0
Your Καλαθι
Η δύναμη του σκοτεινού θεού
Μυθιστόρημα
Περιγραφή
Παραμονές της τελευταίας παράστασης της ζωής του, ο σκηνοθέτης Λεωνίδας Κ. ζητά από τον ιδιόμορφο Αλβανό βοηθό του να κάψει τα σκηνικά για να αναβληθεί η πρεμιέρα. Παρ' ότι καταξιωμένος, επίλεκτος πολίτης της καλλιτεχνικής δημοκρατίας των Αθηνών, φοβάται την αποτυχία. Αντιμέτωπος με τα γερατειά, την αρρώστια, τον θάνατο, αρπαγμένος από τον έρωτά του για την Αννα Μελαχρινού, τη νέα και γοητευτική, πλην ατάλαντη πρωταγωνίστριά του, αισθάνεται να τον συντρίβει το βάρος μιας μετριότητας που κάνει τη συνείδησή του να ασφυκτιά. [...]
ΚΡΙΤΙΚΗ
Πρώτος εμφανισθείς ο Τ. Θεοδωρόπουλος μεταξύ των νεότερων πεζογράφων που αρχίζουν να εκδίδουν τα βιβλία τους στα τέλη της δεκαετίας του '70. Ανεξάρτητα αν το πρώτο του βιβλίο, Ο βίος στην πολιτεία του Θοδωρή Κοτρωνηθοδωρήκωλου, ο συγγραφέας το αποσιωπά. Πιθανώς και γιατί το κρίνει, με την εμπειρία 23 χρόνων στη συγγραφική, πρωτόλειο. Ηδη όμως εκείνο το πρώτο πεζό έδειχνε τις ανησυχίες του 22χρονου τότε συγγραφέα. Τελικά νομίζουμε πως οι στόχοι που θέτει ένας συγγραφέας και η αυτοσυνειδησία που δείχνει να διαθέτει τον προσδιορίζουν εντελέστερα από ό,τι το ίδιο το έργο του. Τα έξι ως σήμερα πεζά του Τ. Θεοδωρόπουλου, παρά τις αναμεταξύ τους διαφοροποιήσεις, έχουν κοινό βάθος πεδίου το ιστορικό παρελθόν. Από μία άποψη, πρόκειται για παραλλαγές στην αναζήτηση της ελληνικής παράδοσης και στην εξερεύνηση της δύναμης, με μυθολογικές ρίζες, που ενυπάρχει στο ελληνικό τοπίο.
Αυτή η εμμονή του Τ. Θεοδωρόπουλου τον διαφοροποιεί από την ομάδα των συγγραφέων που εμφανίστηκαν μέσα στη δεκαετία του '80, συνδέοντάς τον μάλλον με τις έγνοιες προγενέστερων λογοτεχνών. Κατ' εξαίρεσιν μόνον, τα βιβλία της ομάδας του '80 βρίσκουν ρίζες στον τόπο. Και στις λιγοστές όμως περιπτώσεις που αυτό συμβαίνει, εμφανίζεται περισσότερο σαν φυσική συνέπεια του ιστορικού πλαισίου ή κάποτε της γλωσσικής ιδιαιτερότητας παρά ως συγγραφικό αίτημα. «Ο λόφος με τ' αρχαία ερείπια στην κορυφή», εικόνα που επανέρχεται σε κάθε καινούργιο βιβλίο του Τ. Θεοδωρόπουλου, δεν είναι μια οποιαδήποτε αναφορά στον χώρο. Ο βράχος της Ακρόπολης αποτελεί καθοριστικό στοιχείο για το πεπρωμένο των ηρώων του.
Συν τω χρόνω ο Τ. Θεοδωρόπουλος εγκαταλείπει τους πειραματισμούς στη γραφή, κερδίζοντας μια στερεότερη μορφή μυθιστορήματος, από όπου εκλείπουν ακόμη και οι νησίδες ποιητικής πρόζας, καθοριστικές της εντύπωσης στα πρώτα του βιβλία. Αυτή η μορφική μετάπλαση επηρεάζει και την εξέλιξη των ηρώων. Αρχικά με συμβολική διάσταση, στα τρία τελευταία μυθιστορήματα προβάλλουν όλο και ευκρινέστερα ως χαρακτήρες. Πεπτωκότες νάρκισσοι (σύμφωνα και με τον τίτλο του προηγούμενου μυθιστορήματος) ξεκινούν, σε κάθε βιβλίο, και ένα διαφορετικό ταξίδι στον κάτω κόσμο προς αναζήτηση του εαυτού τους και της Περσεφόνης. Ανεξάρτητα αν η θηλυκή ύπαρξη που εμπνέει τον μεγάλο έρωτα ονομάζεται Περσεφόνη Μελαχρινού στον Ψίθυρο της Περσεφόνης ή Αννα Μελαχρινού στο πρόσφατο μυθιστόρημα.
Οι νάρκισσοι του Τ. Θεοδωρόπουλου είναι άνθρωποι μοναχικοί και επηρμένοι, αφοσιωμένοι στην τέχνη τους· ένας μαρμαροτεχνίτης των ρωμαϊκών χρόνων στις Νύχτες στην Αρκαδία, ένας ζωγράφος στο Αδιανόητο τοπίο, ένας συγγραφέας στην Πτώση του νάρκισσου και στο πρόσφατο ένας σκηνοθέτης του θεάτρου. Νιώθουν αθάνατοι ως καλλιτέχνες, όμως στη ροή της μυθιστορίας βιώνουν το υπαρξιακό άγχος. Στο ταξίδι στον κάτω κόσμο είναι απαραίτητες οι δυνάμεις του κακού, οι οποίες και προσωποποιούνται σε έναν απειλητικό υπόκοσμο και διεθνείς οργανώσεις αρχαιοκαπήλων που εμπορεύονται άλλοτε αγαλματίδια του Σκόπα και άλλοτε έναν κώδικα με τραγωδία του Ευριπίδη. Μάλιστα στο πρόσφατο μυθιστόρημα φαίνεται προς στιγμήν να παίρνουν τη μορφή της αλβανικής μαφίας. Με αυτό τον τρόπο ο συγγραφέας προσθέτει στα βιβλία του περιπέτεια και μυστήριο.
Μεταξύ πέμπτου και έκτου μυθιστορήματος όμως ο Τ. Θεοδωρόπουλος δοκίμασε τη θεατρική μορφή. Το ανέβασμα του έργου του Οσοι έχασαν τον ύπνο τους έφερε τον συγχρωτισμό του συγγραφέα με τον κόσμο του θεάτρου. Γεγονός μάλλον καθοριστικό για τη συγγραφή του πρόσφατου μυθιστορήματος που, τουλάχιστον φαινομενικά, έχει ως θέμα την αρχαία τραγωδία και τις αιρετικές, όπως αποκαλούνται, παραστάσεις, οι οποίες και μας κατακλύζουν τα τελευταία χρόνια. Ετησίως ένα ή περισσότερα αντισυμβατικά ανεβάσματα δημιουργούν την εντύπωση ότι δεν απέμεινε καινοτομία που να μην την τόλμησαν, καθώς πληθαίνουν οι σκηνοθέτες που αισθάνονται πλέον ώριμοι να επιλύσουν το αίνιγμα της τραγωδίας. Κάθε είδους πειραματισμός, γλωσσικός, ερμηνευτικός, σκηνογραφικός, ενδυματολογικός, έχει δοκιμασθεί, οπότε δεν υπάρχουν και μεγάλα περιθώρια έκπληξης για τη συγγραφική φαντασία. Το μόνο που μένει είναι η παρωδία.
Τον Τ. Θεοδωρόπουλο όμως, σε αντίθεση με τους περισσότερους ομηλίκους ομοτέχνους του, δεν τον θέλγουν οι τρόποι της ειρωνείας. Ωστόσο σχεδόν αναπόφευκτα εμπαίζει την πραγματικότητα, βιογραφώντας και ψυχογραφώντας τον ήρωά του. Εναν υπερόπτη σκηνοθέτη που δοκιμάζει παραστάσεις-σταθμούς, όπως τη συρραφή τεσσάρων τραγωδιών σε καινούργια μορφή, με τον τίτλο «Το μερίδιο της Ηλέκτρας», ή έναν αναχρονισμό στις «Βάκχες» ως λαϊκό δρώμενο, με την Αγαύη γυμνή επί σκηνής και τον Διόνυσο μηχανόβιο. Ανάλογα με τη θεατρική του παιδεία, ο αναγνώστης θα εικάσει πίσω από τα μυθοπλαστικά προσωπεία ένα ή και περισσότερα υπαρκτά πρόσωπα. Σε κάθε περίπτωση, ευκρινέστερος όλων φαίνεται ο επονομαζόμενος στο μυθιστόρημα Φάλσταφφ· «ο πρύτανης των κριτικών, κάτι σαν πρόεδρος της καλλιτεχνικής μας δημοκρατίας, διαβασμένος σε μια χώρα ημιμαθών, θάβει ή υμνεί παραστάσεις ανάλογα με τις φιλίες του».
Σύμφωνα με τις συγγραφικές προθέσεις, όπως τουλάχιστον δηλώνονται σε συνεντεύξεις του συγγραφέα, οι οποίες συνιστούν πλέον απαραίτητα συνοδευτικά κείμενα ενός βιβλίου, ο Τ. Θεοδωρόπουλος θέλησε να δει έναν άνθρωπο που στέκει απέναντι στον θάνατό του. Εμείς νομίζουμε ότι πρόκειται μάλλον για έναν άντρα 60 ετών, γυναικοκατακτητή, που ξαφνικά αντιμετωπίζει την απειλή της σεξουαλικής ανικανότητας. «Ναρκισσευόμενος εγωιστής» αυτός ο σκηνοθέτης, στέκει πανικόβλητος απέναντι στα γεράματα και περνά κρίση αυτογνωσίας, εν μέρει συνέπεια της ηλικίας, αλλά και ενός προβλήματος στο καίριο για τις ερωτικές επιδόσεις όργανο του προστάτη.
Οπως και στο προηγούμενο μυθιστόρημα, την αφήγηση μονοπωλούν οι συνειρμοί του ήρωα. Ενας διανοούμενος των ημερών μας, φαινομενικά εγκεφαλικός στον τρόπο σκέψης, κατά βάθος όμως έρμαιο των παρορμήσεών του, συνομιλεί με το φάσμα του Ευριπίδη. Διφορούμενος, όπως συχνά εμφανίζονται τα πρόσωπα στα έργα του αρχαίου τραγωδού, εμπλέκεται σε ψευδαισθήσεις και φαντασιώνει εναλλακτικές εκδοχές της ζωής του. Αλλωστε αυτός είναι και ο μόνος τρόπος για να διασκεδάσει την αϋπνία την παραμονή μιας ακόμη πρεμιέρας έργου του στην Επίδαυρο.
Στα προηγούμενα βιβλία του Τ. Θεοδωρόπουλου ο κατ' εξοχήν τόπος δράσης είναι η Αθήνα, ενώ το ελληνικό τοπίο βρίσκεται πρωτίστως στην Πελοπόννησο και ο ομφαλός της γης στην Αρκαδία. Σε αντίθεση, στο πρόσφατο μυθιστόρημα ο ήρωας, για πρώτη φορά ένας ηλικιωμένος, ακολουθεί νοερά τα βήματα του εβδομηκονταετούς Ευριπίδη κατά τη φυγή του στη Μακεδονία. Αφού και αυτός αισθάνεται σαν αυτοεξόριστος από την Αθήνα, καθώς τρέμει την ετυμηγορία για την παράσταση δημοσιογράφων, κριτικών και κοινού. Ελλείψει ενός Αριστοφάνη για να τον διακωμωδήσει, ο σκηνοθέτης αυτοσαρκάζεται.
Σαφώς τον συγγραφέα ελκύουν οι μεταβατικές περίοδοι· η λατρεία του Πάνα και τα τέλη του πολυθεϊσμού στις Νύχτες στην Αρκαδία, οι «Βάκχες» και η αντιφατικότητα της διονυσιακής έκστασης στο πρόσφατο μυθιστόρημα. Ενα θέμα που προσφέρει και την ευκαιρία για τη διαπεραίωση στις όχθες του μυθιστορήματος του τραγικού ήρωα, που παλεύει μεταξύ της λογικής και της δύναμης του σκοτεινού θεού. Φιλόδοξο ως σύλληψη. Ωστόσο το μυθιστόρημα ελίσσεται μεταξύ πραγματικότητας και ψευδαίσθησης, χωρίς να προδίδεται στα αναμεταξύ τους γεφυρώματα, ούτε να βαραίνει με ιδεολογικές παρεκβάσεις. Μέσα από την πρωτοπρόσωπη αφήγηση ο Τ. Θεοδωρόπουλος αναδεικνύει έναν ακέραιο μυθιστορηματικό χαρακτήρα. Ο σκηνοθέτης Λεωνίδας Κ. είναι η πλέον ολοκληρωμένη μορφή νάρκισσου που ο συγγραφέας έχει ως σήμερα φιλοτεχνήσει.
Μάρη Θεοδοσοπούλου
ΤΟ ΒΗΜΑ, 18-04-1999
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις