Μια ζωή δυο ζωές
Περιγραφή
'Eνας άνδρας και τρεις γυναίκες. Η γυναίκα του, η νεότερη συνάδελφος, η κόρη του φίλου του. Τρεις σχέσεις. Σχέσεις διακριτές, καθεμιά με το δικό της περιεχόμενο, επιζητούν να συνυπάρξουν με τις άλλες. Σχέσεις πότε δυνατές, βασανιστικές και άλλοτε πρωτόγνωρες.
'Ενας άνδρας στο σταυροδρόμι της ωριμότητας του. Ανατρέχει στην πορεία της ζωής του, σε καταστάσεις και επιλογές που επηρέασαν τη διαμόρφωση της. Ανιχνεύει την ταυτότητα του στη σύγχρονη ελληνική κοινωνία. Νοιώθει μάλλον ικανοποιημένος. 'Ομως και αμφιβάλλει.
Ο Οδυσσέας Πολίτης πρέπει να επιλέξει. Για τις σχέσεις του αυτές, την παραπέρα ζωή του, αυτό που θα του εξασφαλίσει την εσωτερική του ισορροπία. Για έναν νέο κύκλο ζωής. Αναρωτιέται αν μπορούν να χωρέσουν στην διάρκεια μιας ζωής δυο ζωές.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
Κριτική:
Φθινοπωρινή σονάτα
Αν δεν ήταν ήρωας μυθιστορήματος, θα είχε βρει σίγουρα μια θέση επί διακυβερνήσεως Κώστα Σημίτη, κάπου μεταξύ 1996 και 2004. Θα μπορούσε ίσως να είναι γενικός γραμματέας υπουργείου Ή επικεφαλής μιας Ανεξάρτητης Αρχής. Ο λόγος για τον Οδυσσέα Πολίτη, καθηγητή Πανεπιστημίου στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και «κέντρο συνείδησης» στο νέο πολυσέλιδο μυθιστόρημα του Νίκου Θέμελη
Ο Θέμελης ήταν και παραμένει ο πιο στενός συνεργάτης του Κώστα Σημίτη. Όπως και στο Μέγαρο Μαξίμου έτσι και στο πολιτικό γραφείο του πρώην Πρωθυπουργού στην Ακαδημίας, είναι ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας. Από το 1998, έχει αναδειχθεί - και - σε πεζογράφο. Πολυγραφότατος, έχει εκδώσει μέσα σε εννέα χρόνια τέσσερα μυθιστορήματα, που έχουν γνωρίσει πρωτοφανή αναγνωστική απήχηση. Χωρίς υπερβολή, ο Θέμελης θα μπορούσε να είναι ο πιο πολυδιαβασμένος συγγραφέας της δεκαετίας. Το πέμπτο κατά σειρά βιβλίο του, Μια ζωή, δυο ζωές, κυκλοφορεί αυτές τις μέρες από τις Εκδόσεις Κέδρος. Είναι εξίσου πολυσέλιδο και χειμαρρώδες με τα υπόλοιπα. Η διαφορά είναι πως εκτυλίσσεται στο παρόν.
Ως μυθιστοριογράφος, ο Θέμελης είχε ως τώρα κινηθεί στις παρυφές του Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Οι ήρωες του, που τα πορτρέτα τους είχαν μια «πατίνα» 19ου αιώνα, μετακινούνταν επάνω σε ένα γεωγραφικό τόξο που ξεκινούσε από την Τεργέστη κι έφθανε μέχρι την Οδησσό. Η Βιέννη, η επικράτεια της Ηπείρου και οι παραδουνάβιες περιοχές ήταν τόποι ζωτικής σημασίας για την τριλογία Αναζήτηση - Ανατροπή - Αναλαμπή, που έβαλε τα βιβλία του Θέμελη σε χιλιάδες νεοελληνικά σπίτια. Το ίδιο και στο Για μια συντροφιά ανάμεσά μας, ένα κάπως πιο ανάλαφρο πεζογραφικό «ιντερμέτζο» που κατέληγε στα Ιόνια. Αντιθέτως, το Μια ζωή, δυο ζωές εκτυλίσσεται στην Αθήνα, σε ένα διάστημα μερικών εβδομάδων πριν και μετά την Πρωτοχρονιά του 2000. Ο Θέμελης εγκαταλείπει τα πανοραμικά ιστορικά αφηγήματα, για μια σύγχρονη αθηναϊκή ηθογραφία, με όλους τους κινδύνους, αλλά και το εύλογο ενδιαφέρον που αυτό συνεπάγεται.
Η Εθνική Βιβλιοθήκη της Αυστρίας. Ο ήρωας του Θέμελη την επισκέπτεται κάθε φορά που βρίσκεται στη Βιέννη και σκύβει πάνω στις παρτιτούρες μεγάλων μουσουργών ή στη Χάρτα του Ρήγα Βελεστινλή... Τώρα βρίσκεται ξανά εκεί με αφορμή ένα συνέδριο για τη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ετοιμάζεται να συναντήσει τη γυναίκα που τον έχει αναστατώσει, τη Ράνια
Φυσικά, η αγάπη της ιστορικότητας δεν εγκαταλείπει έναν συγγραφέα ζυμωμένο μέσα στην πολιτική. Το χρονικό φόντο είναι το millennium - δηλαδή το πέρασμα στη δεύτερη χιλιετία του 21ου αιώνα. Τις ημέρες εκείνες κυριαρχούσε ο φόβος για μια παγκόσμια κρίση υπολογιστών που όριζαν ως τότε τον χρόνο στο λογισμικό τους μόνο με τα δύο τελευταία ψηφία κάθε έτους - άρα απειλούνταν από τα δύο μηδενικά του 2000. Αντιθέτως, το μυθιστόρημα εντοπίζεται στην κρίση μέσης ηλικίας που απειλεί τον καθηγητή Πολίτη. Φθάνοντας στα πενήντα, ο Οδυσσέας βουλιάζει σε έναν υπαρξιακό προβληματισμό. Και δεν είναι διατεθειμένος να αφεθεί σε εύκολες λύσεις, όπως γνωστός και συνομήλικος του που συναντάει στον δρόμο παρέα με την Ανατολικοευρωπαία Ταμάρα.
Ο Πολίτης δεν είναι άνθρωπος της δράσης, όπως οι προηγούμενοι ήρωες του Θέμελη. Είναι άνθρωπος της σκέψης. Και το άνετο πανεπιστημιακό ωράριο προσφέρει άφθονες ευκαιρίες για στοχασμό και αναστοχασμό της παρελθούσας και της τρέχουσας ζωής του. Ο καμβάς είναι ο συνήθης σε τέτοιες περιπτώσεις. Η μαμά, οι σπουδές, η πρώτη σύζυγος που έφυγε πρόωρα, κάποιες μεταβατικές σχέσεις. Πίσω από τα οικογενειακά και τα προσωπικά, σε ένα δεύτερο πλάνο, περνάει η ελληνική ιστορία των τελευταίων δεκαετιών.
Ο Πολίτης δεν έχει τέκνα. Είναι παντρεμένος με δεύτερο γάμο με μια γιατρό - τη Μαρία. Μαζί της περνάει μια ζωή του καναπέ, στη θαλπωρή ενός μεσοαστικού περιβάλλοντος. Ακούει ατελείωτη κλασική μουσική, τρώει ατελείωτα γλυκά και, τις κατάλληλες στιγμές, δεν αρνείται ένα καλό κονιάκ. Τούτο χαρακτηρίζει το σύνολο των ηρώων του βιβλίου, που ανήκουν σε ένα είδος φωτισμένης μεσοαστικής μειονότητας, με σπίτια στο κέντρο της Αθήνας, παιδιά που σπουδάζουν στο εξωτερικό - μεταξύ Κολούμπια της Νέας Υόρκης και Λόντον Σκουλ οφ Εκονόμικς του Λονδίνου - και έχουν τις αναζητήσεις ανθρώπων χωρίς προβλήματα βιοπορισμού. Η αφήγηση κινείται μεταξύ δύο πανεπιστημιακών συνεδρίων - το ένα στις Βρυξέλλες, το άλλο στη Βιέννη - με επαρκή χρόνο για τα ρεβεγιόν των εορτών και μια εκδρομή στα Ζαγοροχώρια. Στα περιβάλλοντα αυτά, το «Τρίτο Πρόγραμμα» δεν σταματά ποτέ να παίζει - ακόμη και στο αυτοκίνητο το αναζητά ο Πολίτης!
Κοινωνιολογικά, θα μπορούσε κανείς να πει ότι ο Θέμελης τοποθετεί το μυθιστόρημά του εντός της παρέας εκείνης, από την οποία προήλθε η ομάδα των εκσυγχρονιστών που πλαισίωσε τον Κώστα Σημίτη. Σε αντίθεση με αντίστοιχες ομάδες που διεκδίκησαν και τελικά ανέλαβαν την εξουσία, οι εκσυγχρονιστές είχαν σαφή και ενδεχομένως στεγανή κοινωνική αναφορά, με μεσαία προς ανώτερα χαρακτηριστικά. Από την παρέα αυτή πανεπιστημιακών και αστών με γερμανική παιδεία - όπως ο Πολίτης! - προέκυψαν οι «εκδρομείς του '96» που κατέλαβαν το ΠΑΣΟΚ για μια οκταετία, ενώ ήταν πάντα σε μια ιδανική απόσταση από αυτό για λόγους πολιτικούς και πολιτισμικούς. Ωστόσο, ο Θέμελης δεν έχει γράψει ένα «βιβλίο με κλειδί». Ούτε έχει διάθεση να εκθέσει κανέναν. Αν τοποθετεί την υπόθεση εν μέσω αυτής της παρέας είναι μάλλον γιατί οι «φωταδιστές» του είναι εξίσου προσφιλείς με τον Νεοελληνικό Διαφωτισμό.
Αυτό είναι και ένα από τα προβλήματα του Μια ζωή, δυο ζωές.
ΦΛΕΡΤ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΣΤΡΑΒΑ ΒΛΕΜΜΑΤΑ
Νίκος Θέμελης. Στο πέμπτο του μυθιστόρημα ο σύμβουλος του Κώστα Σημίτη εμπνέεται από τους «εκδρομείς του '96», αλλά δεν έχει διάθεση να εκθέσει κανέναν. Ο ήρωάς του, ένας προοδευτικός διανοούμενος «αθεράπευτα ορθολογιστής» που θέλει να χωρέσει «σε μια ζωή, δυο ζωές», είναι υπερβολικά θετικός
Το ξεκίνημα του βιβλίου είναι χαρακτηριστικό: «Ο Οδυσσέας Πολίτης, καθηγητής πανεπιστημίου στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης, συμμάζεψε τις σκόρπιες σημειώσεις πάνω από το γραφείο για την ομιλία που θα εκφωνούσε σ' ένα συνέδριο στις Βρυξέλλες.
Το συνέδριο γινόταν στα πλαίσια ενός προγράμματος με τον τίτλο: "Ευρώπη και εθνική ταυτότητα". Κάθε φορά ήταν αφιερωμένο σε μια χώρα από τα κράτη-μέλη της Ένωσης. Ετούτη τη φορά ήταν η σειρά της Ελλάδας. Θα συμμετείχαν Έλληνες και ξένοι εκπρόσωποι της ακαδημαϊκής κοινότητας από μια πλατιά γκάμα επιστημονικών κατευθύνσεων. Το θέμα της δικής του εισήγησης ήταν: "Ο ελληνισμός της διασποράς στην Ευρώπη κατά τον δέκατο όγδοο και δέκατο ένατο αιώνα"».
Με δεδομένη τη γερμανική του παιδεία και το πάθος του για την κλασική μουσική, η κρίση μέσης ηλικίας του Οδυσσέα Πολίτη έχει βαριά χαρακτηριστικά. Ο πολιτικός επιστήμων σωριάζεται στον καναπέ του και συντρίβεται από τους μουντούς ουρανούς μιας Αθήνας που θυμίζει πλάνα ταινίας του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν. Όπως ο Άσενμπαχ στον «Θάνατο στη Βενετία», ο Πολίτης βλέπει φως στο πρόσωπο μιας νεανικής μορφής. Είναι η τριαντάρα Ράνια που συναντά σε ένα συνέδριο στις Βρυξέλλες. Η έλξη είναι αμοιβαία. Αλλά, το φλερτ γίνεται υπό την πίεση των στραβών βλεμμάτων των άλλων πανεπιστημιακών που μετέχουν στο ίδιο συνέδριο είναι σαφώς politically correct. Όταν η παρέα ρωτά τον Οδυσσέα και τη Ράνια πώς πέρασαν το προηγούμενο βράδυ, λαμβάνει την εξής αντίδραση από τον πολιτικό επιστήμονα:
«Μιλήσαμε για την ταυτότητα του καθενός μας, για την ανάγκη να έχουμε επίγνωση της ατομικής και συλλογικής ταυτότητά μας», απάντησε ο Οδυσσέας, υψώνοντας τους τόνους της φωνής του, για να μπορούν να τον ακούσουν όλοι, ίσως και για να υπογραμμίσει τη σημασία που είχε για τον ίδιον αυτό το θέμα. «Πάντως δεν καταλήξαμε κάπου συγκεκριμένα».
Η αλήθεια είναι πως ο αναγνώστης πρέπει να διανύσει τα τρία τέταρτα του βιβλίου για να καταλήξουν τα πράγματα κάπου. Δηλαδή για να δεήσει ο Οδυσσέας να ανταποκριθεί στα SMS και τα τηλεφωνήματα της Ράνιας, που πρώτα μιλάει με τη σύζυγό του Μαρία και πολύ αργότερα με τον ίδιο! Δισταγμοί, ελιγμοί, ανασκοπήσεις και προβληματισμοί καταλαμβάνουν ένα μεγάλο μέρος του μυθιστορήματος, με τα απαραίτητα διαλείμματα για κουλουράκια, πουράκια και ψώνια στο σούπερ μάρκετ. Εκεί που οι ήρωες της Αναζήτησης ή της Ανατροπής, ακολουθώντας την ερωτική παρόρμηση μιας στιγμής, παρατούσαν σχέσεις και οικογένειες και χάνονταν στην εγγύς Ανατολή, ο Οδυσσέας Πολίτης το σκέφτεται, το ξανασκέφτεται και το μετράει. Εκεί που τα ιστορικά μυθιστορήματα του Θέμελη ήταν ανάερα και κινητικά, το Μια ζωή, δυο ζωές έχει φρακάρει στην Αθηναϊκή κίνηση. Ο αναγνώστης περιμένει τον Πολίτη να πάρει την απόφασή του, όπως ο Πολίτης περιμένει τη Μαρία να έρθει να τον πάρει με το αυτοκίνητό της.
Πολιτική λοβοτομή μεν, πράξη θάρρους δε
Pink Floyd, «The Wall». Ο ήρωας τού «Μια ζωή, δυο ζωές» ακούει τον θρυλικό δίσκο έπειτα από χρόνια, την Πρωτομαγιά του 2000, και σκέφτεται τον δικό του «Τοίχο». Τελικά θα αποφασίσει να εγκαταλείψει τη στάση του θεατή που γκρινιάζει και θα κινητοποιηθεί «με μια ομάδα ανθρώπων προκειμένου με παρεμβάσεις στην κοινωνία και στην πολιτική ζωή να συνδιαμορφώσουμε ένα ρεύμα αλλαγής που θα το σπρώχνει η κοινωνία των πολιτών»
Ως ανήσυχο μέλος αυτής της κοινωνίας πολιτών που τόσο γοήτευε τους εκσυγχρονιστές, ο Πολίτης παρακολουθεί τη δημόσια ζωή και πηγαινοέρχεται στα Σκόπια, όπου γράφει εκθέσεις προόδου για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Ωστόσο, οι εσωτερικές εθνικιστικές εκρήξεις, το χρηματιστήριο και η πολιτική είναι μια μακρινή βοή. Δεν έρχονται ποτέ σε πρώτο πλάνο. Υπό κανονικές συνθήκες, ο Πολίτης θα είχε αναμειχθεί στην πολιτική - και πιθανώς η δράση θα τον λύτρωνε. Ίσως να τον ολοκλήρωνε και ως μυθιστορηματικό ήρωα, δίνοντάς του τη διέξοδο που αναζητά. Ωστόσο, ο Θέμελης για προφανείς λόγους, έχει κάνει ένα είδος πολιτικής λοβοτομής στο βιβλίο. Αυτό αδικεί τους ήρωες - που φαίνονται σαν μια παρέα βολεμένων πανεπιστημιακών που «η Ελλάδα τους πληγώνει» ανάμεσα σε δύο καλά τσίπουρα, αλλά δεν κάνουν τίποτε για αυτό - αδικεί όμως και το συνολικό αποτέλεσμα. Το βιβλίο πάσχει από ένα είδος υπαρξιακής υπερτροφίας, που αναδεικνύεται και στο τέλος. Στο φινάλε, μία από τις αποφάσεις του Πολίτη - πέραν του να δώσει μεγαλύτερη προσοχή στη Μαρία και να αφήσει το πανεπιστήμιο για μια πιο εξωστρεφή ζωή - είναι η εξής: «Σκέφτομαι να πυκνώσω τη συνεργασία μου με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή».
Σοκολατάκια Βρυξελλών; Αν το μυθιστόρημα φλερτάρει επικίνδυνα με τους «bcbg» της προοδευτικής διανόησης, είναι γιατί ο Θέμελης μένει πιστός στον ευρύτερο κοινωνικό κύκλο των εκσυγχρονιστών. Ένας άλλος συγγραφέας - και εδώ που τα λέμε όλοι οι σύγχρονοι μάστορες της αστικής ηθογραφίας - θα ήταν λιγότερο επιεικής με τους ήρωές του. Ίσως και με τον Οδυσσέα Πολίτη. Ωστόσο, στα χέρια του Θέμελη ο Πολίτης είναι ένας υπερβολικά θετικός και σχεδόν κακομαθημένος ήρωας. Από το βιβλίο λείπει το βιτριόλι, ενώ οι γωνίες είναι υπερβολικά στρογγυλεμένες. Κυριαρχεί ένα στοιχείο εξιδανίκευσης.
Παρ' όλα αυτά, το βιβλίο είναι μια πράξη θάρρους. Ο Θέμελης, έχοντας εμπιστοσύνη στα αφηγηματικά του μέσα, δοκιμάζει τις δυνάμεις του σε ένα σύγχρονο θέμα, εγκαταλείποντας την ασφάλεια των ιστορικών αφηγημάτων. Όπως ο Πολίτης αποφασίζει στο τέλος να χωρίσει τη ζωή του σε δύο ζωές, έτσι και ο Θέμελης φαίνεται να δίνει μια νέα κατεύθυνση στις πεζογραφικές του αναζητήσεις.
ΧΩΡΙΣ ΤΡΥΦΕΡΗ ΕΙΡΩΝΕΙΑ
Ο Θέμελης περνά από το ιστορικό στο αστικό μυθιστόρημα, χωρίς να οξύνει τη ματιά του. Σήμερα δεν νοείται αστική ηθογραφία χωρίς κάποιο στοιχείο κριτικής ή σαρκασμού. Συγγραφείς επί συγγραφέων - ιδίως στην Αμερική, από τον Τζον Απντάικ ώς τον Τομ Γουλφ - βλέπουν τα μεσοαστικά ζευγάρια - τα αδιέξοδα, τις προδοσίες και τον κορεσμό τους - με μια τρυφερή ειρωνεία. Όχι ο Θέμελης. Στο βιβλίο δεν υπάρχει ένα δεύτερο επίπεδο που να αμφισβητεί το πρώτο. Οι ταυτότητες των ηρώων είναι συμπαγείς. Ενδοσκοπούν αλλά δεν αυτοσαρκάζονται.
Δημήτρης Μητρόπουλος, ΤΑ ΝΕΑ , 17/03/2007
ΚΡΙΤΙΚΗ
Το ιστορικό σκηνικό που περιβάλλει και τροφοδοτεί στο σύνολο της εξέλιξής τους τα προηγούμενα μυθιστορηματικά έργα του Νίκου Θέμελη απουσιάζει καθ' ολοκληρίαν από το καινούριο του βιβλίο. Ο Ελληνισμός των αρχών του 20ού αιώνα, τον οποίο συναντούμε στην τριλογία της «Αναζήτησης» (1998), της «Ανατροπής» (2000) και της «Αναλαμπής» (2003), ή η ανάδυση του Διαφωτισμού και του επαναστατικού πνεύματος του Ροβεσπιέρου, η οποία στυλώνει το «Για μια συντροφιά ανάμεσά μας» (2005), έχουν αποσυρθεί θεαματικά από το «Μια ζωή δυο ζωές», για να δώσουν τη θέση τους στο σύγχρονο αθηναϊκό περιβάλλον και στις εντάσεις οι οποίες το διαπερνούν καθημερινά. Εντάσεις οι οποίες δεν έχουν κατορθώσει να αποτελέσουν ακόμη τόσο εδραία μορφώματα ώστε να είμαστε σε θέση να επιχειρήσουμε μια πρώτη έστω ερμηνεία και κατάταξή τους.
Η αδυναμία επακριβούς προσδιορισμού της ελληνικής ταυτότητας σε ένα ραγδαία μεταβαλλόμενο εσωτερικό, αλλά και εξωτερικό περιβάλλον, όπου τα πάντα παραμένουν ρευστά και υπό επαναδιαπραγμάτευση, αποτελεί, νομίζω, κεντρική παράμετρο του νέου μυθιστορήματος του Θέμελη και πηγάζει απευθείας από τις επιλογές και τη στάση του βασικού του ήρωα, που δεν είναι άλλος από έναν μεσόκοπο πανεπιστημιακό, ο οποίος συνειδητοποιεί σε κάθε του βήμα δύο πράγματα. Το ένα είναι η φθορά την οποία έχει επιφέρει σε όλες τις πλευρές της προσωπικής του ιστορίας η προϊούσα ηλικία. Το άλλο, η απροθυμία του να προσδιοριστεί σε σχέση με μιαν εξαιρετικά αντιφατική και ασταθή κοινωνία, που μπερδεύει συνεχώς τις εικόνες και τις αξίες της. Οπως οι ήρωες της «Αναλαμπής» καταρρέουν υπό την πίεση ενός περίγυρου ο οποίος χάνει το στοίχημα του εκσυγχρονισμού και της ανανέωσης (διαψεύδοντας τις μεγάλες ελπίδες των ανιόντων τους στην «Αναζήτηση» και στην «Ανατροπή») έτσι και ο Οδυσσέας Πολίτης στο «Μια ζωή δυο ζωές» είναι υποχρεωμένος να παραδεχτεί, κόντρα στα παιδευτικά ιδανικά των αστικών του καταβολών, αλλά και πέρα από τα πολιτικά οράματα της νιότης του, ότι ζει σε έναν τόπο με άδηλο, αν όχι και δυσοίωνο ή εκ των προτέρων αποθαρρυντικό, μέλλον.
Σκεπτικισμός και επιφυλακτικότητα
Ο σκεπτικισμός και η μόνιμη επιφυλακτικότητα απέναντι στις προοπτικές ενός λίγο ή πολύ προβληματικού συλλογικού σώματος ταλαιπωρούν τον Οδυσσέα σε όλη τη διάρκεια της πορείας του, αλλά, όπως συμβαίνει πάντα στα μυθιστορήματα του Θέμελη, αποφεύγουν να ανεβούν δυσάρεστα στην επιφάνεια του μύθου και να επιβαρύνουν άσκοπα τη δυναμική της πλοκής. Θα έλεγα πως εκείνο που πρωτίστως διακρίνουμε επί σκηνής είναι η ηλικιακή και υπαρξιακή κρίση του Οδυσσέα, ο οποίος δυσκολεύεται να αντισταθεί στο προσκλητήριο του έρωτα -και τούτο παρά τις επίμονες προσπάθειές του για τη συνέχιση και τη διασφάλιση ενός μάλλον καταθλιπτικά τακτοποιημένου και ισορροπημένου συζυγικού βίου. Οι προσπάθειες δεν θα έχουν ακριβώς αίσιο αποτέλεσμα (ό,τι κι αν μπορεί να σημαίνει εν προκειμένω το «αίσιο»), και ο Οδυσσέας θα εμπλακεί σε μιαν οδυνηρή και ταυτοχρόνως προκλητική περιπλάνηση, ενώ ο στυφός απολογισμός των πεπραγμένων του (παλαιότερων και πρόσφατων) θα έρθει με έναν περίπου αναπόφευκτο τρόπο.
Ο Θέμελης προβάλλει ωραία τον Οδυσσέα στα παιδικά και τα νεανικά του χρόνια, ζωντανεύοντας με παραστατικά χρώματα τις δεκαετίες του '50 και του '60, και εικονογραφεί με ανάλογη αποτελεσματικότητα τον τωρινό διχασμό του ανάμεσα στην εκνευριστική πλήξη της έγγαμης νομιμότητας και την ερεθιστική αποκοτιά μιας πολλά υποσχόμενης ερωτικής περιπέτειας. Οι συνθήκες, γενικότερα, και οι περιστάσεις υπό τις οποίες ο συγγραφέας τοποθετεί τόσο τον Οδυσσέα όσο και τις άλλες ανθρώπινες μορφές του στο παρόν ή στο παρελθόν, διαθέτουν πλαστικότητα, ανάγλυφη κίνηση, καθώς και μιαν εσώτερη χάρη. Χάρη, παρ' όλα αυτά, η οποία δεν διατηρείται όταν περνάμε στον υπό εξατομίκευση κόσμο των μυθιστορηματικών χαρακτήρων, που, όπως έγραφα και για το «Μια συντροφιά ανάμεσά μας», μοιάζουν κάποτε να υποτάσσουν την όποια ιδιαιτερότητά τους στον κοινωνικό τύπο τον οποίο καλούνται να εκπροσωπήσουν.
Εξωτερική περιγραφή
Ως προς τον Οδυσσέα, ο οποίος ασφαλώς ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα αφηγηματικά πρόσωπα, το κυριότερο πρόβλημα δεν είναι ο βαθμός της εξατομίκευσής του, αλλά η τάση του Θέμελη προς μια μάλλον εξωτερική του περιγραφή, που προκρίνει την ευθύγραμμη παράθεση των σκέψεών του (είτε στον εαυτό του τις απευθύνει είτε στους άλλους), αντί για μια βαθύτερη σκιαγράφηση και ανάδειξη της ψυχολογίας του. Ο,τι πρέπει να καταλάβουμε στο βιβλίο για τον Οδυσσέα, θα πρέπει να το καταλάβουμε από το στόμα του ίδιου ή, έστω, από το στόμα του τριτοπρόσωπου αφηγητή, που, όμως, είναι απολύτως ταυτισμένος μαζί του. Η κατάσταση θα ήταν ασφαλώς τελείως διαφορετική αν τα συμπεράσματά μας μπορούσαν να βγουν από ένα πανόραμα των πράξεων και των αντιδράσεών του - ένα πανόραμα αντλημένο από την καρδιά της δράσης.
Εκείνο που θέλω να πω είναι ότι άλλο ένα σύνολο συναισθηματικών πληροφοριών για ένα μυθιστορηματικό πρόσωπο και άλλο η εποπτική και εκ των ένδον (με το βλέμμα ενός απλώς συγκινησιακά φορτισμένου παρατηρητή) ψυχογράφησή του. Τοποθετημένος ο Οδυσσέας σε ένα άλλου τύπου σκηνοθετικό πλαίσιο (σε μιαν αυτοβιογραφική, φέρ' ειπείν, αφήγηση του συγγραφέα με λιγότερο απαιτητική την παρουσία του μυθοπλαστικού και του δραματουργικού στοιχείου), θα είχε, χωρίς την παραμικρή αμφιβολία, μια καλύτερη και οπωσδήποτε πιο ατμοσφαιρική τύχη. Οπως κι αν το δούμε, εκείνο που οφείλει κανείς να κρατήσει από το βιβλίο του Θέμελη είναι η μετριοπάθεια του πολιτικού του πνεύματος (γιατί η πολιτική, ακόμη και καλά κρυμμένη πίσω από τις καθημερινές έγνοιες των ηρώων, συνιστά σάρκα εκ της σαρκός της λειτουργίας του) και η παντελώς ασκίαστη ειλικρίνεια των αισθημάτων του: ό,τι χάνει ο Οδυσσέας σε επίπεδο λογοτεχνικού χαρακτήρα, το κερδίζει στο πεδίο της εκδήλωσης της συνείδησης την οποία σχηματίζει ο συγγραφέας για τη διαμόρφωση της προσωπικότητάς του. Γι' αυτό, άλλωστε, έκανα πρωτύτερα λόγο για την πιθανότητα μιας αυτοβιογραφίας, που είμαι βέβαιος πως δεν θα ήταν άσκοπο να την περιμένουμε.
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 05/04/2007