0
Your Καλαθι
Αϊ χαρές κι αϊ πάθια της πατρίδας
Έκπτωση
40%
40%
Περιγραφή
Κολυμπάω ύπτιος. Μόνος. Τέλεια ηρεμία. Δεν φτάνει ως εδώ η ξέχειλη συναυλία των τζιτζικιών. Φτάνουν όμως οι στεγνές ευωδιές του βαθυπράσινου παράδεισου, που γλιστράει απαλά ως τη θάλασσα. Λαμπικαρισμένο στα νώτα μου το γαλάζιο διάφανο και τα πράσινα ρεύματά του. Ο ουρανός πάνω εκτυφλωτικά γαλάζιος. Παραμέσα έχει αράξει ένα κάτασπρο πολυτελές κότερο. Ακούω τις φωνές τους. Είναι γερμανόφωνοι.
Και ξαφνικά μύρια μαύρα κινητά στίγματα σπάνε την πράσινη μονοτονία. Ροβολάει το κοπάδι με τα γίδια. Ο ηλιοκαμένος, φριξότριχος και λιπόσαρκος αιπόλος, ευκίνητος σαν κατσίκι κι αυτός κατεβάζει να ποτίσει το κοπάδι του χαμηλά στην ακτή.
Γίνομαι ένα με το τοπίο. Αφουγκράζομαι τις μυστικές του φωνές. Ένα βαθύ μεράκι μουδιάζει το κορμί μου ως το μεδούλι. Θέλω να χορέψω, να τραγουδήσω, να ψάλλω, να σουρίξω. Από το Με γέλασε μια χαραυγή πάω στον Αναβαλλόμενο, από την Παπαδιά στον Σκάρο. Γεια σου Τζάρα με το κλαρίνο σου. Γεια σου Καρναβά αθάνατε! Αχ Ελλάδα σ’ αγαπώ... Πατρίδα, αχ πατρίδα!
…Όχι, βαθιά πατρίδα, ποτέ δεν σε ξέχασα! Σ’ αγαπώ, πάντα σ’ αγαπώ...αλλά έχεις και τόσα βαρίδια που δεν τα υποφέρω! Έχεις δίκιο, Μανόλη Ρασούλη!
Και ξαφνικά από το κότερο ένα Allegro ma non tropo στη διαπασών κομματιάζει την απόλυτη νηνεμία. Η Ποιμενική του Μπετόβεν τρικυμίζει τον διάφανο αέρα! Ο μπροστάρης τράγος του κοπαδιού κοκαλώνει στη θέση του και ακουρμαίνεται με απορημένα τα κεχριμπαρένια του μάτια.
Τι ανεπάντεχη σύμπτωση! Από την πλαγιά κατεβαίνουν χέρι με χέρι η Ρωμιοσύνη, τα Βαλκάνια, η Ορθοδοξία, τα κλαρίνα. Μέσα στο κότερο αναπαύονται και ευφραίνονται τα ανήλιαγα τέκνα του βιομηχανικού Βορρά, ο Δυτικός Κόσμος, ο Προτεσταντισμός, ο Μπετόβεν, η Τάξη, ο Ορθολογισμός, ο Ξένος. Δυο κόσμοι ξένοι αντικριστά. Κι ανάμεσά τους σύνορο το ύπτιο σώμα μου και μια λωρίδα θάλασσα!
Και ξαφνικά μύρια μαύρα κινητά στίγματα σπάνε την πράσινη μονοτονία. Ροβολάει το κοπάδι με τα γίδια. Ο ηλιοκαμένος, φριξότριχος και λιπόσαρκος αιπόλος, ευκίνητος σαν κατσίκι κι αυτός κατεβάζει να ποτίσει το κοπάδι του χαμηλά στην ακτή.
Γίνομαι ένα με το τοπίο. Αφουγκράζομαι τις μυστικές του φωνές. Ένα βαθύ μεράκι μουδιάζει το κορμί μου ως το μεδούλι. Θέλω να χορέψω, να τραγουδήσω, να ψάλλω, να σουρίξω. Από το Με γέλασε μια χαραυγή πάω στον Αναβαλλόμενο, από την Παπαδιά στον Σκάρο. Γεια σου Τζάρα με το κλαρίνο σου. Γεια σου Καρναβά αθάνατε! Αχ Ελλάδα σ’ αγαπώ... Πατρίδα, αχ πατρίδα!
…Όχι, βαθιά πατρίδα, ποτέ δεν σε ξέχασα! Σ’ αγαπώ, πάντα σ’ αγαπώ...αλλά έχεις και τόσα βαρίδια που δεν τα υποφέρω! Έχεις δίκιο, Μανόλη Ρασούλη!
Και ξαφνικά από το κότερο ένα Allegro ma non tropo στη διαπασών κομματιάζει την απόλυτη νηνεμία. Η Ποιμενική του Μπετόβεν τρικυμίζει τον διάφανο αέρα! Ο μπροστάρης τράγος του κοπαδιού κοκαλώνει στη θέση του και ακουρμαίνεται με απορημένα τα κεχριμπαρένια του μάτια.
Τι ανεπάντεχη σύμπτωση! Από την πλαγιά κατεβαίνουν χέρι με χέρι η Ρωμιοσύνη, τα Βαλκάνια, η Ορθοδοξία, τα κλαρίνα. Μέσα στο κότερο αναπαύονται και ευφραίνονται τα ανήλιαγα τέκνα του βιομηχανικού Βορρά, ο Δυτικός Κόσμος, ο Προτεσταντισμός, ο Μπετόβεν, η Τάξη, ο Ορθολογισμός, ο Ξένος. Δυο κόσμοι ξένοι αντικριστά. Κι ανάμεσά τους σύνορο το ύπτιο σώμα μου και μια λωρίδα θάλασσα!
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις