0
Your Καλαθι
Επιστροφή στην Οδύσσεια
Δέκα κλασικές μελέτες
Έκπτωση
40%
40%
Περιγραφή
Ο τόμος αυτός εγκαινιάζει τη σειρά "Ακαδημαϊκά Αναγνώσματα στην
Κλασική Φιλολογία", που έχει ως στόχο την τροφοδότηση της
φιλολογικής μας αγοράς με θεμελιώδη μελετήματα ξένων φιλολόγων
σε αξιόπιστες μεταφράσεις.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Ώς το τέλος του 18ου αιώνα οι λόγιοι της μεγάλης ευρωπαϊκής «Δημοκρατίας των Γραμμάτων» έκαναν σπονδές στη μεγαλοφυΐα του Ομήρου. Ύστερα, στα 1795, ο Wolf δημοσίευσε τα «Προλεγόμενα», η γερμανική φιλολογία έβαλε πάνω στο ανατομικό τραπέζι, μαζί με τις Γραφές και το Nibelungenlied, το ομηρικό corpus, αντικατέστησε τα ιμπρεσιονιστικά obiter dicta με τον «σκληρό» ιστορικισμό και την ενδελεχή ανάλυση και έτσι δημιούργησε το δεύτερο, μετά το «Ανατολικό», μέγα ζήτημα του 19ου αιώνα: Πώς και κάτω από ποιες συνθήκες συντέθηκαν τα ομηρικά έπη; Υπάρχει ένας και αδιαίρετος ποιητής που συνέθεσε την «Ιλιάδα» και την «Οδύσσεια»; Υπήρξε γραπτή ή προφορική σύνθεση; Είναι τα δύο έπη, όπως τα ξέρουμε σήμερα, αποτέλεσμα ενός μεγαλοφυούς big bang ή μήπως ο «Όμηρος» είναι μόνο ένα αρχικό στρώμα που θάφτηκε κάτω από αλλεπάλληλες ραψωδικές προσχώσεις στο πέρασμα των χρόνων;
Με το ομηρικό ζήτημα η κλασική φιλολογία και η μεθοδολογία της κραταιώθηκαν, διεκδικώντας στην πνευματική ζωή του 19ου αιώνα θέση και σημασία ανάλογη με αυτήν που είχαν ο στρουκτουραλισμός και ο μεταστρουκτουραλισμός στο δεύτερο μισό του 20ού. Από τα δύο ομηρικά έπη ήταν η πολεμική «Ιλιάδα» που διεκδίκησε αρχικά το μεγαλύτερο μερίδιο φιλολογικής προσοχής σε μια περίοδο όπου ο ακμαίος Ρομαντισμός μελετούσε ευλαβικά την εστίαση της συλλογικής εθνικής ψυχής σε ηρωικές αφηγήσεις· και με αφορμή την «Ιλιάδα» διαμορφώθηκαν αρχικά οι βασικές ερμηνευτικές παρατάξεις των «αναλυτικών», των «ενωτικών», των «νεοαναλυτικών» και των (sit venia verbo) «προφορικών» (Oral Poetry Research). Από τα μέσα περίπου του 19ου αιώνα ο μεταπολεμικός νόστος της Οδύσσειας υψώνει αποφασιστικά το προφίλ του και το νεότερο έπος διατηρεί ώς σήμερα (κυρίως σήμερα) ένα ευδιάκριτο προβάδισμα στην ομηρική φιλολογία.
Ο τίτλος «Επιστροφή στην Οδύσσεια», κάτω από τον οποίο συστεγάζονται οι 10 μεταφρασμένες μελέτες του παρόντος τόμου, είναι και μια υπόκωφη έκκληση προς το ενδιαφερόμενο ελληνόγλωσσο κοινό να παλιννοστήσει σε μια αδιάλειπτη φιλολογική επικαιρότητα. Οι επιλεγμένες μελέτες χαρακτηρίζονται «κλασικές» και είναι κλασικές για περισσότερους από έναν λόγους: γιατί καθεμιά ξεχωριστά και στο σύνολό τους συμπυκνώνουν τον ερμηνευτικό στοχασμό και διευρύνουν τις μεθοδολογικές προσεγγίσεις της μεγάλης γερμανόγλωσσης ομηρολογικής παράδοσης· γιατί διαθέτουν εκείνο το είδος ευρέος ουμανιστικού πέλματος που γίνεται όλο και πιο δυσεύρετο στη σύγχρονη βιβλιογραφία, η οποία τείνει πλέον να μοιράζεται ορθά κοφτά ανάμεσα στη θεωρητικολογική μονομανία από τη μία μεριά και στη σχολαστική αυταρέσκεια από την άλλη· γιατί συνδυάζουν εργαλειακή φιλολογική αρτιότητα και ευρύ φάσμα γραμματολογικών αναφορών. Καταγράφω ονόματα, τίτλους και ημερομηνία πρώτης δημοσίευσης των μελετών: F. Jacoby, «Η πνευματική φυσιογνωμία της Οδύσσειας» (1933)· Κ. Reinhardt, «Οι περιπέτειες της Οδύσσειας» (1948)· F. Klingner, «Οι τέσσερις πρώτες ραψωδίες της Οδύσσειας» (1944)· W. Schadewaldt, «Ο πρόλογος της Οδύσσειας» (1958), «Νέα κριτήρια για την "ανάλυση" της Οδύσσειας» (1959), «Η οργή του Ήλιου στην Οδύσσεια» (1960)· U. Holischer, «Η σιωπή της Αρήτης» (1960), «Η Πηνελόπη και οι μνηστήρες» (1967), «Οδύσσεια: ένα έπος ανάμεσα στο παραμύθι και στη λογοτεχνία» (1983)· W. Suerbaum, «Οι πρωτοπρόσωπες αφηγήσεις του Οδυσσέα» (1968).
Ο αναγνώστης θα βρει εδώ όψεις, κατόψεις και εγκάρσιες τομές του οδυσσειακού κόσμου: τον «αστικότερο» κόσμο της Οδύσσειας (όπου το ένστικτο της ιωνικής «ιστορίης» οξύνει ήδη την πραγματολογική και κοινωνιολογική περιέργεια) που απορροφά το προαστικό και ηρωικό ήθος της «Ιλιάδας»· την αλχημεία που μεταστοιχειώνει την παραμυθική «άγρια σκέψη» στο συντεταγμένο γραμματειακό «είδος» (genre) του έπους· τα προεικάσματα του λυρισμού και τα πρόδρομα συμπτώματα τραγικής έντασης στους μυχούς της οδυσσειακής περιπέτειας· την αφηγηματική οικονομία, την αφηγηματολογική αυτοσυνειδησία, τα άσματα και τα χάσματα του έπους. Στο σύνολό τους οι μελέτες αυτές αποτελούν έναν αξιόπιστο οδηγό για όσους θέλουν να μπαρκάρουν ή να ξαναμπαρκάρουν στην «Οδύσσεια».
Δεν θα χρειαστεί να επιμείνω περισσότερο εδώ στα εγνωσμένης αξίας τιμαλφή που εύστοχα επέλεξαν οι επιμελητές του τόμου. Περνώ στο κεφάλαιο της μετάφρασης. Όπως επισημαίνεται στον πρόλογο του τόμου, τα κείμενα αυτά ελάχιστα έχουν διαβαστεί στη χώρα μας «λόγω του απρόσιτου της γερμανικής γλώσσας». Είναι αλήθεια ότι, αντίθετα με τους Γερμανούς, τα γερμανικά δεν ήρθαν ποτέ πραγματικά σε αυτή τη χώρα. Αλλά, αν δεν μιλάμε για την ιδιόλεκτο των θερινών καμακιών ή για τα συνθήματα και παρασυνθήματα του clubbing, προσωπικά δεν είμαι βέβαιος ούτε για τη φημολογούμενη διάχυση της αγγλικής. Η απλή πραγματικότητα είναι ότι, ακόμη και στα πανεπιστημιακά μας ενδότερα, η ξενόγλωσση ακαδημαϊκή βιβλιογραφία των ανθρωπιστικών επιστημών, και ακόμη πιο συγκεκριμένα στην πτέρυγα της «υψηλής» ερμηνείας (interpretation), είναι καρύδι όπου σπάνε πολλά δόντια. Και καλό θα ήταν να κατανοήσουμε ότι σε τέτοιες περιπτώσεις μπορεί να μη λείπουν μόνο τα λεξιλογικά λήμματα αλλά και οι διανοητικές προσλαμβάνουσες με άλλα λόγια χρειάζεται να είσαι ερευνητικά μάχιμος, βιβλιογραφικά ενήμερος και πολιτισμικά εγρήγορος. Και επειδή μιλάμε για μετάφραση στα ελληνικά, ας το πούμε και αυτό: χρειάζεται να έχεις το «proficiency» και στα ελληνικά ώστε να μπορείς να δεξιωθείς αξιοπρεπώς το προκλητικό αμάλγαμα γλωσσικού και πολιτισμικού πλούτου.
Ακριβώς γι' αυτούς τους λόγους ο αναγνώστης οφείλει χάριτες στους επιμελητές του τόμου. Για να το πω ανεπιφύλακτα και εμφατικά: το μεταφραστικό αποτέλεσμα είναι αδιάπτωτα εξαίρετο. Η δύσκολη ώρα έρχεται όταν ένα μετάφρασμα σε κάνει να νιώθεις σαν νήπιο που χάνει το χέρι της μάνας του στα πιο πυκνά του συνωστισμού· ή όταν ψηλαφάς το μεταφραστικό χέρι του Ιακώβ αλλά σε μπερδεύει η πρωτότυπη φωνή του Ησαύ. Κάποιος έχει μεριμνήσει εδώ να μην υπάρχουν μήτε δύσκολες ώρες μήτε καν αμήχανα δευτερόλεπτα. Και είναι τρανό τεκμήριο μαεστρίας και γνώσης το ότι εδώ το γερμανικό πρωτότυπο δέχεται καλόγνωμα και χωρίς πεισματικά κατάλοιπα να χαλαρώσει μέσα στις πιο αναλυτικές δομές και τροπές μιας εύπορης και λαγαρής νεοελληνικής. Μόνο σπάνια αισθάνεται κανείς ότι ο υποκείμενος ιμπεριαλισμός της τευτονικής συντακτικής περιόδου δοκιμάζει την τύχη του στα ελληνικά, αλλά ακόμη και τότε η νεοελληνική «Autobahn» είναι σχολαστικά σεσημασμένη με ευκρινή και σίγουρη στίξη. Συνελόντι ειπείν, το νεοελληνικό κείμενο είναι προϊόν γλωσσικής υπευθυνότητας και ακαδημαϊκής ειδημοσύνης και τοποθετεί πολύ ψηλά τον πήχυ για τους αγωνιστές του μεταφραστικού στίβου. Ο πρόλογος του τόμου επιμερίζει πρωτοβουλίες, περιοχές ευθυνών και ποσοστά συμμετοχής· αλλά για τους προπτυχιακούς και μεταπτυχιακούς φοιτητές, καθώς και για τα εξατομικευμένα κρούσματα της ευχολογικής αφαίρεσης που ορίζεται ως «ευρύ μορφωμένο κοινό», μεγαλύτερη σημασία έχει που κρατούν στα χέρια τους αυτό το (όμορφα σχεδιασμένο και καλοτυπωμένο) εισιτήριο επιστροφής στην «Οδύσσεια». Αν αυτή η «Επιστροφή» εγκαινιάσει, όπως υπόσχονται οι επιμελητές, μια πραγματικά αξιόπιστη σειρά μεταφρασμένων ακαδημαϊκών αναγνωσμάτων στον χώρο της κλασικής φιλολογίας, τότε αυτός ο γενέθλιος τόμος συνιστά οιωνό άριστο και λόγο πολλαπλού εορτασμού.
Το μεταφραστικό πόνημα αφιερώνεται στον Δ. Ν. Μαρωνίτη, που κρατάει χρόνια τώρα το οδυσσειακό βιβλίο καταστρώματος στα πολύτροπα χέρια του και αρμενίζει μεστός και πλησίστιος στον πόντο του δικού του νόστου «των δ' ετέων αι δεκάδες επτά», και το αντίδωρο στην ώρα του.
Θεόδωρος Δ. Παπαγγελής, ΤΟ ΒΗΜΑ, 03-10-1999
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις