». Ακόμα και το ονοματεπώνυμο του ήρωα, που στα νορβηγικά σημαίνει «επικηρυγμένος», μοιάζει με άσχημη φάρσα ή θανάσιμη καταδίκη. Οπότε ένα οκτάχρονο αγόρι που ζητά από τον Βέουμ να του βρει το ποδήλατό του δεν μπορεί παρά να είναι ένα ευχάριστο διάλειμμα στη διάχυτη μουντάδα. Και δεν είναι. Το αγόρι σύντομα θα βρεθεί στη θέση του ποδηλάτου του, παγιδευμένο δηλαδή από μια συμμορία εφήβων που τρομοκρατεί την περιοχή, ενώ η μητέρα του στη φυλακή, κατηγορούμενη για ανθρωποκτονία.
Ο Βέουμ, ασκημένος στη μοναξιά από τότε που χώρισε, αποξενωμένος ολότελα από το μοναχογιό του και ενταγμένος στον κοινωνικό περίγυρο μόνο στο βαθμό που απαιτεί η δουλειά του, συνεπώς ελάχιστα, όσο κι αν φροντίζει να διατηρεί μικρότατες προσδοκίες, δεν αντέχει να αποκλείσει το ενδεχόμενο μιας θερμής επαφής. Η μητέρα του μικρού αγοριού, επίσης χωρισμένη και φαινομενικά εύθραυστη, γοητεύει βαθύτατα τον Βέουμ, τόσο που όταν ο πρώην άντρας της βρίσκεται δολοφονημένος στο διαμέρισμά της, με εκείνη να κρατά το ματωμένο μαχαίρι, εκείνος αναλαμβάνει με ζήλο την υπεράσπισή της. Προβαίνει σε άτυπες ανακρίσεις αρκετών ενοίκων της δαιδαλώδους πολυκατοικίας όπου διεπράχθη το έγκλημα και παρεισφρέει στις ζωές τους, γίνεται κοινωνός της μιζέριας τους και μάρτυρας των περιορισμένων τετραγωνικών υπάρξεων, όπως και η δική του, πρόωρα τσακισμένων. Στη διαφαινόμενη συμπάθεια του Βέουμ για τους πιθανούς δράστες υποκρύπτεται το κοινωνικό σχόλιο του Στόλεσεν για τις συνθήκες που ενθαρρύνουν την έκρηξη, την απόγνωση, τον αυτοκαταστροφικό θυμό, το φόνο. Αλλωστε η προκείμενη δολοφονία μόνον ως έγκλημα πάθους ερμηνεύεται. Ιδίου πάθους με την αφοσίωση του ερωτευμένου ντετέκτιβ. Ο Βέουμ εξετάζει ενδελεχώς τα κίνητρα οποιουδήποτε σχετίζεται έστω και έμμεσα με την κατηγορούμενη, αδυνατεί όμως να ζυγίσει τη δική του συναισθηματική εμπλοκή μαζί της. Η αδυναμία του τον φέρνει αντιμέτωπο μ' ένα δεύτερο πτώμα, γεγονός που τον υποχρεώνει να κρίνει πιο νηφάλια τις ενοχοποιητικές ενδείξεις. Με την εξιχνίαση της υπόθεσης ο Βέουμ συγκαταλέγεται στα θύματα της ιστορίας, τουλάχιστον όσον αφορά την ερωτική της διάσταση.
Ο θάνατος στο βλέμμα
Ο Στόλεσεν τηρεί με επιδεξιότητα τους κανόνες του είδους, κινούμενος στην παράδοση του Ντάσιελ Χάμετ, του Ρέιμοντ Τσάντλερ και της Αγκάθα Κρίστι. Η κριτική αναγνώρισε τη σημαντική συμβολή του στην αναβάθμιση της αστυνομικής λογοτεχνίας και στην ανανέωση της εκτίμησης των αναγνωστών για το είδος. Παραγωγικότατος συγγραφέας ο ίδιος, δεν άμβλυνε απλώς στη συνείδηση του νορβηγικού κοινού την, ούτως ή άλλως, πλασματική απόκλιση μεταξύ υψηλής λογοτεχνίας και αστυνομικού μυθιστορήματος με τα πεζογραφήματά του, τα βιβλία για παιδιά, τα θεατρικά έργα και ποικίλα άρθρα σχετικής θεματογραφίας, αλλά και ως επιμελητής σειράς ιστοριών μυστηρίου σύστησε αξιόλογους αστυνομικούς συγγραφείς. Στα βιβλία του ωστόσο λανθάνει μια ειρωνική απόσταση από τα στερεότυπα του είδους. Ναι μεν τα ανιστορούμενα γεγονότα εκκινούν από ένα δυσεξιχνίαστο έγκλημα, η έρευνα διεξάγεται με δεξιοτεχνία, ανάλογη της αναγνωστικής αδημονίας, η διαλεύκανση έρχεται σαν ένα απολύτως λογικό συμπέρασμα, όμως όλα αυτά χρωματίζονται (αν δεν προϋποθέτουν) από την παρουσία του Βέουμ και το πένθιμο βλέμμα του που τα διυλίζει. Στη μορφή του ήρωά του μπορεί να συγκεντρώνονται ορισμένα κλασικά χαρακτηριστικά ομολόγων του, όπως η ροπή στον αλκοολισμό και τις επικίνδυνες γυναίκες και το υπολογίσιμο απόθεμα σε σαρκαστικές ατάκες, αλλά δεν παύουν να ξενίζουν η ευαισθησία του, η ανεξάντλητη κατανόηση για τα εσώκλειστα δράματα, οι σμπαραλιασμένες του άμυνες απέναντι στην προδοσία και ο απροκάλυπτος φόβος του για παντοειδείς απειλές. Στο παρόν μυθιστόρημα δίνεται η εντύπωση ότι η υπόδειξη του δολοφόνου παρουσιάζει δευτερεύουσα σημασία. Η σχετικά προβλέψιμη αποκάλυψη, η ψυχική καταρράκωση όλων των πιθανών ενόχων και πρωτίστως η ήπια απελπισία του πρωταγωνιστή συνηγορούν στον παραπάνω ισχυρισμό. Η πεισιθάνατη οπτική του επικάθεται σε όλα τα επιμέρους επεισόδια του βιβλίου, ακόμα και στο μείζον ζητούμενο, την αναζήτηση της αλήθειας -μιας αλήθειας που ο ντετέκτιβ προσεγγίζει με διστακτικότητα, διαισθανόμενος ότι εντέλει θα τον μαστιγώσει καταπρόσωπο. Για τον Βέουμ ο θάνατος εμφωλεύει παντού, στα εκτρωματικά συγκροτήματα των πολυκατοικιών, στον αδυσώπητο βόρειο χειμώνα, στα ιερογλυφικά μιας ιατρικής συνταγής, στα αδειασμένα μπουκάλια ρακής, στα πρωινά της Δευτέρας, στα γκρεμισμένα τοπία της παιδικής ηλικίας, στον έρωτα. Ενας θάνατος ιδωμένος σαν ανάπαυση και παύση των αγωνιών και των πόθων. Ενδεικτική αυτής της κυνικής θέασης η περιγραφή του δολοφονημένου συζύγου: «Κολυμπούσε σε μια λίμνη αίματος, και δεν χρειαζόταν σωσίβιο, ούτε σκοινί διάσωσης. Είχε όμως μια γαλήνια έκφραση στο πρόσωπό του, λες και μόλις είχε σκύψει για να κόψει ένα λουλούδι, και τώρα το μύριζε, παίρνοντας την ευωδιά μέσα του». Ο κομμένος λαιμός του δεύτερου πτώματος παραλληλίζεται με παγερό χαμόγελο.
Το στυφό χιούμορ συνιστά μακράν το γοητευτικότερο στοιχείο της αφήγησης. Οταν οι δραματικές εξελίξεις καταντούν ασφυκτικές, μόνον η ψυχρή ειρωνεία προσφέρεται για την αναπαράστασή τους. Ο ντετέκτιβ του Στόλεσεν επιστρατεύει το σαρκασμό για να αποδράσει από την αυτοκτονική πραγματικότητα που τον περισφίγγει. Στις κατακλείδες των κεφαλαίων, όπου η δράση καταλαγιάζει, ο Βέουμ ενδίδει στην κόπωση και την απόγνωση, προσδοκώντας με λυρική ψυχρότητα την ηδονική αταραξία του θανάτου, μια απαντοχή που αντιμάχεται η σφοδρή επιθυμία της συντροφικότητας, η ανάγκη περιπλάνησης στις ζωές ανθρώπων πρόθυμων να τον διαψεύσουν, να τον επικηρύξουν ή να τον περιθάλψουν. Η προσμονή της επαφής εξουδετερώνει το φόβο της απογοήτευσης. Ο Στόλεσεν, έτσι όπως τον γνωρίζουμε από αυτό το μοναδικό μέχρι στιγμής δείγμα, συναιρεί στις σελίδες του τις πιο αντιπροσωπευτικές επιτεύξεις του αστυνομικού μυθιστορήματος με τη σύνθετη φυσιογνωμία του γενέθλιου τόπου του και το βαρύ, θανατερό άρωμα της σκανδιναβικής λογοτεχνίας που εδώ, έστω και συνειρμικά, παραπέμπει στον Κνουτ Χάμσουν.
ΛΙΝΑ ΠΑΝΤΑΛΕΩΝ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 29/09/2006
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις