Evola, Julius

Ο Julius Evola γεννήθηκε στη Ρώμη στις 19 Μαΐου του 1898, από οικογένεια ευγενών σικελικής καταγωγής. Υπήρξε κύριος εκφραστής της Εσωτερικής Παράδοσης αφήνοντας πίσω του ένα λαμπρό έργο το οποίο χαρακτηρίζεται από μια σειρά εργασιών για τον Βουδισμό,τον Ινδουισμό, τη Γιόγκα και τις Ανατολικές Φιλοσοφίες ενώ παράλληλα εμβαθύνει στην ερμητική παράδοση, την αλχημεία, τον πνευματισμό. Διαφορετικά μονοπάτια που οδηγούν στη φώτιση. Αρχαίες παραδόσεις που μαζί με την Ελληνική, τη Ρωμαϊκή και τη ΒόριαΜυθολογία, την οποία αντιλαμβάνεται ως ένα είδος προϊστορίας, φτάνουν μέχρι τις ιπποτικές και απόκρυφες αφηγήσεις του Μεσαίωνα. Μία αριστοκρατική πολιτιστική κληρονομιά ενάντια στον οικουμενισμό της παγκοσμιοποίησης της σύγχρονης εποχής, υπό το πρίσμα της Μεταφυσικής, όχι μόνο με την απλή ετυμολογική και φιλοσοφική έννοια του όρου "πέραν από το φυσικό", αλλά ως μία εμπειρία "υπερψυχολογική και υπερφυσιολογική". Ίσως είναι αυτό που κάνει τα έργα του Evola δυσνόητα για το ευρύ κοινό. Αυτά τα οποίαγράφει δεν τα έχει μόνο μελετήσει με την ουσιαστική έννοια του όρου μελετώ, αλλά τα έχει βιώσει και αντίστροφα εκείνο το οποίο γράφει χρειάζεται ουσιαστικά, τουλάχιστον να μελετηθεί. Τη παρατήρηση αυτή έρχεται να επιβεβαιώσει η ίδρυση το 1927 από τον ίδιο, μαζί με άλλους Ιταλούς εσωτεριστές και διανοούμενους της εποχής, της ομάδας Ur (Gruppo di Ur). Παράλληλα εκδίδει το μηνιαίο ομώνυμο έντυπο (Ur, 1927-1928) και εν συνεχεία το επίσης μηνιαίο δελτίο Krur (1929). Το φιλοσοφικό του έργο, έρχονταινα συμπληρώσουν μία σειρά από πολιτικά βιβλία, επίσης πνευματικού και παραδοσιακού προσανατολισμού, κύριο πυρήνα του οποίου αποτελεί η τριλογία "Εξέγερση Ενάντια στο Σύγχρονο Κόσμο", "Άνθρωποι Ανάμεσα στα Ερείπια" και "Ιππεύοντας την Τίγρη". Tα παραπάνω συγγράμματα αποτελούν εγχειρίδια επιβίωσης για τους αριστοκράτες της ψυχής της σύγχρονης εποχής, την οποία ο Evola, βαθιά επηρεασμένος από τον Ινδουισμό και την θεωρία των Υuga αντιλαμβάνεται ως τη σκοτεινή εποχή (Kali Yuga), ως την εποχή του τέλους του πολιτισμού αυτού, εποχή της παρακμής και της αποσύνθεσης. Όπως έχει παραδεχθεί και ο ίδιος οι ιδέες και οι απόψεις του Evola διαμορφώνονται υπό την επίδραση του Πλάτωνα, του Nietzsche και της θεωρίας του "Υπερανθρώπου", του Otto Weininger και τη θεωρία της διπολικότητας, καθώς και τη μεταφυσικής αναζήτησης του απολύτου τραγικά εκφρασμένη από τον Μichel Staedter. Ουσιαστική είναι επίσης η επίδραση των Otto Braun, Meister Eckhart, Oswakd Splengler καθώς και του μεγάλου Γάλλου διανοούμενου Rene Guenon. Ο Evola δεν ήταν απλά ένας λόγιος. Το συγγραφικό του έργο ακολουθούν μία σειρά από ποιήματα ("Raaga Blanda", 1969) αλλά και έργα τέχνης τα οποία και επηρέασαν βαθύτατα το ρεύμα του Ντανταϊσμού στο οποίο εντάσσεται. Το 1963 οργανώνεταιγια πρώτη φορά μία έκθεση όλων των έργων του στη γκαλερί "Medusa" της Ρώμης ενώ τα περισσότερα από αυτά κοσμούν σήμερα τόσο ιδιωτικές συλλογές όσο και τη Galleria Nationale d’ Arte Moderna της ιταλικής πρωτεύουσας. Ενεργή υπήρξε επίσης η παρέμβασητου Evola στην πολιτική ζωή της εποχής, η οποία εκφράζεται από μία αντίθεση τόσο ως προς τoν Αμερικάνικο καπιταλισμό όσο κι ως προς τον Μπολσεβικισμό της τότε Σοβιετικής Ένωσης. Πολλοί, λόγω των αριστοκρατικών του ιδεών, βιάστηκαν να τον χαρακτηρίσουν επιπόλαια ως επίσημο διανοούμενο του φασισμού κάτι που όμως ήρθαν να αντικρούσουν, ο ριζοσπαστικός, κι αιρετικός του λόγος σε συνδυασμό με τις επαναστατικές του διακηρύξεις. Πολύ σύντομα το εξαμηνιαίο La Torre (1930) απαγορεύεται με διάγγελμα του ιδίου του Μουσολίνι. Στο La Torre o Εvola εξαπολύει μία δριμύ κριτική στο πολιτικό καθεστώς της εποχής, στη σχέση που αυτό είχε με την καθολική εκκλησία, τους μεγαλοβιομήχανους, καθώς και στη λαϊκιστική του απήχηση στις πλατιές μάζες. Αντίθετα ορθά ρομαντικό και ιδιαίτερα πνευματικό χαρακτηρίζεται το ενδιαφέρον του Evola για τη δομή του εσωτερικού εθνικοσοσιαλιστικού καστικού συστήματος προβλέποντας μάλιστα την είσοδο εθνολογικά ξένων μη-Γερμανών στις τάξεις αυτού, πολύ πριν την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Αμέσως μετά την πτώση του Φασισμού και την Ιταλική συνθηκολόγηση καταφεύγει στην ελεύθερη τότε Ιταλία του Βορρά ενώ συχνές είναι και οι επισκέψεις του στη Γερμανία και την Αυστρία. Το Μάρτιο του 1945 ο Julius Evola, ενώ απολάμβανε τον καθημερινό του περίπατο στους δρόμους της Βιέννης, τραυματίστηκε σοβαρά κατά τη διάρκεια ενός σφοδρού συμμαχικού βομβαρδισμού, ένα ατύχημα το οποίο είχε σαν αποτέλεσμα την παράλυση των κάτω άκρων του για τα υπόλοιπα 30 χρόνια της ζωής του. Eπιστρέφει στην Ιταλία το 1948 όπου και αφοσιώνεται ολοκληρωτικά στο συγγραφικό του έργο. Ο Julius Evola πέθανε στις 11 Ιουνίου του 1974. Η σoρός του αποτεφρώθηκε και οι στάχτες του σκορπίστηκαν όπως και επιθυμούσε στις παγωμένες κορυφές του όρους Rosa γιανα συνεχίσει εκεί την αγαπημένη του άσκηση ορειβασίας.