Κυπριανού, Σπύρος

Ο Σπύρος Κυπριανού γεννήθηκε στις 28 Οκτωβρίου 1932 στην Λεμεσό της Κύπρου. Μετά την ανεξαρτησία, έγινε ο πρώτος υπουργός Εξωτερικών της Κύπρου (1960-1972), μέσα στις τότε εξαιρετικά αντίξοες ψυχροπολεμικές διεθνείς συγκυρίες. Από το 1964 και εξής ο Κυπριανού ανέλαβε καθοριστικές διεθνείς διπλωματικές αποστολές για την αντιμετώπιση των τουρκικών απειλών και της υπόσκαψης της Κυπριακής Δημοκρατίας. Μετά το πραξικόπημα των συνταγματαρχών (1967), άρχισε η υπόσκαψη της Κυπριακής Δημοκρατίας και του Μακαρίου και από την Χούντα των Αθηνών. Από την θέση του υπουργού Εξωτερικών, ο Κυπριανού αγωνίστηκε σθεναρά ενάντια και στον νέο αυτό κίνδυνο. Το 1972, έπειτα από απαίτηση της Χούντας προς τον Μακάριο για αποπομπή του, ο Κυπριανού υπέβαλε την παραίτησή του από υπουργός Εξωτερικών. Ο Μακάριος την έκανε αποδεκτή, προσπαθώντας να βελτιώσει τις σχέσεις Κύπρου-Ελλάδας. Στην δήλωση παραίτησης, ο Κυπριανού επεσήμανε προφητικά, δύο χρόνια πριν το πραξικόπημα και την εισβολή, τον θανάσιμο κίνδυνο διχοτόμησης που διέτρεχε η Κύπρος. Αν και ο Κυπριανού δεν κατείχε κανένα πολιτειακό αξίωμα, μετά την τουρκική εισβολή, ο Μακάριος τον έθεσε επικεφαλής της κυπριακής αντιπροσωπείας στον ΟΗΕ, κατά την συζήτηση του Κυπριακού (Σεπτέμβριος 1974). Το 1976, κατόπιν προτροπής του Μακαρίου, ο Κυπριανού ίδρυσε το Δημοκρατικό Κόμμα, που εξέφραζε ένα κεντρώο όραμα δημοκρατίας, κοινωνικής δικαιοσύνης, χρηστής διοίκησης, διαφάνειας και δίκαιης επίλυσης του Κυπριακού. Ο Κυπριανού εξελέγη Πρόεδρος της Βουλής (1976) και μετά τον θάνατο του Μακαρίου τον διαδέχθηκε στην Προεδρία της Δημοκρατίας (1977), τρία χρόνια μετά το πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή. Αγωνίστηκε για την εμπέδωση της δημοκρατίας, επιτυγχάνοντας, ανάμεσα σε άλλα, και τον αφοπλισμό της ΕΟΚΑ Β΄. Υπηρέτησε αρχικά το υπόλοιπο της προεδρικής θητείας του Μακαρίου και ακολούθως επανεξελέγη Πρόεδρος δύο φορές (1978-1983 και 1983-1988). Κατά τις δύο θητείες του ως Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, ο Κυπριανού προσπάθησε να αξιοποιήσει κάθε δυνατότητα για επανένωση του νησιού, χωρίς να μετακινηθεί από θέσεις αρχών διεθνούς δικαίου και χωρίς να ενδώσει σε πιέσεις για επικίνδυνες υποχωρήσεις που αναπόφευκτα θα νομιμοποιούσαν την διχο­τόμηση. Αγωνίστηκε επίσης για την διακρίβωση της τύχης των αγνοουμένων παρά τα ανυπέρβλητα εμπόδια που, τότε, ήγειρε η Τουρκία. Στην εσωτερική διακυβέρνηση, προώθησε την ταχύτερη δυνατή στέγαση των προσφύγων, την ανοικοδόμηση, την πλήρη αποκατάσταση της καταστραφείσας οικονομίας και την ανάπτυξη του κράτους, γεγονός που αναγνωρίστηκε διεθνώς ως οικονομικό θαύμα. Ο Κυπριανού παρέμεινε στην ενεργό πολιτική δράση και μετά την λήξη της προεδρικής του θητείας (1988). Εξελέγη ξανά Πρόεδρος της Βουλής (1996-2001) και Πρόεδρος του ΔΗΚΟ μέχρι το 2001. Επί της θητείας του στο Υπουργείο Εξωτερικών και στην Προεδρία της Δημοκρατίας εξασφαλίστηκαν πολύτιμα ψηφίσματα του ΟΗΕ υπέρ της Κύπρου, που επιβεβαίωναν την κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα του κυπριακού κράτους και καταδίκαζαν τις εκάστοτε τουρκικές παρανομίες. Στα πολύ σημαντικά αυτά ψηφίσματα στηρίχθηκαν διαδοχικές κυπριακές κυβερνήσεις, και στηρίζονται ακόμη και σήμερα, για την ενίσχυση της θέσης της Κύπρου διεθνώς και για την διεκδίκηση των δικαίων της. Ο Σπύρος Κυπριανού απεβίωσε στις 12 Μαρτίου 2002, σε ηλικία 69 ετών.