0
Your Καλαθι
Μετανάστες στην Ελλάδα
Περιγραφή
Οι μετανάστες στην Ελλάδα της αλλαγής του αιώνα συχνά υποδεικνύονται ως αίτιοι (συνήθως αρνητικοί) μιας σειράς φαινομένων της σύγχρονης κοινωνίας. Την ίδια στιγμή στο τραπέζι τίθεται το ζήτημα-αίτημα της αναγνώρισής τους ως υποκειμένων όχι μόνο δικαιωμάτων, αλλά και λόγου.
Αυτός ο συλλογικός τόμος με περισσότερες από τριάντα παρεμβάσεις ανασυνθέτει και εμπλουτίζει τη συζήτηση για -και με- τους μετανάστες: από τον επιστημονικό λόγο και το λόγο των μεταναστών και των κοινοτήτων τους μέχρι εκείνο των κινημάτων αλληλεγγύης.
Δεν μπορεί έτσι παρά να οδηγήσει στον αναπροσδιορισμό των όρων αυτής της συζήτησης. Με κριτική διάθεση, ανατροπές και ενστάσεις απέναντι στις κυρίαρχες προσεγγίσεις, αναδεικνύει στους μετανάστες τα πολιτικά και κοινωνικά υποκείμενα της ελληνικής πραγματικότητας.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Μια πολιτική παρέμβαση σε τοπικό επίπεδο οδηγεί σε μια πρωτότυπη και εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, πολιτικά και επιστημονικά, έκδοση. Σ' αυτήν παρουσιάζονται κοινωνιολογικές, οικονομικές, πολιτικές, νομικές και πολιτισμικές διαστάσεις της μετανάστευσης στην Ελλάδα στη διασύνδεσή τους, ενώ παράλληλα παίρνουν το λόγο δεκατρείς κοινότητες μεταναστών και τρεις μετανάστες και αναδεικνύουν το έργο τους οργανώσεις με αντιρατσιστική δράση. Το βιβλίο ολοκληρώνεται με τις προτάσεις μη κυβερνητικών οργανώσεων για τους μετανάστες και τους πρόσφυγες, καθώς και με φωτογραφίες μεταναστών στην Αθήνα, του Γ. Μπουράκη.
Ο τόμος αυτός είναι αποτέλεσμα μιας προσπάθειας παρέμβασης στο δημόσιο λόγο γύρω από τη μετανάστευση στη χώρα μας. Αφετηρία της απόπειρας υπήρξε η οργάνωση από την Αριστερή Πολιτική Ομάδα Φοιτητών/Φοιτητριών ΑΚ-98 και την Εταιρεία Πολιτικού Προβληματισμού «Νίκος Πουλαντζάς» σειράς εκδηλώσεων για τους μετανάστες το Μάιο του 1999, στα Ιωάννινα. Η διπλή λογική που διέπει τον τόμο είχε φανεί ήδη στη διάρθρωση του προγράμματος των εκδηλώσεων αυτών: α. να αναλυθεί μέσα από τις προσεγγίσεις πολλών επιστημονικών πεδίων η αλληλόδραση των παραμέτρων και των ενεργειών που συγκροτούν το μεταναστευτικό φαινόμενο και β. να αναδειχθεί ο πολιτικός λόγος των μεταναστευτικών και των αντιρατσιστικών οργανώσεων. Τελικός στόχος του εγχειρήματος είναι η ανασύνθεση των διαφορετικών λόγων «σε ένα κοινό έδαφος, που δεν μπορεί παρά να συγκροτείται σε αξιακό πεδίο και να συνιστά ένα πολιτικό, εκτός από επιστημονικό, πρόταγμα.»
Η μετανάστευση αναλύεται ως μέρος της οργάνωσης της ελληνικής κοινωνίας (Η. Β. Πετράκου), εξετάζεται σε συνάρτηση με τις διαδικασίες συγκρότησης και ανασυγκρότησης της έννοιας του «Ελληνισμού» και με τους εκάστοτε αποκλεισμούς από την ελληνική υπηκοότητα (Δ. Χριστόπουλος). Παράλληλα, όμως, η μετανάστευση προς την Ελλάδα εντάσσεται στο ευρύτερο φαινόμενο της μετακίνησης πληθυσμών από τις αναπτυσσόμενες χώρες προς τα κράτη της νότιας Ευρώπης, τα οποία παρουσιάζουν ορισμένα κοινά σημεία, όπως η ισχυρή παραοικονομική δραστηριότητα, η ύπαρξη πολλών μικρών ή μεσαίων οικογενειακών επιχειρήσεων, η ελλιπής νομοθετική ρύθμιση και ο αδύναμος κρατικός έλεγχος. Επισημαίνεται, εξάλλου, η σημασία τού ακόμα ευρύτερου πλαισίου της σημερινής παγκόσμιας αγοράς εργασίας με την ανάπτυξη του τριτογενούς τομέα, τη ζήτηση ελαστικού εργατικού δυναμικού και την απασχόλησή του σε άτυπες μορφές εργασίας. Η παγκόσμια αναδιοργάνωση της οικονομίας έχει διαμορφώσει μια νέα κατανομή εργασίας, η οποία ευνοεί την παράνομη εργασία, την υποαπασχόληση, τις πολλαπλές απασχολήσεις και την πρόσληψη εργατικού δυναμικού χωρίς κοινωνικά δικαιώματα (Η. Ιωακείμογλου, Ι. Ψημμένος, Θ. Ιωσηφίδης, Ε. Μάρκοβα, L. Υ. Canete).
Το θεσμικό πλαίσιο που διαμορφώθηκε με το νόμο 1975/91 για τους μετανάστες δημιουργούσε τις προϋποθέσεις για τη διόγκωση της «παράνομης» μετανάστευσης. Η κατασταλτική και αποτρεπτική πολιτική του ελληνικού κράτους μπορεί να οδήγησε σε 2.000.000 απελάσεις, κυρίως Αλβανών, μεταναστών έως το 2000, να γέμισε τα κρατητήρια με ξένους και συνολικότερα να ποινικοποίησε και να εγκληματοποίησε τη μετανάστευση, παράλληλα ωστόσο παρείχε φτηνά και πειθήνια -καθότι «παράνομα»- εργατικά χέρια στον αγροτικό τομέα, στις οικοδομές και, γενικότερα, στη δευτερεύουσα αγορά εργασίας και την παραοικονομία. Ο νόμος αυτός δεν στερούσε από τους ανεπίσημους μετανάστες μόνο το δικαίωμα της ισότιμης αμοιβής ή της κοινωνικής ασφάλισης, αλλά ακόμα και κάθε πρόσβαση στις δημόσιες υπηρεσίες, με αποτέλεσμα οι ίδιοι να αποκλείονται από την ιατρική φροντίδα και τα παιδιά τους από τον εκπαιδευτικό θεσμό. Ακόμα και μετά την πρώτη -υπονομευμένη εξαρχής- μαζική νομιμοποίηση των μεταναστών, που ολοκληρώθηκε στις αρχές του 1998, η ελληνική μεταναστευτική πολιτική εξακολουθούσε να βασίζεται στην αρχή της προσωρινότητας της παραμονής και στην καταστολή, οδηγώντας έτσι στην αναπαραγωγή της παράνομης εργασίας και του κοινωνικού αποκλεισμού (Ι. Κούρτοβικ, Σ. Γεωργούλας).
Ο κυρίαρχος δημόσιος λόγος που αναδύθηκε από τα ΜΜΕ αντικατόπτριζε αυτές τις σχέσεις εξουσίας, συμβάλλοντας ταυτόχρονα στην αναπαραγωγή τους. Με τη διόγκωση ή ακόμα και την κατασκευή ειδήσεων εγκληματικών ενεργειών, οι οποίες χρησιμοποιούσαν την εθνικότητα ως «παν-περιεκτική ιδιότητα», διαμορφώθηκε και αναπαρήχθη μια στερεότυπη αρνητική εικόνα για τους «λαθρομετανάστες» (Μ. Παύλου). Βέβαια, τόσο οι νόμοι όσο και ο κυρίαρχος δημόσιος λόγος διαχώρισαν τους «ομογενείς» από τους «αλλογενείς» μετανάστες, αντιμετωπίζοντας -υλικά και συμβολικά- με διαφορετικό τρόπο τους Ελληνο-Αλβανούς (τους γνωστούς μας Βορειοηπειρώτες) και τους Πόντιους της πρώην ΕΣΣΔ από τους υπόλοιπους μετανάστες (Σ. Γεωργούλας, Μ. Βέικου).
Η ιδιότητα του πολίτη -το δικαίωμα ενεργητικής ένταξης σε μια κοινωνία- χορηγείται μέχρι σήμερα από τα περισσότερα κράτη, ανάμεσα στα οποία και το ελληνικό, βάσει των «ιδανικών» του «αίματος» και του «εδάφους», αποκλείοντας άλλοτε τους οικονομικά αδύνατους, άλλοτε τις γυναίκες, άλλοτε ομάδες αντιφρονούντων, άλλοτε μειονότητες και σήμερα τους «αλλογενείς» μετανάστες. Οπως αναλύεται σ' ένα από τα καλύτερα κείμενα του τόμου, οι αποκλεισμοί αυτοί όμως, παρά το ότι παρουσιάζονται κάθε φορά ως φυσικοί, κατασκευάζονται κοινωνικά. Τα κριτήρια βάσει των οποίων αποκλείονται από την ιδιότητα του πολίτη οι εκάστοτε παρίες είναι πάντα ρευστά, αποτελούν διακύβευμα πολιτικών και κοινωνικών συγκρούσεων. (Δ. Χριστόπουλος)
Οι μετανάστες αποτελούν πλέον συστατικό μέρος της ελληνικής κοινωνίας. Απέχουμε όμως ακόμα πολύ από την αναγνώριση της νέας πραγματικότητας και τη θεσμική κατοχύρωση των δικαιωμάτων τους, όπως, εξάλλου, φάνηκε και από τις διατάξεις του πρόσφατου νόμου 2910/01. Συσσωματώσεις ξένων εργατών και ελληνικές αντιρατσιστικές οργανώσεις -παράλληλα με τη δράση τους ενάντια σε άλλες μορφές αποκλεισμού- έχουν, ωστόσο, διατυπώσει ήδη το αίτημα της χορήγησης στους μετανάστες πολιτικών δικαιωμάτων στις τοπικές εκλογές ύστερα από πενταετή παραμονή και ελληνικής υπηκοότητας ύστερα από δεκαετή παραμονή, επαναπροσδιορίζοντας τους ορίζοντες του εφικτού. (Δέκα θέσεις των μη κυβερνητικών οργανώσεων για τους μετανάστες και τους πρόσφυγες.)
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 και ύστερα δημοσιεύτηκαν αρκετές μελέτες για τη μετανάστευση στην Ελλάδα. Πολλές ωστόσο όψεις του φαινομένου δεν έχουν αναλυθεί επαρκώς, ενώ η επιστημονική και η πολιτική συζήτηση παραμένουν στο περιθώριο του δημόσιου λόγου. Παρά κάποιες αδυναμίες του τόμου (άνιση τεκμηρίωση των άρθρων, μεμονωμένα σημεία στα οποία η επιχειρηματολογία φαίνεται ότι αγνοεί νεότερες προσεγγίσεις της ελληνικής ιστοριογραφίας, ορισμένα προβλήματα στην επιμέλεια), παρόμοια εγχειρήματα συμβάλλουν στη διερεύνηση των επισκιασμένων σχέσεων εξουσίας, που διαμορφώνουν, συγκροτούν ιεραρχικά και εμφανίζουν τις διαφορές ως αναλλοίωτες και αναδεικνύουν νέα κοινωνικά αιτήματα.
ΛΙΝΑ ΒΕΝΤΟΥΡΑ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 12/10/2001
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις