0
Your Καλαθι
Η κρίση στο Κόσοβο
Η Ελλάδα, η διεθνής κοινότητα και τα ΜΜΕ
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
Στα κείμενα αυτού του τόμου όλοι έχουν δίκιο, διότι όλα τα άρθρα χαρακτηρίζει η αγωνία για το μέλλον των Βαλκανίων, άρα και της χώρας μας. Όλοι έχουν δίκιο, διότι σε κανένα από τα κείμενα δεν διαφαίνεται πρόθεση εξυπηρέτησης κάποιου συμφέροντος. Όπως είναι φυσικό, οι απόψεις των συγγραφέων διαφέρουν. Οι τριανταπέντε από τους σαράντα δυο συμφωνούν στο ότι η Νατοϊκή επέμβαση είναι από παράνομη και εγκληματική έως βλακώδης και άχρηστη, ταυτόχρονα όμως δηλώνουν ότι και η θέση του Μιλόσεβιτς εμφανίζει ακριβώς τα ίδια χαρακτηριστικά.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Σπάνια διεθνές ζήτημα, με μη άμεση εμπλοκή της Ελλάδας, απασχόλησε με τόση ένταση αλλά και αδιάλειπτο προβληματισμό τους Έλληνες όσο η τελευταία, ένοπλη φάση του προβλήματος του Κοσσυφοπεδίου. Η επίκαιρη έκδοση ενός βιβλίου με κείμενα κατά τεκμήριο ειδικών σε διαφόρους τομείς αποτελεί εκδοτικό επίτευγμα. «Ζεστά» ακόμη τα κείμενα αυτά, αφού είχαν καταχωρηθεί στον ελληνικό Τύπο στην κορύφωση της κρίσης Απρίλιος-Ιούνιος 1999, προσφέρονται τώρα σε έναν τόμο για ένα κοινό που παραμένει ευαισθητοποιημένο. Η επιλογή των 42 «επωνύμων» που ανθολογούνται, ανάμεσα σε όχι λίγες εκατοντάδες ειδικών, «ειδικών» και αυτόκλητων αναλυτών που στη διάρκεια της κρίσης παρέλασαν από τα ελληνικά ΜΜΕ, δεν ήταν εύκολη επιχείρηση.
Στους 42 ανθολογουμένους συγκαταλέγονται 15 πανεπιστημιακοί κυρίως διεθνολόγοι-πολιτικοί επιστήμονες και νομικοί και τρεις ανένταχτοι πολιτικοί επιστήμονες 13 δημοσιογράφοι-αναλυτές, επτά πολιτικοί από τους οποίους τέσσερις με κυβερνητική σύνδεση στο υπουργείο Εξωτερικών δύο πρέσβεις επί τιμή και ένας αυτοπροσδιοριζόμενος ως συγγραφέας. Αναμφίβολα οι περισσότεροι έχουν περισσότερες της μιας ειδικότητες. Απουσιάζουν όμως οι στρατιωτικοί (αναγκαίοι για τη στρατιωτική αποτίμηση του εν εξελίξει πολέμου), οι ιστορικοί (για τις ιστορικές συνισταμένες της κρίσης) ενώ η παρουσία ενός κειμένου από σοβαρή εκκλησιαστική προσωπικότητα π.χ. του Αρχιεπισκόπου Αλβανίας Αναστασίου ίσως να έδιδε απαντήσεις για τον ρόλο της Εκκλησίας και την επίδραση της θρησκείας στο πρόβλημα του Κοσσυφοπεδίου και κατ' επέκταση στις αντιδράσεις των Ελλήνων.
Στην εισαγωγή του ο εκδότης Βίκτωρ Παπαζήσης, καταθέτοντας τους δικούς του προβληματισμούς για το πρόβλημα, βρίσκει ότι και οι 42 «έχουν δίκιο». Φαίνεται ότι, κατά τη ναστραδίνεια λογική, και αυτός έχει δίκιο. Από διαφορετικές αφετηρίες οι συγγραφείς, είτε αναλύοντας τα γεγονότα είτε καταθέτοντας τις δικές τους αντιδράσεις στα τεκταινόμενα, επιτυγχάνουν να δώσουν μια εντυπωσιακή συνισταμένη της ουσίας της ελληνικής στάσης και θεώρησης της κρίσης. Περισσότεροι από τους μισούς σχολίασαν την επιλογή ΗΠΑ-ΝΑΤΟ για τους βομβαρδισμούς. Και όλοι τους, με μία εξαίρεση (του Ριχάρδου Σωμερίτη), υπήρξαν επικριτικοί. Οι κύριες ενστάσεις τους ήταν ότι η επέμβαση θεσμοθετεί την αυθαιρεσία, ότι αντιβαίνει στο διεθνές δίκαιο, ότι η επίκληση προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων υπήρξε επιλεκτική και κατά συνέπεια μη πειστική και ότι, αντίθετα, η πρωτοφανής αυτή επιχείρηση κύριο σκοπό είχε την καθιέρωση του νέου δόγματος του ΝΑΤΟ για διεθνείς επεμβάσεις.
Στο μεγάλο δίλημμα «εθνική κυριαρχία» ή «ανθρώπινα δικαιώματα» φαίνεται να υπάρχει κατ' αρχήν σημαντικό ποσοστό συμφωνίας ότι η παραδοσιακή αντίληψη για το απόλυτο προβάδισμα της εθνικής κυριαρχίας έχει υποχωρήσει μπροστά στην ανάγκη αντιμετώπισης περιστατικών βάναυσης καταπάτησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ο τρόπος όμως που επέλεξαν οι ΗΠΑ-ΝΑΤΟ να εφαρμόσουν στην πράξη το εκκολαπτόμενο «doctrine of human rights warfare» (!) κατά την κυνική διατύπωση αναλυτή στην «International Herald Tribune» κατέστησε ιδιαίτερα προσεκτικούς τους αναλυτές. Μπροστά στον κίνδυνο αυθαίρετων επιλογών, προτιμούν να αναμείνουν πρώτα τη θεσμοθέτηση ισχυρών δεσμευτικών κανόνων, προτού υπονομευθεί η αρχή της εθνικής κυριαρχίας. Είναι ενδιαφέρον ότι η θέση αυτή προβλήθηκε και από επιστήμονες κύρους γνωστούς για τους αγώνες τους για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων (Ν. Αλιβιζάτος ) και τις εμπεριστατωμένες μελέτες τους για την προστασία των μειονοτήτων (Α. Ηρακλείδης). Ούτε ένας δεν βρέθηκε να στηρίξει το «δόγμα Μπλερ».
Ανάλογη ομοφωνία εκδηλώθηκε, με μία μόνο επιφυλακτική εξαίρεση (Ιωακειμίδη), στη διαπίστωση ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν στάθηκε ικανή να δράσει προληπτικά αλλά ούτε και για να φράξει την οδό προς ένοπλη επέμβαση. Ενδιαφέρουσα είναι επίσης η σύμπτωση αρνητικών απόψεων για τον Μιλόσεβιτς. Όσοι αναφέρθηκαν σ' αυτόν, ακόμη και κυβερνητικοί αξιωματούχοι, υπήρξαν αρνητικοί. Δεν έλαβαν όμως τη μορφή δαιμονολογίας (με μία εξαίρεση), στράφηκαν ενάντια στους Σέρβους. Στον αντίποδα της ομοφωνίας, διαπιστώνεται ένας πλουραλισμός απόψεων για τα αίτια που προκάλεσαν τη στρατιωτική επέμβαση ΗΠΑ-ΝΑΤΟ. Οι περισσότεροι εκτιμούν ότι στόχος τους ήταν η τιμωρία Μιλόσεβιτς-Σέρβων (αν και ένας μίλησε για συνολική «καταστροφή» των Σέρβων). Πιο επιγραμματικά, άλλος αναλυτής (Α. Παπαχελάς) επέλεξε όχι αναίτια την ψυχανάλυση για να ερμηνεύσει την απόφαση του προέδρου Κλίντον να μετατρέψει τη διαμάχη με τον Μιλόσεβιτς σε ένα ιδιότυπο bras-de-fer. Και αυτό «υπό την ψυχολογική πίεση και συνδρομή της κ. Όλμπραϊτ που παρά τις αντιρρήσεις του Πενταγώνου υποστήριζε ότι "οι Σέρβοι και ειδικά ο κ. Μιλόσεβιτς πρέπει να διδαχθούν ένα σκληρό μάθημα"». Δύο ή τρεις αναλυτές φάνηκαν να δίδουν πίστη στην κύρια ιδεαλιστική επιχειρηματολογία για αποτροπή της «εθνοκάθαρσης» και προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των αλβανών Κοσοβάρων. Στην ανάλυσή τους όμως διαβλέπουν αίτια και όχι στόχους. Το κυριότερο οφείλεται στην άγνοια ή και στην ανικατότητα κυρίως των αμερικανών εμπειρογνωμόνων και πολιτικών να εκτιμήσουν τις συνέπειες του στρατιωτικού εγχειρήματος και ιδιαίτερα την ανθεκτικότητα αντίστασης των Σέρβων. Το άλλο εστιάζεται στην έμμονη ιδέα ότι μια πλήρης «νίκη» θα διασφάλιζε το γόητρο και τον ηγεμονικό ρόλο των ΗΠΑ. Είναι ενδιαφέρον ότι η συνήθης για πολλούς Έλληνες στο παρελθόν αξιολόγηση περί «ανταγωνισμών» των μεγάλων Δυνάμεων αναφέρεται μόνο από έναν αναλυτή (Κύρκος). Βέβαια η καλειδοσκοπική αιτιολόγηση από τους έλληνες αναλυτές της στρατιωτικής επιλογής οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές του εγχειρήματος, με τις πράξεις και τις επίσημες δηλώσεις τους, καλλιέργησαν παγκοσμίως σύγχυση ως προς τις επιδιώξεις τους και αντιφατικές εικόνες ως προς τα κίνητρά τους.
Αν στραφούμε τώρα στο θέμα «Ελλάδα-κρίση» βλέπουμε ότι έμμεσα ή άμεσα υπάρχει σύμπτωση διαπιστώσεων ότι για τη χώρα μας δεν υπήρχε άλλη ουσιαστική επιλογή από αυτή που ακολούθησε η κυβέρνηση. Υπάρχουν ορισμένες διαφοροποιήσεις ως προς την τακτική που προτείνουν ορισμένοι σε συγκεκριμένα θέματα, όχι όμως ως προς τις στρατηγικές επιλογές.
Στο θέμα της παρουσίασης της κρίσης από τα ΜΜΕ υπάρχει μια τεκμηριωμένη επικριτική ανάλυση των ΜΜΕ (Γ. Παντελάκης) ενώ από την άλλη μεριά διαπιστώνεται έλλειψη ουσιαστικής και σε βάθος γνώσης του προβλήματος στην ελληνική κοινή γνώμη (Παπασπηλιόπουλος). Οσοι θέλησαν να ριψοκινδυνεύσουν εκτιμήσεις για τις συνέπειες που θα έχει ο πόλεμος (ας μην ξεχνούμε ότι τα άρθρα γράφηκαν ενώ διαρκούσαν οι βομβαρδισμοί) επισήμαναν ότι οι βομβαρδισμοί θυσίασαν μεταξύ άλλων και το μεταδιπολικό δυτικό σύστημα ασφάλειας, οδηγώντας τη Ρωσία πίσω στην περιθωριοποίηση. Το σύστημα ασφάλειας του ΟΗΕ αποσταθεροποιήθηκε και ολόκληρη τη Βαλκανική βγαίνει οικονομικά βαριά τραυματισμένη. Με τη Γιουγκοσλαβία να προσπαθεί να επουλώσει τις οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές πληγές για τα επόμενα χρόνια, ο UCK θα παραμείνει ανεξέλεγκτος από τους Δυτικούς. Για την Ελλάδα, η οικονομική και πολιτική καταστροφή της περιοχής και η προοπτική κατάτμησής της σε πλείονα αδύναμα κρατίδια θα απομακρύνει τις προοπτικές συγκρότησης μιας δυναμικής υποπεριφέρειας στη ΝΑ Ευρώπη (Παπανδρέου). Όσοι αποτόλμησαν, στη δίνη των βομβαρδισμών, να προχωρήσουν στο τι «δέον γενέσθαι» χρησιμοποίησαν τη λέξη «ισχυροποίηση» προς τρεις κατευθύνσεις: την «Ευρώπη», το «Διεθνές Δίκαιο» και το «Σύμφωνο Σταθερότητας».
Δύο λέξεις όμως και για όσα δεν ειπώθηκαν μέσα από τα 42 κείμενα. Το πρόβλημα του Κοσσυφοπεδίου αυτό καθαυτό ελάχιστα απασχόλησε. Για το είδος της λύσης που θεωρούν αναγκαία ή λυσιτελή, τρείς μόνο (Α. Μπρεδήμας, Χ. Ροζάκης, Ρ. Σωμερίτης) αναφέρθηκαν στην κλασική φόρμουλα «ευρεία αυτονομία στους Κοσοβάρους, αλλά χωρίς αλλαγή των συνόρων της Γιουγκοσλαβίας», ενώ ένας τέταρτος (Βερέμης) αφήνει ανοιχτό στο μέλλον και το ενδεχόμενο της ανεξαρτησίας. Επίσης, ένας πάλι μόνο (Ροζάκης) αναζητεί τις ρίζες του προβλήματος στη διελκυστίνδα του ιστορικού ανταγωνισμού και των συγκρούσεων για έλεγχο της περιοχής.
Το κενό αυτό οφείλεται αναμφίβολα στο γεγονός ότι οι επιλεγέντες αναλυτές, υπό την επήρεια του σοκ της επιδρομής των ΗΠΑ-ΝΑΤΟ κατά της Σερβίας, εστίασαν την προσοχή τους στον «νέο» πόλεμο. Την ίδια όμως στιγμή έφθανε στη δραματική κορύφωσή του ο άλλος, ο υπαρκτός σερβοαλβανικός πόλεμος. Ένας πόλεμος που είχε αρχίσει το 1913 με την εκχώρηση της οθωμανικής επαρχίας του Κόσοβο στη Σερβία, και 86 χρόνια αργότερα, στα ορεινά πεδία των μαχών και στις ρούγες των πόλεων του Κόσοβο, ανάμεσα στους αντάρτες του UCK και στις ένοπλες δυνάμεις των Σέρβων, εξελισσόταν η τελική και γι' αυτό η σκληρότερη αναμέτρηση των δύο αντιπάλων. Πρόσκαιρα, μακριά από τις κάμερες της τηλεόρασης. Επρόκειτο για μια διαδικασία αλληλοεξόντωσης στον βωμό της «εθνικής ολοκλήρωσης». Ανάλογη με αυτή που έναν αιώνα πριν είχαν περάσει οι Έλληνες, οι Βούλγαροι, οι Σέρβοι και αυτοί οι Τούρκοι. Οι βόμβες του ΝΑΤΟ και οι επιλογές των διεθνών τηλεοπτικών συνεργείων απέκρυψαν το τέλος αυτού του πολέμου που οδεύει όχι στη νίκη του Κλίντον, του ΝΑΤΟ, των αρχών του δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά στον θρίαμβο των εθνικιστών Αλβανών ενάντια στους εθνικιστές Σέρβους.
Ευάγγελος Κωφός, «ΤΟ ΒΗΜΑ», 25-07-1999
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις