0
Your Καλαθι
Ο υπόγειος ουρανός ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΟ
Περιγραφή
Η ιστορία του Μπίλλυ αρχίζει όταν οι γονείς του μεταναστεύουν στην Αμερική για να δουλέψουν στην αυτοκινητοβιομηχανία. Εγκαθίστανται σε μια πόλη της Ιντιάνα και ο Μπίλλυ μεγαλώνει δίπλα στον ξάδελφό του, τον Τέλη που θέλει να γίνει επιχειρηματίας, και τον φίλο του, τον Τόνι. Βγαίνει στον «έξω» κόσμο, κυκλοφορεί, αλλά η ζωή του αλλάζει θεαματικά μόνο όταν γνωρίζει τη Λουτσία και το σκύλο της και ξεκινάνε προς τα δυτικά, για να δουν τον ωκεανό, σε ένα ταξίδι εμπειριών και ωρίμανσης.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Το να γράφει κανείς για κάτι που έζησε προσωρινά και για λίγο ή που φαντάστηκε ότι το έζησε είναι μια ιστορία δεμένη από το ποδάρι μιας χαλιναγωγημένης φαντασίας με ανοιχτό ορίζοντα και η Σώτη Τριανταφύλλου, έχοντας ζήσει για κάποιο διάστημα στην Αμερική, «βγάζει» από μέσα της, όπως το φίδι το πουκάμισό του, όμορφες ιστορίες με πρωταγωνιστές νέους τότε στην ηλικία της, φαντάζομαι που αναζητούν τον «δρόμο» προς τη μεγάλη φυγή. Η πρωτοτυπία του «Υπόγειου ουρανού» της Σώτης Τριανταφύλλου, ενός μυθιστορήματος «on the road», είναι ότι η μυθιστορηματική ύλη εμβολιάζεται με πραγματικά ιστορικά και γεωγραφικά στοιχεία αμερικανικών πόλεων ή προσώπων που παίζουν κάποιο ρόλο, μικρό ή μεγάλο, στο βιβλίο, προσγειώνοντας τον αναγνώστη από την εξέλιξη του μύθου στην πραγματικότητα.
Οσοι έχουν διαβάσει το «Σάββατο βράδυ στην άκρη της πόλης», ένα άλλο μυθιστόρημα της Σώτης Τριανταφύλλου, θα βρεθούν σε οικεία μέρη και με οικεία πρόσωπα. Και εδώ, όπως και στο «Σάββατο», έχουμε να κάνουμε με παιδιά στα είκοσί τους χρόνια που ψάχνονται και ψάχνουν, και εδώ οι ήρωες ονειρεύονται, και εδώ το θέμα είναι τι σημαίνει να είσαι νέος στην Αμερική, στο κέντρο του δυτικού κόσμου. Οι διαφορές μεταξύ του παρόντος μυθιστορήματος και του «Σαββάτου» είναι ότι το υπό συζήτηση εξελίσσεται στις μεσοδυτικές πολιτείες της Αμερικής και όχι στο Μανχάταν της Νέας Υόρκης, ότι δεν πρόκειται για τις αρχές αλλά για τα τέλη της δεκαετίας του '80, ενώ οι ήρωες εδώ δεν παθιάζονται από τη φωνή της Πάτι Σμιθ αλλά από τις μελωδίες του Γουές Μοντγκόμερι, του Τσάρλι Πάρκερ και του Τσατ Μπέικερ.
«Ο υπόγειος ουρανός» της Σώτης Τριανταφύλλου είναι η σύντομη ζωή του Μπίλι Μόροου, γιου του Χάρι και της Ελένης Μωροπούλου, μεταναστών στον Νέο Κόσμο στις αρχές του '60 από τη Σπάρτη στην Ιντιάνα. Το μυθιστόρημα ξεκινάει με τον Μπίλι να είναι μαθητής λυκείου στο Σάουθ Μπεντ της Ιντιάνα ενώ οι γονείς του, αν και πολλά χρόνια στην Αμερική, εξακολουθούν να είναι φτωχοί, χωρίς όμως και να τους λείπει τίποτα. Ο πατέρας, αφού δούλεψε στην αλυσίδα παραγωγής αυτοκινήτων, τώρα εργάζεται σε ένα εργοστάσιο ζιζανιοκτόνων, ενώ η μητέρα, αν δεν σιδερώνει τα μπλου τζιν και τα μπλουζάκια του κανακάρη της, δουλεύει στη συναρμολόγηση μικρών ανταλλακτικών της Στούντεμπέικερ.
Το Σάουθ Μπεντ είναι μια κωμόπολη ασφυκτικά ανιαρή όπου τίποτε το συνταρακτικό δεν συμβαίνει. Το κακό με το Σάουθ Μπεντ είναι ότι απέχει 80 μίλια από το Σικάγο και μόνο 10 από το Ελκχαρντ, μια άλλη βαρετή βιομηχανική κωμόπολη γεμάτη χωριάτικα μπαρ. Ο Μπίλι, το ελληνοαμερικανάκι που σιχαίνεται οτιδήποτε του θυμίζει Ελλάδα, από εκκλησία, γλώσσα και πανηγύρια ως σουβλάκια και ελληνοπρεπείς γάμους, παρασέρνεται από τεχνητές σήραγγες ουτοπίας για ταξίδια σε μέρη μακρινά. Ακόμη, δεν ενδιαφέρεται καθόλου για την πατρίδα, τον γάμο, τον Θεό, την οικογένεια, τη σκληρή εργασία, το μέλλον.
Ο Μπίλι δεν πολυνοιάζεται για το σχολείο και τα μαθήματα. Πιο πολύ τον απασχολούν οι μελωδίες της τζαζ, μερικά βιβλία γουέστερν, τα μεταλλαγμένα αυτοκίνητα, τα μπαρ και ο κολλητός του φίλος Τόνι Φαρίνα, με τον οποίο ονειρεύεται ένα ταξίδι στην Καλιφόρνια. Ο Τόνι Φαρίνα μιλάει συνέχεια για ταχύτητες, για χρήματα και για το ότι θα πεθάνει νέος, κάτι που θα συμβεί. Ο Μπίλι, αφού τελειώσει το λύκειο και ενώ δεν υπάρχουν χρήματα για πανεπιστήμιο, θα πιάσει δουλειά σε ένα συνεργείο αυτοκινήτων ενός Ιταλού ο οποίος δεν του φέρνεται καθόλου όμορφα. Εκεί, στο συνεργείο, μια χειμωνιάτικη ημέρα και ενώ είναι βουτηγμένος στα γράσα, θα έρθει η Λουτσία Ρόσι να του δώσει μια πρόσκληση για τον γάμο της Λίντα Πίτερς, μιας πρώην φιλενάδας του. Από εδώ και πέρα αλλάζουν όλα, και προς το καλύτερο και προς το χειρότερο.
Χωρίς τον φίλο του Τόνι Φαρίνα, που έγινε γκάγκστερ και «χάθηκε» σε μια λίμνη, χωρίς καμία επαφή με την οικογένειά του ή με άλλους συγγενείς και φίλους, με τον μικρό ορίζοντα της Ιντιάνα να πέφτει πάνω του και να τον πλακώνει, ο Μπίλι σκέφτεται ότι πρέπει να φύγει και στον νου του έχει συνέχεια το ταξίδι στην Καλιφόρνια. Ερωτευμένος με τη Λουτσία, που μένει με τη μητέρα της σε έναν καταυλισμό με τροχόσπιτα, βρίσκει κάποιο νόημα στη ζωή του ενώ στο βάθος του μυαλού του η Καλιφόρνια αρχίζει να φωτίζει τη ζωή, να συμβολίζει την αλλαγή, να γίνεται η Ιθάκη του. Το ταξίδι προς την Καλιφόρνια με τη Λουτσία θα γίνει αλλά δεν θα είναι όπως το σχεδιάζουν οι δυο τους.
