Ο Άντριαν Μολ στα χρόνια του Καπουτσίνο

Έκπτωση
25%
Τιμή Εκδότη: 26.49
19.87
Τιμή Πρωτοπορίας
+
155925
Συγγραφέας: Τάουνσεντ, Σου
Εκδόσεις: Κανάκης
Σελίδες:372
Μεταφραστής:ΚΑΣΤΑΝΑΡΑΣ ΓΙΑΝΝΗΣ
Ημερομηνία Έκδοσης:01/01/2004
ISBN:9789607420749
Διαθεσιμότητα στα βιβλιοπωλεία μας
Αθήνα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Θεσσαλονίκη:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Πάτρα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες

Περιγραφή


Στο πέμπτο βιβλίο της σειράς των ημερολογίων του, ο Άντριαν Μολ, στα τριάντα του χρόνια είναι πλέον χωρισμένος πατέρας, σεφ γνωστού εστιατορίου στο Λονδίνο και έτοιμος να ξεκινήσει τηλεοπτική καριέρα ως παρουσιαστής εκπομπών μαγειρικής. Ωστόσο, δεν έχει εγκαταλείψει τη μόνιμη συνήθειά του να ανησυχεί για τους πάντες και τα πάντα. Θα μπορέσει ποτέ να ξεπεράσει τον έρωτά του για την Πανδώρα; Θα βρει επιτέλους εκδότη για τα βιβλία του; Μήπως του πέφτουν τα μαλλιά; Τι κάνει η μητέρα του μέσα στο αυτοκίνητο του πατέρα της Πανδώρας; Νιώθοντας όλο και περισσότερο ότι «ο κόσμος λειτουργεί με έναν κώδικα στον οποίο του έχουν αρνηθεί την πρόσβαση», ο Άντριαν συνεχίζει την προσπάθειά του να τα βγάλει πέρα σε μια όλο και πιο χαώδη πραγματικότητα με μόνο όπλο την -πολλές φορές αθέλητα- καυστική και διασκεδαστική πένα του, στα πιο πολυδιαβασμένα ημερολόγια της τελευταίας εικοσαετίας.

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου







ΚΡΙΤΙΚΗ



«Τα χιουμοριστικά βιβλία της Τάουνσεντ είναι ιλαρά, δεν σταθμεύουν συνήθως στο απλό ευφυολόγημα και ηθολογούν αποτελεσματικά»

Οσα σημειώνονταν με την ευκαιρία παλαιότερης παρουσίασης από τη «Β» άλλου βιβλίου με ήρωα τον Αντριαν Μολ («Τα χρόνια της μοναξιάς») της ικανής αυτής Αγγλίδας θεατρικής συγγραφέα και πεζογράφου, ισχύουν απολύτως και για το «Στα χρόνια του καπουτσίνο».

Και εδώ η μόνιμη περσόνα της Τάουνσεντ, ο Αντριαν Μολ, πάνω από τα τριάντα, συνεχίζει να γράφει στο φανταστικό του ημερολόγιο. Κρατώντας το νήμα των προηγουμένων εξομολογήσεών του εξακολουθεί να αυτοσαρκάζεται, να θίγει με γλυκόπικρο χιούμορ τα της προσωπικής του ζωής, ερωτικής και μη, να κοιτάζει γύρω του τα κοινωνικά πράγματα με πρωτογενή περιέργεια αλλά και ειρωνεία, να αποκτά μεγαλύτερη αυτογνωσία.

Η Τάουνσεντ ηθολογεί όχι στη γραμμή συγγενικών φωνών της κλασικής ευρωπαϊκής λογοτεχνίας αλλά κοντά σε ευχάριστα πρότυπα που ανιχνεύονται σε μια πιο ελαφρά γραφή στο χώρο του σινεμά ή του καμπαρέ. Οι αναπόφευκτες διαπιδύσεις ανάμεσα στις Τέχνες που γίνονται πια φανερές σήμερα, μας επιτρέπουν άκοπα να διαπιστώνουμε τα δάνεια, τα οποία κάθε ευφυής δημιουργός συνάπτει για να βοηθήσει το έργο του. Εν προκειμένω μπορούμε να πούμε ότι ο Μολ οφείλει περισσότερα στην τυπολογία της αμερικανικης κωμωδίας παρά στη λογοτεχνία. Ισως και στα γραπτά του Γούντι Αλεν, για να είμαστε ακριβείς. Φυσικά αυτό δεν σημαίνει ότι η Τάουνσεντ αγνοεί τους μεγάλους ηθολόγους της χώρας της όπως και της γειτονικής Γαλλίας. Υπάρχει πίσω από τον ανάλαφρο, κάπως τηλεοπτικό της ήρωα ένα πιο απαιτητικό φόντο από αυτό που βλέπουμε με πρώτη ματιά. Πρόκειται μάλλον για το βρετανικό φλέγμα εμβαπτισμένο σε μια πιο τρέχουσα αίσθηση της ειρωνείας, η οποία, όμως, δεν γίνεται χυδαία ή μπανάλ. Μπορεί ο Μολ να παίζει κάπως ανώδυνα με κάποιες έννοιες, όμως από το βάθος των αποστροφών ή των σκέψεών του επιστρέφει μια πικρή ηχώ, αλλοιωμένη η φωνή του.

Να θυμίσω ότι η παραγωγική και πνευματώδης Τάουνσεντ (γεννημένη το 1946), η οποία ξεκίνησε την καριέρα της στο χώρο της πεζογραφίας σκιτσάροντας με αυτοβιογραφικές πινελιές μία ηρωίδα («Το ημερολόγιο μιας κοπέλας στο σχολείο ηλικίας 4 1/4» ), όταν καταπιάστηκε με τον Μολ και τα γραπτά του μας πρότεινε έναν ολοκληρωμένο χαρακτήρα, αντρικό αυτή τη φορά. Κάποιον που «οξειδώνεται» καθώς μεγαλώνει, αλλά και διατηρεί παράλληλα όση δηκτικότητα και αυτοσαρκασμό μπορεί να διαθέτει ένας ευφυής άνθρωπος. Ενα πρόσωπο που γερνάει μαζί με τη δημιουργό του, που σημαίνει, βέβαια, ότι είναι ένα ηχείο και ένας καθρέφτης της.

Γνωστή αυτή η μέθοδος τόσο από τη γραμματολογία όσο και από τη φιλμογραφία. Εκτός των άλλων ελκυστικών στοιχείων που διαθέτει αυτή η πρακτική, συγκινεί με τον τρόπο χειρισμού του φανταστικού ήρωα εν σχέσει προς τον αληθινό κόσμο. Ο Μολ, αυτό το πρόσωπο που περνάει από βιβλίο σε βιβλίο, μένει και εξωλογοτεχνικά ενσαρκωμένος, τουλάχιστον όσο ζει η τροφός του. Θέλω να πω ότι ακολουθεί παράλληλη διαδρομή με τη φανταστική του πορεία. Δηλαδή, αφού πρόκειται να υπάρξει και μετά το τέλος ενός μυθιστορήματος, είναι ζωντανός και στη συνέχεια εκτός κειμένου. Ας θυμηθούμε πρόχειρα τον Σέρλοκ Χολμς του Κόναν Ντόιλ, που έφθασε να έχει λάβει υπόσταση και εκτός των ιστοριών του δημιουργού του σε τέτοιο βαθμό, ώστε να οδηγήσει σε διάφορα αδιέξοδα, όπως ξέρουμε, τον τελευταίο: να μία ωραία και κάπως επικίνδυνη, αν θέλετε, όψη της «ποιητικής» μαγείας.

Στον «...καπουτσίνο», γραμμένο το 1997, ο τριαντάχρονος Μολ παίρνει τις πρώτες πικρές γεύσεις μιας ωριμότητας που ορισμένως, δυστυχώς, δεν τον κάνουν σοφότερο. Ευτυχώς κάποιες άλλες τον ασκούν ψυχικά. Η όμορφη και πλούσια Νιγηριανή γυναίκα του τον εγκαταλείπει, το παιδί τους το ανατρέφουν οι γονείς του, δύο θεόμουρλοι Βρετανοί μικροαστοί, ο ίδιος έχει μάλλον αποτύχει ως σεφ σε γνωστό εστιατόριο, το μόνιμο αντικείμενο του έρωτά του, η Πανδώρα, πολιτεύεται, ενώ το άστρο του Μπλερ ανεβαίνει στο στερέωμα. Η ηλικία του ήρωα αρχίζει να αφήνει τα σημάδια της στο σώμα του, ανάμεσα στα άλλα μικρά και μεγάλα δεινά που σωρεύονται κι εκείνος πρέπει να τα αντιμετωπίσει με ειρωνική στωικότητα, αν και κάποτε χρειάζεται να εκπλαγεί κιόλας.

Οι Βρετανοί αναγνώστες συμπαθούν τον Μολ γιατί τον αντιμετωπίζουν σαν ένα χαριτωμένο και ελαφρά παραμορφωτικό κάτοπτρο των αδυναμιών τους. Ακακο, είναι αλήθεια, κάποτε συγκαταβατικό υπερβολικά, συνολικά, όμως, όσο χρειάζεται οξύ μέσα στη συμπάθεια που περικλείει για τη βρετανική ζωή. Στα ηθολογικά, όπως ξέρουμε, οι συμπατριώτες του Φίλντιγκ, του Θακερέι και των Μόντι Πάιθον δεν αστειεύονται. Το χιούμορ τους απέναντι στα κοινά σπάει κόκαλα, δεν αφήνει τίποτα όρθιο.

Εναν αντίστοιχο Αντριαν Μολ δεν μπορούμε να έχουμε εμείς στην Ελλάδα. Εναν σύγχρονο, αντιπροσωπευτικό μας ήρωα, έστω «ελαφρών βαρών», ο οποίος να μας κοιτά και να τον κοιτάζουμε. Που να είναι σε θέση να αυτοσατιρίζεται και να μας σατιρίζει, ικανό να συγκεντρώνει στο προφίλ του το δικό μας. Ισως επειδή δεν έχουμε συγκεκριμένο στίγμα, αλλά πολλά. Διότι είμαστε ρευστοί κοινωνικά και εσωτερικά. Παλαιότερα η τυπολογία χαρακτήρων που γεννούσαν η κωμωδία, η επιφυλλιδογραφία ακόμα και το χρονογράφημα αφορούσε μια κοινωνία με «στάνταρντς», πιο ψηλαφίσιμη. Σήμερα δεν είναι εύκολο να γίνει στόχος δημιουργικής σάτιρας ένας κόσμος που δεν παίρνει σοβαρά τον εαυτό του εκ προοιμίου. Καθένας μας είναι ένας κωμωδός χωρίς κοινό που αυτοαναλώνεται.

Αντιθέτως, ο Βρετανός Μολ στο περιβάλλον του έχει τη δυνατότητα να σκοπεύσει σταθερά και να πετύχει κέντρο σε μια κοινωνία με ιστό. Και επειδή η Αγγλία δεν είναι και κανένας Παράδεισος, παρ' ότι η συγγραφέας μάς δείχνει να την αγαπά, χτυπάει τα τρωτά, που είναι πολλά και ποικίλα. Η Τάουνσεντ έχει να καταμαρτυρήσει πλείστα όσα εναντίον των συμπατριωτών της. Τα πάντα περνούν από την άλεσή της: πολιτική, σχέσεις, μίντια, κοσμική ζωή, ήθη καθημερινά και άλλα, μέσω του ήρωά της, που είναι συμμέτοχος και παρατηρητής και προσπαθεί να γεράσει εύθυμα.

Οι παράπλευρες, φυσιολογικές απώλειες αντιμετωπίζονται με όση νεανικότητα του υπαγορεύει η συνείδηση του παράλογου παιχνιδιού με την ύπαρξη και με μια κοινωνία «πειραγμένη», ακριβώς από την ίδια αιτία. Μπαίνοντας, λοιπόν, στο «χορό» ο ήρωας μας παρασύρει σε αυτή την κούρσα, όπου η συμπάθεια και η κατανόηση είναι η τελική λύση. Εν τω μεταξύ ο Μολ ασκεί τα αντανακλαστικά του σε όσα του συμβαίνουν, μαθαίνοντας από το φροντιστήριο της επικοινωνίας να θεωρεί το κωμικό μια απλή μετατόπιση του πιο τραγικού πράγματος. Ακόμα, διδάσκεται απλές αλήθειες που στο παρελθόν περνούσαν από δίπλα του απρόσιτες. Αυτό συνέβαινε γιατί όσα αφορούν τους άλλους μοιάζουν περίπλοκα και έτσι ο Μολ εμπλουτίζει τις εμπειρίες του συλλέγοντας μικρές αλήθειες, λάθη με άλλα λόγια, κάτι που τον φέρνει πιο κοντά στον εαυτό του. Και σε πλευρές του που δεν είχε υποψιασθεί.

Η Τάουνσεντ «κάνοντας πλάκα» μιλάει για πολύ σοβαρά πράγματα. Το γεγονός ότι ο ήρωάς της συνηθίζει να παρατηρεί εύθυμα τις αδυναμίες των άλλων, δεν του αφαιρεί τη δυνατότητα να διαπεράσει πιο αποτελεσματικά το φλοιό από άλλους που βλέπουν τον κόσμο με μια προκαταβολική συνοφρύωση.

Ο Γιάννης Καστανάρας απέδωσε σωστά, εκτός των άλλων, και τα έξυπνα ιδιωματικά της συγγραφέα που διανθίζουν μια γραφή με αίσθηση του χιούμορ και της οικονομίας όσον αφορά τη δυσκολία της καλόγουστης θεραπείας του ιλαροτραγικού μέσα στο πλαίσιο της καλώς εννοούμενης «ευπώλητης λογοτεχνίας».



ΤΑΣΟΣ ΓΟΥΔΕΛΗΣ

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 17/09/2004

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!