Μια δόση μελαγχολίας διατρέχει τον «Υπόγειο ουρανό» ενώ ο Μπίλι και η Λουτσία λικνίζονται στους αμερικανικούς αυτοκινητόδρομους ταξιδεύοντας προς την Καλιφόρνια με ένα μεταλλαγμένο αυτοκίνητο από πόλη σε πόλη και από μοτέλ σε μοτέλ, κουβαλώντας μέσα τους τη θλίψη ενός πολύ μικρού κόσμου. Ο αναγνώστης βλέπει με πολλή συμπάθεια τον Μπίλι και τη Λουτσία που θέλουν να φύγουν από το στενόχωρο οικογενειακό και επαρχιακό περιβάλλον αλλά η ανημπόρια τους είναι πιο δυνατή από τη θέλησή τους. Δεν τους αφήνει να ανοίξουν τα φτερά τους. Δεν σχεδιάζουν μια σωστή φυγή. Είναι άπειροι και δεν εφοδιάζονται με τα απαραίτητα ψυχικά εφόδια που θα τους κάνουν να αντέξουν τον «δρόμο», το ταξίδι προς την Καλιφόρνια. Ασθενική και με άσθμα, η Λουτσία πιο πολύ νοιάζεται για το γεύμα του άρρωστου σκύλου της, του Ντρούπι, παρά για το τι θα φάνε οι δυο τους ενώ τελειώνουν τα ελάχιστα χρήματα, με αποτέλεσμα να μεταλλάσσονται οι ίδιοι σε παρωδίες κακέκτυπων του «Μπόνι και Κλάιντ».
Στα προτερήματα του βιβλίου κατατάσσονται οι παρεμβολές, με μικρότερα τυπογραφικά στοιχεία, διαφόρων πραγματολογικών όχι όμως και εγκυκλοπαιδικών πληροφοριών για το Σάουθ Μπεντ, την αυτοκινητοβιομηχανία Στούντεμπέικερ, τον συγγραφέα Ρος Λόκριτζ, την Ινδιανάπολη, τα χατ ροντς, την πόλη Ελκχαρντ, τη λίμνη Μίσιγκαν, τον Γουές Μοντγκόμερι, τον αυτοκινητόδρομο 66 και τις φυλακές Τζάκσον του Μίσιγκαν. Αυτό γίνεται με τη μέθοδο της εμβόλιμης γραφής, χωρίς να χάνει το ενδιαφέρον του ο αναγνώστης για τη μυθιστορηματική αφήγηση. Ακόμη, στις αρετές του βιβλίου καταγράφεται η σφιχτή, χαμηλόφωνη γραφή.
«Ο υπόγειος ουρανός» φέρνει στον νου το «Μεξικό» της Ερσης Σωτηροπούλου, από την άποψη ότι και εκεί το Μεξικό είναι μια Ιθάκη, γίνεται το σύμβολο ενός προορισμού που χάνεται χωρίς να το φθάνουν οι πρωταγωνιστές, ενώ συγγενεύει με τη συλλογή διηγημάτων της Αμερικανίδας Τζάνις Εϊντους «Ο Βίτο αγαπά την Τζέραλντιν» καθώς και με τις «Αυτόχειρες Παρθένες» του Ελληνοαμερικανού Τζέφρι Ευγενίδη, από την άποψη ότι και οι δύο αυτοί συγγραφείς αναφέρονται σε εφηβικούς και νεανικούς έρωτες, σε μια φυγή που δεν ολοκληρώνεται, σε επαρχιακές γοτθικές, αμερικανικές κωμοπόλεις και σε φτωχούς μετανάστες. Αυτό δεν σημαίνει ότι η Σώτη Τριανταφύλλου «πήρε» κάτι από τα πιο πάνω βιβλία. Η Τριανταφύλλου είναι αυτόφωτη και έγραψε ένα πολύ καλό μυθιστόρημα.
Ντίνος Σιώτης
ΤΟ ΒΗΜΑ, 21-06-1998
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις